Οταν προέρχεσαι από μια μεγάλη επιτυχία και αποφασίσεις να τα αφήσεις όλα όπως είναι, δύσκολα μπορεί να σου γίνει κριτική. Οταν αποτυγχάνεις και σκέφτεσαι να μην αλλάξεις τίποτα, επειδή παλαιότερα είχες πετύχει, τότε κάνεις λάθος. Στη χώρα μας, σε διάφορους τομείς, αντί να σκεφτούμε ότι χρειάζονται αλλαγές στην τακτική, νομίζουμε ότι αρκούν οι αλλαγές στα πρόσωπα. Η σειρά πρέπει να είναι άλλη. Πρώτα σκεφτόμαστε τις αλλαγές στην τακτική, στη συνέχεια βλέπουμε αν τα πρόσωπα που υπάρχουν μπορούν να την εφαρμόσουν και αν δεν μπορούν, τότε αλλάζουν και τα πρόσωπα.
Η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου απέτυχε στο Euro. Μπροστά της έχει την πρόκληση των προκριματικών του Μουντιάλ του 2010. Οταν έχεις μπροστά σου ένα νέο στόχο, δεν ωφελεί να κλαις πάνω από το χυμένο γάλα ή να αναπολείς τα κλέη του παρελθόντος. Κάποια στιγμή και να θες δεν θα μπορείς να φας από τα έτοιμα του 2004. Θα χρειαστεί να δημιουργήσεις καινούργια. Από μόνη της η παρουσία μας στα τελικά του Euro 2008 είναι επιτυχία. Ομως αφήνοντας το «πειρατικό» να πλέει στην ίδια ρότα χωρίς καμία αλλαγή πορείας είναι πιθανόν να βουλιάξει στη διαδρομή για τη Νότια Αφρική.
Κάποιος που έκανε σωστές επιλογές παλαιότερα δεν σημαίνει ότι νυν και αεί θα κάνει τέτοιες. Η παρατήρηση ισχύει για τον οποιονδήποτε, επομένως ισχύει και για τον κ. Γκαγκάτση και για τον κ. Ρεχάγκελ. Ο μεν πρώτος έχει υποχρέωση να μας δείξει ότι η Ομοσπονδία ταρακουνήθηκε από τη χαμηλή πτήση στην Αυστρία, ο δε δεύτερος να μας πείσει ότι έχει ένα σχέδιο για το πώς θα πορευτούμε από εδώ και πέρα. Ενας αποκομμένος από την ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα προπονητής χωρίς συστηματική επαφή με το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν μπορεί να είναι σωστή επιλογή για το άμεσο μέλλον.
Επειδή ο κ. Ρεχάγκελ δεν διαβάζει ελληνικές εφημερίδες, επειδή ο κύκλος των συνεργατών του περιορίζεται στον κ. Τοπαλίδη, μόνο ο κ. Γκαγκάτσης μπορεί να μας πει πώς είναι δυνατόν ο προπονητής της Εθνικής Ανδρών να μη συνεργάζεται με τον προπονητή της Εθνικής Ελπίδων. Πώς είναι δυνατόν επί 7 χρόνια τώρα να μη συμπεριλαμβάνεται στις υποχρεώσεις του προπονητή η εκφώνηση ενός σχεδίου για την ανάπτυξη του ελληνικού ποδοσφαίρου, για την εξασφάλιση παραγωγής νέων ποδοσφαιριστών που θα διαδέχονται τους προηγούμενους.
Αν όλα αυτά δεν αποτελούν διατυπωμένες υποχρεώσεις στο συμβόλαιο του ομοσπονδιακού προπονητή, η ευθύνη δεν είναι τόσο του ίδιου όσο είναι της Ομοσπονδίας. Ο,τι είναι κοινή πρακτική σε άλλες ομοσπονδίες σ’ εμάς μέχρι τώρα ήταν περίπου απαγορευμένη συζήτηση. Ο προπονητής εξαντλούσε την παρουσία του στις ελάχιστες μέρες παραμονής του στην Ελλάδα και σε περιόδους προετοιμασίας, φιλικών και επίσημων αγωνιστικών υποχρεώσεων. Τώρα φαίνεται λογικό να μη ζητάς από έναν άνθρωπο 70 χρόνων να αλλάξει συνήθειες. Επειδή όμως το μέλλον της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου είναι υπόθεση πιο σημαντική από την υπεράσπιση ενός ένδοξου πρόσφατου παρελθόντος, ο κ. Γκαγκάτσης έχει την υποχρέωση και να πάρει το μήνυμα και να το στείλει στον κ. Ρεχάγκελ.
Αυτό δεν σημαίνει ούτε απομάκρυνση του προπονητή ούτε τιμωρία. Σημαίνει προσαρμογή στις σύγχρονες ανάγκες οργάνωσης και λειτουργίας των αντιπροσωπευτικών ομάδων του ελληνικού ποδοσφαίρου, από τα μικρότερα κλιμάκια μέχρι τους Ανδρες. Αν όλοι -και αθλητικού Τύπου συμπεριλαμβανομένου- βοήθησαν να δημιουργηθεί ένα απυρόβλητο Euro από τον προπονητή και το επιτελείο του (;) τώρα πρέπει με εποικοδομητική κριτική να συμβάλουμε σε μια αλλαγή πορείας. Η πρωτοβουλία για την αλλαγή περνάει αναγκαστικά από το προεδρείο της ΕΠΟ. Και επειδή δεν ήταν στοιχεία που να πείθουν ότι οι συλλογικές λειτουργίες ζουν και βασιλεύουν στα επί της Λεωφόρου Συγγρού γραφεία της, η πρωτοβουλία ανήκει στον πρόεδρό της.