Πήγα να γράψω τις προάλλες ότι ο Γιώργος Σιγάλας είναι εκπρόσωπος μιας «αδικημένης γενιάς» διεθνών παικτών, οι οποίοι δεν κατέκτησαν τίποτε μεγάλο στην καριέρα τους. Τι λάθος! Συνηθίσαμε να μετράμε τις διακρίσεις των αθλητών με την Εθνική Ανδρών (επειδή η ίδια μας το «επέβαλε», με τα κατορθώματά της) και ξεχνάμε εύκολα τα υπόλοιπα.
Ο Σιγάλας κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1997 με τον Ολυμπιακό, όπως και οι Παπανικολάου, Μπακατσιάς. Με τον Παναθηναϊκό σήκωσαν την ευρωπαϊκή «κούπα» μία ή περισσότερες φορές, μεταξύ πολλών άλλων, οι Αλβέρτης, Οικονόμου, Παταβούκας, Σταυρακόπουλος, Κόρφας, Βουρτζούμης, Καλαϊτζής, Γιαννούλης. Με την ΑΕΚ κέρδισαν το Κύπελλο Σαπόρτα οι Χατζής, Κορωνιός, Τσακαλίδης, Κικίλιας. Ο ΠΑΟΚ χάρισε ευρωπαϊκά τρόπαια στους Μπουντούρη, Γαλακτερό, Μακαρά, Μπαλογιάννη, Μακαρά, Παπαχρόνη. Ο Αρης στους Αγγελίδη, Γάσπαρη, Λιαδέλλη, Σιούτη. Το Μαρούσι στους Σ. Νικολαΐδη, Μασλαρινό, Φαλέκα. Οι Ρεντζιάς, Καράγκουτης, Σούλης ήταν ανάμεσα στους αστέρες της παγκόσμιας Εθνικής Εφήβων του 1995. Με την αντίστοιχη των Νέων του 2002 έπιασαν... χρυσάφι οι Ταπούτος, Τσιάκος και άλλοι. Πόσο στερημένη είναι αυτή η «αδικημένη» γενιά;
Οσο απίστευτο κι αν ακούγεται, δεν υπάρχει πρωτοκλασάτος Ελληνας μπασκετμπολίστας χωρίς ευρωπαϊκό τίτλο από το 1987 και μετά. Καλά καλά, ούτε δευτεροκλασάτος! Από αυτούς που διαβάσατε παραπάνω πολλοί έχουν κατακτήσει περισσότερα από ένα ευρωπαϊκά ή και παγκόσμια σε μερικές περιπτώσεις χρυσά μετάλλια. Απέφυγα να επαναλάβω τα ίδια ονόματα μόνο και μόνο για λόγους οικονομίας χώρου.
Ψάχνοντας να βρω πόσοι από τους διεθνείς της εικοσαετίας 1987-2007 αποχώρησαν από τα γήπεδα χωρίς να αγγίξουν διεθνές τρόπαιο, δυσκολεύτηκα πάρα πολύ και ανακάλυψα ελάχιστους. Τον Γιώργο Διαμαντόπουλο. Τον Βασίλη Λυπηρίδη. Τον Ντέιβιντ Στεργάκο. Τον Χρήστο Χαρίση. Τον Μανώλη Παπαμακάριο. Τον Λευτέρη Κακιούση, που όμως ήταν δεύτερος προπονητής πέρυσι στην εθνική του Βελιγραδίου. Και ορισμένους νεότερους, όπως ο Σοφοκλής Σχορτσιανίτης.
Αν κάτι μου έχει διαφύγει, ζητώ ταπεινά συγγνώμη. Είναι τόσο πολλές πια οι «κούπες», που χάνει κανείς τον μπούσουλα. Αλλά ποιος χρειάζεται μπούσουλα όταν βλέπει γύρω του τόση λάμψη; Φέγγει ο τόπος!
Συνεπώς, ο Ελληνας μπασκετμπολίστας της τελευταίας 20ετίας ήταν ένας ευλογημένος επαγγελματίας. Απόλυτα επιτυχημένος και άλλο τόσο ευνοημένος από τη συγκυρία και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Δεν είναι, δα, πολλά τα επαγγέλματα στα οποία ο νεοέλληνας διαπρέπει στο διεθνές στερέωμα. Να μην ξανακούσω, λοιπόν, τίποτα για «αδικημένη γενιά». Ακόμα και αυτοί που κράτησαν τον δρόμο στρωμένο για να φτάσουμε από το θαύμα του 1987 σε αυτό του 2005-6 έφυγαν ή θα φύγουν από το πάλκο με το στήθος γεμάτο πολύτιμο μέταλλο.
Το απίστευτο ξέρετε ποιο είναι; Οτι υπάρχει ένας άνθρωπος, από τους πιο ικανούς, καταξιωμένους, εκλεκτούς και λαμπερούς πρεσβευτές του ελληνικού μπάσκετ, που αποχώρησε από την ενεργό δράση... αστεφής σε διεθνές επίπεδο, μολονότι ακροβατούσε στην κορυφογραμμή σε όλη τη διάρκεια της «χρυσής» εικοσαετίας. Το όνομά του είναι Γιάννης Ιωαννίδης.
Αν, βέβαια, χτίσει κάτι σημαντικό για την επαύριο στο Υφυπουργείο Αθλητισμού, το μετάλλιό του θα είναι εξίσου σημαντικό με όλα αυτά που ξεγλίστρησαν μέσα απ' τα δάχτυλά του.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.