Σε αυτό το σετ των αγώνων η Εθνική ομάδα με ξανάβαλε μπροστά μια σειρά από διαπιστώσεις που συνεχίζουν τον προβληματισμό μου για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε και παρουσιάζουμε το ποδόσφαιρο. Στο τέρμα ο Καρνέζης, που μου τον χαρακτήριζαν ο Αντώνης Νικοπολίδης και ο Κώστας Χαλκιάς ως τον καλύτερο σήμερα. Ο Καρνέζης τον οποίο ο ίδιος του ο κόσμος, δηλαδή ο Παναθηναϊκός έφτανε να μη πιστεύει.
Στο κέντρο της άμυνας ο Κυριάκος Παπαδόπουλος, για του οποίου την πώληση ο Ολυμπιακός πανηγύρισε επειδή δεν τον πίστευε. Σκόρερ ο Νίνης, τον οποίο ο Παναθηναϊκός είχε πάψει να πιστεύει ως μεγάλο ταλέντο, με συνέπεια τελικώς να τον χάσει ως ελεύθερο. Σκόρερ ο Μήτρογλου, για τον οποίο ο Ολυμπιακός έχανε την πίστη του και έφτανε να τον δανείζει. Μπαλαντέρ ο Φορτούνης, που είχε φύγει από τον Ολυμπιακό, για τον οποίο καμιά ελληνική ομάδα δεν πείστηκε τόσο ώστε να πληρώσει τον Αστέρα ακριβά για την αγορά του. Θα μπορούσα να συνεχίσω, διότι είναι αρκετά τα παραδείγματα που μας έχει δώσει τον τελευταίο καιρό η Εθνική ομάδα.
Τέτοιο παράδειγμα είναι στα μάτια μου ο Γιάννης Φετφατζίδης. Βιαζόμαστε να τον περιθωριοποιήσουμε ή και να τον απαξιώσουμε όσο βιαστήκαμε να ενθουσιαστούμε μαζί του και να τον εξυψώσουμε. Του κάναμε, πολλοί, κακό με τα «Ελληνας Μέσι», όπως είχαμε κάνει κακό και στον Νίνη με όλα αυτά τα κοσμητικά επίθετα. Και κάπως έτσι δημιουργούμε και για αυτόν τον κίνδυνο να μην έχει την μεταχείριση που του χρειάζεται για να σταθεροποιηθεί στο υψηλότερο επίπεδο, εκεί που μας έχει δείξει ότι μπορεί να φτάσει για να μας φτιάξει με τις επινοήσεις του. Και κάπως έτσι αυξάνουμε τις πιθανότητες να τον κάνουμε και αυτόν «Κυριάκο Παπαδόπουλο» ή «Φορτούνη», δηλαδή να τον στείλουμε αλλού για να τον εκτιμήσουν, ή να τον απογοητεύσουμε και να τον «αναγκάσουμε», αν δεν βρει τα κότσια, να ξενερώσει και να παρατήσει απεριποίητο το ταλέντο του.
Follow @vsambrakos