Δύο πράματα μου έκαναν εντύπωση το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε. Το πρώτο έχει να κάνει με μια φωτογραφία η οποία ακόμα ταξιδεύει στα γαλήνια νερά του αμφιβληστροειδούς μου χιτώνα. Απαθανάτιζε τον Παναγιώτη Γιαννάκη και τον Σπύρο Καβαλιεράτο κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που παραχώρησε στη «SportDay» ο κόουτς της Εθνικής. Αν η φωτό ήταν ασπρόμαυρη, θα στοιχημάτιζες ότι προέρχεται από προχώ ρομάντζο της δεκαετίας του '50. Το βλέμμα του Καβαλιεράτου, πιο γνωστού στην πιάτσα ως «εχθρός του κουρέα», σου φέρνει στον νου τον τρόπο με τον οποίο κοίταζε ο George Peppard την Audrey Hepburn στη ρομαντική ταινία «Breakfast in Tiffany’s», το σενάριο της οποίας βασίστηκε στην ομώνυμη νουβέλα του Truman Capote και σκηνοθέτησε για τον κινηματογράφο ο μεγάλος Blake Edwards. Ενα βλέμμα γεμάτο θαυμασμό, συναίσθημα, απροσδιόριστη εκτίμηση, απορία κι έντονη αμηχανία. Οταν υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος που κοιτάζει με αυτόν τον τρόπο τον προπονητή της Εθνικής, είναι να απορείς πώς συγκεκριμένοι επαγγελματίες πικρόχολοι γράφουν τα χειρότερα για τις επιλογές του. Αν δεν σέβονται τον κόουτς της Εθνικής και την ιστορία του, ας σεβαστούν τουλάχιστον το βλέμμα του Καβαλιεράτου. Γιατί τα βλέμματα γράφουν ιστορία, και μάλιστα σημαντική. Η ματιά της Μόνα Λίζα έκανε τον πίνακα παγκοσμίως γνωστό, και όχι η τεχνοτροπία και το όνομα του διάσημου ζωγράφου.
Το δεύτερο έχει να κάνει με το άρθρο του φιλαλήθους Τάσου Νικολογιάννη σχετικά με το deal του αιώνα! Αυτό του Παναθηναϊκού με τη Αρσεναλ για την απόκτηση του Βραζιλιάνου άσου Ζιλμπέρτο Σίλβα. Ο Νικολογιάννης, όπως συνηθίζεται άλλωστε σε ανάλογες περιπτώσεις, θα μπορούσε να χρεώσει όλη την επιτυχία της μεγάλης αυτής μεταγραφής αποκλειστικά και μόνο στους χειρισμούς της «πράσινης», ενιαίας και αδιαίρετης, διοίκησης. Ομως ο έμπειρος ρεπόρτερ του Παναθηναϊκού δεν άφησε να συμβεί κάτι τέτοιο. Στο αποκαλυπτικό του ανάγνωσμα έφερε στο φως, απονέμοντάς του τα εύσημα, τον άνθρωπο–φάντασμα που κρυβόταν επιμελώς τόσον καιρό πίσω από την τεράστια αυτή μεταγραφική επιτυχία.
Δεν είναι άλλος από τον άνθρωπο που το παλάτι του Μπάκινγχαμ τού ανήκει εξ ολοκλήρου, αλλά σε μια κρίση χουβαρντοσύνης το παραχώρησε στη Μεγαλειότατη. Δεν θα το άντεχε σε κάθε επίσκεψή του στο Λονδίνο να τη βλέπει να καταπίνει γουλιά γουλιά την περηφάνια της και να ζει στο νοίκι. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που, ζώντας στην πρωτεύουσα της Αγγλίας, έχουν ακούσει τους κατοίκους να ισχυρίζονται ότι στο Λονδίνο βρέχει όταν ο Μπότος δεν είναι εκεί. Κι αυτό γιατί η πόλη θρηνεί. Στον Ελβις Πρίσλεϊ των μάνατζερ, τον Κώστα Μπότο, λοιπόν, τηλεφώνησε ο Αρσέν Βενγκέρ, για να του αποκαλύψει ότι την προσεχή περίοδο ο Βραζιλιάνος δεν είναι στα πλάνα του, και αυτός κατόπιν έκανε το παν, ώστε ο Βραζιλιάνος να υπογράψει στον Παναθηναϊκό. Ο Αλσατός παρακολουθεί τον Μπότο ανελλιπώς από την εποχή που ο «Ομπραξ» ήταν το πρώτο σε κυκλοφορία εικονογραφημένο περιοδικό κινουμένων σχεδίων. Στο δωμάτιό του επίσης θα βρεις ολόσωμη αφίσα του Κωστή Μπότου από το «Δυναμικό Αγόρι», την εποχή που είχε τα δικαιώματα του Κύπριου στράικερ Οκκά. Η αλήθεια επίσης είναι ότι ο Βενγκέρ κομπλάρει όταν είναι να μιλήσει με τον Μπότο. Δεν είναι εύκολο να συνομιλείς με έναν μάνατζερ που χειρίζεται την αγγλική σαν μητρική γλώσσα και τα ελληνικά απλώς τα έμαθε για να διευκολύνει την ενσωμάτωσή του στο κοινωνικό σύνολο. Κι από την άλλη, εσύ ο επί χρόνια προπονητής της λονδρέζικης Αρσεναλ να μιλάς τα αγγλικά χειρότερα κι από τον επιθεωρητή Κλουζό. Η αλήθεια λοιπόν είναι μία και μοναδική, και την έγραψε μόνο ο Τάσος Νικολογιάννης. Και η αλήθεια λέει: «Νο Μπότος, Νο Ζιλμπέρτο». Καταλάβατε;