H δημοσιογραφία από μόνη της, ως επάγγελμα, είναι ουδέτερη. Εξαρτάται από τον τρόπο που τη χρησιμοποιείς.
Τα περί λειτουργήματος είναι αφέλειες που έχουν σταματήσει να διδάσκονται στις σχολές δημοσιογραφίας. Με μόνη εξαίρεση -ίσως- το τμήμα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου.
Από τον τρόπο που τη μεταχειρίζεσαι -τη δημοσιογραφία- προκύπτει η χρησιμότητά της. Χρόνια τώρα στον αθλητικό Τύπο επικρατούσε η άποψη πως ο νικητής τα παίρνει όλα και ο χαμένος τίποτα. Δεν είναι αυτό το πιο χτυπητό σύμπτωμα της παθολογίας του, αλλά είναι υπαρκτό. Η νίκη του Ολυμπιακού επί της ΑΕΚ προχθές στο ΟΑΚΑ ήρθε να πλήξει την ορθότητα αυτής της συμπεριφοράς του Τύπου.
Η εμπορική ανάγκη για την κολακεία του νικητή σκόνταφτε στην ίδια την πραγματικότητα. Ο νικητής ήταν «γυμνός». Επί ένα ημίχρονο καθηλώθηκε μέσα κι έξω από την περιοχή του, χωρίς να μπορεί να ξεμυτίσει. Το 0-1 παρέμεινε μέχρι το τέλος, γιατί οι παίκτες της ΑΕΚ δεν μπόρεσαν να σημαδέψουν λίγο πιο μέσα από τα δοκάρια. Κι αυτό ασφαλώς είναι ένα είδος ανικανότητας. Καμία αντίρρηση. Ωστόσο, για μία ομάδα που διαφημίζει -και δικαιολογημένα- την ονομαστική αξία των παικτών της η εικόνα του δευτέρου ημιχρόνου είναι απογοητευτική. Χειρότερη από αυτήν που παρουσιάστηκε στο «Ανφιλντ», απέναντι στη Λίβερπουλ. Με τη διαφορά ότι ο Τζέραρντ και οι συμπαίκτες του σημάδευαν σωστά.
Επομένως, δύο είναι τα βασικά στοιχεία αυτού του παιχνιδιού: τα πέντε δοκάρια της ΑΕΚ και η κατάρρευση του Ολυμπιακού στο δεύτερο ημίχρονο. Η καλή εικόνα του Ολυμπιακού στο πρώτο ημίχρονο προβάλλεται για λαϊκή κατανάλωση. Ο Μπάγεβιτς μετά το γκολ επέλεξε να δώσει χώρο στην ΑΕΚ και να παίξει με αντεπιθέσεις. Αυτό που είπε έγινε, η κόντρα επίθεση βγήκε και δημιουργήθηκαν μια-δυο φάσεις της προκοπής. Στο δεύτερο ημίχρονο έμεινε το σύστημα, αλλά οι παίκτες δεν ανταποκρίθηκαν. Ούτε ευκαιρίες έκαναν, αλλά το κυριότερο είναι ότι δεν μπόρεσαν να περάσουν το κέντρο. Οι διαφημισμένοι αστέρες του «έδυσαν» στο χορτάρι και η κατάρρευσή τους ήταν εντυπωσιακή.
Οσοι γέμισαν με χιλιάδες λέξεις τις σελίδες του ματς, χωρίς να αφιερώσουν έστω ορισμένες δεκάδες από αυτές για να περιγράψουν την πραγματικότητα, δεν ενδιαφέρονται να απευθυνθούν στο μυαλό του αναγνώστη. Προτιμούν να ερεθίζουν το θυμικό του. Με άλλα λόγια, καταλήγουμε εκεί απ' όπου αρχίσαμε: η δημοσιογραφία είναι εξαρτημένη από τον τρόπο που τη μεταχειριζόμαστε.