Την τελευταία πενταετία έχει αρχίσει να αναπτύσσεται ένας προβληματισμός γύρω από το ποδόσφαιρο, που αφορά την ίδια τη φυσιογνωμία του αθλήματος. Η κοιτίδα του προβληματισμού βρίσκεται στους κόλπους τόσο της ΦΙΦΑ όσο και της ΟΥΕΦΑ. Οι αλλαγές που συχνά συζητούνται αφορούν κυρίως το θέμα των κανονισμών και τον αριθμό των διαιτητών ή το εύρος της διαιτητικής εξουσίας. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο τόσο η ευρωπαϊκή συνομοσπονδία όσο και η παγκόσμια ομοσπονδία ποδοσφαίρου έχουν πειραματισθεί με αρκετά ρηξικέλευθες αλλαγές που διαφοροποιούν σημαντικά τη φυσιογνωμία του δημοφιλέστερου αθλήματος στον κόσμο. Ενα ερώτημα που ανακύπτει αφορά τη χρησιμότητα των πιθανολογούμενων αλλαγών.
Η συνήθης απάντηση έχει δύο σκέλη. Το πρώτο αναφέρεται στη δικαιότερη ερμηνεία των κανονισμών και στον περιορισμό του ανθρώπινου λάθους από την πλευρά του διαιτητή. Το άλλο σκέλος αφορά τη θεαματικότητα του ίδιου του αθλήματος. Οι παράγοντες του ποδοσφαίρου εκτιμούν ότι το άθλημα πρέπει να γίνει γρηγορότερο και θεαματικότερο, γεγονός που θα ευνοήσει την ευρύτερη κάλυψή του από την τηλεόραση. Και όπως όλοι γνωρίζουμε, ευρύτερη τηλεοπτική κάλυψη σημαίνει περισσότερα έσοδα. Στη λογική αυτού του δεύτερου σκέλους εντάχθηκε και η πειραματική εφαρμογή της χρήσης πλαστικού χλοοτάπητα.
Οι παραστάσεις που υπάρχουν από τη χρήση πλαστικού χλοοτάπητα στην πλειονότητα των φιλάθλων και ποδοσφαιριστών είναι ιδιαίτερα αρνητικές. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν σε τρία γήπεδα της πρώτης κατηγορίας του αγγλικού πρωταθλήματος χρησιμοποιήθηκε ο πλαστικός χλοοτάπητας με πολλές αρνητικές συνέπειες. Σοβαροί τραυματισμοί ποδοσφαιριστών εξαιτίας της σκληρής επιφάνειας, αλλά και επιπτώσεις στο θέαμα μια και το κοντρόλ ή το τρέξιμο σε τέτοια επιφάνεια αποδείχθηκε ιδιαίτερα δύσκολη προσπάθεια. Από τότε φυσικά πολλά πράγματα έχουν αλλάξει.
Η ποιότητα του πλαστικού χλοοτάπητα έχει βελτιωθεί σημαντικά, σε βαθμό που οι σημερινοί χλοοτάπητες της λεγόμενης τέταρτης γενιάς να θεωρούνται συμβατοί με τον φυσικό χλοοτάπητα σε ποσοστό μεγαλύτερο του 85%. Παράλληλα, οι τεχνητοί χλοοτάπητες θεωρείται ότι έχουν σχεδόν πενταπλάσια διάρκεια ζωής από τον αντίστοιχο φυσικό. Επιπλέον, το κόστος τοποθέτησης και συντήρησης ενός τέτοιου χλοοτάπητα είναι εντυπωσιακά χαμηλότερο και η αντοχή του στις αντίξοες καιρικές συνθήκες πολύ μεγαλύτερη από εκείνη του φυσικού χλοοτάπητα.
Ο πλαστικός χλοοτάπητας ήδη χρησιμοποιείται σε ορισμένα ευρωπαϊκά γήπεδα σε πειραματικό στάδιο. Πριν από τρία χρόνια η ΟΥΕΦΑ επιδότησε την εγκατάσταση πλαστικού χλοοτάπητα στα γήπεδα τεσσάρων ευρωπαϊκών ομάδων –μία από τις οποίες ήταν η Σάλτσμπουργκ- με 250 χιλιάδες ευρώ περίπου, προκειμένου να μελετηθούν οι επιπτώσεις της χρήσης μιας τέτοιας επιλογής στη χρονική διάρκεια δύο αγωνιστικών περιόδων. Τα αποτελέσματα, αν κρίνονταν ικανοποιητικά, θα επέτρεπαν στην ΟΥΕΦΑ να δώσει το «πράσινο φως» για τη γενικευμένη χρήση του πλαστικού χλοοτάπητα.
Η ΟΥΕΦΑ, όσον αφορά τη χρήση του τεχνητού χλοοτάπητα, επέμενε σε ένα σημείο. Οτι θα πρέπει να μιμείται την αίσθηση του φυσικού. Ετσι, τέσσερις μόνον εταιρείες έχουν πάρει την έγκριση της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας, οι οποίες κατασκευάζουν πλαστικούς χλοοτάπητες από συνθετικό γρασίδι πάνω σε βάση πολυπροπυλενίου. Το ακριβές κόστος τοποθέτησης πλαστικού χλοοτάπητα παραμένει ακόμα άγνωστο, αλλά υπολογίζεται ότι θα κυμαίνεται στο 1-1,2 εκατομμύριο ευρώ. Ομως τα στοιχεία από τα συμπεράσματα για τη χρήση του πλαστικού χλοοτάπητα δεν ήταν αυτά που προσδοκούσε η ΟΥΕΦΑ. Το να παίζεις σε πλαστικό χόρτο είναι σαν να κάνεις έρωτα με πλαστική κούκλα. Η ανάγκη σου –και πιθανώς η περιέργειά σου– ικανοποιείται, αλλά πρέπει να είσαι πολύ βιτσιόζος για να το δοκιμάσεις και δεύτερη φορά. Περί ορέξεως, φυσικά, κολοκυθόπιτα, αλλά εδώ πρόκειται για το ποδόσφαιρο. Και σε αυτή την περίπτωση τίποτε δεν συγκρίνεται με το φυσικό.
Δεν γίναμε υπερδύναμη
Μετά τον θρίαμβο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Πορτογαλίας το πιο ευχάριστο γεγονός για το ελληνικό ποδόσφαιρο σημειώθηκε την εβδομάδα που μας πέρασε. Η πρόκριση και των πέντε ομάδων μας στους ομίλους του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και η πρώτη εκτός έδρας νίκη του Ολυμπιακού στη Βρέμη σημάδεψαν μία από τις καλύτερες επιδόσεις μας στα Κύπελλα Ευρώπης. Ενα γεγονός που αποκτά μεγαλύτερη σπουδαιότητα αν συνυπολογίσει κάποιος δύο παράγοντες. Ο πρώτος έχει να κάνει με το ότι οι τέσσερις από τις πέντε ομάδες μας προκρίθηκαν παρά το γεγονός ότι έχασαν στους επαναληπτικούς και ο δεύτερος ότι αποκλείσαμε ομάδες που αγωνίζονται σε πολύ ανταγωνιστικότερα πρωταθλήματα από το δικό μας και είναι ισχυρότερες οικονομικά. Αυτή η επιτυχία, όμως, υπάρχει κίνδυνος να μείνει σαν ένα επίτευγμα ανεπανάληπτο, αν οι ελληνικές ομάδες δεν συνεχίσουν να δείχνουν την ίδια σοβαρότητα, την ίδια αγωνιστικότητα, την ίδια τόλμη και την ίδια διάθεση να επενδύσουν σε αποτελέσματα με προοπτική. Ποδοσφαιρική υπερδύναμη δεν γίναμε -και πιθανόν να μη γίνουμε ποτέ- αλλά μπορούμε να διεκδικήσουμε περισσότερες διακρίσεις από όσες έχουμε πετύχει μέχρι τώρα και έτσι να βάλουμε, επιτέλους, τις βάσεις για ένα καλύτερο ποδόσφαιρο.
Δωρεάν Παιδεία ή τζάμπα Παιδεία;
Αν κάποιος επιχειρήσει να κάνει μία σύγκριση ανάμεσα στα στοιχεία των απογραφών του 1991 και του 2001, ειδικά στα επιμέρους στοιχεία που αφορούν την εκπαίδευση, μπορεί και να εκπλαγεί. Στη δεκαετία που μεσολάβησε ανάμεσα στις δύο απογραφές 120 χιλιάδες παιδιά δεν ολοκλήρωσαν την 9χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση.
Τα αίτια εντοπίζονται στην ανεργία, τη μετανάστευση, τη φτώχεια ενός νοικοκυριού, όπως επίσης και το επίπεδο –και το είδος– των οικονομικών δραστηριοτήτων μιας περιοχής. Αν αυτό το στοιχείο δεν είναι αρκετά εντυπωσιακό για να προκαλέσει ανησυχία, τότε τι θα λέγατε αν μαθαίνατε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2001 περίπου ένας στους δέκα κατοίκους της χώρας, δηλαδή 1.016.152 άτομα, δεν έχουν ολοκληρώσει ούτε το δημοτικό σχολείο, την ώρα που περίπου 2.800.000 άτομα ηλικίας 16 ετών και πάνω δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική 9χρονη εκπαίδευση. Πώς έχουμε την απαίτηση αυτοί οι άνθρωποι να αποφύγουν την αιχμαλωσία από το σκουπιδαριό της τηλεόρασης, αφού η κριτική ικανότητα και η παιδεία τους είναι ευνουχισμένες;
Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης και οι «μεταρρυθμίσεις» που θέλει να φέρει στην Παιδεία περιστρέφονται γύρω από την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Λες και το μέγα πρόβλημα της Παιδείας αυτή τη στιγμή είναι το αν θα λειτουργήσουν ή όχι ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα. Αντί οι εκπρόσωποι του δικομματισμού και τα τηλε-παπαγαλάκια τους να ασχοληθούν με τη διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, για να έχουμε πραγματικά δωρεάν Παιδεία -όπως προβλέπει και το Σύνταγμα- και όχι «τζάμπα Παιδεία», όπως επιδιώκουν όλοι εκείνοι που χρειάζονται ειδικευμένους αγράμματους, ασχολούνται με πυροτεχνήματα όπως τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, οι «αιώνιοι φοιτητές» και το πανεπιστημιακό άσυλο. Είδατε να γίνεται λόγος για την αύξηση των δαπανών για την Παιδεία; Για την αυτοτέλεια των πανεπιστημίων, την αναμόρφωση του χαρακτήρα του λυκείου, τη διαμόρφωση ενός νέου και σύγχρονου προγράμματος σπουδών για το δημοτικό και το γυμνάσιο; Για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, για τον χαρακτήρα, το κόστος και την κατεύθυνση των μεταρρυθμίσεων που έπρεπε να είχαν γίνει εδώ και χρόνια; Οχι. Και ούτε πρόκειται.
Ο διάλογος για την εκπαίδευση προϋποθέτει παιδεία που δεν μπορεί να την εντοπίσει κάποιος στις παλινωδίες, στην ανυπαρξία ιδεών και στην αυταρχική αντίληψη διακυβέρνησης που επιδεικνύει η κυβέρνηση.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.