Ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος έκλεισε στον ΠΑΟ, ο Αβραάμ Παπαδόπουλος βρίσκεται σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις και στη Θεσσαλονίκη επικρατεί εκνευρισμός. Με αφορμή αυτά τα γεγονότα, θέλω να καταθέσω μερικές σκέψεις που αφορούν φράσεις-κλισέ οι οποίες χρησιμοποιούνται κατά κόρον κατά τη διάρκεια της μεταγραφικής περιόδου.
• Μία ομάδα δεν παραχωρεί ποτέ τους παίκτες-σημαία. Σωστό, αλλά με την προϋπόθεση ότι οι ίδιοι οι παίκτες επιθυμούν να παραμείνουν στον σύλλογο. Για να παραμείνουν, δεν είναι μόνο το οικονομικό που θα μετρήσει στην απόφασή τους, αλλά κυρίως αν η ομάδα ικανοποιεί τις ποδοσφαιρικές φιλοδοξίες τους. Για το τελευταίο την ευθύνη στο ακέραιο δεν φέρουν μόνο οι παίκτες, αλλά και οι διοικούντες.
• Μία ομάδα αποδυναμώνεται όταν παραχωρεί ένα βασικό της στέλεχος. Σωστό. Είναι όμως σε θέση με τα λεφτά που θα αποκτήσει από την πώληση του παίκτη να τον αντικαταστήσει με κάποιον ισάξιο. Αρκεί να έχει το κύρος να προσεγγίσει ποδοσφαιριστές ανάλογης ποιότητας με αυτούς που παραχωρεί. Αν αυτή τη δυνατότητα δεν την έχουν οι ομάδες της Θεσσαλονίκης, γι' αυτό δεν ευθύνονται οι παίκτες που φεύγουν ή οι παίκτες που δεν έρχονται, αλλά οι διοικήσεις.
• Οι μεγάλες ομάδες ή οι ομάδες που θέλουν να γίνουν μεγάλες δεν παραχωρούν βασικούς ποδοσφαιριστές τους. Λάθος. Σε οποιοδήποτε διοικητικό συμβούλιο πραγματικά μεγάλης ομάδας και αν προφέρεις αυτή τη φράση, θα καταλάβουν ότι μάλλον προέρχεσαι από κάποια μικρότερη. Οι μεγάλοι σύλλογοι είναι πάντα στο παιχνίδι της αγοράς, δίνουν παίκτες, αλλά τους αντικαθιστούν με ικανότερους. Δεν κρατούν κανένα με το ζόρι ούτε και παρακαλάνε. Η δύναμη αυτή προέρχεται από την οικονομική τους ευρωστία.
Αρα όποια σχετική συζήτηση με αντικείμενο τα τρία παραπάνω σημεία ανήκει στη σφαίρα της φιλολογικής συζήτησης ή, για να το πούμε πιο απλά, «να 'χαμε να λέγαμε». Ας μην κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους. Αν ο Αρης και ο ΠΑΟΚ είχαν χρήματα για να τους αντικαταστήσουν, σιγά που θα τους ένοιαζε αν έφευγαν ο Αβραάμ και ο Λάζαρος για άλλες πολιτείες. Θα αγόραζαν τον Πέτρο και τον Ισαάκ, που θα ήταν καλύτεροι και η υπόθεση θα τελείωνε κάπου εκεί. Η ανησυχία στις τάξεις των φιλάθλων προέρχεται από το γεγονός ότι μέσα τους ξέρουν καλά ότι και τα χρήματα αυτά από τις μεταγραφές θα πάνε για να μπαλώσουν διάφορες τρύπες. Και εκτός από αυτό γνωρίζουν -έστω και αν δεν θέλουν να το παραδεχτούν ανοιχτά- ότι οι διοικήσεις έχουν μικρές οικονομικές δυνατότητες. Η δε καούρα των διοικούντων είναι να μη φανούν ότι έπεσαν αμαχητί, φτηνοί στα μάτια του κόσμου. Κάτι από τις κρατικές χορηγίες, κάτι από τηλεοπτικά δικαιώματα, κάτι από τα διαρκείας, έτσι για να βγει η χρονιά. Να πουλάμε στον κόσμο που τον εκπαιδεύσαμε να προσαρμόζεται στα τοπικά στάνταρ, που εμείς δημιουργήσαμε, παραγοντιλίκι και μεγαλοϊδεατισμό που δεν κοστίζει τίποτα… και η ζωή συνεχίζεται! Αυτά τα έσοδα είναι αρκετά για να βγάλεις τη χρονιά αξιοπρεπώς, αλλά πολύ λίγα για να καταστήσεις ένα σύλλογο πρωταγωνιστή. Στη Θεσσαλονίκη όμως τα τελευταία χρόνια πρωταγωνιστής θεωρείται ο σύλλογος που ανήκει στον λαό του. Οπότε μπροστά σε αυτή την ύψιστη διάκριση οι τίτλοι και οι άλλες κατεστημένες διακρίσεις περισσεύουν. Οι σύλλογοι που προοδεύουν σε Ελλάδα κι εξωτερικό δεν ανήκουν στον λαό τους, αλλά σε κάποιον ή κάποιους λαλάκες που τα χώνουν χωρίς να είναι σε θέση να γνωρίζουν ότι αυτό που διοικούν είναι ΙΔΕΑ.