Jimmy Jump! Ένα όνομα, μια μεγάλη και τρελή ιστορία!
Ο διασημότερος εισβολέας των γηπέδων, έκανε παγκοσμίως γνωστό το όνομά του με τα περίφημά του... ντου σε μεγάλα παιχνίδια κορυφαίων ποδοσφαιρικών διοργανώσεων, ενώ έχει επίσης διακόψει για κάποια δευτερόλεπτα με τις εμφανίσεις τους αγώνες σε Formula 1, τένις, πόλο. Μέχρι και στη Eurovision έχει φτάσει η χάρη του!
Ένας άνθρωπος που κατάφερε να φτιάξει έναν ολόκληρο μύθο γύρω από το όνομα Jimmy Jump, μιας περσόνας μέσω της οποίας περνούσε τα μηνύματά του όταν έκλεβε την παράσταση σε μεγάλα αθλητικά (και όχι μόνο) events, τα δευτερόλεπτα που έστρεφε πάνω του τα βλέμματα εκατομμυρίων ανθρώπων!
Μια ιστορία της οποίας ο πρωταγωνιστής μας συστήθηκε το 2004 στη Λισσαβόνα, όταν η μοίρα του συναντήθηκε με εκείνη της Εθνικής μας ομάδας. Εκείνο το βράδυ της 4ης Ιουλίου, όταν η «γαλανόλευκη» ανέβηκε στην κορυφή της ποδοσφαιρικής Ευρώπης, ο Jimmy Jump μας συστήθηκε με το πρώτο του μεγάλο «ντου», το οποίο βοήθησε τον Ρεχάγκελ και τους ποδοσφαιριστές του να αντέξουν στην τεράστια πίεση που μας ασκούσαν οι Πορτογάλοι στα τελευταία λεπτά του μεγάλου τελικού!
Φανατικός φίλος του ποδοσφαίρου, οπαδός της Μπαρτσελόνα και συνεχώς «παρών» από μικρό παιδί στο «Καμπ Νου», ο Χάουμε Μαρκέ Κοτ, όπως είναι το πραγματικό του όνομα, έκανε το πρώτο του «ντου» το μακρινό 2002. Τότε, οι «μπλαουγκράνα» υποδεχόντουσαν την Αλαβές, η οποία είχε στη σύνθεσή της τον Πίτου Αμπελάρδο, που εκείνη την ημέρα επέστρεψε στο γήπεδο της ομάδας την οποία υπηρέτησε τα 8 προηγούμενα χρόνια, με 178 εμφανίσεις.
«Ήταν υπέροχο το συναίσθημα που ένιωσα τότε για πρώτη φορά», δήλωνε πολλά χρόνια αργότερα αναφερόμενος στις στιγμές που τον βρήκαν να πατάει το χορτάρι του «Καμπ Νου» και να τρέχει προς τον Αμπελάρδο, φορώντας ένα μπλουζάκι που έγραφε «Πίτου για πάντα», στα καταλανικά! Εκείνη ήταν η μέρα που γεννήθηκε ο μύθος του «Jimmy Jump».
Δύο χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 2004, ήρθε το πρώτο του μεγάλο… σάλτο! Μερικούς μήνες νωρίτερα, είχε επισκεφθεί εντελώς απρόσκλητος σε τηλεοπτικό σόου ενός Ισπανού κωμικού, και αφού συστήθηκε, υποσχέθηκε μπροστά στις κάμερες ότι θα εισβάλει στον τελικό του ερχόμενου EURO, το οποίο θα διεξαγόταν στη γειτονική του Πορτογαλία.
Εκείνο το μαγικό, για εμάς, βράδυ της 4ης Ιουλίου, ο Jimmy Jump έμελλε όχι απλώς να παρακολουθήσει από κοντά τη μεγαλύτερη έκπληξη στην ιστορία του ποδοσφαίρου, αλλά να βοηθήσει με τον (μοναδικό) δικό του τρόπο την Εθνική μας να στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης, επικρατώντας της διοργανώτριας μέσα στο «Ντα Λουζ»!
Αφού κατάφερε να μπει στο γήπεδο, χωρίς φυσικά να πληρώσει εισιτήριο («θα ήταν ντροπιαστικό να κάνω ντου στον αγωνιστικό χώρο έχοντας στην τσέπη μου εισιτήριο», έχει δηλώσει), πέρασε μέσα από τα VIP και κατέβηκε κοντά στον αγωνιστικό χώρο, μαζί με μια ομάδα δημοσιογράφων που βρισκόντουσαν πίσω από τον Ότο Ρεχάγκελ και τον πάγκο της Εθνικής μας. «Ήμουν ήρεμος, η καρδιά μου δεν χτυπούσε γρήγορα. Δεν ήμουν αγχωμένος, ήθελα να το κάνω», έλεγε σε μετέπειτα συνέντευξή του.
Είχε βολευτεί μια χαρά και περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να κάνει την κίνησή του. Αφού... απόλαυσε ανενόχλητος το πρώτο ημίχρονο, λίγο πριν συμπληρωθεί μια ώρα παιχνιδιού ο Μπασινάς εκτέλεσε το κόρνερ και ο Χαριστέας άνοιξε το σκορ. Αλλά ο Τζίμι δεν μπήκε για να πανηγυρίσει μαζί του. «Όταν έβαλε το γκολ η Ελλάδα είπα στον εαυτό μου «πρέπει να πηδήξεις». Αλλά εκείνη την στιγμή περνάν πολλά από το μυαλό και μπορείς να αλλάξεις απόφαση μέσα σε μια στιγμή. Αν γίνει ένα πέναλτι, θα μπορούσα να πάω να το εκτελέσω!», έχει δηλώσει.
Τα λεπτά περνούσαν, με το παιχνίδι να οδεύει προς τη λήξη του και με την Πορτογαλία να πιέζει απελπισμένα για το γκολ της ισοφάρισης. Μόλις λίγα λεπτά απέμεναν για το δραματικό φινάλε, όταν ο Jimmy Jump έκανε τελικά τη μεγαλειώδη είσοδό του στον αγωνιστικό χώρο, τρέχοντας και πετώντας μια καταλανική σημαία στο πρόσωπο του Λουίς Φίγκο και καταλήγοντας να πανηγυρίζει μπαίνοντας ο ίδιος γκολ στην εστία του Αντώνη Νικοπολίδη! «Ήμουν λίγο τρελός τότε. Έβλεπα τον εαυτό μου σαν Σπαρτιάτη πολεμιστή», είχε πει χρόνια αργότερα.
Αυτό ήταν, αφού τα είχε καταφέρει στον τελικό μιας τόσο μεγάλη διοργάνωσης, θα μπορούσε να το κάνει παντού! Λίγους μήνες πριν την έναρξη του EURO της Πορτογαλίας, είχε επισκεφθεί το Grand Prix της Formula 1 που διεξάγεται στη Βαρκελώνη, εκεί όπου είχε καταφέρει να πηδήξει μέσα στην πίστα ενώ τα μονοθέσια βρισκόντουσαν εν κινήσει στον γύρο σχηματισμού.
Το 2006 εισέβαλε στον ημιτελικό του Champions League ανάμεσα σε Βιγιαρεάλ και Άρσεναλ, προλαβαίνοντας να πετάξει μια φανέλα της Μπαρτσελόνα μπροστά στον Ανρί (λίγο καιρό μετά ο Γάλλος επιθετικός μεταγράφηκε στους «μπλαουγκράνα»). Στον τελικό της Αθήνας το 2007, μπήκε στον αγωνιστικό χώρο του ΟΑΚΑ χωρίς να τον δείξουν οι κάμερες. Λίγους μήνες αργότερα μπήκε σε αναμέτρηση της Μπαρτσελόνα με την Μπάγερν και είχε τετ-α-τετ με τον Λιονέλ Μέσι. Στην Ελβετία και στον ημιτελικό του EURO 2008 ανάμεσα σε Γερμανία και Τουρκία, μπήκε στον αγωνιστικό χώρο κρατώντας μία σημαία του Θιβέτ, ενώ στον τελικό του Μουντιάλ το 2010 στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής, έκανε το ντου του λίγα λεπτά πριν την έναρξη του αγώνα, προσπαθώντας να φορέσει μια παραδοσιακή καταλανική «barretina» (το σκουφάκι που σε μέχρι τότε είχε γίνει το... σήμα κατατεθέν του) στο βαρύτιμο τρόπαιο και φορώντας ένα μπλουζάκι με μήνυμα κατά του ρατσισμού!
Έφτασε μέχρι τη Βουδαπέστη και το ουγγρικό ντέρμπι ανάμεσα σε Φερεντσβάρος και Ούιπεστ, στο οποίο εισέβαλε κρατώντας μια καταλανική σημαία με το μήνυμα «Κουμπάλα για πάντα», προς τιμήν του μεγάλου Ούγγρου ποδοσφαιριστή που στο παρελθόν είχε φορέσει τη φανέλα της Μπάρτσα. Το 2011 στο μεγάλο ντέρμπι ανάμεσα σε Μπαρτσελόνα και Ρεάλ για τα ημιτελικά του Champions League, μπήκε στο γήπεδο φορώντας μια μπλούζα που έγραφε Κατάρ 2022 (μόλις είχε κερδίσει τη διοργάνωση του Μουντιάλ) και το όνομα του Ερίκ Αμπιντάλ, ο οποίος τότε αντιμετώπιζε το σοβαρότατο πρόβλημα της υγείας του. Κατευθύνθηκε προς τον Κριστιάνο Ρονάλντο, πριν τον τσακώσουν μέλη της ασφάλειας του γηπέδου που τον κυνηγούσαν.
Το ποδόσφαιρο είχε μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του από παιδί, αλλά σαν Jimmy Jump δεν... περιορίστηκε σε αυτό. Το 2009 μπήκε στον τελικό του Roland Garros και προσπάθησε να βάλει την αγαπημένη του «barretina» στο κεφάλι του Ρότζερ Φέντερερ, πριν τον προλάβουν οι σεκιουριτάδες, οι οποίοι τον οδήγησαν βίαια εκτός court. Έχει... βουτήξει μέχρι και σε τελικό Κυπέλλου Ισπανίας στο πόλο. To 2010 βρέθηκε στη Νορβηγία για να κάνει ντου... στη Eurovision, ανεβαίνοντας στην σκηνή την ώρα του ισπανικού τραγουδιού και συμμετέχοντας μάλιστα για αρκετή ώρα στη χωρογραφία! Έχει κάνει ντου σε τελετή βράβευσης ηθοποιών στην Ισπανία, ανεβαίνοντας στην σκηνή μαζί με τον Χαβιέ Μπαρδέμ. Έχει διακόψει δελτίο καιρού σε γνωστό τηλεοπτικό δίκτυο για να τραγουδήσει σύνθημα της αγαπημένης του Μπαρτσελόνα!
Είχε φτιάξει τον θρύλο του, χωρίς ποτέ να υπολογίσει τις συνέπειες. Τα «ντου» μπορεί να του είχαν προσφέρει φήμη και βήμα μπροστά σε εκατομμύρια θεατές, αλλά το τίμημα που έπρεπε να πληρώσει ήταν βαρύ, με τσουχτερά πρόστιμα και πολύμηνες φυλακίσεις.
«Κάθε εβδομάδα μου ερχόντουσαν χαρτιά με ειδοποιήσεις για πρόστιμα. Απλώς τα έσκιζα. Δεν με ένοιαζε τίποτα. Δούλευα και είχα λεφτά», δήλωνε, αλλά τα πρόστιμα ολοένα και αυξάνονταν, μέχρι που έγιναν αβάσταχτο βάρος. Κάποια στιγμή έφτασε να χρωστάει σχεδόν 300.000 ευρώ, με το κράτος να του κρατάει τα χρήματα από τον μισθό του. Έφτασε μέχρι το να θεωρείται σταρ, με δεκάδες δημοσιογράφους να παρακαλούν για μία συνέντευξή του, αλλά μερικά χρόνια αργότερα κατέληξε χρεοκοπημένος και εξόριστος.
Πρακτικά άφραγκος, αναγκάστηκε να φύγει από την Ισπανία για να μην καταλήξει μόνιμα σε κάποιο κελί. Αναγκάστηκε να μετακομίσει στη Γερμανία και το Βερολίνο. «Το ότι ήρθα στη Γερμανία άλλαξε τη ζωή μου. Δεν ήξερα τι να κάνω. Κοιμόμουν σε εκκλησίες. Πέρασα άσχημα. Σταμάτησα να κάνω τα γνωστά μου ντου. Εκεί που ήμουν ένας σταρ, βρέθηκα μετανάστης στη Γερμανία, να δουλεύω σαν ρομπότ σε ένα εργοστάσιο. Ήταν σκατά». Από το ζενίθ της διεθνούς αναγνωρισιμότητας, στο ναδίρ των μεγάλων χρεών και της μάχης για την επιβίωση σε μια ξένη χώρα.
Τα «ντου» σταμάτησαν, αλλά η ιστορία του Jimmy Jump συνεχίζει να λέγεται! Μέχρι και σήμερα παραμένει ο διασημότερος... εισβολέας και εμείς έχουμε έναν ακόμα λόγο να τον συμπαθούμε λίγο περισσότερο από τους υπόλοιπους. Εκείνο το βράδυ της 4ης Ιουλίου, στα τελευταία λεπτά του τελικού, έκοψε τη... φόρα των παικτών της εθνικής Πορτογαλίας, οι οποίοι πάλευαν με όλες τις δυνάμεις τους για να ισοφαρίσουν και να παραμείνουν στη διεκδίκηση του πολυπόθητου τροπαίου, μέσα στο σπίτι τους. Μας... συστήθηκε στην ομορφότερη αθλητική βραδιά της ζωής μας και για αυτό θα έχει πάντα μία ιδιαίτερη θέση στις καρδιές μας! ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube