Δεν ανήκω ηλικιακά στη γενιά του Πολυτεχνείου. Είμαι αυτό που, χωρίς ενοχές, τραγούδησε κάποτε ο Νίκος Πορτοκάλογλου: «Χούντα δεν θυμάμαι (σ.σ. που θυμάμαι) μα ούτε ελευθερία, της μεταπολίτευσης χαμένη γενιά». Η σχέση μου με την περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου ήταν περισσότερο υποστηρικτική των ιδεών που αυτή παρήγαγε.

Τρέχαμε, δηλαδή, επειδή εμείς το θέλαμε, να στηρίξουμε, να διαδώσουμε και στο τέλος να παλέψουμε, για όλα αυτά τα ιδανικά με τα οποία μας γαλούχησε αυτή η γενιά. Οικτίραμε τον εαυτό μας που μια σπερματική καθυστέρηση μας στοίχισε την απουσία στα γεγονότα του Πολυτεχνείου και ζούσαμε πάντα με τις αγωνιστικές αναμνήσεις κάποιων άλλων. Τα χρόνια πέρασαν. Για μένα τώρα το Πολυτεχνείο ταιριάζει απόλυτα στον στίχο που έγραψε κάποτε ο Μάνος Λοΐζος: «Ύστερα κύλησε ο καιρός και η ιστορία - εύκολα πέρασε απ' τη μνήμη στην καρδιά - ο τοίχος έγραφε μοναδική ευκαιρία - εντός πωλούνται πάσης φύσεως υλικά». Ετσι ακριβώς. Μόνο που αυτά τα υλικά, για μένα τουλάχιστον, ήταν τα χειρότερα στη σύγχρονη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Δεν γούσταρα αλλά και δεν εκτίμησα ποτέ μου αυτή την περίφημη γενιά του Πολυτεχνείου. Και για να εξηγούμαι, εννοώ όλους αυτούς που ασχολήθηκαν κατόπιν με την πολιτική, με τα κοινά, με τα συνδικαλιστικά, έχοντας πίσω τους τη λάμψη του Πολυτεχνείου κι έτσι… καθάρισαν. Αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, όταν οι ίδιες οι περιστάσεις φώναζαν να πάμε πιο αριστερά, να φτιάξουμε κάτι προοδευτικό, κάτι πιο ριζοσπαστικό. Αποδείχθηκαν περισσότερο πολιτικάντηδες και λιγότερο πολιτικοποιημένοι ιδεολόγοι. Άρπαξαν τις καρέκλες, τάισαν τον κομφορμισμό τους με όλα αυτά που κορόιδευαν, στέλνοντας την όποια σεμνότητα και ανιδιοτέλεια σε περισσότερο άγονα ξερονήσια και από τους γνωστούς τόπους εξορίας και βασανιστηρίων.

Έκαναν τα κόμματα σπίτι τους, τσιφλίκι τους, έγιναν αντιδραστικότεροι στη σταυροφορία τους για περισσότερη δημοκρατία, αποκλείοντας ό,τι διαφορετικό θα μπορούσε να τους χαλάσει τη συνταγή επιτυχίας. Ποια είναι αυτή; Του «καλύτερα λίγοι και καλοί και να το ελέγχουμε, παρά πολλοί και να μας ξεφύγει το πράγμα». Τώρα γιορτάζουν, καταθέτουν στεφάνια και πολλοί από αυτούς καταφτάνουν στα Προπύλαια φουσκωμένοι από συγκίνηση και περηφάνια. Μερικοί δακρύζουν. Κανονικά θα έπρεπε να το κάνουν από ενοχές. Αλλά κάτι τέτοιο προϋποθέτει ειλικρίνεια πρωτίστως απέναντι στις μεγάλες ιδέες που υποτίθεται ότι υπηρέτησαν. Οι περισσότεροι από αυτούς θα μπορούσαν να μπουν με υποτροφία στο Εθνικό Θέατρο ή στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.

Μετά τη Μεταπολίτευση, το κεντρικό σύνθημα στην επέτειο της 17 Νοέμβρη ήταν το εξής: «Το Πολυτεχνείο δεν είναι γιορτή, είναι αγώνας και πάλη ταξική». Μπορεί κάποιος από την περίφημη αυτή γενιά και τους μπροστάρηδές της να το φωνάξει και πάλι, πιστεύοντας στη δύναμή του; Αν όχι, ας προτιμήσει το «ψωμί, μπριζόλα, κόκα-κόλα», που θα του ταιριάζει καλύτερα.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube