«Δεν αισθάνομαι την ανάγκη να απολογηθώ», δήλωσε ο Τάκης Λεμονής. Κανένας σοβαρός δημοσιογράφος δεν έχει το δικαίωμα και δεν μπορεί να ζητήσει από έναν προπονητή να απολογηθεί. Εκτός αν νιώθει την ανάγκη ο ίδιος να το κάνει. Πριν από μερικά χρόνια, τότε που προπονητής στη Ρόμα ήταν ο Καπέλο, σε μια κυριακάτικη μεσημεριανή εκπομπή, στην οποία συμμετείχαν διάφοροι και διάφορες, η πρώτη χορεύτρια του βαριετέ «Fantastico» ρώτησε -σε έντονο μάλιστα ύφος- τον Καπέλο γιατί επιμένει να μη χρησιμοποιεί τον Μοντέλα, που ήταν ο αγαπημένος της παίκτης. Η ερώτησή της είχε λαϊκό έρεισμα, αφού εξέφραζε την πλειονότητα των οπαδών της Ρόμα, που έτρεφαν τα ίδια έντονα συναισθήματα για το αεροπλανάκι-επιθετικό της ομάδας. Ο Καπέλο με ύφος ψύχραιμο και κουλ, που θα το ζήλευε και ο πιο καπνισμένος χίπης τη δεκαετία του '70, της απαρίθμησε τους λόγους και κάπου εκεί τελείωσε η κουβέντα. Θιγμένος από την ερώτηση και με δεδομένο ότι η κοπέλα είχε τόση σχέση με την μπάλα όση ο Καπέλο με τις πιρουέτες, ο κόουτς θα μπορούσε να διαλέξει έναν τρόπο ανάλογο με το ύφος της χορεύτριας να απαντήσει. Αλλά δεν το έκανε.

Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και συνεπώς των υποχρεώσεων ενός προπονητή είναι να εξηγεί κάθε απορία που του διατυπώνεται σχετική με την ομάδα. Θα πει κάποιος: «Αρκεί η ερώτηση να είναι καλοπροαίρετη». Δεν θα συμφωνήσω. Καλοπροαίρετη οφείλει να είναι η απάντηση. Η κακοπροαίρετη ερώτηση βαραίνει αποκλειστικά τον δημοσιογράφο που τη διατυπώνει. Αυτόν εκθέτει. Επειδή ο κόσμος έχει γεμίσει πονηρούς σε ρόλο κακοπροαίρετου, δεν σημαίνει ότι η κάθε ερώτηση είναι ανάλογου ύφους και φιλοσοφίας. Οταν ένα παιδί ρωτάει τον πατέρα του πώς γίνεται και πετάνε τα αεροπλάνα, ούτε ειδικός θέλει να γίνει ούτε τις γνώσεις του πατέρα του να τεστάρει. Ρωτάει να μάθει γι' αυτό καθ' αυτό το γεγονός. Το γεγονός λοιπόν στον Ολυμπιακό είναι ότι από την αρχή της αγωνιστικής σεζόν η ομάδα ταλαιπωρείται από συνεχείς τραυματισμούς, που έχουν στοιχίσει. Η ερώτηση τίθεται με αφορμή τα ίδια τα γεγονότα και όχι απαραίτητα από την ανάγκη να γίνει κάποιος ειδικός επί προπονητικών θεμάτων. Ακόμα και αν η ερώτηση επεκταθεί -αν δηλαδή το γεγονός οφείλεται στην όχι καλή προετοιμασία της ομάδας-, δεν σημαίνει ότι κάποιος με τρόπο υπόγειο πάει να παγιδεύσει τον κόουτς, αλλά πολύ λογικά ζητάει τις απαραίτητες διευκρινήσεις ώστε το θέμα να κλείσει οριστικά.

Ενα άλλο σημαντικό γεγονός είναι ότι φέτος ο Ολυμπιακός δεν έχει αποδώσει στους αγώνες του πρωταθλήματος ούτε το 50% απ' όσο έχει αποδώσει στα ματς του Τσάμπιονς Λιγκ. Βασικοί ποδοσφαιριστές δείχνουν απροθυμία, έλλειψη πάθους και αγωνιστικότητας. Αν ρωτήσεις λοιπόν γιατί συμβαίνει αυτό που όλος ο κόσμος διαπιστώνει, πόσο κακοπροαίρετος μπορείς να θεωρηθείς; Και γιατί με την ερώτηση να θέλεις απαραίτητα να καταστήσεις τον προπονητή αποκλειστικό υπεύθυνο γι' αυτή την εικόνα, κάνοντας συγχρόνως τον ειδικό; Για να κλείσουμε λοιπόν το θέμα χωρίς παρεξηγήσεις, ειδικός για την ομάδα είναι μόνο ο προπονητής και το τιμ του και ειδικοί για τις ερωτήσεις και τις όποιες απορίες οι δημοσιογράφοι. Ο καθένας με τα λάθη του!

ΑΟΡΑΤΕΣ ΠΑΡΕΕΣ

Δείτε αυτή την ταινία!

Ο Δημήτρης Δανίκας, ο φίλος ο μπαγάσας, γράφει με τον δικό του μοναδικό τρόπο στα «Νέα» για την ταινία-σοκ που δεν χάνεται με τίποτα, το «Punishment Park»!

«Απίστευτη ιστορία. Το 1971 ένας Βρετανός τσίφτης και μέγιστη ταλεντάρα, ηλικίας τότε μόλις 36, με τη βοήθεια καμιάς εικοσαριάς ταγμένων, militants, κινηματογραφιστών διαπράττει το μεγαλύτερο "έγκλημα" από συστάσεως οθόνης και υπογράφει το αριστουργηματικό ψευτοντοκιμαντέρ "Ρunishment Ρark", που ακόμα και σήμερα μοιάζει με αυριανή αποκάλυψη και προφητεία!

Κόβω τον σβέρκο μου: ο εξωγήινος ή ο ανυποψίαστος θεατής, καθηλωμένος επί 88 λεπτά στην πολυθρόνα του, θα αναρωτηθεί: "Μα πώς διάολο κατάφερε ο τύπος να γυρίσει ένα τέτοιο ντοκιμαντέρ μέσα στα σαγόνια του Αμερικανού-κτήνους;". Πλάνη τεράστια και άπαικτη. Ολα όσα λαμβάνουν χώρα σ' αυτή την κόλαση της ερήμου της Καλιφόρνιας, όλα και όλοι είναι φιξιόν, ηθοποιοί και ψευτιές. Αλλά τι ψευτιές! Με κοχόνες από την Αθήνα μέχρι τη Νέα Υόρκη. Με συνεργείο πέντε οπερατέρ, που η κάμερα είναι η προέκταση του χεριού και η συνέχεια της ανάσας τους. Με δύο casting directors (διανομή ρόλων: Λίντα Ελμποου, Λάουρα Γκόλντεν) που βάζουν κάτω ακόμα και τους συνεργάτες των Κοέν. Με δύο διευθυντές φωτογραφίας (Τζόαν Τσέρτσιλ, Πίτερ Σμόκλερ) που παίζουν κομπολόι τα χρώματα και τα φίλτρα. Με δύο μοντέρ (Πίτερ Γουότκινς, Τέρι Χόντερ), με τα κρουστά του Πολ Μόσιαν της τζαζ και με πολυμελές συνεργείο ηθοποιών που καθένας και καθεμία είναι απόλυτη ταυτοπροσωπία. Θρίαμβος! Πριν προχωρήσω στο σύνθημα, αρχίζω από το παρασύνθημα. Ο Πίτερ Γουότκινς φέρει τον τίτλο του απόλυτου ριζοσπαστικού κινηματογραφιστή. Και ως καλλιτέχνης και ως μέγας τεχνίτης και ως στρατευμένος σκηνοθέτης. Επί 43 χρόνια, μονίμως και αδιαλείπτως στο περιθώριο, να γρονθοκοπεί και γκρεμίζει το σύστημα. Παρ' όλα αυτά, το "War game" κερδίζει Οσκαρ το 1964, ένα ντοκουμέντο που επί 20 χρόνια απαγορεύεται από το φιλελεύθερο, ουδέτερο και αντικειμενικό ΒΒC. Τι να δείξουν οι άνθρωποι; Τις κτηνωδίες τους; Για να καταλάβετε και για να μη με ξεπετάξετε με τον χαρακτηρισμό "παλιοκομουνιστής", ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν χαρακτηρίζει το "Εdvard Μunch" ως "έργο μιας ιδιοφυΐας" και ο "Guardian" γράφει πως "είναι τόσο σημαντικό όσο και ο Πολίτης Κέιν". Με ένα λόγο, όποιος λέει πως είναι λάτρης του κινηματογράφου και δεν δρασκελίσει το κατώφλι του “Τριανόν”, που από σήμερα φιλοξενεί τη ρετροσπεκτίβα του Watkins, είναι υποκριτής με πατέντα.

Πάμε στο σύνθημα. Ο Ρeter Watkins αποφασίζει να κατασπαράξει το καθεστώς των ΗΠΑ. Οχι με αμπελοφιλοσοφίες, συνθήματα και πρωτοποριακά κολπάκια τύπου Ζαν Λικ Γκοντάρ, αλλά με ιδρώτα, αίμα και δάκρυα. Ολα καυτά. Με σάρκα και οστά. Ετσι, στήνει μια φανταστική δίκη με φανταστικούς δικαστές, αποτελούμενους από νοικοκυραίους (αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν vast majority, δηλαδή συντριπτική πλειοψηφία), που με συνοπτικές διαδικασίες έκτακτου στρατοδικείου Παπαδόπουλου και Ιωαννίδη στέλνουν εκατοντάδες αντιρρησίες, οικολόγους, ειρηνιστές, μαυροπάνθηρες, αντικαθεστωτικούς, διαδηλωσίες, αριστερούς, επικίνδυνους χίπηδες στην αγχόνη! Πώς; Οι κατηγορούμενοι, αλυσοδεμένοι, όπως και φιμωμένοι (το 'χουμε δει αυτό και σε αληθινά ντοκιμαντέρ), μέσα σε ελάχιστο χρόνο και αφού πρώτα μέσα στην απελπισία τους έριχναν άφθονα γαμοσταυρίδια -από "γουρούνια" και "σκρόφα" στη δικαστίνα μέχρι "fuck you" και άλλες τέτοιες ροχάλες-, στη συνέχεια η προσχεδιασμένη κατηγορία ήταν διλημματική, ως εξής: "Κατηγορούμενε, διάλεξε. Δεκαπέντε χρόνια σε σωφρονιστικό ίδρυμα ή τρεις μόνο μέρες στο Πάρκο της Τιμωρίας; Απαντες και άπασες: Πάρκο της Τιμωρίας"».

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube