Γράφει ο Χρήστος Ρομπόλης
Η Κυριακή προσέφερε δύο «ζωντανές» αποδείξεις πως ο ρομαντισμός έχει λόγους να υπάρχει-έστω κι αν έχει συρρικνωθεί-στον αθλητισμό, κόντρα στα σημεία των καιρών. Ο Φραγκίσκος Αλβέρτης επιβραβεύτηκε για την αιώνια πίστη του στον Παναθηναϊκό από 20.000 φιλάθλους και το Μαρούσι για τη σωστή και μεθοδική δουλειά που κάνει εδώ και πολλά χρόνια.
Ασφαλώς ο «Φράνκι» δεν ήταν ο μεγαλύτερος Έλληνας παίκτης που ακούμπησε την πορτοκαλί μπάλα. Ασφαλώς οι τίτλοι που κέρδισε ήταν δυσανάλογα περισσότεροι από αυτούς που κατέκτησαν παίκτες με πολύ περισσότερο και πιο πληθωρικό ταλέντο. Ασφαλώς και δεν υπηρέτησε... αφιλοκερδώς τον Παναθηναϊκό. Όμως αυτό που τελικά αναγνώρισε περισσότερο ο κόσμος του «τριφυλλιού» ήταν η αφοσίωσή του στην ομάδα, η αφύσικη για τα δεδομένα του σύγχρονου επαγγελματικού αθλητισμού παραμονή του για 19 χρόνια στο ίδιο μετερίζι (κι ενώ σίγουρα θα είχε άλλες ίσως και πιο συμφέρουσες οικονομικά προτάσεις στην πορεία της καριέρας του), η ηγετική φυσιογνωμία του και η απόφασή του να αποχωρήσει την κατάλληλη στιγμή. Υπερπλήρης αγωνιστικών ημερών και επιτυχιών, πριν τον... βαρεθεί ο κόσμος και γνωρίζοντας πως ήρθε η ώρα να παραδώσει τη σκυτάλη στους επόμενους.
Αυτό είναι το «μπράβο», αλλά γεννά ένα «γιατί;». Γιατί παίκτες όχι απλώς με ανάλογη αλλά πολύ μεγαλύτερη προσφορά στο άθλημα δεν έτυχαν της συμπεριφοράς που τους άρμοζε; Θρύλοι του αθλήματος, άνθρωποι... υπεύθυνοι που το μπάσκετ βρίσκεται εδώ που είναι σήμερα, όπως ο Νίκος Γκάλης, ο Παναγιώτης Γιαννάκης, ο Φάνης Χριστοδούλου και άλλοι πολλοί δεν αποχαιρέτησαν όπως έπρεπε τα γήπεδα και δεν δόθηκε στον κόσμο η ευκαιρία να τους εκφράσει την ευγνωμοσύνη του.
Το Μαρούσι συντέλεσε ένα μικρό αθλητικό «θαύμα», όμοιο με αυτά που βλέπουμε σε ταινίες. Μία ομάδα που κινδύνευσε ακόμη και με αφανισμό, που αντιμετώπισε πολλά οικονομικά προβλήματα, που δεν είχε την... πολυτέλεια να στηριχτεί στον κόσμο του, που είδε τον πετυχημένο προπονητή και πρωτοκλασάτους παίκτες του να αποχωρούν, που είδε να της παίρνουν αυτό που πανάξια κατέκτησε πέρυσι στην Α1 και να την υποχρεώνουν σε νέα δοκιμασία για να φτάσει στην Ευρωλίγκα, που βρήκε μπροστά της ομάδες με μεγαλύτερο μπάτζετ, πολύ περισσότερο κόσμο και τις «ευχές» της διοργανώτριας αρχής για να περάσουν στους ομίλους, όπως ο Άρης και η Άλμπα Βερολίνου... Κι όμως κατάφερε να φτάσει στον άθλο. Όχι μία φορά, αλλά δις αποδεικνύοντας πως ακόμη και σε εποχές που τα εκατομμύρια ευρώ ξεχωρίζουν τους «μεγάλους» από τους «μικρούς», ο αθλητισμός προσφέρει παραδείγματα στα οποία ο Δαυίδ μπορεί να νικήσει τον Γολιάθ. Όχι με σφεντόνες, αλλά με σωστή οργάνωση, καλές επιλογές και ανθρώπους με μεράκι.
Και αυτό το «μπράβο» γεννά ένα «γιατί;». Γιατί ομάδες με τεράστια παράδοση, βαριά φανέλα και πλήθος κόσμου, δηλαδή με όλες τις προϋποθέσεις για «μεγάλα πράγματα», όπως ο ΠΑΟΚ και η ΑΕΚ (και όχι μόνο), να έχουν φτάσει από τα ψηλά στα χαμηλά; Γιατί έφτασαν από πρωταγωνιστές όχι απλώς να διαδραματίζουν ρόλο κομπάρσου και φτωχού συγγενή στην Α1, αλλά και το μέλλον τους να είναι υποθηκευμένο από τις αμαρτίες παλαιότερων ετών;
Απορίες, σχόλια και παρατηρήσεις στο chrobolis@yahoo.com
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.