Η Ιταλία κέρδισε τον τέταρτο παγκόσμιο τίτλο της. Πιστεύω ότι της το χρωστούσε η μοίρα. Το '94 στην Αμερική, στον τελικό με τη Βραζιλία, συνέβη το ανεπανάληπτο. Αστόχησαν από τα έντεκα βήματα και ο Ρομπέρτο Μπάτζιο και ο Φράνκο Μπαρέζι. Η μοίρα πήρε τότε το Κύπελλο και το παρέδωσε στον Ντούνγκα. Οι Βραζιλιάνοι είχαν να σηκώσουν Παγκόσμιο Κύπελλο από τον τελικό του 1970, πάλι με αντίπαλο την Ιταλία, δηλαδή 24 ολόκληρα χρόνια.
Μεγάλο διάστημα για τη βασίλισσα του ποδοσφαίρου. Την Κυριακή ήταν η σειρά της «σκουάντρα ατζούρα» να έχει την τύχη με το μέρος της. Ενας τελικός, όταν πάει στα πέναλτι, δεν μπορείς ποτέ με σιγουριά να πεις ότι αυτός που τον κερδίζει το άξιζε απόλυτα. Αλλά ένα παιχνίδι, όσο μεγάλο και αν είναι, πρέπει να τελειώσει και ο νικητής να είναι ένας. Αλλος τρόπος δυστυχώς δεν υπάρχει. Η Ιταλία κέρδισε, γιατί έχει έναν μοναδικό τρόπο να τα καταφέρνει. Καμία άλλη ομάδα στον κόσμο δεν μπορεί να τη συναγωνιστεί σε αυτόν τον τομέα. Οφείλουμε, όμως, να της αναγνωρίσουμε ορισμένα θετικά. Ξεκίνησε το ματς με τις χειρότερες συνθήκες.
Πολύ νωρίς δέχτηκε γκολ από ένα πέναλτι που μόνο ο Αργεντινός διαιτητής το είδε... αν το είδε. Γιατί παρ' όλο που ήταν πολύ κοντά στη φάση, αυτό που φανερώθηκε στα μάτια του ήταν άλλη φάση. Σε ένα τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου για να δώσεις την εσχάτη των ποινών, οφείλεις να είσαι σχεδόν 100% βέβαιος για την απόφασή σου και αν ο Αργεντινός ήταν 100% βέβαιος, τότε πολύ απλά οι ικανότητές του και η εμπειρία του δεν ταιριάζουν με την κρισιμότητα του παιχνιδιού. Αν και πίσω στο σκορ, η Ιταλία αντέδρασε πολύ ψύχραιμα. Ισορρόπησε το ματς, το έφερε στα μέτρα της, κατάλαβε ότι οι Γάλλοι πονούν στις στημένες φάσεις κι εκεί χτύπησε.
Ο Ματεράτσι, που γράφονται τόσα γι' αυτόν, στη φάση του γκολ πήδησε πάνω όχι από τον οποιονδήποτε αμυντικό, αλλά και από τον Βιεϊρά. Λίγα λεπτά μετά την ισοφάριση και έχοντας πλέον τον αέρα της ομάδας που επιστρέφει, η μοίρα τής είπε ένα ξερό «όχι» στο δοκάρι του Λούκα Τόνι. Κάνω μια απλή σκέψη (αν και δεν μου αρέσει να φαντασιώνομαι παιχνίδια, αλλά να συζητώ γι' αυτά που έγιναν) και λέω: αν κέρδιζε το πέναλτι η Ιταλία, υπήρχε περίπτωση να δεχθεί γκολ; Πολύ δύσκολα, είναι η υποθετική απάντηση στην υποθετική ερώτηση. Οπως ίδια είναι η βεβαιότητα και στην υποθετική περίπτωση που το δοκάρι του Τόνι μετατρέπεται σε γκολ.
Η «σκουάντρα ατζούρα» στο δεύτερο ημίχρονο έμεινε από δυνάμεις. Τα είχε δώσει όλα στο ματς με τη Γερμανία. Δεν είναι εύκολο να αποκλείεις τη διοργανώτρια χώρα. Οπως δεν είναι εύκολο να διεκδικείς πρώτη θέση σε Μουντιάλ με βασικού παίκτες σου ανέτοιμους ή τραυματίες (Νέστα-Τότι). Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι η Ιταλία έπαιξε σε αυτό το Μουντιάλ δύο παρατάσεις και έπαιξε δύο φορές με αριθμητικό μειονέκτημα. Στα ματς με ΗΠΑ και Αυστραλία. Ολα παίζουν ρόλο.
Η ομάδα κατέρρευσε στο δεύτερο, γιατί δεν βοηθήθηκε από τον πάγκο. Ο Λίπι δεν τόλμησε, όπως στο ματς με τη Γερμανία. Ο Τζιλαρντίνο στη θέση του Καμορανέζι και αυτομάτως μπροστά ο Ζαμπρότα ίσως ήταν μια κίνηση που θα την ανανέωνε πραγματικά. Στα υπόλοιπα 75 λεπτα μαζί με την παράταση οι Γάλλοι είχαν την πρωτοβουλία, αλλά μόνο δύο φάσεις για γκολ. Και η Ιταλία μία. Αυτή με το φάουλ του Πίρλο. Ηθελε τα πέναλτι και εκεί πήγε το ματς. Και όταν ένα ματς το πηγαίνεις εκεί που θέλεις, έχοντας συγχρόνως πείσει για τις ικανότητές σου, τότε ίσως αξίζει να το κερδίσεις. Φτάνει να λέγεσαι Ιταλία.