Για έναν ποδοσφαιριστή το να αγωνιστεί στην εθνική της χώρας του θεωρείται η ύψιστη τιμή στην καριέρα του.

Ωστόσο ψάξαμε και βρήκαμε 10+1 παίκτες οι οποίοι δεν… είχαν αυτή την τιμή. Χωρίς όμως να σημαίνει ότι δεν ήταν καλοί ποδοσφαιριστές. Ίσα-ίσα που στην εποχή τους θεωρούνταν από τους καλούς στη θέση που αγωνίζονταν.

Στιντ Μαλμπράνκ


Απόφοιτος της ακαδημίας της Λυών, ο Στιντ Μαλμπράνκ, πήγε στην Αγγλία το 2001 και, κατά τη διάρκεια των επόμενων δέκα ετών, έκανε γνωστό το όνομά του μετά από θητείες σε Φούλαμ, Τότεναμ και Σάντερλαντ. Είχε την… τύχη να διαθέτει εξαιρετική τεχνική, έβλεπε γήπεδο, ήταν ταχύς και είχε χαμηλό κέντρο βάρους, καθιστώντας δύσκολο για τους αμυντικούς το μαρκάρισμά του.



Ο Μαλμπράνκ εκπροσώπησε τη Γαλλία σε όλα τα επίπεδα νέων από την ηλικία των 14-21 ετών, και παρόλο που έλαβε πολλές κλήσεις στην ανδρική ομάδα, δεν κατάφερε να αγωνιστεί ποτέ με τη φανέλα των «Les Bleus». Ως αποτέλεσμα, ο επιθετικός μέσος, ο οποίος μπορούσε να αγωνιστεί τόσο ως δεκάρι όσο και ως εξτρέμ, προσπάθησε να αλλάξει την εθνικότητά του. Γεννημένος στο Βέλγιο, ο Μαλμπράνκ πρόσφερε τις υπηρεσίες του στους «κόκκινους διαβόλους», αλλά απορρίφθηκε αμέσως...

Πάολο Καναβάρο


Ο μικρότερος αδερφός του νικητή του Παγκοσμίου Κυπέλλου Φάμπιο Καναβάρο, Πάολο, μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του απίστευτα άτυχο που δεν εμφανίστηκε ποτέ στους «ατζούρι». Παρά το γεγονός ότι έζησε στη… σκιά του αδερφού του για το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του, ο Πάολο ήταν ένας σταθερός σέντερ μπακ, ενώ κέρδισε το Coppa Italia με τη Νάπολι – όπου παρέμεινε επτά χρόνια ως αρχηγός του συλλόγου.



Παρά το γεγονός ότι έκανε 30 εμφανίσεις για τη χώρα του σε επίπεδο νέων, ο Καναβάρο δεν μπόρεσε να αγωνιστεί στην ανδρική ομάδα. Η ικανότητα της Ιταλίας να παράγει σπουδαίους αμυντικούς παγκοσμίου φήμης, δεν του έδωσε την ευκαιρία να φορέσει το εθνόσημο στο στήθος. Ο αδερφός του Φάμπιο, ο Τζόρτζιο Κιελίνι και ο Λεονάρντο Μπονούτσι, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς ήταν όλοι μπροστά του στη σειρά. Ακόμη και όταν τελικά ήρθε η πρώτη πρόσκληση για τους άνδρες, ο Πάολο αναγκάστηκε να παρακολουθήσει το φιλικό της Ιταλίας με τη Νότια Αφρική από τον πάγκο καθώς ήταν τραυματίας.

Τόρστεν Φινκ


4 τίτλοι Bundesliga, 3 Κύπελλα Γερμανίας, 1 Διηπειρωτικό Κύπελλο και 1 Champions League. Ο Τόρστεν Φινκ τα κέρδισε όλα ως παίκτης, εκτός από τη διεθνή συμμετοχή.



Μέλος της επιτυχημένης ομάδας της Μπάγερν Μονάχου της δεκαετίας του '90, αν και λιγότερο γνωστός, ο Φινκ έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία του συλλόγου, αλλά για τον έναν ή τον άλλον λόγο το προφίλ του μάλλον δεν ταίριαζε στα πλάνα του προπονητή. Παρά το γεγονός ότι ήταν σε εξαιρετικό φεγγάρι και διέπρεπε στα γήπεδα μεταξύ 1998-2000, ο Φινκ συνέχισε να αγνοείται επιδεκτικά. Τελικά, απλά δεν ήταν γραφτό να είναι μέλος των «πάντσερ».

Μικέλ Αρτέτα


Δύο φορές νικητής του Κυπέλλου Αγγλίας με την Άρσεναλ και νικητής της Πρέμιερ Λιγκ της Σκωτίας με τη Ρέιντζερς, ο Ισπανός μέσος Μίκελ Αρτέτα ήταν ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής. Ταλαντούχος, ποδοσφαιριστής με ποιότητα που έβλεπε γήπεδο και του άρεσε να φτιάχνει τους αντιπάλους του, έχοντας εξαιρετικές υποδοχές της μπάλας.



Δεν κατάφερε να στεριώσει στην Μπαρτσελόνα, από τις ακαδημίες της οποίας αποφοίτησε αφού έπεσε πάνω στους Τσάβι και Ινιέστα, οι οποίοι κυριαρχούσαν στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Κανείς δεν μπορούσε να τους αγγίξει. Δύο από τους σπουδαιότερους μέσους που έχει «γνωρίσει» ποτέ το ποδόσφαιρο. Υπήρχαν και οι Τσάμπι Αλόνσο, Σέρχιο Μπουσκέτς, Σεσκ Φάμπρεγκας, Σάντι Καθόρλα και Ντάβιντ Σίλβα βρίσκονταν παρέα με τους δύο προαναφερθέντες στην εθνική Ισπανίας και το κέντρο της ομάδας ήταν γεμάτο. Είχε 42 εμφανίσεις με την εθνική νέων, αλλά ως εκεί.

Στιβ Μπρους


Ο Στιβ Μπρους έκανε πάνω από 300 εμφανίσεις με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και σήκωσε τρεις τίτλους στην Πρέμιερ Λιγκ, αλλά δεν ήταν αρκετό για να εξασφαλίσει μια θέση στην Αγγλία. Ένας βράχος στην καρδιά της άμυνας της Γιουνάιτεντ για εννέα χρόνια, ο Μπρους είδε την ευκαιρία για να εκπροσωπήσει τη χώρα του να του έρχεται σε ηλικία 34 ετών. Ο σέντερ μπακ, ωστόσο, απέρριψε την πρόταση νιώθοντας ότι η κλήση δεν έγινε επειδή το άξιζε αλλά από… λύπηση.


Πάολο Ντι Κάνιο


Ένας επιθετικός με φαντασία, που είχε το γκολ αλλά δεν είχε και… μυαλό. Παρότι θα μπορούσε με τις ικανότητές του να κάνει μεγάλη καριέρα, πετυχαίνοντας φοβερά γκολ κατά καιρούς, τα πολιτικά του πιστεύω και το γεγονός πως υποστήριζε την ακροδεξιά, τον έκανε κόκκινο πανί στις περισσότερες χώρες που αγωνίστηκε. Προφανώς και τα πολιτικά του πιστεύω δεν του απέφεραν ποτέ μια κλήση για την εθνική Ιταλίας, παρότι βάσει ταλέντου και ποιότητα θα μπορούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε αυτή.


Μάουρο Ζάρατε


Ένας… ταξιδιώτης, ένας ποδοσφαιριστής που κατά μέσο όρο στην καριέρα του σκόραρε ένα γκολ ανά τρία παιχνίδια. Ο Μάουρο Ζάρετε έχει γράψει πάνω από 400 εμφανίσεις σε 14 συλλόγους συνολικά , παίζοντας μεταξύ άλλων σε Μπέρμιγχαμ, Λάτσιο, Ίντερ, Γουέστ Χαμ, Φιορεντίνα και Μπόκα Τζούνιορς. Κυρίως αγωνιζόταν ως σέντερ φορ αλλά ήταν ικανός να παίξει και ως επιθετικός μέσος, ο Ζάρατε μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του άτυχο που δεν έλαβε ποτέ μια κλήση από την Αργεντινή.



Όπως οι περισσότεροι παίκτες αυτής της λίστας, γεννήθηκε σε μια εποχή που οι παίκτες στη θέση του ήταν σε αφθονία. Οι Λιονέλ Μέσι, Σέρχιο Αγουέρο, Γκονσάλο Ιγκουαΐν για να αναφέρουμε μερικούς, ήταν όλοι… μπροστά του στη σειρά. Και, για να είμαστε δίκαιοι, όταν υπάρχουν τρεις παίκτες αυτής της κλάσης, δεν είναι και το πιο εύκολο.

Ο Ζάρατε είχε το δικαίωμα επίσης να παίξει στη Χιλή λόγω της καταγωγής του πατέρα του, και το 2014 κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο επιθετικός είχε επιλέξει να εκπροσωπήσει την πατρίδα του πατέρα του. Ένα χρόνο αργότερα, ωστόσο, αυτές οι φήμες αυτές διαψεύστηκαν από τον Ζάρατε, ο οποίος επέμεινε ότι ήθελε να παίξει μόνο για την Αργεντινή.

Γκάμπι


Πάνω από 400 συμμετοχές, ένας πρωτάθλημα στη La Liga, ένα Copa del Rey και δύο κούπες Europa League. Ο Γκάμπριελ Φερνάντεθ Αρένας ή Γκάμπι όπως τον ξέρουμε όλοι, αποτελεί έναν θρύλο της Ατλέτικο Μαδρίτης. Όμως, παρά τους ηρωισμούς του για τον σύλλογο, δεν ανταμείφθηκε ποτέ σε διεθνές επίπεδο.



Όπως και ο Μικέλ Αρτέτα, ο Γκάμπι είχε την ίδια μοίρα. Έφτασε στο απόγειό του όταν η Ισπανία κυριαρχούσε στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Ως αμυντικός μέσος, ο Γκάμπι βρήκε τον εαυτό του σε αδιέξοδο με τον Σέρχιο Μπουσκέτς και τον Χάβι Μαρτίνεθ, και οι δύο μπροστά του μεταξύ 2010-2012. Δύο χρόνια αργότερα, μετά από μια εκπληκτική σεζόν που τον είδε ως αρχηγό της Ατλέτικο να κατακτά τον τίτλο του πρωταθλήματος, ο Γκάμπι δεν κλήθηκε ούτε για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014. Η Ισπανία συνετρίβη στη φάση των ομίλων και αποχαιρέτησε από νωρίς τη διοργάνωση, με τον Γκάμπι να μην λαμβάνει ποτέ μια κλήση στη «φούρια ρόχα».

Χάουαρντ Κένταλ


Η περίφημη «Αγία Τριάδα» της Έβερτον αποτελούνταν από τον νικητή του Παγκοσμίου Κυπέλλου Άλαν Μπολ, τον Κόλιν Χάρβεϊ και τον σπουδαίο Χάουαρντ Κένταλ. Ο τελευταίος ήταν ένας ταλαντούχος μέσος που παραδόξως αγνοήθηκε από τα «τρία Λιοντάρια» τη δεκαετία του 1970. Πριν συμμετάσχει σε δύο τελικούς Κυπέλλου Αγγλίας και κατακτήσει το πρωτάθλημα με την Έβερτον, ο Κένταλ ήταν αρχηγός της ομάδας νέων της Αγγλίας για να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Νέων το 1964. Μετά την επιτυχία του, πολλοί ανέφεραν πως ο Κένταλ θα έπρεπε να παίξει για την ανδρική ομάδα, αλλά για άγνωστο λόγο, αυτό δεν συνέβη.


Ντάριο Χούμπνερ


Αν ψάχνεις έναν ιδιαίτερα έξυπνο αλλά και συνάμα… πονηρό ποδοσφαιριστή τα περασμένα χρόνια, σίγουρα ο Ντάριο Χούμπνερ ανήκει στις κατηγορίες αυτές. Ποδοσφαιριστής που είχε όλο το πακέτο, σκοράροντας με κάθε τρόπο. Με το αριστερό πόδι, με το δεξί, με το κεφάλι. Το 2002 ο Χούμπνερ σημείωσε 24 γκολ στο πρωτάθλημα με την Πιατσέντζα, τερματίζοντας πρώτος σκόρερ στη Serie A παρέα με τον Νταβίντ Τρεζεγκέ. Άφησε πίσω του παίκτες όπως ο Ντι Βάιο, ο Βιέρι, ο Ντελ Πιέρο, ο Σεβτσένκο, ο Κρέσπο και ο Μοντέλα. Καθόλου άσχημα για έναν 35χρονο, έτσι;



Ούτε, όμως, αυτή η φανταστική σεζόν ήταν αρκετή για να κληθεί για πρώτη φορά στην καριέρα του στην εθνική ομάδα της Ιταλίας, με τους «ατζούρι» να έχουν μεγάλος βάθος η αλήθεια είναι στις θέσεις και της επίθεσης.

Βασίλης Χατζηπαναγής


Ο ποδοσφαιριστής που μπορούσε να ντριμπλάρει ακόμα και μέσα σε τηλεφωνικό θάλαμο. Ο Έλληνας… Ντιέγκο Μαραντόνα. Ο σπουδαιότερος και πιο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής που έχει βγάλει ποτέ η Ελλάδα, ακόμη και αν δεν έκανε την τεράστια και διεθνή καριέρα που άξιζε. Ο Βασίλης Χατζηπαναγής θα μνημονεύεται για πάντα από τους Έλληνες, αλλά και στο εξωτερικό που δεν είχαν την ευκαιρία να τον θαυμάσουν. Στα 17 του οι γονείς του είπαν το ναι για να αποκτήσει ο «Βάσια» την ελληνική υπηκοότητα, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να αγωνιστεί στην ανδρική ομάδα.



Πριν έρθει στην Ελλάδα είχε συμμετοχές στις σοβιετικές εθνικές ομάδες ελπίδων και εφήβων καθώς και στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης. Έπαιξε μια φορά με τη «γαλανόλευκη» σε ένα φιλικό και… τέλος. Δεν του επιτρεπόταν επειδή είχε παίξει στην Ολυμπιακή ομάδα της Σοβιετικής Ένωσης να αγωνιστεί και στην Εθνική Ελλάδας, με την χώρα μας να χάνει την ευκαιρία να έχει στις τάξεις της τον δικό της… Μαραντόνα.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube