Δυστυχώς αποκλείστηκε. Η καλύτερη φετινή Λίβερπουλ του έβαλε τρία γκολ σε ένα ημίχρονο και τον κατάστρεψε. Τον άφησε να αμύνεται και μόνο για σαράντα λεπτά χωρίς να παίρνει ανάσα. Εύκολα έρχεται στο στόμα η λέξη ατυχία, αλλά στην ουσία δεν πρόκειται περί αυτού. Η προωθητική δύναμη του Ριβάλντο εξαντλήθηκε στο πρώτο ημίχρονο και στο δεύτερο υπήρξαν μόνο παίκτες, που αμύνονταν ηρωικά χωρίς όμως να κρατούν μπάλα και να ανακουφίζουν την αμυντική γραμμή.
Ο Χάρι Κιούελ καταπόνησε τον Πάντο και ο Μπάγιεβιτς θεώρησε ότι, βάζοντας τον Ρέζιτς από δεξιά στην θέση του Γεωργιάδη θα μπορούσε να τον ανακουφίσει. Ο άπειρος νεαρός τα έκανε χειρότερα από ότι ήταν και μέσα σε δέκα λεπτά ήρθε η καταστροφή. Στην αφόρητη πίεση των «reds» οι δικοί μας κόκκινοι δεν άντεξαν. Με πολλές μακρινές πάσες, φαρμακερές σέντρες και σουτ, η Λίβερπουλ τα δοκίμασε όλα και πέτυχε τον σκοπό της.
Ο ασταθής και τρακαρισμένος (;) Νικοπολίδης, «ήρθε και έδεσε» με τον Σούρερ που έπαιζε με ενάμιση πόδι. Έμενε μόνο ο αλάνθαστος Ανατολάκης και οι δύο αμυντικοί χαφ Στολτίδης και Καφές να δίνουν το άπαν των δυνάμεων τους. Μακριά από το καλό εαυτό του ο Τζόρτζεβιτς, αδυνατούσε να προσφέρει και ο Ζιοβάνι που έτρεξε περισσότερο από τα συνηθισμένα πήρε την μπάλα με καλές προϋποθέσεις μία μόλις φορά. Με βάση όσα είδαμε ο Ολυμπιακός άξιζε την πρόκριση, αλλά όχι εις βάρος της Λίβερπουλ.
Η Μονακό έπρεπε να μείνει τρίτη, αλλά ας όψεται το εφιαλτικό πρώτο δεκάλεπτο στο «Λουί Ντε». Ίσως αν ο Μπάγιεβιτς προτιμούσε τον Μάριτς αντί τον Ρέζιτς και έστελνε τον Καστίγιο να ξεκουράσει τον Ριβάλντο… Ίσως. Γιατί απέναντι στη Λίβερπουλ του ασταμάτητου Κιούελ και του καλύτερου χαφ στον κόσμο (Τζέραρντ) μόνο η τύχη θα μπορούσε. Αλλά κι αυτή όπως κι ο διαιτητής «έπαιξε» τον Ολυμπιακό «πενήντα-πενήντα»
Γιώργος Χελάκης