Του Γιώργου Χελάκη
Στα ντέρμπι δεν νικάει πάντα ο καλύτερος. Τη νίκη πολλές φορές παίρνει και ο λιγότερο…κακός. Κάπως έτσι εξελίχτηκαν τα πράγματα στο γήπεδο Καραϊσκάκη. Όπως είχαμε προβλέψει σε αυτή τη σελίδα ο Ολυμπιακός θα είχε υπεροχή και κατοχή μπάλας, Τα είχε και τα δύο χωρίς να προβληματίζει ιδιαίτερα την ενισχυμένη αμυντική γραμμή των πρωταθλητών. Οι «πράσινοι» με έναν παίκτη στην επίθεση και άμυνα ζώνης φάνηκε ότι ήρθαν κατ’ αρχάς για να μη χάσουν. Όσες φορές πάτησαν στην περιοχή του Νικοπολίδη η μπάλα ταξίδεψε σ ‘ αυτήν από αέρος χάρη στα υπερβολικά και μάλλον αχρείαστα φάουλ που τους έκαναν οι αντίπαλοι τους. Σε μια τέτοια ήταν που ο Γκονζάλες είδε την προβολή του να μην γίνεται γκολ από την εκτίναξη του πρώην συμπαίκτη του.
Μετά από σειρά άστοχων απευθείας χτυπημάτων, ο Ριβάλντο ευστόχησε σε φάουλ. Εκεί που το έστειλε – χαμηλά και από την άλλη πλευρά που κάλυπτε ο Χαλκιάς – κανένας τερματοφύλακας δεν θα μπορούσε να το κατεβάσει.
Τότε ήταν που πίεσε ο Παναθηναϊκός και έγινε αισθητή η απουσία του Γκαμπριέλ Σούρερ. Η διάθεση του Παναθηναϊκού να πιέσει εξανεμίστηκε κυρίως στο β’ ημίχρονο. Παρά την είσοδο του Παπαδόπουλου η κατάσταση δεν βελτιώθηκε. Τουναντίον με την είσοδο του Γεωργιάδη αντί του Καστίγιο, ο Ολυμπιακός ανέβασε ρυθμούς και έχασε ευκαιρίες.
Ως εκ τούτου οι «πράσινες» γκρίνιες για τη διαιτησία περισσότερο ως δικαιολογίες ακούγονται. Ο Κασναφέρης προσπάθησε να μην πρωταγωνιστήσει στο ματς παρότι αναγκάστηκε να «κιτρινίσει» πολύ κόσμο. Προδόθηκε στη φάση του Σκάτσελ που κακώς ο βοηθός του σήκωσε τη σημαία για οφ-σάιντ και στο τέλος δεν άφησε τον Ολυμπιακό να πετύχει δεύτερο γκολ σταματώντας την κόντρα επίθεση για να αποβάλλει τον Γκονζάλες.
Ανατολάκης, Πάντος και Βενετίδης, Γεωργιάδης , Καφές στο β’ ημίχρονο οι καλύτεροι για το νικητή.
Κυριάκος, Κωνσταντίνου και Βύντρα το πάλεψαν περισσότερο από τον ηττημένο. Μένει να δούμε πόσο η κούραση από το ντέρμπι θα μετρήσει στα κρίσιμα ευρωπαϊκά ραντεβού των «αιωνίων».