Δικαίωση της Ζενίτ η κατάκτηση του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ. Μαζί της δικαιώθηκε το ποδόσφαιρο. Αυτό που ως θέαμα χαίρεσαι να απολαμβάνεις. Διασκέδαση είναι το ποδόσφαιρο, μην το ξεχνάμε. Γι' αυτούς που παίζουν, αλλά και γι' αυτούς που το παρακολουθούν. Η Ζενίτ δεν άξιζε να φτάσει στην κορυφή μόνο και μόνο επειδή απέκλεισε από σημαντικούς μέχρι σπουδαίους αντιπάλους, όπως τη Βιγιαρεάλ, τη Μαρσέιγ, την Μπάγερ Λεβερκούζεν και το απόλυτο φαβορί, την Μπάγερν Μονάχου. Θα μπορούσε να το είχε πετύχει φωτοκοπιάροντας την προσφιλή μέθοδο της αντιπάλου της στον τελικό, της Ρέιντζερς.
Μαζική συγκέντρωση παικτών μπροστά από τον τερματοφύλακα, δύο αμυντικές ζώνες, τρεις σειρές «οδοφράγματα», συμμετοχή εθελοντών ακτιβιστών και ο σκοπός επιτεύχθηκε. Η Ζενίτ άξιζε διότι είχε στυλ και προσωπικότητα στο παιχνίδι της. Στοιχεία που κοντεύουμε να ξεχάσουμε ακόμα και από ομάδες που συμμετέχουν στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Στοιχεία που από έλλειψη εμπειρίας δεν παρουσίασε στα πρώτα 45 λεπτά του παιχνιδιού. Σώμα και μυαλό καταπλακώθηκαν από το βάρος του τελικού. Ευτυχώς στο δεύτερο ημίχρονο ξεσκάλωσαν. Εβαλαν την μπάλα κάτω και δημιούργησαν. Τι έχει αυτή η ομάδα που μου αρέσει; Ποδοσφαιριστές σε όλες τις γραμμές της που ξέρουν ποδόσφαιρο. Με διάθεση να δημιουργήσουν και όχι απλώς να καταστρέψουν.
Που είναι σε θέση να διανθίσουν τον ρόλο τους στο γήπεδο. Εχει αμυντικούς που ονομάζονται έτσι επειδή παίζουν πίσω. Ολοι τους όμως έχουν να επιδείξουν επιθετικές αρετές. Κανείς από αυτούς δεν διώχνει την μπάλα μακριά για να την ξεφορτωθεί, κανένας δεν σημαδεύει τα περιστέρια, κανένας δεν υστερεί στο κοντρόλ. Στα χαφ δεν έχει να επιδείξει νταήδες και καβγατζήδες που μόνο μέλημά τους είναι η αναχαίτιση των αντιπάλων.
Βαρέθηκα να βλέπω υπερεκτιμημένους κεντρικούς με πόδια σαν κορμούς δένδρων, που χρίζονται παικταράδες επειδή εκτός από το να πέφτουν με δύναμη στην μπάλα έχουν την ικανότητα να κάνουν μια αξιοπρεπή μπαλιά σε απόσταση δέκα μέτρων. Ο Ντενίσοφ, ως κεντρικός χαφ στο δεύτερο μέρος του τελικού, παρέδωσε μαθήματα για το πώς πρέπει να αγωνίζεται ένας παίκτης στη θέση του.
Γλυκό κοντρόλ, εξωτερικό, εσωτερικό φάλτσο στις πάσες, κορμί που προσποιείται, αντίληψη του τι γίνεται στο γήπεδο όχι μόνο στα πέντε μέτρα αλλά και πιο μακριά, γρήγορη αντίδραση στα κενά που αφήνουν οι αμυντικοί. Μια τέτοια ενέργεια, άλλωστε, τον έχρισε σκόρερ. Πόσοι κεντρικοί χαφ στο σύγχρονο ποδόσφαιρο έχουν να επιδείξουν τέτοια προσόντα. Οι περισσότεροι κάνουν την ίδια δουλειά με τις πλακοραφούδες στις βιοτεχνίες. Κόβουν και δίνουν.
Ομάδα που έχει εξτρέμ μην τη φοβάσαι στο σκοράρισμα, μου έλεγε κάποτε ένας παλιός ποδοσφαιριστής. Εξτρέμ όμως, όχι κάτι σαν εξτρέμ, που ναι μεν δεν αφήνουν τον αντίπαλο στην πλευρά τους να αναπτυχθεί και δικαιολογούν την παρουσία τους με 2-3 σέντρες της προκοπής. Μιλάμε για εξτρέμ που βάζουν την μπάλα κάτω, που κοιτάζουν πώς θα μπουκάρουν, πώς θα ντριμπλάρουν τον αντίπαλο για να φέρουν το παιχνίδι στο ένας εναντίον ενός. Φεζούλιν και Αρσάβιν, κυρίως ο δεύτερος, τις έχουν και με το παραπάνω αυτές τις ικανότητες.
«Δεν μπορείς να κατηγορήσεις μια ομάδα επειδή παίζει κλειστά, αλλά αυτή που δεν μπορεί να σκοράρει», σχολίασε σε μια στιγμή του παιχνιδιού ο Αλέξης Σπυρόπουλος. Είχε απόλυτο δίκιο. Το να σκοράρεις όμως, και μάλιστα συχνά όπως η Ζενίτ, δεν είναι μια ουδέτερη διαδικασία. Προϋποθέτει να έχεις παίκτες με επιθετικές αρετές σε όλες τις γραμμές, παίκτες με προσωπικότητα και ικανότητα στις ατομικές ενέργειες, στοιχεία που θα κάνουν την ομάδα, εκτός από το να υπερέχει, και να ξεχωρίζει.
Και κάτι άλλο. Είχαμε χρόνια να δούμε σε έναν τελικό ομάδες με ποδοσφαιριστές στην πλειονότητα από τις χώρες που εκπροσωπούν και όχι πολυεθνικές ποδοσφαιρικές αντιπροσωπίες. Οι 8 από τους 11 της Ζενίτ ήταν Ρώσοι, οι 7 από τους 11 της Ρέιντζερς Σκωτσέζοι. Καλό μάθημα για όσους πιστεύουν ότι με τη συνδρομή κυρίως των ξένων δυνάμεων θα ορθοποδήσουν.