Ας δούμε τα πράματα ψύχραιμα. Χωρίς φωνές, υστερίες και ουρλιαχτά. Να δεχτώ ότι ο Παναθηναϊκός αδικήθηκε από τη διαιτησία, αν και προσωπικά δεν ενστερνίζομαι την άποψη. Να δεχτώ την κρίση που υποστηρίζει ότι «σιγά την ομάδα που έχει ο Ολυμπιακός», όσο υπεροπτική και αν τη βρίσκω. Να συμφωνήσω πως οι περισσότεροι παίκτες του Θρύλου είναι για... απόσυρση, πως μετά το 70ο λεπτό δεν μπορούν να πάρουν τα πόδια τους και τα σέρνουν σαν τον γέρο στον κατήφορο. Αντε, για να γίνω και λίγο κακός, να ρίξω τον χρόνο από το 65ο. Βγάζουμε καμιά άκρη από αυτή τη συζήτηση; Καταλήγουμε σε κάποιο σοβαρό συμπέρασμα; Το γεγονός είναι ότι ο Παναθηναϊκός έχασε το ντέρμπι και αν όλα αυτά που προανέφερα ισχύουν, τότε ακόμα χειρότερα γι' αυτόν.
Από την άλλη όμως, εύλογα γεννιέται το ερώτημα. Τι περισσότερο έχει ο Παναθηναϊκός; Καλύτερους παίκτες; Μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές προσωπικότητες; Καλύτερο προπονητή; Μεγαλύτερη εμπειρία; Καλύτερο σύνολο; Τι έχει; Μπορεί να μου απαντήσει κάποιος; Και για να μη φέρνω σε δύσκολη θέση πρόσωπα και... προσωπεία, αναλαμβάνω εγώ να απαντήσω τι δεν έχει ο φετινός Παναθηναϊκός σε σύγκριση με τον Ολυμπιακό, μιας και δυστυχώς στη χώρα που ζούμε το κριτήριο είναι πάντα ο... «αιώνιος».
Δεν έχει Ριβάλντο, που μπορεί να περπατάει, να σκουντουφλάει, να τρέχει... προς τα πίσω αντί να πηγαίνει μπροστά, αλλά και στη χειρότερη του εμφάνιση ξέρει πώς να κρατήσει την μπάλα και την κατάλληλη στιγμή να κάνει τη μαγική μπαλιά... μισό γκολ. Αν τώρα κάποιοι θέλουν να πολλαπλασιάζουν σε ασκήσεις επί χάρτου την αξία ενός ποδοσφαιριστή με αυθαίρετες πράξεις του στυλ 2 Γκοντζάλες x 3 Ριβάλντο = 5 Γκοντζάλες, θα καταλήγουν και σε αυθαίρετα συμπεράσματα. Παικταράς ο Αργεντινός όταν δεν είναι τραυματίας, όταν δεν έχει νεύρα (που στα περισσότερα ντέρμπι έχει), όταν έχει καθαρό μυαλό, όταν, όταν, όταν.
Δεν έχει Στολτίδη, που πάει πάνω-κάτω σαν δαιμονισμένος, που καταπίνει χιλιόμετρα, που τρέφεται και μεγαλώνει στα ντέρμπι, που μπορεί να τραβήξει μπροστά, να σουτάρει, να πηδήξει ψηλότερα, όπως την Κυριακή, και να σκοράρει με το κεφάλι.
Δεν έχει Τζόρτζεβιτς, που θα κάνει την ατομική ενέργεια, που θα ζητήσει την μπάλα την ώρα που κάποιοι συμπαίκτες του, αλλά και αντίπαλοι, θα κρύβονται, που είναι ηγέτης, που είναι σκόρερ, που είναι... ελβετικός πολυσουγιάς.
Δεν έχει Ανατολάκη, που σε τέτοια παιχνίδια το μάτι του γυαλίζει λες και είναι τρόφιμος ψυχιατρικού ιδρύματος, που έχει φάει τα ντέρμπι με την κουτάλα που ανακατεύουν οι μάγειρες τη φασολάδα, που ξέρει πότε να αγριέψει και πότε να ηρεμήσει την... αμυντική πιάτσα.
Τέλος, δεν έχει ούτε Γεωργάτο, που στην πολυπραγμοσύνη του καταφέρνει λόγω προσωπικότητας να διακρίνεται, ούτε και την πολυτέλεια να κρατάει στον πάγκο παίκτες σαν τον Οκκά, τον Καφέ, ακόμη και τον Ντάνι. Δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι μεταξύ ισοδύναμων ή ισάξιων ομάδων φτάνει ένας παίκτης για να κάνει τη διαφορά στα μεταξύ τους παιχνίδια. Το θέμα είναι τι γίνεται αν δεν είναι ένας, αλλά περισσότεροι. Κακά τα ψέματα, ο Παναθηναϊκός τα τελευταία χρόνια αιμορραγεί προς όφελος του Ολυμπιακού από κάθε άποψη. Ολοι αυτοί που κατά καιρούς έφυγαν -καλή τους ώρα, αφού ήθελαν- δεν αντικαταστάθηκαν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, από καλύτερους ή έστω ισάξιους. Μπορεί αυτοί που παίζουν τώρα κάποτε να γίνουν παικταράδες. Το εύχομαι για το καλό του ποδοσφαίρου. Μέχρι στιγμής όμως, αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων. Ελπίζω προσωρινά.