Ποιοι θα παίξουν απόψε δεν με ενδιαφέρει. Το πώς θα παίξουν είναι αυτό που με απασχολεί. Το αν θα κάτσουν πίσω ταμπουρωμένοι, χωρίς διάθεση να βγουν από το καβούκι τους, πετώντας την μπάλα μακριά, έτσι για να συμπληρωθούν τα 90 λεπτά να τελειώνει το μαρτύριο. Βουτηγμένοι στη μιζέρια και την ηττοπάθεια. Θα προτιμούσα να δω την Εθνική στο αποχαιρετιστήριο παιχνίδι της να τολμά, να δημιουργεί, να κερδίζει τουλάχιστον τις εντυπώσεις, μια που δεν κατάφερε να κερδίσει κάτι πιο ουσιαστικό. Ετσι θα έχουμε κάτι καλό να θυμόμαστε από αυτή τη διοργάνωση. Ακόμη και η Αυστρία για πολλούς, όχι άδικα, η πιο αδύναμη ομάδα του τουρνουά αποχαιρέτησε τον θεσμό αποδίδοντας καλό ποδόσφαιρο.
Αυτό που επίσης δεν με ενδιαφέρει είναι η επόμενη μέρα. Αν θα μείνει ή θα φύγει ο Ρεχάγκελ, ποιοι θα συνεχίσουν και ποιοι θα πουν το στερνό αντίο. Αν με ενδιαφέρει κάτι όσον αφορά την επόμενη μέρα είναι να αλλάξουμε αγωνιστικό προσανατολισμό και να αποκτήσουμε επιτέλους ταυτότητα. Αν θα αναγράφεται πάνω της το θρήσκευμα ή όχι, δεν με αφορά. Το ζητούμενο είναι η ταυτότητα.
Η συζήτηση για την επόμενη μέρα δεν μπορεί να ξεκινήσει, αν δεν κλείσουμε οριστικά το κεφάλαιο... προηγούμενη μέρα. Αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να πάμε το βίντεο της ζωής πίσω και να ξεκινήσουμε από την επόμενη μέρα όχι της τρέχουσας διοργάνωσης, αλλά της Πορτογαλίας.
Σε αυτό το Euro δεν λάβαμε καθόλου μα καθόλου υπόψη μας τρία βασικά στοιχεία που έχουν σχέση με τον παρελθόντα χρόνο, και το γεγονός αυτό μας οδήγησε στο «ναυάγιο».
Ποια ήταν αυτά; Πρώτον, πάνω στη χαρά και στη μέθεξη της επιτυχίας 4 χρόνια πριν, αρνηθήκαμε να παραδεχθούμε από κουτοπερηφάνια ότι ο άθλος στην Πορτογαλία επιτεύχθηκε σε μια διοργάνωση στην οποία κατά γενική και ψύχραιμη ομολογία το επίπεδο του ποδοσφαίρου που παίχτηκε τότε ήταν χαμηλό. Μόνο ο Γιάννης Διακογιάννης τόλμησε τις μέρες της ευφορίας και της εθνικής ανατάσεως να το επισημάνει και έπεσαν πάνω του να τον φάνε. Το γεγονός αυτό δεν μειώνει επ' ουδενί την επιτυχία μας. Καλά κάναμε και το εκμεταλλευτήκαμε. Αλλά από την άλλη οφείλαμε να λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη μας ότι είναι λίγο δύσκολο έως απίθανο για δύο συνεχή Euro να αποδώσουν οι ομάδες ποδόσφαιρο κάτω του μετρίου. Συνεπώς, εμείς θα έπρεπε να παρουσιαστούμε βελτιωμένοι και ανταγωνιστικότεροι, αλλάζοντας προς το καλύτερο την αγωνιστική μας φιλοσοφία. Πρώτος απ' όλους δεν συνειδητοποίησε το γεγονός ο ίδιος ο Ρεχάγκελ. Φαίνεται εξάλλου από τις δηλώσεις του. «Πάμε να δείξουμε ότι τίποτα δεν ήταν τυχαίο το 2004, πάμε να φοβήσουμε την Ευρώπη (ακόμη τρέμει), να δείξουμε ότι με τη σωστή τακτική τα θαύματα μπορούν να επαναληφθούν». Αυτά δήλωνε. Ποια είναι όμως η σωστή τακτική, κόουτς; Αυτή των προκριματικών; Η φωτοκόπια δηλαδή της αγωνιστικής τακτικής του Euro της Πορτογαλίας; Μόνο που τα προκριματικά διαρκούν περίπου 3 χρονάκια, ενώ η τελική διοργάνωση, όπως πικρά διαπίστωσες, κόουτς, μόλις… δύο εργάσιμες μέρες! Δεν είναι κάθε μέρα Πασχαλιά. Σοφή παροιμία που ο Τοπαλίδης όφειλε να τη μεταφράσει κάποτε στον Ρεχάγκελ.
Δεύτερον, μετά την ολοκλήρωση μιας αγωνιστικής περιόδου με την κούραση και το βάρος των υποχρεώσεων στην πλάτη τους, οι διεθνείς μας για πρώτη φορά στην καριέρα τους βρέθηκαν σε μια μεγάλη διοργάνωση στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και των απαιτήσεων. Διπλό συνεπώς φορτίο, που μόνο η εμπειρία ανάλογων περιστάσεων μπορεί να σε βοηθήσει να αντεπεξέλθεις. Καμία σχέση με την Πορτογαλία, όπου απλώς όφειλαν να κάνουν ό,τι καλύτερο περνούσε από τα πόδια τους και να απολαύσουν τη χαρά του παιχνιδιού. Από τις δηλώσεις των παικτών εύκολα διαπιστώνεις πόσο μπερδεμένοι ήταν. Αλλοι μιλούσαν για επανάληψη του θαύματος, άλλοι για τη χαρά του παιχνιδιού, άλλοι για ανταγωνιστικότητα και άλλοι για το άγχος να σε περιμένουν στη γωνία μόλις στραβώσει κάτι. Συνεπώς δεν δουλέψαμε σωστά και υπεύθυνα ούτε στον τομέα «ψυχολογική προετοιμασία».
Τρίτον, όταν σε όλη τη διάρκεια των προκριματικών έχεις κάνει τον αυτοσκοπό σημαία, σε νοιάζει μόνο να προκριθείς -διότι δεύτερη αποτυχία έπειτα από αυτή του αποκλεισμού στο Μουντιάλ δεν χωράει- και έχεις να επιδείξεις μόνο ένα ματς στο οποίο έχεις παίξει καλή μπάλα, αυτό με την Τουρκία στην Κωνσταντινούπολη, τότε το να περιμένεις ότι ξαφνικά στην τελική φάση θα αποδώσεις ποδόσφαιρο αξιώσεων ισοδυναμεί με την απαίτηση να θέλεις σε σκυλάδικο να ακούσεις Τουραντό. Ρωτήστε όποιον έχει παίξει ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου, έστω και μία σεζόν, πόσο εύκολο είναι για ομάδα που έχει μάθει να αποδίδει σε ένα στυλ παιχνιδιού -στην προκειμένη περίπτωση οι κόντρα επιθέσεις- να αλλάξει και να γίνει π.χ. επιθετικότερη. Το να μπορείς να αλλάζεις τον ρυθμό σου κατά τη διάρκεια ενός παιχνιδιού με επιτυχία, που επιτυχία σημαίνει να μη δημιουργείς κενά στις γραμμές σου, είναι από τα πιο δύσκολα πράγματα στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Και να θέλαμε λοιπόν να παίξουμε διαφορετικά σε αυτό το Euro, πάλι στον ίδιο παρονομαστή θα φτάναμε. Ο χρόνος εμπέδωσης μιας νέας τακτικής (όχι ότι υπήρχε τέτοια πρόθεση… λέμε τώρα) ήταν πολύ μικρός. Μιλάμε για το διάστημα που τελείωσαν τα προκριματικά και άρχισε η τελική φάση. Αρα, αυτό ξέραμε, αυτό αποδώσαμε. Στο ερώτημα λοιπόν γιατί δεν παίζουμε πιο επιθετικά, μία είναι η απάντηση: διότι δεν ξέρουμε να παίζουμε διαφορετικά.
Οταν λοιπόν με το καλό, χωρίς φόβο και πάθος, αποφασίσουμε να συζητήσουμε ψύχραιμα και νηφάλια για όλα αυτά που οφείλαμε να κάνουμε και δεν κάναμε την προηγούμενη μέρα, τότε θα είμαστε σε θέση να ασχοληθούμε με την επόμενη. Αλλιώς πολύ φοβάμαι ότι θα διορθώσουμε τα λάθη μας με νέα λάθη.