Οταν οι ρόδες του «σιδερένιου πουλιού» άρχισαν να γρατζουνούν το έδαφος, ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο του ποδοσφαιριστή Ντιόγο. Στη σκάλα του αεροπλάνου ένιωσε τα πόδια του να τρέμουν σαν το φρουί ζελέ στην πιατέλα λίγο πριν σερβιριστεί. Μπροστά του μια ανθρωποθάλασσα τον χειροκροτούσε θερμά.

Το τραγούδι που του αφιέρωναν στην κυριολεξία τον μάγευε: «Ντιόγο, Ντιόγο, τον καημό μου τον μετράω και πονώ κι είναι το παράπονό μου, πότε, Ντιόγο, θα σε δω, πότε, Ντιόγο, θα σε δω».

Τότε ήταν που ο Βραζιλιάνος έσκυψε, φίλησε το χώμα και, με όση φωνή μπορούσε να «κλέψει» από τη συγκίνηση που τύλιγε σώμα και μυαλό, φώναξε στο πλήθος με σηκωμένα τα χέρια: «Δεν είμαι απλώς ''γαύρος'', γεννήθηκα ''γαύρος!''».

Οι δημοσιογράφοι, επειδή θεώρησαν τη φράση μεγάλη κι επειδή, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, το μυαλό τους το είχαν στο πώς θα κλείσουν το ρεπορτάζ όσο το δυνατόν γρηγορότερα, έφτιαξαν την ιστορική φράση στα μέτρα τους. «Είμαι ''γαύρος''». Αυτό δημοσιεύτηκε στον Τύπο, μικραίνοντάς την από κάθε άποψη.

Στη συνέντευξη ο παίκτης, καταβάλλοντας υπεράνθρωπες προσπάθειες να νικήσει την εξάντληση από το πολύωρο ταξίδι αλλά και τις κακές μνήμες, εξήγησε τη δραματική περιπέτεια της «αιχμαλωσίας» του από την Πορτουγκέσα.

Πώς δηλαδή οι άνθρωποι της ομάδας τον είχαν κλεισμένο στο άντρο τους, αποκομμένο από τον έξω κόσμο, προσφέροντάς του λιγοστό φαΐ και νερό, και πώς τον άφηναν ελεύθερο μόνο τις Κυριακές στο γήπεδο. Μετά το πέρας του παιχνιδιού με κλειστά τα μάτια τον μετέφεραν και πάλι στο κρησφύγετό τους.

Πώς ρωτούσε κάθε τόσο να μάθει για το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού και οι άνθρωποι της Πορτουγκέσα τού απαντούσαν πως η ομάδα δεν έχει δώσει σημεία ζωής και πως καλά θα κάνει να συμβιβαστεί με την ιδέα της «αιχμαλωσίας» του, μια και δύσκολα οι Ελληνες θα έβρισκαν τα λεφτά για τα «λύτρα» που θα οδηγούσαν στην απελευθέρωσή του. Για να τον βασανίσουν ακόμη περισσότερο και να του σπάσουν τελείως το ηθικό τον έβαλαν με το ζόρι να δει το παιχνίδι με την Ανόρθωση τριάντα φορές χωρίς σταματιμό, αλλά ο Ντιόγο κλοτσούσε και έφτυνε την τηλεόραση, ουρλιάζοντας ότι το ματς αυτό είναι προϊόν μοντάζ.

Πού να φανταστεί ο άνθρωπος ότι αυτό το χάλι συνέβη στην πραγματικότητα και το έφτιαξαν από κοινού παίκτες και Βαλβέρδε.

Κάποτε τα λεφτά για τα «λύτρα» έφτασαν. Τη μέρα αυτή που απέκτησε και πάλι την ελευθερία τη θεωρεί τη σημαντικότερη της ζωής του.

Η μητέρα του στο σημείο αυτό παρενέβη για να ευχαριστήσει όλους τους φορείς που συνέβαλαν στην απελευθέρωση του γιου της έπειτα από ομηρία 34 ημερών. Το Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, τη Διεθνή Αμνηστία, τη Unisex, τον σύλλογο Ασέμνων Γυναικών, τους Ποδοσφαιριστές Χωρίς Σύνορα, τους Πυξ Λαξ, τον Νταλάρα και μόνο που το σκέφτηκε και, τέλος, τον Σύλλογο Παραδοσιακών Καπλαματζήδων –οι τελευταίοι που χρησιμοποιούν κόλα στον καπλαμά και δεν τον πιρτσινώνουν.

Ο γενικός διευθυντής της ΠΑΕ Ολυμπιακός αρκέστηκε σε μία μόνο φράση. Πως αυτά δεν γινόταν επί ΠΑΣΟΚ. Και πως, αν ήταν το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, η απελευθέρωση του ποδοσφαιριστή θα είχε γίνει πολύ πιο γρήγορα.

Τώρα γνωρίζετε τα πάντα για το μεταγραφικό σίριαλ του καλοκαιριού.

Πρόχειρο ΤΕΤΡΑΔΙΟ

Μόνο να γελάς αξίζει

Ετσι ακριβώς! Μόνο για γέλια είμαστε. Πήγαμε να κάνουμε βρομοδουλειά στα κρυφά να μην μας καταλάβουν και τσάκωσαν δεκαπέντε. Αν η ποτοαπαγόρευση γινόταν στην Ελλάδα, άτομο δεν θα έμενε έξω. Θεωρώ επίσης πολύ φυσιολογικό στις μέρες μας στον ελληνικό αθλητισμό κάποιοι να γνωρίζουν καλύτερα τους κινδύνους από τη χρήση των αναβολικών από αυτή των ιδανικών. Με τα δεύτερα δεν πας και πολύ ψηλά. Με τα πρώτα τουλάχιστον μια μεγάλη διάκριση θα την έχεις. Αν το παρακάνεις βέβαια θα σε πιάσουν. Από το να σε πιάσουν όμως βλάκα γιατί προτίμησες τα ιδανικά, τότε καλύτερα τα αναβολικά.

ΑΟΡΑΤΕΣ ΠΑΡΕΕΣ

Pop Art Radovan

Αν ζούσε ο Aντι Γουόρχολ θα μιλούσε για ιδιοφυή ιδέα. Πρακτορείο στη Σερβία το Vekol Tours σε ξεναγεί στα μέρη που έζησε, κρυπτόμενος ως Ντράγκαν Ντάμπιτς, ο ηγέτης των Σέρβων Ράντοβαν Κάραζιτς.

Η περιήγηση-ξενάγηση ξεκινάει από το μπλοκ πολυκατοικιών αριθμός 267, διαμέρισμα νούμερο 19 της οδού Γιούρι Γκαγκάριν στο Νέο Βελιγράδι, όπου διέμενε για χρόνια ο Κάραζιτς ή καλύτερα ο εναλλακτικός ψυχίατρος Ντράγκαν Ντάμπιτς και συνεχίζει ακολουθώντας τις συνηθισμένες διαδρομές και τα στέκια του Ράντοβαν καταλήγοντας στο Λούντα Κούτσα ελληνιστί Τρελό Σπίτι.

Ενα μικρό ξύλινο καφενείο μόλις 50 μέτρα από το σπίτι του στο οποίο ο Κάραζιτς έτρωγε, έπινε, μοιραζόταν τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του με τους γείτονες, έχοντας γύρω του τις φωτογραφίες του Μλάντις, του Μιλόσεβιτς αλλά και του ίδιου 13 και κάτι χρόνια νεώτερος.

Πρόσφατα μάλιστα πληροφορήθηκα ότι οι Σέρβοι κάνουν καλύτερες τιμές στους Έλληνες που θέλουν να ακολουθήσουν την περιήγηση. Μη διστάζετε.

Αξίζει να δείτε από κοντά την κρυψώνα, την οποία οι μυστικές δυνάμεις των συμμάχων αδυνατούσαν να εντοπίσουν.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube