Μου αρέσει η Μπάρτσα. Πάντα μου άρεσε, αλλά φέτος είναι κάτι το εξαιρετικό. Αυτή η ομάδα έχει δέσει, έχει ωριμάσει αγωνιστικά, θυμίζει free jazz μπάντα. Βιρτουόζοι μουσικοί που έχουν δουλέψει πολύ το ταλέντο τους και τώρα είναι σε θέση να προσφέρουν ποιότητα μέσα από τους αυτοσχεδιασμούς τους. Δεν έχω δει τα τελευταία χρόνια άλλη ομάδα να αυτοσχεδιάζει τόσο πολύ στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου, προϊόν των τεράστιων ικανοτήτων, αλλά και της προσωπικότητας των παικτών της.
Χαίρεσαι στην κυριολεξία να τη βλέπεις. Θα καθόσουν στον καναπέ ακίνητος, βαθιά προσηλωμένος, χωρίς να το θεωρείς χάσιμο χρόνου, για να παρακολουθήσεις μέχρι και μαγνητοσκοπημένο αγώνα αυτής της ομάδας. Σίγουρα σε αυτή τη ζωγραφιά έχει βάλει το χεράκι του και ο Ράικαρντ. Ο τρόπος με τον οποίο παίζουν, τα χαλαρά πρόσωπα των παικτών κατά τη διάρκεια κρίσιμων παιχνιδιών, αλλά και η αίσθηση της ελευθερίας, που φτάνει έξω σε μας, που είμαστε απλοί θεατές, δείχνουν πως ο Ολλανδός κόουτς έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στη δημιουργική φαντασία αυτών των παικτών, μη θέλοντας να τους φυλακίσει σε αυτοματισμούς και άλλα στερεότυπα. Είναι βλέπετε κι αυτός φτιαγμένος από το ίδιο υλικό. Αυτό το ελεύθερο ποδόσφαιρο αγάπησε, μέσα απ' αυτό μεγαλούργησε και λογικό είναι αυτό να διδάσκει. Παρατηρούσα τις αντιδράσεις των παικτών του το περασμένο Σάββατο, στον αγώνα με τη Σαραγόσα για το πρωτάθλημα Ισπανίας. Το πόσο μιλούσε ο ένας με τον άλλον. Πώς έψαχναν να βρουν λύσεις και τρόπους για να φέρουν το ματς στα μέτρα τους. Χωρίς εκνευρισμούς και περιττές εντάσεις. Ηρεμα κι απλά. Εκρυβαν επιμελώς τις αδυναμίες τους, αλλά και την κούρασή τους, μερικές φορές χαμογελώντας. Ο Ράικαρντ από τον πάγκο απλώς –και όποτε χρειαζόταν– διόρθωνε.
Το άλλο που θεωρώ σημαντικό σε αυτή την ομάδα είναι το ότι επανέφερε στην ενεργό δράση τα εξτρέμ. Από τη στιγμή που οι ακραίοι πέρασαν στην ανεργία, για μένα το σύγχρονο ποδόσφαιρο –όσο σύγχρονο και μοντέρνο κι αν είναι– έχασε πολλή από την ομορφιά του. Εγινε βαρετό, μονότονο, κουραστικό. Κάτι σαν σκάκι, με τα πιόνια να φοράνε... σορτσάκια. Επιτέλους, από την Μπαρτσελόνα βλέπουμε επιθέσεις από τα άκρα! Παίκτες που ξέρουν πώς να κατευθυνθούν, που ντριμπλάρουν, που ξέθαψαν την ατομική ενέργεια. Εχω βαρεθεί ειλικρινά να βλέπω λεβεντόπαιδα με καταπληκτικά σωματικά προσόντα να σεντράρουν αδιάκοπα, λες και βρίσκονται σε πεδίο βολής. Με κάνουν να αισθάνομαι σαν να παρακολουθώ κανόνια να βάλλουν κατά ριπάς μέχρι την τελική εξόντωση του εχθρού. Ελεος. Υπάρχουν παικταράδες, για τους οποίους έχουν γραφτεί άπαντα, ύμνοι και διθύραμβοι, που δεν ντριμπλάρουν ποτέ, που δεν «σπάνε», που δεν «λυγίζουν» και θυμίζουν περισσότερο Playmobil παρά ποδοσφαιριστή.
Αριστερά ο Ροναλντίνιο θέλει να περάσει και την πρώτη σειρά των θεατών, δεξιά ο Μέσι μοιράζει σακούλες σε όσους δεν αντέχουν στις απότομες στροφές, μπροστά ο Ετό θέλει να μπει με την μπάλα στα δίχτυα και λίγο πιο πίσω ο Ντέκο παρακαλάει να πάει κάποιος να του πάρει την μπάλα. Ακόμα και οι αμυντικοί είναι φινετσάτοι, την ώρα που στις περισσότερες ομάδες είναι… γεμιστήρες. Γεμίζουν κι όπου πάει η ευλογημένη. Ξεκουράζονται τα μάτια μου και ηρεμεί η ψυχή μου με την Μπάρτσα. Με κάνει να νιώθω παιδί. Επέστρεψε θριαμβευτικά το παιχνίδι της αλάνας. Και δεν το κρύβω ότι χαίρομαι ιδιαίτερα όταν μάτια σαν του Μουρίνιο κουράζονται να την παρακολουθούν. Ο Αντόνιο Σαλιέρι, δάσκαλος και ανταγωνιστής του Μότσαρτ, δυσκολευόταν να αναγνωρίσει τη μεγαλοφυΐα του νεαρού Αμαντέους. Μέσα του όμως υπέφερε που δεν ήταν σαν αυτόν.