Θυμόσαστε τη συνήθεια που είχαν κάποιοι ωραίοι πιτσιρικάδες τη δεκαετία του '60 να προτάσσουν το κάτω χείλι και να φυσάνε τη φράντζα του μαλλιού για να παίζει παιχνιδιάρικα; Είναι το μόνο που ακόμα δεν έχει κάνει ο Κύρος Βασσάρας. Τώρα που το έγραψα, ελπίζω να το κάνει. Γιατί αν υπάρχει κάτι που ένας διαιτητής μπορεί να κάνει για να τραβήξει την προσοχή και ο Βασσάρας δεν το έχει κάνει, στην παράλειψη δεν υπάρχει πρόθεση, αλλά αμέλεια. Η ιστορία του Βασσάρα είναι διδακτική για το τι μπορεί να συμβεί όταν κάποιος αποφασίζει να παίξει τον ρόλο του κομπάρσου με τον στόμφο του πρωταγωνιστή.
Παρατηρήστε τη χορογραφία στο επόμενο ματς που θα σφυρίζει ο Βασσάρας και μια ομάδα θα κερδίζει φάουλ. Το σφύριγμά του ακούγεται καθαρό και επιβλητικό. Ο ίδιος εμφανίζεται στο τηλεοπτικό κάδρο καλπάζοντας σαν καθαρόαιμο. Περνάει από το σημείο που έγινε το φάουλ δείχνοντάς το και μετά τραβάει χειρόφρενο περιμένοντας κάποιος να στήσει την μπάλα. Μετά σηκώνει τα δύο χέρια πάνω από το κεφάλι κρατώντας τη σφυρίχτρα στην παλάμη για να του δείξει ότι πρέπει να εκτελέσει το φάουλ μετά το σφύριγμά ΤΟΥ. Πηγαίνει και στήνει το τείχος. Γυρίζει για να ζητήσει από τον παίκτη να κουνήσει την μπάλα δέκα πόντους. Ξαναπηγαίνει στο τείχος. Κάνει παρατηρήσεις σε δύο που σπρώχνονται. Κοιτάζει την μπάλα. Και με την κατανόηση του πρωταγωνιστή, που ξέρει ότι ο κόσμος έχει έρθει για να κοιτάζει το παιχνίδι του με τους παίκτες να βοηθάνε παίζοντας ποδόσφαιρο, σφυρίζει. Με μελαγχολία, αλλά και την υπόσχεση ότι στη νέα διακοπή η παράστασή του θα είναι διαφορετική και καλύτερη. Και λέω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό, κάποιος που είναι τόσο κολλημένος με τις κινήσεις και την εμφάνισή του είναι δυνατόν να μην κάνει και την αηδία του για να σου δείξει πόσο διαφορετικός είναι από τους υπόλοιπους;
Οποιος θέλει να κάνει κριτική στη διαιτησία του Βασσάρα στο ματς του Παγκρήτιου ας έχει πάντα υπ' όψιν του τον παράγοντα της φιλαρέσκειας. Ο Κύρος Βασσάρας λατρεύει το διαιτητικό του μεγαλείο και το δείχνει. Λατρεύει να ανακαλύπτει πέναλτι και να αγνοεί φάουλ που ένας κοινότερος διαιτητής βλέπει. Στα υπέρ του είναι ότι αντιστάθηκε στην «παράγκα» και έλαβε μέρος στη μεγάλη ελληνοϊταλική διαιτητική συμμαχία που τόσα καλά έφερε στις δύο χώρες. Οπως μου έλεγε ο Κώστας Φρατζέσκος, ο Βασσάρας είναι ο διαιτητής που οι παίκτες προτιμούν να σφυρίζει το ματς, αλλά εκτός από τους παίκτες υπάρχουν και οι θεατές. Το «Βασσάρας» σίγουρα θα παραμείνει ο βασιλιάς των σπορ, αλλά αν δεν τον ενοχλεί υπάρχουν και μερικοί περίεργοι που πηγαίνουν στο γήπεδο για να δουν ποδόσφαιρο.
Ο πατέρας θυμόταν τα κρίματα του παρατηρητή Μεσάλα την εποχή της παντοκρατορίας του Παναθηναϊκού. Ο πραγματικός γιος θυμόταν τα εγκλήματα του επόπτη Μαυροειδή, που είχαν κάνει τον Ολυμπιακό να απαιτήσει διακριτικά την αποχή του από το περσινό ματς με την ΑΕΚ. Ο φερόμενος σαν γιος είχε συμπτώματα blue balls (σ.σ.: ζητήστε να σας το μεταφράσει κάποιος λιγότερο διακριτικός από εμένα) από τη μουρμούρα για τον Κύρο μετά το ματς με τον Εργοτέλη. Και το ποδοσφαιρικό αξίωμα «Ολοι είναι κυρίζια όταν κερδάνε, αλλά γίνονται κάφροι όταν χάνουνε» για μια ακόμα φορά αποδείχθηκε μετά το ματς του Παγκρήτιου. Τα σουπερλιγκέ και χάιτεκ τελειώνουν από τη στιγμή που σε κάνει άλογο ο Κουτσιανικούλης. Από τη στιγμή που σου έχει συμβεί, τελευταία δικαιολογία είναι η διαιτησία. Γιατί είναι πολύ ευκολότερο να τα ρίχνεις στον Βασσάρα παρά να χτυπάς το ξερό σου το κεφάλι που ξεκινάς τη σεζόν με σκάρτη μια δεκαοκτάδα.
Επαναλαμβάνω, και κάθε καλόπιστος οπαδός ανεξαρτήτως ομάδας πρέπει να το βλέπει, ότι αν το πρωτάθλημα διεξαγόταν με τρεις ομάδες, τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ, ο πρώτος θα ήταν το μεγάλο φαβορί. Οταν όμως ξέρεις ότι ο Ολυμπιακός πέρυσι πήρε το πρωτάθλημα με τον Τζόρτζεβιτς και τον Στολτίδη να σέρνονται και αρχίζεις τη σεζόν με μόνο κεντρικό αναπληρωματικό χαφ τον γιο της δυστυχίας Μάρκο Νε, είσαι άξιος των συνεπειών. Εδώ όμως μια άνω τελεία, που λένε και οι κυριλέ δημοσιογράφοι? διότι το να γράφεις «αρχίζεις» και «αφήνεις» χωρίς να συνοδεύεται από ουσιαστικό είναι σαν το «έλεγαν οι παίκτες μετά το ματς», που έτσι και το σκεφτείς δεύτερη φορά, μοιάζει σαν στα αποδυτήρια να κάνει πρόβες η χορωδία της Αιμιλίας Παπαστεφάνου. Οποιος «άφησε» τον Ολυμπιακό χωρίς αναπληρωματικά χαφ είναι ο ίδιος που με τις μεταγραφές να έχουν αρχίσει ταξίδευε για δουλειές και για διακοπές στη Μύκονο και η ομάδα είχε μείνει με 12 συνολικά παίκτες. Και φυσικά δεν είναι ο Ιλια Ιβιτς, που έκανε προσπάθεια να μαζέψει τα ασυμμάζευτα, αλλά ο Σωκράτης Κόκκαλης.
Αναλαμβάνοντας τον ρόλο του τεχνικού διευθυντή τον Ιούνιο και παίρνοντας μισή ομάδα χωρίς αναπληρωματικούς και με ελεγχόμενο συνεχώς μπάτζετ, ο Ιβιτς είχε δύο δρόμους. Ο πρώτος ήταν να πάρει παίκτες μέλλοντος, πετώντας πετσέτα για τη φετινή σεζόν, και ο δεύτερος να παζαρέψει μια ενδεκάδα που θα μπορούσε να χτυπήσει κάθε ελληνική ομάδα, να κάνει ευρωπαϊκές αξιοπρεπείς εμφανίσεις και να σταυρώνει τα δάχτυλά της ότι οι αντίπαλοι για τον φετινό τίτλο θα πετάξουν αναπάντεχους βαθμούς. Το πρώτο και το δεύτερο το κατάφερε, ξεπερνώντας μάλιστα το ψυχολογικό χάντικαπ του ευρωπαϊκού «διπλού». Το τρίτο, που δεν εξαρτάτο από τον ίδιο, το πέτυχε κατά 50%. Γιατί ο Παναθηναϊκός πέταξε τρεις βαθμούς στην Τρίπολη, αλλά η ΑΕΚ για την ώρα δεν χαρίζει όχι βαθμούς, αλλά «του αγγέλου της νερό», που έλεγε και η μακαρίτισσα η κυρα- Λένη, η μάνα μου.
Αν υπάρχει λάθος από πλευράς Ιβιτς, δεν είναι ότι σπατάλησε χρήμα -που υπάρχει-, αλλά χρόνο -που δεν υπήρχε- για τις μεταγραφές του Νούνιες και του Αρτσούμπι. Για τον δεύτερο δεν μπορεί να υπάρχει γνώμη, αλλά ο πρώτος είναι ό,τι πιο ρετρό έχω δει τα τελευταία χρόνια. Ετσι και του βάψεις άσπρα τα μαλλιά και τον καθίσεις σε ένα καφενείο μαζί με τον Κουμαριά και τον Σεβαστόπουλο της ΑΕΚ, έχεις κάνει το παγκόσμιο conference των δεκαριών ΑΒ διαλογής των δεκαετιών του '60 και του '70. Εκτός του ρετρό, το παλικάρι έχει επίσης ένα μυστήριο κουσούρι. Μπορεί να ονομαστεί «το σύνδρομο του σκύλου». Οπως η Μαριγώ έχει μανία να τρέχει σαν τη θύελλα κυνηγώντας μηχανάκια, αλλά όταν τα φτάνει δεν ξέρει τι να κάνει, ο Νούνιες καλπάζει προς την μπάλα, αλλά με το που τη φτάσει φρενάρει και σκέφτεται: «Τι θέλαμε να κάνουμε;». Μια χαρά οικογενειάρχης είναι το παιδί, δύο παιδιά και δύο τατουάζ με τα πρόσωπά τους έχει, αλλά -εκτός αν του χρόνου κάνει προετοιμασία και εμφανιστεί πλήρως ανακαινισμένος και με νέα υδραυλικά- τον βλέπω να παίρνει μεταγραφή και να τροφοδοτεί τον Μπόρχα.
Ο Ολυμπιακός όσο περνάει ο καιρός θα έχει και μεγαλύτερα προβλήματα. Γιατί αν σήμερα είναι ο Αντζας, ο Μπράβο και ο Ντομί τραυματίες, αύριο οι τρεις θα γίνουν πέντε. Και την περίοδο του Ιανουαρίου μπορείς να αγοράσεις ένα-δύο παίκτες να σου κλείσουν τις «τρύπες», αλλά μπούγιο αναπληρωματικών δεν αγοράζεται και ούτε είναι δυνατόν να αγοραστεί. Αναπληρωματικοί είναι συνήθως παίκτες που ξεκίνησαν για βασικοί και δεν τα κατάφεραν ή πιτσιρικάδες που ανεβαίνουν. Αμφότερες οι κατηγορίες δεν αγοράζονται, αλλά προκύπτουν. Και τώρα κάτι για τον Λεμονή.
Ωραία, ο Ιλια Ιβιτς δεν μπόρεσε, δεν πρόλαβε, δεν είχε τα λεφτά να αγοράσει περισσότερα χαφ. Ο Ολυμπιακός πάει στη φετινή σεζόν με πέντε χαφ, τον Τζόρτζεβιτς, τον Στολτίδη, τον Λεντέσμα, τον Γκαλέτι και τον Μάρκο Νε, με τον Πατσατζόγλου και τον Τοροσίδη να υποκρίνονται ότι είναι χαφ και τον Αρτσούμπι να ελπίζεται ότι είναι. Επίσης, να το δεχτώ ότι αν κάποτε γίνει Hall of Fame του ποδοσφαίρου, οι επιλογές δεν θα ξεκινήσουν: Δομάζος, Μαύρος, Πάντος... Αλλά το να έχεις στον πάγκο τον Μήτρογλου και τον Κωνσταντίνου για αλλαγή και τον Πάντο εκτός δεκαοκτάδας τι νόημα έχει; Οτι κάποια στιγμή ο Ολυμπιακός θα έπαιζε με Νούνιες, Λούα Λούα, Κοβάσεβιτς, Μήτρογλου και Κωνσταντίνου πεντάδα, σαν τους Ανδριανόπουλους;
Ο Κόκκαλης έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη που παραμέλησε την ομάδα ώστε να χρειάζεται ριζική ανακαίνιση, αλλά στα υπέρ του προσμετράται το ότι όταν κατάλαβε πως τα έκανε μούτι άφησε το τιμόνι στους νέους. Ο Ιβιτς έχει ευθύνη που πήρε τον Αρτσούμπι γνωρίζοντας ότι χρειάζεται άμεσος αντικαταστάτης του Τζόρτζεβιτς και ότι χάλασε 2,2 εκατ. για τον Νούνιες, αλλά στα υπέρ του πιστώνεται το ότι του βγαίνουν περισσότερες μεταγραφές από τον μέσο όρο επιτυχίας, που σε νορμάλ συνθήκες δεν περνάει το 50%. Στον Λεμονή πιστώνεται ότι έφτιαξε μια ενδεκάδα που παίζει ελκυστικό ποδόσφαιρο, ότι πήρε το πρώτο ευρωπαϊκό «διπλό», αλλά χρεώνεται το ότι έδιωξε κάποιους μέτριους παίκτες, όπως ο Παπάς και ο Μάριτς, χωρίς όμως να απαιτήσει να αντικατασταθούν.
Από τον Ολυμπιακό διαρρέει ότι μόνο στην περίπτωση που η ομάδα θα προχωρήσει στον επόμενο γύρο του Τσάμπιονς Λιγκ θα γίνουν μεταγραφές. Για την ακρίβεια «μεταγραφή», εφόσον λέγεται ότι θα αποκτηθεί ένας και μόνο παίκτης. Υπολογίζοντας ότι κάπου στα μέσα της σεζόν μια ομάδα που θα έχει παίξει 25+ ματς είναι στατιστικά λογικό να έχει έναν παίκτη τραυματία για το υπόλοιπο της σεζόν, δύο ελαφρότερα τραυματισμένους και έναν τουλάχιστον τιμωρημένο, η αριθμητική σηκώνει τα χέρια της. Οπως και ο Παυλής και ο Πλιάτσικας, που θα σηκώνουν την «κούπα» του τίτλου.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.