«Χριστούγεννα, δεν περιμένω όμως τίποτα πια. Τον Αϊ-Βασίλη απλώς τον λέγανε μπαμπά και είναι ένας πρώην Έλλην αριστερός, ένας θνητός με το όνειρό του δίχως στέγη καμιά».
Ενα από τα ωραιότερα τραγούδια που έχουν γραφτεί, τα «Χριστούγεννα» του Φοίβου Δεληβοριά. Ψίθυροι σκέψεων για αυτές τις μέρες. Ενας εσωτερικός μονόλογος που κλείνεται στον «μέσα μας» λαβύρινθο και δεν θα καταφέρει ποτέ να βρει την άκρη. Αυτές τις μέρες ποτέ δεν ξέρω τι να γράψω. Τα γιορτινά μού βγάζουν μια γεύση πολύ γλυκιά που με λιγώνει και τα καθημερινά παραμένουν άγευστα. Δεν μου 'ρχεται να γράψω ούτε για τα μεταγραφικά σχέδια ούτε για τα πάρτι των ομάδων και τα φιλανθρωπικά γκαλά ούτε και για τις όποιες προοπτικές ανοίγονται τον νέο χρόνο. Ξέρω ότι θα τις βρούμε κατακρημνισμένες σε απότομες πλαγιές κι εμείς από πάνω, σαν τους ιατροδικαστές, θα προσπαθούμε να αναλύσουμε και να εξηγήσουμε τα αίτια της πτώσης.
«Χριστούγεννα, τα πλέιμομπίλ μου είναι εξαιτίας μου κουτσά, σβησμένα στη σαμπάνια βεγγαλικά, ίσως για κάποιους να είναι ακόμα γιορτή, μα ποιοι είναι αυτοί; Ζουν σε θερμοκοιτίδες ή σε χωριά;».
Βλέπω τον κόσμο να αναχωρεί, κοιτώντας πίσω, σε αυτό το πίσω που προσπαθεί να ταξιδέψει για λίγες μέρες. Άλλοι να κοιτάζουν τις βιτρίνες, τις γεμάτες λαμπιόνια και χρώματα, προσπαθώντας να αναστήσουν το παιδί μέσα τους. Μόνο που αυτό το παιδί είναι στο απέναντι πεζοδρόμιο, κυνηγά στον βοριά αυτό το άσπρο λουλούδι σαν νιφάδα που το λένε κλέφτη και ζει στον δικό του κόσμο. Όλοι οι άλλοι, οι μεγάλοι, σκέφτονται πού να δωρίσουν, τι να δωρίσουν, προσθέτουν, αφαιρούν και στο τέλος καταλήγουν στο απόλυτο μηδέν των περασμένων χρόνων. Δεν έχω όρεξη να διαβάσω εφημερίδες, να ακούσω άλλες ειδήσεις, να θυμηθώ στις ανασκοπήσεις όλα αυτά που έγιναν τη χρονιά που φεύγει και ομολογώ πως τα περισσότερα θα ήθελα να τα είχα ξεχάσει. Αποφεύγω, όπως ο διάολος το λιβάνι, τις συζητήσεις γενικού ενδιαφέροντος που προσπαθούν να ανοίξουν κάποιοι για το πώς βλέπω την κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο ή αν περιμένω κάτι ιδιαίτερο το 2006. Φοβάμαι πως, αν τους πω την αλήθεια, θα νομίσουν ότι ξέρω κάτι το συγκλονιστικό, που προσπαθώ να τους το φέρω με τρόπο ή, ακόμα χειρότερα, ότι απλώς είμαι σνομπ. Μου αρέσει να βλέπω τα νέα παιδιά να τριγυρνάνε στους δρόμους άσκοπα, να ψωνίζουν «βλακείες» και να μη νιώθουν την ανάγκη να απολογηθούν γι’ αυτό.
Μου αρέσει να τριγυρνάω στις γειτονιές, να βλέπω τα στολισμένα μπαλκόνια, που από μακριά φαντάζουν σαν κρουαζιερόπλοια που πλέουν στη στεριά, με τους φωτεινούς Αγιοβασίληδες σε ρόλο κασκαντέρ να προσπαθούν να παραβιάσουν βεράντες, με αστέρια που αναβοσβήνουν νευρικά στον ρυθμό του Jingle Bells, με καραβάκια, έλατα, μπάλες, γιρλάντες, ένας αστραφτερός χαβαλές, φωτεινός σηματοδότης στο πουθενά. «Χριστούγεννα, χωρίς αυτά ο χρόνος δεν ξεκινά, βοσκούς μαζεύω, μάγους από μακριά, γιορτάζω για να αλλάξουμε οριστικά, χρόνια πολλά, χωρίς να προσποιούμαι τίποτα πια».