Παλαιότερες

Για ποιο ελληνικό ποδόσφαιρο μιλάμε; (SportDay / Χρίστος Χαραλαμπόπουλος)

Η Εθνική ομάδα είναι μία πολύ βολική ιστορία. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε, θα έπρεπε να την επινοήσουμε. Ιδιαίτερα μετά την επιτυχία της Πορτογαλίας αυτή η ομάδα έγινε ένα τόσο ευρύχωρο διαμέρισμα που μας χωράει όλους. Και έχουμε και την απαίτηση, όπως ο ενοικιαστής που πληρώνει το νοίκι, να καθόμαστε όπως θέλουμε στο διαμέρισμα.

Στην προκειμένη περίπτωση, να λέμε ό,τι μας κάνει κέφι και παράλληλα να απαιτούμε η ομάδα να κινείται σύμφωνα με τις προτιμήσεις μας. Και να υπήρχε μία ενιαία γραμμή στις προτιμήσεις μας, να το καταλάβω. Εδώ πρόκειται για έναν πύργο της Βαβέλ σε ό,τι αφορά τα «θέλω» του καθενός μας. Ενας παραλογισμός άνευ προηγουμένου, που βασίζεται στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τα πράγματα όπως όταν πρόκειται για τις ομάδες που υποστηρίζουμε. Και ως ένα βαθμό κάτι τέτοιο είναι αναμενόμενο, για έναν κόσμο που χρόνια τώρα η αθλητική παιδεία του περνάει μέσα από το φίλτρο του οπαδισμού και ο οποίος έχει μάθει να αποδέχεται μόνο τη νίκη ή έστω την ισοπαλία στην οποία έχει αδικηθεί ή ήταν άτυχος.

Αυτή η τάση αποδοχής μόνο της νίκης, με την Εθνική όπως είναι φυσικό παίρνει κι άλλες διαστάσεις, γιατί εκεί φορτώνουμε και τις ανεπάρκειές μας ως λαός. Βλέπετε, για ορισμένους το ποδόσφαιρο είναι μία θαυμάσια οθόνη προβολής εθνικιστικών εξάρσεων και φόβων. Το συμπέρασμα που έβγαλα από τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τις εμφανίσεις της Εθνικής είναι ότι αυτή την ομάδα μπορούμε να τη σταυρώσουμε για όλα εκείνα που δεν θα τολμούσαμε ποτέ να σταυρώσουμε την ομάδα που υποστηρίζουμε, πράγμα που είναι άδικο και για την ομάδα αλλά και για τους παίκτες που την αποτελούν.

Μετά τη νίκη του Σαββάτου κόντρα στη Βοσνία είναι σχεδόν σίγουρο ότι το ερχόμενο καλοκαίρι θα παρακολουθήσουμε την Εθνική ομάδα στα γήπεδα της Αυστρίας και της Ελβετίας να υπερασπίζεται τον τίτλο της. Ανεξάρτητα από το τι θα καταφέρουν οι παίκτες της Εθνικής στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, η πρόκριση στα τελικά θα θεωρηθεί επιτυχία του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Ομως ποιου ποδοσφαίρου ακριβώς; Πολύ συχνά υπάρχει σύγχυση σε ό,τι αφορά το ελληνικό ποδόσφαιρο. Είναι άλλο πράγμα το ποδόσφαιρο των συλλόγων και άλλο το ποδόσφαιρο της Εθνικής ομάδας. Οι σύλλογοι εκπροσωπούν τη χώρα πολύ λιγότερο ή και καθόλου σε σχέση με την Εθνική. Σε ό,τι αφορά το ποδόσφαιρο. Πόσο αντιπροσωπεύει το ελληνικό ποδόσφαιρο μία ομάδα με 6 ή και περισσότερους ξένους ποδοσφαιριστές στη σύνθεσή της;

Οι διασυλλογικές ευρωπαϊκές διοργανώσεις, σιγά σιγά και χάρη στην παγκοσμιοποίηση του παιχνιδιού, από διοργανώσεις αθλητικής αναμέτρησης μεταμορφώνονται -με πρόσχημα το ποδόσφαιρο- σε ένα πεδίο αναμέτρησης επιχειρήσεων. Εκεί όπου οι μεγάλοι προϋπολογισμοί διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό το πεδίο του ανταγωνισμού και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την επιτυχία.

Ακόμα και με καθαρά αγωνιστικά κριτήρια να το δει κάποιος, -παρά τη μεγάλης έκτασης ομογενοποίηση των χαρακτηριστικών του παιχνιδιού- τα χαρακτηριστικά του ποδοσφαίρου των συλλόγων δεν έχουν σχέση με το ποδόσφαιρο που παίζει η Εθνική. Αλλά το ποδόσφαιρο που παίζει η Εθνική, η οποία αποτελείται από Ελληνες ποδοσφαιριστές, ΕΙΝΑΙ ελληνικό ποδόσφαιρο. Με τις επιτυχίες του ή τις αποτυχίες του. Εκεί αποτυπώνεται ο βαθμός της προόδου του και της αξιοποίησης των ταλέντων του.

Βέβαια, σε πολλές χώρες έχει αρχίσει να «σπάει» η χρησιμοποίηση των γηγενών ποδοσφαιριστών στις εθνικές ομάδες, γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στις δημογραφικές αλλαγές. Ομως, ο καθρέφτης του ποδοσφαίρου μιας χώρας είναι η Εθνική ομάδα. Και αυτό δεν θα πρέπει να το ξεχνάμε, είτε στην κριτική είτε στον θρίαμβο.


Πολιτική τόλμη και μεταρρυθμίσεις

Είναι συνηθισμένο στο πολιτικό σύστημα η προεκλογική ρητορεία, που βρίθει υποσχέσεων, να μην περιορίζεται από τον φόβο των συνεπειών που έχουν οι υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν. Η επανεκλογή ενός κόμματος στην εξουσία λειτουργεί σαν μία κολυμβήθρα του Σιλωάμ, που «ξεπλένει» τις όποιες παραβλέψεις ή την αθέτηση των όσων υποσχέσεων δόθηκαν στην προεκλογική περίοδο και περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα ενός κόμματος.

Βέβαια, το βασικό πρόβλημα του πολιτικού συστήματος δεν είναι ότι η επανεκλογή αθωώνει, αλλά ότι το εκλογικό σύστημα είναι φτιαγμένο με τέτοιον τρόπο που αλλοιώνει τη λαϊκή βούληση. Οι κυβερνήσεις είναι μειοψηφικές, επομένως δεν έχουν «αθωωθεί» από την πλειοψηφία. Η τωρινή κυβέρνηση στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου επέλεξε να ρίξει το βάρος της προγραμματικής πλατφόρμας της στις μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε την προηγούμενη περίοδο της διακυβέρνησής της. Μεταρρυθμίσεις που υποσχέθηκε να συνεχίσει και να διευρύνει.

Ομως εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος για την ποιότητα και τον χαρακτήρα αυτών των μεταρρυθμίσεων, όταν στο κυβερνητικό πρόγραμμα δεν περιλαμβάνονται μεταρρυθμίσεις που να στοχεύουν στην προστασία του περιβάλλοντος και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Μεταρρυθμίσεις που λόγω της σοβαρής απειλής που συνιστά η κλιματική αλλαγή θα έπρεπε να είχαν προτεραιότητα.

Αν υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση κινείται στους άξονες κάποιου προγράμματος (υπόθεση που δεν επιβεβαιώνεται όταν παρακολουθούμε τις απίστευτες παλινωδίες του οικονομικού επιτελείου, που μαρτυρούν την απουσία σχεδίου), το περιβάλλον απουσιάζει από αυτό το πρόγραμμα. Και η απουσία του αποκαλύπτει την πολιτική ατολμία της κυβέρνησης -γιατί οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις απαιτούν τόλμη και συγκρούσεις- όσο και τη λανθασμένη αντίληψη για τις «μεταρρυθμίσεις».

Οταν ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ ομολογεί ότι το ζήτημα του αυτόνομου Υπουργείου Περιβάλλοντος θα εξετασθεί αφού ολοκληρωθούν τα έργα του Γ’ ΚΠΣ -αφού, δηλαδή, θα έχει ολοκληρωθεί ο περιβαλλοντικός βιασμός από τους εργολάβους- και παράλληλα αρνείται την ένταξη της χρηματοδότησης του πάρκου του Ελληνικού στα κοινοτικά προγράμματα, γίνεται κατανοητό το περιεχόμενο των «μεταρρυθμίσεων».

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x