Δικαίωμα του Ερνέστο Βαλβέρδε, όπως και κάθε προπονητή, είναι να βάζει και να βγάζει από την ομάδα όποιον παίκτη γουστάρει. Δικαίωμά του επίσης είναι να αγανακτεί με την αγωνιστική συμπεριφορά ενός παίκτη και να τον αποσύρει, όχι από το πρώτο εικοσάλεπτο, αλλά από το πρώτο δευτερόλεπτο, αν κρίνει ότι αυτό είναι το σωστό. Δικαίωμα του ασυζητητί να επιλέγει ποιους θα πάρει στην αποστολή και ποιους θα στείλει να δουν το ματς από την κερκίδα. Στον κατάλογο των δικαιωμάτων ενός κόουτς προσθέστε οτιδήποτε άλλο κρίνετε αναγκαίο για την άσκηση των καθηκόντων του. Το μόνο που εγώ προσωπικά δεν θα μπορούσα να προσθέσω και συνεπώς να δεχθώ, είναι το δικαίωμα να προσβάλλει έναν ποδοσφαιριστή, και μάλιστα μπροστά στους συναδέλφους του.

Αδυνατώ να καταλάβω λοιπόν, κυρίως για λόγους ιδεολογικούς, γιατί η σκληρή φράση του Βαλβέρδε προς τον Λέτο «Ντρέπομαι για σένα» εμπεριέχει κάτι το δίκαιο. Οσο σιχαίνομαι και καταδικάζω το σταριλίκι ενός ποδοσφαιριστή που τον οδηγεί να αντιδρά στη δριμεία κριτική ή παρατήρηση του προπονητή του, λέγοντάς του να απομακρυνθεί γιατί βρομάει το στόμα του, ή τον γράφει στα φρύδια του επιδεικτικά, ή, ακόμη ακόμη, τον βρίζει και αποχωρεί, άλλο τόσο σιχαίνομαι και καταδικάζω την υπέρμετρη συμπεριφορά ενός κόουτς η οποία σκοπό έχει να μειώσει έναν ποδοσφαιριστή.

Ο Λέτο δυσανασχέτησε για την αντικατάστασή του και πέταξε μακριά τις καλαμίδες του. Δεν αντιμίλησε όμως. Στο «δίκαιο» «Ντρέπομαι για σένα», απάντησε με τη φράση: «Πες μου τι έκανα;», που τη θεωρώ πολύ φυσιολογική.

Συμφωνώ ότι ο Αργεντινός θέλει δέκα μπάλες μόνος του. Να βάλω κι άλλες δέκα μπάλες για τους πιο αυστηρούς, να τις κάνω είκοσι. Συμφωνώ επίσης ότι ο υπερβολικός ζήλος και η ανάγκη του να επιδείξει τις αγωνιστικές του ικανότητες, που θα τον φέρουν πάλι πίσω στο μεγάλο λιμάνι της Αγγλίας, τον οδηγούν να μετατρέπει ένα ομαδικό άθλημα, όπως το ποδόσφαιρο, σε ατομικό.

Από την άλλη, όμως, δεν μπορώ να παραβλέψω το γεγονός ότι το ματς ήταν φιλικό. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι του κατέβει. Γι' αυτό πολύ καλά έκανε ο Βαλβέρδε και τον τράβηξε στον πάγκο. Εως εκεί όμως. Ποιος ο λόγος να προσπαθήσει να τον μειώσει, επειδή σε ένα φιλικό ματς δεν «συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις»; Ας τον πάρει μετά το παιχνίδι μαζί του και ας του εξηγήσει ιδιαιτέρως το πρόβλημα. Κι αν πάλι δεν καταλάβει ο Λέτο, ας τον στείλει στην κερκίδα, και μάλιστα στα κάτω διαζώματα, για να ζορίζεται να βλέπει. Ο Λέτο επ' ουδενί δεν επιτρέπεται να βάζει τον εαυτό του πάνω από την ομάδα, αλλά το ίδιο ισχύει και για τον Βαλβέρδε. Αλλο αυστηρότητα κι άλλο έλλειψη σεβασμού. Κι όταν οι ποδοσφαιριστές αντιληφθούν ότι δεν τους σέβεται ο προπονητής, τότε εύκολα γκρεμίζονται οι ισορροπίες.

Κλείνω με μια απορία: αν ο Βαλβέρδε αγανακτεί κατά τη διάρκεια ενός φιλικού παιχνιδιού σε τέτοιο βαθμό που τον οδηγεί να προσβάλλει ανοιχτά έναν ποδοσφαιριστή, τότε σ' ένα επίσημο ματς, στο οποίο κρίνεται η ευρωπαϊκή τύχη της ομάδας του, πώς έπρεπε να αντιδράσει στην αγωνιστική εικόνα που παρουσίασε ο Οσκαρ; Η απορία είναι ρητορική. Θα καταδίκαζα πάντως το γεγονός σε περίπτωση που υιοθετούσε την ίδια συμπεριφορά απέναντι στον συμπατριώτη του.

Πρόχειρο ΤΕΤΡΑΔΙΟ

Λάθος πρόσωπο!

Συμφωνώ απόλυτα με τον τίτλο στο πρωτοσέλιδο της χθεσινής «Ελευθεροτυπίας». Πέρα βρέχει για έναν πρωθυπουργό, ο οποίος προσπάθησε να μας πείσει –μεταξύ άλλων– ότι, αν δεν ήμασταν γρουσούζηδες και γκρινιάρηδες και δεν θα ξεσηκωνόμασταν για το τίποτα, θα αφήναμε την πεθερά του Βουλγαράκη να αναπτύξει τις επιχειρηματικές της πρωτοβουλίες κι έτσι στο τέλος θα βρισκόμασταν όλοι με δύο-τρία ακίνητα. Αλλά πότε κοίταξε το συμφέρον του ο Ελληνας; Εχω μια απορία. Αφού ο Καραμανλής απαντούσε στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων σαν να ήταν ρεπλίκα του Ρουσόπουλου, οι δημοσιογράφοι γιατί δεν ρωτούσαν απευθείας τον Ρουσόπουλο μήπως και βγάλουν καμιά είδηση;

ΑΟΡΑΤΕΣ ΠΑΡΕΕΣ

Ε, ρε γλέντια!

Ο Στέφανος Τσιτσόπουλος στην τελευταία «Athens Voice» γράφει για τη Θεσσαλονίκη, τη σκοτεινή αυτή πόλη, που δεν την πιάνουν τα φώτα των εγκαινίων της Εκθεσης.

«Τα έργα για την υποθαλάσσια μπλοκαρισμένα και κυριολεκτικά μια τρύπα στο νερό, το κέντρο μια ποντικοπαγίδα γεμάτη τρύπες, έλλειψη πάρκινγκ και καταδυναστευμένο από ορδές ποτάκηδων και φραπογαλιστών, που τίποτα, μα τίποτα δεν μπορεί να διαταράξει τη ραχατλίδικη ευδαιμονία του "so what, life goes on". Για πού ακριβώς, θα σας γελάσω. Πάντως το 17% του κυρίου Γιάννη Μπουτάρη δεν αρκεί για ανατροπές, τα αυτοκόλλητα των "Street Panthers" με το σλόγκαν "Είμαι γάιδαρος, παρκάρω όπου γουστάρω" κολλημένο στο παρμπρίζ δεν αρκούν για να αποκτήσει ο μέσος παραιτημένος στην ευδαιμονία του Θεσσαλονικιός συνείδηση αλλαγής. Τι μένει; Οι κυρίες που πλημμυρίζουν τη Μητρόπολη, Ανθιμος, μακεδονομάχοι και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις, Μεγαλέξανδροι και μνημόσυνα, περασμένα μεγαλεία, που διηγώντας τα να κλαις.

Υπάρχουν βέβαια και οι αιθεροβάμονες. Αυτοί που σου μιλούν για το παράδειγμα της Βαρκελώνης και του Μιλάνου, του Μάντσεστερ και της Λυών. Κανείς τους όμως δεν σκέφτεται πολιτικά. Δεν αλλάζουν οι πόλεις μόνο με ξυλοπόδαρους στον δρόμο και ντιζαϊνάτες μπουτίκ, καλαίσθητα αρχιτεκτονικά οικοδομήματα και νέους καλλιτέχνες που παίζουν μουσική στη γωνία. Απαιτούνται εξωστρέφεια και πολιτικές αποφάσεις, σύνδεση πανεπιστημίων και πόλης, υποδομές χωρίς καθυστερήσεις και γραφειοκρατικά μπλοκαρίσματα. Ολα αυτά τα χρόνια στη Θεσσαλονίκη διαχειρίζονται το μέλλον λίγοι και εκλεκτοί, οι οποίοι δείχνουν να μην ενδιαφέρονται για τίποτα άλλο πέρα από το να μην αλλάξει τίποτα. Ακινησία, ωχαδελφισμός, φραπεδάκια και συμφέροντα αμίλητα, ακούνητα, απρόθυμα».

Οταν πριν από 13 χρόνια ο Στέφανος Τσιτσόπουλος παρουσιαζόταν ως νεοσύλλεκτος στην πόλη, τού τα έλεγα τα χάλια μας και χαμογελώντας –η αλήθεια είναι– με φώναζε τσαντίλα και γκρινιάρη. Τώρα πιστεύω να καταλαβαίνει ποια ανάγκη οδήγησε τους Αγαμους Θύτες να γράψουν τον στίχο: «Δέκα κώλοι, όλοι κι όλοι / τη ρημάξανε την πόλη». Ο,τι πιο εύστοχο έχει γραφτεί για την κατά τ' άλλα –μη χέσω– συμπρωτεύουσα!

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube