Παλαιότερες

Μανωλιοί με άλλα ρούχα (SportDay / Αντώνης Πανούτσος)

Πριν από περισσότερα χρόνια από όσα θέλω να θυμάμαι δούλευα βοηθός υλατζή σε μια πολιτική εφημερίδα. Υλατζής είναι αυτός που μαζεύει τα κείμενα, τα τσεκάρει, τους δίνει τίτλους και μετά φτιάχνει τη σελίδα. Βοηθός είναι αυτός που τον κοιτάζει, παραγγέλνει τους καφέδες και εισπράττει την περιστασιακή Παναγία όταν ο υλατζής ζωχαδιαστεί. Σε αυτή, λοιπόν, την εφημερίδα στο πολιτιστικό ρεπορτάζ δούλευε ένας συντάκτης μανιάτικης καταγωγής. Ας τον ονομάσουμε Καλαμπαουλάκο.

Μια μέρα των ημερών ο Καλαμπαουλάκος αποφάσισε να επισκεφθεί τα πάτρια εδάφη. Ο Καλαμπαουλάκος δεν είχε πάει ποτέ του στη Μάνη. Τέλος πάντων, βρήκε το χωριό, ανακάλυψε κάτι θείες του και του δώσανε και ένα κρεβάτι να κοιμηθεί. Το πρωί έκανε τις βόλτες του, το βράδυ πήγε στο καφενείο και στο τσακίρ κέφι ο Καλαμπαουλάκος πήρε τον σκοτεινό δρόμο για το σπίτι των θειάδων του. Το δρομάκι ξαφνικά φωτίστηκε, μπαμ ηκούσθη στον αέρα, όμως τα βόλια δεν πήγαν πέρα, αλλά στην πλάτη και τον κώλο του Καλαμπαουλάκου. Ο οποίος επειγόντως διεκομίσθη στην Αθήνα, κάθισε καμιά βδομάδα στο νοσοκομείο και όταν επέστρεψε στην εφημερίδα προσπάθησε να μας ενημερώσει. Οτι, σύμφωνα με τον μπάρμπα του τον Λιάκο, τον είχε πυροβολήσει ο Πυροβολέας επειδή πριν από 240 χρόνια ένας Καλαμπαουλάκος είχε πηδήξει μια Πυροβολέα και δεν την παντρεύτηκε ή είχε καταπατήσει τέσσερις πόντους από το μποστάνι των Πυροβολαίων ή είχε πηδήξει την κατσίκα των Πυροβολαίων και είχε καταπατήσει την αδελφή τους ή τέλος πάντων είχε κάνει κάτι πολύ κακό, που οι Πυροβολείς θυμόντουσαν πολύ καλά ότι είχε γίνει, αλλά δεν θυμόντουσαν τι ήταν ακριβώς. Μια ιστορία που διδάσκει ότι στις βεντέτες αυτό που μετράει δεν είναι το τι έγινε, αλλά το κέφι.

Τι έγινε, λοιπόν, στο Ατρόμητος - Λάρισα; Ο Λουτσιάνο περίμενε τον διαιτητή να γυρίσει το κεφάλι, έπιασε Κώτσο και τον επόπτη και χωρίς να χτυπήσει το φάουλ έτρεξε με την μπάλα και έβαλε γκολ. Ωραία, ο Σπανός θα μπορούσε να αποφύγει τις δηλώσεις ότι και πάλι ο Ατρόμητος θα κέρδιζε 2-1, ο Ανατολάκης δεν ήταν ανάγκη να λέει ότι είναι μια κομπίνα που δοκιμάζουν στις προπονήσεις, αλλά το γεγονός παραμένει. Ο Λουτσιάνο έκλεψε στη φάση, όπως άλλοι κλέβουν τσιμπώντας την μπάλα με το χέρι, τραβώντας τη φανέλα ή –ακόμα χειρότερα– βουτώντας για να πάρουν πέναλτι. Είναι λόγος, λοιπόν, η ζαβολιά του Λουτσιάνο να οδηγήσει στη διάλυση της Σούπερ Λίγκας ή –ακόμα χειρότερα– σε μια βεντέτα ανάμεσα στη Λάρισα και τον Ατρόμητο που αναπόφευκτα θα μεταφερθεί στην κερκίδα;

Αν ο Κώστας Πηλαδάκης έχει υπόνοιες ότι ο Σπανός χρησιμοποιεί τη θέση του στην ΕΠΟ για να υπόσχεται το σήμα του διεθνούς διαιτητή και να εισπράττει σφυρίγματα, καλά θα κάνει να τις κρατήσει για τον εαυτό του μέχρι να μοιάσουν με ενδείξεις, για να μη μιλάμε για αποδείξεις. Αυτά, όμως, που πρέπει να κρατήσει περισσότερο είναι τα νεύρα του, γιατί αν νέοι παράγοντες παρασύρονται τόσο εύκολα στα άκρα, το μόνο που πρόσφερε η Σούπερ Λίγκα είναι μερικούς Μανωλιούς με αλλαγμένα ρούχα. Από ξύπνιους και ψαγμένους το ελληνικό ποδόσφαιρο είχε πάντα αρκετούς, η αυτοσυγκράτηση, όμως, ήταν είδος εν ανεπαρκεία...



Επειδή σιχαίνομαι να στέλνω αθώους στον κουβά, το γράφω σήμερα, που δεν υπάρχει κίνδυνος κάποιος να παρασυρθεί και να το παίξει. Φίλος που ασχολείται με το εμπόριο στη Νοτιοανατολική Ασία μού έλεγε ότι ο «άσος» του Τουρκία - Ελλάδα παιζόταν κάργα και με μεγάλα πονταρίσματα. Τώρα, που το ματς έχει τελειώσει, αν η Τουρκία κέρδισε μπορείτε να με βρίζετε που δεν το έγραψα έγκαιρα. Αν δεν έχει κερδίσει, μπορείτε να κουνάτε με οίκτο το κεφάλι σας για το πώς ένας κάτοικος Σιγκαπούρης μπορεί να έχει άποψη και να την υποστηρίζει με το πορτοφόλι του για ένα ματς που γίνεται στην άλλη άκρη του κόσμου.

Εδώ να γράψω ότι σε καμία περίπτωση δεν είμαι τζογαδόρος. Παίκτης ενίοτε, τζογαδόρος όχι. Η βασική διαφορά ανάμεσα στον παίκτη και τον τζογαδόρο είναι ότι ο πρώτος ψάχνει το αβαντάζ απέναντι στον μπουκ, ενώ ο δεύτερος παίζει για τη διέγερση που δίνει το παιχνίδι. Τζογαδόρος είναι αυτός που παίζει το Εκλαντ - Πρίκλαντ της δεύτερης κατηγορίας του νορβηγικού πρωταθλήματος με μόνη βοήθεια τις πληροφορίες ενός πιτσιρικά που μάζεψε ό,τι βρήκε στα sites και με την αναίδεια χιλίων πιθήκων δίνει συμβουλές για ένα πρωτάθλημα από το οποίο ποτέ του δεν είδε παιχνίδι, από μια χώρα στην οποία ουδέποτε πάτησε πόδι και έχει τις πιθανότητες να πατήσει όσες έχει ο Δημήτρης Τζιώτης να βγει αρχηγός του ΠΑΣΟΚ.

Τον οποίο Τζιώτη είχα γνωρίσει πριν από 11 χρόνια, να συνεργάζεται με τον Μιχάλη Ζαχαράτο του Θόδωρου και της Γιάννας στη μεγάλη εκστρατεία της διεκδίκησης του 2004. Ξανθός και dereeπρεπής, ο Τζιώτης με μια ρακέτα στο χέρι έμοιαζε σαν ζεν σε κομεντί του Φεϊντό. Μετά τη διεκδίκηση έκανε την Clever Bank, που έκανε κλέβερ πράγματα, και τώρα βάζει υποψηφιότητα για αρχηγός του ΠΑΣΟΚ. Το μυαλό θα σταμάταγε μπροστά στην αφέλεια του Τζιώτη να διεκδικήσει την προεδρία σε ένα κόμμα που έχασε επειδή δεν ήταν αρκετά αριστερό, αν δεν υπήρχε και μια δεύτερη, ψαγμένη άποψη. Οτι ο Τζιώτης, ο οποίος είχε βάλει υποψηφιότητα και για τον Δήμο Βουλιαγμένης και έχασε πανηγυρικά, κατάλαβε κάτι. Ανεξάρτητα από το αν χάσεις ή κερδίσεις, οι υποψηφιότητες σου δίνουν προβολή. Και σε μια κούρσα στην οποία οι υποψήφιοι ζήτημα να είναι πέντε, όπως της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ, κανένα κανάλι δεν μπορεί να αποκλείει τον ένα υποψήφιο.

Κάποιος έχει δικαίωμα, φυσικά, να πει ότι, όπως στο ποδόσφαιρο το ματς δεν τελειώνει μέχρι να σφυρίξει ο διαιτητής, και στις εκλογές κανένας δεν λογαριάζεται χαμένος μέχρι να μετρηθούν οι ψήφοι. Ας πούμε, λοιπόν, ότι γίνεται η έκπληξη και ο Τζιώτης ξεσκίζει στις εκλογές και Παιντί και Χοντρό. Μετά κατεβαίνει στις επόμενες βουλευτικές εκλογές και νικάει πανηγυρικά τον Καραμανλή. Η Ευρώπη στρέφει την προσοχή της στο νέο αστέρι της πολιτικής και ο Τζιώτης ανταποκρίνεται. Γίνεται αρχηγός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η ισοτιμία δολαρίου και ευρώ πάει στο 9:1 και η Ευρώπη περνάει μέρες που δεν είχε περάσει ούτε επί αυτοκρατορίας Καρλομάγνου. Οι Αμερικανοί πανικοβάλλονται και ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο Τρίας αποφασίζει να ακολουθήσει την πολιτική των τορπιλάκατων. Στέλνει το σύνολο των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στην Ευρώπη με την απειλή ότι ο Τζιώτης θα ακολουθήσει τη μοίρα του Σαντάμ. Το σκοινί, όμως, από το οποίο θα κρεμαστεί ο Τζιώτης δεν φτιάχτηκε ακόμα.

Επικεφαλής μιας τέλεια εκπαιδευμένης ομάδας αποφοίτων του Deree, γνωστή και ως Task Force Katsifloroi, ο Μιχάλης Τζιώτης αντιμετωπίζει τον αμερικανικό στρατό λίγο έξω από τον Koκκιναρά. Με ξεδιπλωμένο το φλάμπουρο που γράφει «Ροκάς τη μέρα, το βράδυ καμαριέρα», με τον ύμνο της λευτεριάς από την Tina Charles «I love to love, but my baby loves to dance», κρατώντας έναν κατάλογο του «Je revien», όπως πριν από αιώνες ο Μέγας Κωνσταντίνος κρατούσε το ιερό ευαγγέλιο, οι Κατσίφλωροι συγκρούονται με την επίλεκτη ομάδα Delta Force, που αρχηγό έχει τον Τσακ Νόρις. Σε μια σκηνή που καθηλώνει ο Τσακ βρίσκεται πρόσωπο με πρόσωπο με τον Τζιώτη, αλλά πριν ο Αμερικανός προλάβει να τον χτυπήσει με καράτε ο Τζιώτης τον κοπανάει με τη ρακέτα του τένις στο κεφάλι και τον σκοτώνει.

Ο Τζιώτης ανακηρύσσεται Μέγας. Ως Μέγας Τζιώτης καταλαμβάνει την Αμερική και γίνεται πλανητάρχης. Η ανθρωπότητα περνάει μια χρυσή περίοδο. Ο Τζιώτης καταλαβαίνει ότι ο πλανήτης είναι πολύ μικρός για τις φιλοδοξίες του. Ξεκινάει ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα εξερεύνησης του Διαστήματος. Επικεφαλής ενός διαστημικού στόλου από Τransformers, ο Τζιώτης καταλαμβάνει το διάστημα και σε βαθιά γεράματα, με τους τελευταίους κατσίφλωρους να συγκρατούν τα δάκρυά τους όρθιοι γύρω απ' το κρεβάτι, ψιθυρίζει: «Αφού με κλάσανε στον Δήμο Βουλιαγμένης, με τι φόντα πήγα και έβαλα υποψηφιότητα για πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ;».

Συμπεράσματα; Πιο εύκολα γίνεσαι πλανητάρχης παρά παίρνεις τον Δήμο Βουλιαγμένης και ο μόνος τρόπος να σκοτώσεις τον Τσακ Νόρις είναι με ρακετιά. Επίσης, καθένας μας κρύβει μέσα του ένα Μητσάρα που παλεύει να εκφραστεί. Ακόμη, οι άνθρωποι ψάχνουν τη λύση των προβλημάτων τους στους πιο απίθανους τόπους.

Δημοσιεύτηκε χθες ότι «ο στρατιωτικός ακόλουθος της Αιγύπτου, Γιάσερ Γκαλάλ Γκονίμ, επισκέφθηκε τον υφυπουργό Αθλητισμού, Γιάννη Ιωαννίδη, και τον ευχαρίστησε για τη στήριξη με τις γνώσεις και την εμπειρία που έχει η χώρα μας στον τομέα του ελέγχου του ντόπινγκ». Να μας ζητάγανε να τους βοηθάγαμε στο ντόπινγκ το καταλαβαίνω, αλλά στον έλεγχο του ντόπινγκ, μου διαφεύγει η λογική. Με την κατάσταση που στην Ελλάδα το μεγάλο χειροκρότημα δεν πέφτει όταν Ελληνας αθλητής κερδίζει μετάλλιο, αλλά όταν έχει περάσει το ντόπινγκ κοντρόλ.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x