Ξεμπάρκαρε στη χώρα μας τον περασμένο Γενάρη. Δύσκολα τον ξεχώριζες με τους τόσους ξένους που έρχονται και φεύγουν από τον Αρη σαν τα αποδημητικά πουλιά. Μεταγραφή της τελευταίας στιγμής. Το όνομά του, σιδηρόδρομος: Χαβιέ Εντγκάρντο Μπουσταμάντε Κάμπορα. Ενα «Π» χρήσιμο ώστε να μην ακούγεται συνονόματος με τη ναπολιτάνικη Μαφία. Από την αρχή προοριζόταν για την κορυφή της επίθεσης. Τα ονόματα της προηγούμενης μεταγραφικής περιόδου, Βλοντάρτσικ και Ντελόρτε, «χλόμιαζαν» όλο και περισσότερο έπειτα από κάθε τους εμφάνιση στον αγωνιστικό χώρο.
Δεν έπειθαν και ούτε κατάφεραν τελικά να πείσουν. Η ομάδα παρουσίαζε μεταξύ άλλων πρόβλημα στο σκοράρισμα. Καλά έφτανε, όπως έφτανε, η μπάλα στην επίθεση, αλλά δεν βρισκόταν ο κατάλληλος να τη σπρώξει τη ρημάδα στα δίχτυα. Ο Κόκε κρέμασε την ταμπέλα του πρώην σέντερ φορ στο στήθος και αποτραβήχθηκε σε ρόλο μεσοεπιθετικού. Παρ' όλο που αυτοχαρακτηριζόμενοι ως επιθετικοί συνέχισαν να βρίσκουν δίχτυα με την ίδια συχνότητα που βρίσκεις παπά σε rave party, ο Κάμπορα άργησε να καθιερωθεί. Ή μάλλον ακόμη και τώρα δύσκολα μπορούμε να μιλάμε για καθιέρωσή του σε ρόλο βασικού στην αρχική ενδεκάδα.
Πέρυσι λοιπόν σε 4 μήνες, και για να το κάνουμε πενηνταράκια με 9 συμμετοχές στο ενεργητικό του, κατάφερε να στείλει την μπάλα την καταταλαιπωρημένη από τους συμπαίκτες του πέντε (5) φορές να αναπαυθεί στα αντίπαλα δίχτυα. Καθόλου άσχημο ποσοστό. Αυτό, όμως, που άξιζε της προσοχής δεν ήταν τα τέρματα που πέτυχε, αλλά ο τρόπος επίτευξής τους. Προσωπικά γκολ, παλικαρίσια, που μόνο εύκολα δεν θα μπορούσες να τα χαρακτηρίσεις. Το καλοκαίρι ο Αρης ξαναπήγε στο παζάρι για να αγοράσει ένα σέντερ φορ αξίας.
Ευτυχώς τον Κάμπορα τον κράτησε. Ισως να μέτρησε η ρέντα του, όπως κάποιοι φρόντιζαν να την αποκαλούν, τις τελευταίες αγωνιστικές της περασμένης περιόδου. Μόνο που η ρέντα πηγαίνει με τους ικανούς. Αγόρασε λοιπόν τον Ουρουγουανό Αμπρέου. Μεγάλο όνομα, βαρύ σαν ιστορία. Μόνο το «βαρύ», όσον αφορά το σκαρί του, μέχρι στιγμής έχουμε αντιληφθεί από τα φιλικά και ένα επίσημο ματς που έχει στα πόδια του. Ας μη βιαστούμε να τον κρίνουμε. Αλλά καιρός είναι να σταματήσουμε να αδικούμε και τον Κάμπορα.
Ο τραυματισμός του Αμπρέου τον έφερε και πάλι βασικό στο ντέρμπι με τον Ηρακλή. Ο καλός στρατιώτης από την Αργεντινή έκανε και πάλι το καθήκον του. Δύο γκολ δύσκολα, προσωπικά, με μεγάλη δόση μαγκιάς στην ερμηνεία τους και ένα δοκάρι που του στέρησε το χατ τρικ. Στο πρώτο τέρμα αποφασίζει να καθαρίσει μόνος. Ταλαιπωρεί τον αμυντικό, τον υποχρεώνει σε οπισθοχώρηση και μόλις αντιλαμβάνεται την έξοδο του τερματοφύλακα πλασάρει, γνωρίζοντας ότι πάνω στην κίνηση δύσκολα θα προλάβει να κλείσει τα πόδια του.
Το ένστικτο του στράικερ! Στο δεύτερο, όπως και στη φάση του δοκαριού, περιμένει την κατάλληλη στιγμή, πετιέται μπροστά από τον ψηλότερο αμυντικό που τον μαρκάρει, τον προλαβαίνει, γυρίζει το κορμί, βρίσκει την μπάλα με το κεφάλι και τη σερβίρει πριν ο τερματοφύλακας προλάβει να αντιδράσει. Τον έβλεπα να πανηγυρίζει χαμογελαστός και ένιωσα μέσα μου ότι η φιγούρα του ερχόταν από το παρελθόν. Προσπάθησα να μην τον χάσω από τα μάτια μου και στο επόμενο κοντινό πλάνο της τηλεόρασης, έτσι όπως προσπαθούσε να ξεμαρκαριστεί, βρήκα επιτέλους ποιον μου θυμίζει.
Τον αείμνηστο «Τάπα». Κι είμαι σίγουρος ότι οι πρεσβύτεροι των Αρειανών οπαδών δεν θα με κατηγορήσουν για ιεροσυλία. Εχει το ίδιο στυλ, το ίδιο καλούπι, το ίδιο τσαγανό με τον Βαγγέλη Συρόπουλο, που δυστυχώς στις 12 Φεβρουαρίου του 2002 μας άφησε χρόνους. Εχει ίδια τρέλα να μπουκάρει στις φάσεις και να σκοράρει με τον πιο τρελό και ιδιαίτερο τρόπο. Ας μην κουράζονται πολύ στο «Κλεάνθης Βικελίδης». Ο Αρης, με βεβαρημένο ιστορικό στη συγκεκριμένη θέση της επίθεσης, ακόμη και σε εποχές που διεκδικούσε το πρωτάθλημα, επιτέλους έχει ικανό σέντερ φορ! Το όνομά του είναι Κάμπορα κι όλοι οι άλλοι απλώς ακολουθούν!