Οι αθλητές αντιμετωπίζονται ως ήρωες από πολλά παιδιά, αλλά στην πραγματικότητα κανένας δεν ενσαρκώνει την κυριολεξία του όρου. Μια από τις λιγοστές εξαιρέσεις στον κανόνα είναι η Γιούσρα Μαρντίνι, μια 23χρονη Σύρια, που πάλευε για ώρες με τα κύματα για να σώσει τους πρόσφυγες με τους οποίους αναζητούσε πριν λίγα χρόνια μια καλύτερη τύχη μακριά από την εμπόλεμη κατάσταση στην πατρίδα της. Πλέον, έχοντας επιζήσει και εμπνεύσει, ετοιμάζεται για τη δεύτερη συμμετοχή της σε Ολυμπιακούς Αγώνες…
Κόρη προπονητή κολύμβησης και φυσιοθεραπεύτριας, δεν θα μπορούσε να μη βρεθεί από μωρό στις πισίνες, έστω κι αν η πατρίδα της δεν είναι κολυμβητο-μάνα. «Πρώτα κολύμπησα, μετά περπάτησα», αναφέρει η Γιούσρα, που σύντομα άρχισε να φέρνει διακρίσεις σε εγχώρια πρωταθλήματα και να συμμετέχει σε διεθνείς διοργανώσεις. Ο πόλεμος στη Συρία ήρθε να αναχαιτίσει τα όνειρά της να γίνει διακεκριμένη κολυμβήτρια και επαγγελματίας πιλότος με τον πλέον τραγικό τρόπο. Λίγα δευτερόλεπτα αφότου είχε βγει από την πισίνα, μια βόμβα έπεσε στο νερό και σκότωσε έναν φίλο της. Έναν ακόμη, αφού είχαν προηγηθεί αρκετοί ακόμη που έχασαν τη ζωή τους στους βομβαρδισμούς.
Το αγαπημένο της χόμπι έγινε απαγορευμένος καρπός. Έμεινε εκτός κολύμβησης για πάνω δύο χρόνια, καθώς η επιβίωση είναι προτεραιότητα στον πόλεμο. Όταν ο κίνδυνος για κάθε ανθρώπινη ζωή έγινε μεγάλος, καθώς το σπίτι της καταστράφηκε από βόμβα, οι γονείς της την έστειλαν μαζί με την αδερφή της εκτός Δαμασκού, στη Σμύρνη μέσω Βηρυτού. «Πίστευα βέβαια ότι έπειτα από λίγο καιρό θα επιστρέφαμε, ότι ο πόλεμος δεν μπορεί να κρατήσει πολύ ακόμα». Πόσο λάθος έκανε…
Όσα ακολούθησαν μετά τη φυγή από τη Συρία το 2015 μοιάζουν βγαλμένα από κινηματογραφική ταινία. Με την αδερφή της κι άλλους πρόσφυγες έμειναν κρυμμένοι σε ένα δάσος για τέσσερις μέρες περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να βρεθούν σε διεθνή ύδατα. Μαζί με 18 ακόμη άτομα στριμώχτηκαν σε μια μικρή βάρκα. Λίγα λεπτά αφότου απομακρύνονται από την ακτή, στα άγρια νερά του Αιγίου και με τη νύχτα να έχει πέσει, η μηχανή της βάρκας χαλάει. Το κύμα αρχίζει να γεμίζει νερό τη βάρκα και να απειλεί να τη βουλιάξει. Το «ξεφόρτωμα» των λιγοστών αποσκευών των 20 επιβαινόντων στο νερό δεν φτάνει για να μειωθεί το βάρος και να μην βουλιάξει η βάρκα. Η Γιούσρα και η αδερφή της, κολυμβήτριες γαρ, βουτούν στη θάλασσα μαζί με δύο άνδρες. Κυριολεκτικά κρατούν τη βάρκα στην επιφάνεια και ταυτόχρονα προσπαθούν να κολυμπήσουν στη στεριά. Αυτό κρατά σχεδόν τέσσερις ώρες (!), με την ακτή της Λέσβου να είναι ακόμη πολύ μακριά και τις δυνάμεις τους να τους εγκαταλείπουν. Ο πνιγμός μοιάζει αναπόφευκτος για το 17χρονο κορίτσι, την 20χρονη αδερφή της και τους υπόλοιπους στη βάρκα, μέχρι ως δια μαγείας η μηχανή να «ζωντανέψει» και να οδηγήσει τους πρόσφυγες σώους στη στεριά.
Στο ελληνικό νησί βρήκε χείρα βοηθείας από τον ελληνικό λαό. «Μια κοπέλα που δεν είχα ξαναδεί με είδε ξυπόλητη και μου χάρισε τα παπούτσια της. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βοήθεια του απλού κόσμου. Υπήρχαν και αντιδράσεις, αλλά κατανοώ τον κόσμο. Ήθελα μόνο να καταλάβουν τι έχουμε περάσει κι εμείς», δήλωσε η Γιούσρα, η περιπέτεια της οποίας δεν σταμάτησε εκεί. Περιπλανήθηκε για αρκετούς ακόμη μήνες σε Σκόπια, Σερβία, Ουγγαρία και Αυστρία, κυνηγήθηκε από την αστυνομία, κρύφτηκε για να μη συλληφθεί ως λαθραία, ώσπου να καταλήξει σε μια δομή στη Γερμανία. Κοιμόταν για έξι μήνες στο έδαφος κι έτρωγε όποτε υπήρχε φαγητό, την ώρα που οι κυβερνήσεις η μια μετά την άλλη έκλειναν ερμητικά τα σύνορά τους.
Ο δρόμος την έβγαλε στο Βερολίνο, όπου από τύχη γνώρισε τον Σβεν Σπάκενκρεμπς, έναν πολύπειρο προπονητή κολύμβησης. Διέγνωσε άμεσα το ταλέντο της Γιούσρα στην πισίνα, την επανέφερε στο φυσικό της περιβάλλον και ανέλαβε να την κάνει πρωταθλήτρια. Απέχοντας για χρόνια από το νερό, δεν ήταν εύκολο το έργο του με την νεαρή Σύρια. Όμως η Γιούσρα, σα να ξανακάθισε μετά από χρόνια σε ποδήλατο, γρήγορα έπιασε μεγάλες επιδόσεις. Η ιστορία της βγήκε στα ΜΜΕ και επωφελούμενη από την απόφαση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής να κατεβάσει ως ανεξάρτητη αποστολή μια ομάδα 43 προσφύγων, έκανε το όνειρό της πραγματικότητα και ταξίδεψε στο Ρίο το καλοκαίρι του 2016.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2016 η επίδοση 1:09:21 στα προκριματικά των 100μ. πεταλούδας δεν ήταν αρκετή για να την οδηγήσει στα ημιτελικά. Ήταν ο 41ος χρόνος μεταξύ 45 συμμετοχόντων. Αυτό όμως μικρή σημασία έχει. Μέσα σε ένα χρόνο είχε καταφέρει να επιβιώσει από τη φρίκη του πολέμου στη χώρα της, να σώσει τις ζωές άλλων 18 προσφύγων και να εμπνεύσει χιλιάδες άλλους ανθρώπους με την ιστορία της, που περιγράφει σε βιβλίο με τίτλο (τι άλλο;) «Πεταλούδα».
Έγινε πρέσβειρα καλής θέλησης της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (η νεότερη στην ιστορία), συναντήθηκε με προσωπικότητες όπως ο Μπαράκ Ομπάμα και ο Πάπας Φραγκίσκος, αλλά πάνω από όλα αποτελεί την προσωποποίηση της ελπίδας για εκατομμύρια πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο. «Νιώθω πια ότι εκπροσωπώ τους πρόσφυγες, ότι έχω την ευθύνη να εξηγήσω στον κόσμο τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας, πώς είναι να έχεις φύγει από τη χώρα σου, να εξηγήσω ότι είμαστε κι εμείς άνθρωποι, όπως όλοι».
Σε λίγες μέρες θα λάβει μέρος ξανά σε Ολυμπιακούς Αγώνες, στο Τόκιο αυτή τη φορά, πάλι με τη σημαία της ομάδας των προσφύγων. Ποιος να το’ λεγε πως θα τα κατάφερνε, όταν θαλασσοπνιγόταν ανοιχτά της Λέσβου; «Ο αθλητισμός μου έδωσε αυτή την δυνατή φωνή και την χρησιμοποιώ για να βοηθήσω τους πρόσφυγες να βρουν καλύτερους τόπους,να βρουν καταφύγιο και να αφήσουν τους ανθρώπους να καταλάβουν ότι θα πρέπει να ανοίξουν τα σύνορα για τους πρόσφυγες», δηλώνει για τη νέα αποστολή της ζωής της, πολύ μεγαλύτερη από έναν καλύτερο χρόνο σε μια πισίνα.
Τελικά τα όνειρα γίνονται πραγματικότητα, ακόμη κι όταν μοιάζουν να βουλιάζουν σε μια βάρκα παρέα με εκείνα άλλων ανθρώπων που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον εφιάλτη του πολέμου.