Λοιπόν, έχουμε και λέμε: «πρωτοποριακή», «πρωτόγνωρη», «ανεπανάληπτη» -κι όλα αυτά «παγκοσμίως». Ορισμένα (μόνο) εξ' όσων ακούστηκαν και γράφηκαν για τη μεταφορά της πομπής των Παναθηναίων από την Ακρόπολη στο νέο μουσείο. Γιατί, διάβολε, σ’ αυτή τη χώρα πρέπει πάντοτε οι ποταμοί της υπερβολής και της φανφάρας να πνίγουν όχι μόνο τη λογική, αλλά και το συναίσθημα; Αν σου προκαλεί συγκίνηση η μετακίνηση ενός γλυπτού έπειτα από 2.500 χρόνια, δεν υπάρχει κανένας λόγος αυτή να τη νοθεύουν υπερφίαλες αναζητήσεις κάποιων «ρεκόρ».
Το συναίσθημα δεν χρειάζεται «πατέντες» και «πιστοποιητικά πρωτοπορείας» για να εκδηλωθεί. Είναι σαν να ακούς το σόλο ενός κιθαρίστα: αν σε αγγίζει, περιττεύει οποιαδήποτε συζήτηση για το εάν η τεχνική του είναι «παγκοσμίως πρωτόγνωρη». Σε τελική ανάλυση, όλο και κάποιος Χέντριξ θα έχει πιστωθεί, κατά το παρελθόν, κάτι δυσκολότερο ή εντυπωσιακότερο.
Στη δεκαετία του ’60, στην Αίγυπτο, σε χρονικό διάστημα 54 μηνών τελέσθηκε ένα αρχαιολογικό έργο που χαρακτηρίστηκε πρωτοφανές στα αρχαιολογικά χρονικά -και σύμφωνα με τη λογική, όντως, ήταν: «μετακόμισαν» ύστερα από 32 αιώνες οι ναοί του Αμπού Σιμπέλ, εποχής Ραμσή Β', για να προστατευθούν από το Υψηλό Φράγμα του Ασουάν και τη «Λίμνη Νάσερ», η οποία σχηματίστηκε με την άνοδο των υδάτων. Πώς; Τεμαχίστηκαν με χειρουργική ακρίβεια σε έξι χιλιάδες τμήματα και επανασυναρμολογήθηκαν 75 μέτρα ψηλότερα.
Οσοι -σε αντίθεση με τον γράφοντα- έχουν στενή σχέση με την αρχαιολογία, ενδεχομένως γνωρίζουν κι άλλα ανάλογα πεπραγμένα. Το συγκεκριμένο, πάντως, αναφέρεται όπου φανταστείς: σε λευκώματα ιστορικών γεγονότων, σε ταξιδιωτικούς οδηγούς κ.λπ. Από πού κι ως πού, λοιπόν, καλούμαστε να πιστέψουμε ότι η μεταφορά γλυπτών από την Ακρόπολη στο μουσείο απέναντι, με τα μέσα του 2007 κι όχι των 60ς, συνιστά σχεδόν το όγδοο θαύμα;
Η απάντηση «εδρεύει» σε αυτό που προαναφέρθηκε: η φανφάρα είναι το εθνικό μας σπορ. Σε όλα. Τα αθλητικά δρώμενα παρέχουν άφθονα παραδείγματα. Νικήσαμε; Αποδείχθηκε η ανωτερότητα των γονιδίων μας. Χάσαμε; «Χαρίσαμε τη νίκη», ίσως επειδή τελούσαν εν υπνώσει τα γονίδια. Εμείς, άντε και η άτιμη η τύχη. Κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Ευρωμπάσκετ μάθαμε ότι, εάν ένα ισπανικό χέρι στείλει την μπάλα στο ελληνικό καλάθι, αφού προηγουμένως σημαδέψει το ταμπλό, το τρίποντο είναι «τυχαίο»! Ενώ αναρωτιόμασταν τι θα έλεγε γι’ αυτήν τη γνωμάτευση ο Π. Γιαννάκης, που ως παίκτης τα είχε «ψωμοτύρι» τέτοια σουτ, το γνωσιολογικό μας πεδίο διευρύνθηκε περισσότερο: κηρύχθηκε «τυχαία» και μία εύστοχη ισπανική ραβέρσα! Απατεώνα Τζαμπάρ, τόσα χρόνια τυχαίους πόντους σημείωνες...
Στον αγώνα με τη Σλοβενία, πριν η Εθνική μας κάνει εκείνη την απίστευτη ανατροπή, ακούγαμε ότι οι αντίπαλοί μας δεν άξιζαν το προβάδισμα που είχαν στο σκορ. Μετά τη λήξη του αγώνα, βεβαίως, ο ντόμπρος Παπαλουκάς δήλωσε ότι στο συγκεκριμένο παιχνίδι «οι Σλοβένοι ήταν πέντε φορές καλύτεροι από εμάς». Κακώς. Θα έπρεπε να τιμωρηθεί γράφοντας πενήντα φορές τη φράση «τα δικά μας δικά μας και τα δικά τους δικά μας».
Στη χώρα που καμαρώνει ότι ο αρχαίος πολιτισμός της ανέδειξε την αισθητική τού μέτρου, συχνά πυκνά αναζητούμε ανόητες επιβεβαιώσεις ποντάροντας στον γιγαντισμό: τελικώς εκείνο το χριστουγεννιάτικο δέντρο του Δ. Αβραμόπουλου ήταν ή όχι το μεγαλύτερο στην Ευρώπη; Διότι αν ήταν, κάποια... δόξα βιώνουμε. Ακόμα και το εξωφρενικό κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 κάποιοι το εξέλαβαν ως «επίτευγμα». Για να θυμηθούμε μια παλιά ατάκα του Χάρρυ Κλυνν, συμπεριφερόμαστε σαν τον νάρκισσο που «όταν γιορτάζει στέλνει συγχαρητήριο τηλεγράφημα στη μητέρα του»!
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.