Tέλη δεκαετίας του ’70. Ντέρμπι στου Χαριλάου ανάμεσα στον Αρη και τον Παναθηναϊκό. Το γήπεδο κατάμεστο. Οχι όπως τώρα που με δεκατρείς και δεκατέσσερις χιλιάδες εισιτήρια μιλάμε για sold out, time out και άλλες αγγλικούρες. Τότε κατάμεστο σήμαινε είκοσι με είκοσι δύο χιλιάδες κόσμο μέσα και καμία 500ριά για πλάκα απ' έξω να παρακαλούν να ανοίξουν οι πόρτες να μπουκάρουν. Τα κάγκελα έτοιμα να γείρουν, οι κερκίδες να τρίζουν από τα ποδοβολητά. Ο Αρης προηγούνταν 1-0 και ο Παναθηναϊκός έτρεχε για να προλάβει.
Σε κάποια στιγμή η μπάλα κατέληξε συρτά άουτ από τα γκολπόστ του «τριφυλλιού». Ο Μπίλαρος ο Κωνσταντίνου παρακολουθούσε την πορεία της σφαίρας που έχει καταλήξει εκτός παιδιάς -έτσι έλεγαν τότε οι σπορκάστερ στα ραδιόφωνα- και έτρεξε να την προλάβει για να τη στήσει για την επαναφορά. Η μπάλα κύλησε και έφτασε μπροστά σε ένα παιδάκι. Σ’ ένα ball-boy της εποχής.
Τότε στη Σαλονίκη τα έλεγαν «ούζα». Ξέρετε γιατί; Επειδή στην Τούμπα κάποιος σίγουρα μπροστά από την εποχή του έντυνε για διαφημιστικούς λόγους τα πιτσιρίκια που κυνηγούσαν την μπάλα με μπλούζες που πάνω τους έγραφαν τη μάρκα ενός ούζου. «Ούζο 12», συγκεκριμένα. Από εκεί τους το κόλλησαν. Αν τα χρόνια εκείνα σε γήπεδο μιλούσες για ball-boy, τότε ο διπλανός σου σίγουρα θα σε έκοβε με το μάτι στο μηνίγγι πιστεύοντας ότι είσαι «Volkswagen». Οτι δηλαδή δουλεύεις με τη μηχανή από πίσω σαν τους σκαραβαίους της εποχής, ότι δηλαδή το δαγκώνεις το μαξιλάρι!
Η μπάλα λοιπόν κυλούσε προς τη μεριά του «ούζου» κι ο Κωνσταντίνου τού φώναζε να τη σταματήσει. Ο πιτσιρικάς, γνήσιο αλάνι, μακεδονάκι της εποχής περπατημένο, ανοίγει τα πόδια του και την αφήνει να περάσει από κάτω για να κερδίσει χρόνο η ομάδα. Σωστός! Πιο αλάνι και εντελώς αμάσητος ο Κωνσταντίνου τρέχει προς το μέρος του και προσπερνώντας το του καθίζει μια σφαλιάρα γεμάτη και επιταχύνει για να προλάβει την μπάλα. Τέζα ο πιτσιρικάς! Ενα με το χόρτο!
Ολη η κερκίδα πίσω από την εστία του Παναθηναϊκού, η θρυλική την εποχή εκείνη θύρα 1 κουτρουβαλιάζεται στα κάγκελα. Ο Κωνσταντίνου δεν καταλαβαίνει τίποτα. Μαγκώνει την μπάλα και τρέχει να τη στήσει. Τα μπουκάλια ίπτανται, φεύγουν και μερικά τρανζίστορ, ξύλα, καφέδες και το μπινελίκι πέφτει σύννεφο. Οι γιατροί από τον πάγκο του Αρη τρέχουν να δουν τι έχει ο πιτσιρικάς. Η μισή θύρα 1 έχει σκαρφαλώσει στα κάγκελα που γέρνουν σαν τις λεύκες και απειλεί να μπουκάρει.
Ο Κωνσταντίνου εκτελεί το άουτ και γυρίζει στην κερκίδα που βράζει. Πολλά χρόνια πριν ο μπριόζος Λε-Πα τραγουδήσει το σουξέ γεμάτο με υπονοούμενα «άμα δεις τι κουβαλάω μέσα στο σλιπάκι μου…», ο Μπίλαρος δείχνει στους οπαδούς του Αρη χωρίς γαρνιτούρες και υπονοούμενα τι κουβαλάει μέσα στο σορτσάκι του. Τα αλάνια από το πέταλο κάνουν ντου, πατάνε χόρτο και ετοιμάζονται να ξεπλύνουν την ντροπή. Το υπόλοιπο γήπεδο συντονίζεται μουσικά και όπως συνέβαινε πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, τη νύφη την πληρώνει η… Μάρθα Καραγιάννη!
Το ματς διακόπτεται, ευτυχώς όχι οριστικά. Ηταν η εποχή που όλα ήταν καθαρά και ξάστερα. Ξέραμε ποιοι ήταν οι «αλήτες», ποιοι οι τσαμπουκάδες και ποιανών η καρδιά τους το έλεγε πραγματικά. Δεν συμφωνούσαμε μαζί τους, αλλά αντίπαλοι ή μη σε μερικά τούς παραδεχόμασταν γιατί ξέραμε με ποιους είχαμε να κάνουμε. Τώρα γεμίσαμε απλώς με παιδιά που δεν ξέρουν να συγκρατούν τα νεύρα τους.
Κανείς δεν φταίει και κανείς δεν έκανε τίποτα! Ούτε ο Γκαρσία που με την αγκωνιά του θα γελούσε ο Μπίλαρος, φωνάζοντας: «Ρίχ' την τουλάχιστον καλά, στα γεμάτα!», ούτε ο Σιμάο που πέταξε την μπάλα στα μούτρα του πιτσιρικά. Ούτε βέβαια κι ο πιτσιρικάς που με τα χρόνια αναβαθμίστηκε και από «ούζο» έγινε ball-boy και δεν ψυλλιάστηκε τη φάση να παρατήσει την μπάλα και να φύγει.