Αν στο επόμενο παιχνίδι του Αρη του τη βαρέσει του Μπάγεβιτς και αντί να πάει στο γήπεδο, πάει να παίξει δηλωτή με τον Μπουρουντζίκα, στο καφενείο του τελευταίου, ο Αρης θα ξεκουρδιστεί.
Δεν ξέρω αν χάσει ή κερδίσει το παιχνίδι εύκολα ή δύσκολα, αλλά χωρίς τον Ντούσαν να κάθεται μπάστακας μπροστά από τον πάγκο, αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι η ομάδα θα πλακωθεί στους αυτοσχεδιασμούς θυμίζοντας τζαζ μπάντα στην Ορλεάνη. Τόσο στο παιχνίδι του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ με τον Ερυθρό Αστέρα όσο και σε αυτό με τον Ατρόμητο, δεν ήθελε και μεγάλη αντίληψη για να καταλάβεις ότι τίποτα από τους παίκτες των «κιτρίνων» δεν γινόταν στην τύχη. Ο καθένας ήξερε πολύ καλά πού και πώς να κινηθεί. Η ομάδα από πάνω έως κάτω μύριζε Μπάγεβιτς. Στο Περιστέρι ο Βαγκέλι δεν επιλέχθηκε τυχαία. Μπροστά του σε ειδική αποστολή η άλλη έκπληξη. Ο Καράμπελας. Εκπληξη γι' αυτούς που δεν γνωρίζουν τον τρόπο που ακτινογραφεί ο κόουτς. Με Λουτσιάνο και Μαρίνο στα άκρα, η αριστερή πλευρά του Αρη θα δεχόταν περισσότερες επισκέψεις και από παθολόγο σε νοσοκομείο που εφημερεύει. Το ήξερε ο Ντούσαν και γι' αυτό κράτησε τον Αουρέλιο στον πάγκο. Ο Βραζιλιάνος από το να παίξει άμυνα προτιμά να κάνει δυο φορές τον μήνα τη διαδρομή Καραμπουρνάκι-Κόπα Καμπάνα, με τα πόδια ξυπόλυτος. Ούτε η επιλογή του Παπάζογλου στην κορυφή της επίθεσης, με τον Κόκε να ξεκουράζεται στον πάγκο, ήταν τυχαία. Ενα άλογο ήθελε ο Ντούσαν να πρεσάρει ασταμάτητα ψηλά. Ο Κόκε θα πρέσαρε, αλλά με δόσεις. Το «ασταμάτητα» δεν τον αφορά. Ο σκοπός του Μπάγεβιτς ήταν ένας. Να σταματήσει από τα άκρα τον Ατρόμητο και να τον τρυπήσει από το κέντρο. Δείτε τα δύο γκολ του Αρη πώς επιτεύχθηκαν. Γνωρίζοντας ότι οι κεντρικοί αμυντικοί του Περιστερίου κινούνται με ταχύτητα σεληνανθρώπου και επιστρέφουν πιο αργά και από τις επιστροφές της Εφορίας, ήξερε πως με τους ταχύτατους επιθετικούς, αλλά και μέσους που διαθέτει στην ομάδα του, η ζημιά δεν θα αργούσε να γίνει. Ολοι οι ποδοσφαιριστές του Αρη έχουν πάρει το manual -το βιβλίο του κατασκευαστή- και βάσει αυτού κινούνται, φτιάχνουν ή διορθώνουν. Ο Παπαδόπουλος πέρυσι θύμιζε ελβετικό πολυσουγιά. Προσπαθούσε να κάνει τα πάντα και δεν έκανε τίποτα. Φέτος έχει ρόλο και η ερμηνεία του σηκώνει χειροκρότημα. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τους Χαβίτο, Σιστόν, Γκαρσία. Ταλέντο και ποιότητα, συμβαδίζουν σε κάθε τους κίνηση. Ο Αρης ταιριάζει γάντι στον Μπάγεβιτς. Ποδοσφαιριστές με αναμφισβήτητες ικανότητες, περιμένουν από κάποιον να τους οδηγήσει στη Γη της Επαγγελίας, ώστε να περάσουν στην ιστορία. Και για τον ρόλο του Μωυσή, ο Ντούσαν θα κέρδιζε βραβείο Οσκαρ αν δεν είχε επιλέξει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο.
Χαιρέτα μου το δάσος….
«Οχι δάσος, ούτε δένδρο δεν θα μείνει αν ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις όσων διεκδικούν εκτάσεις στο Πεντελικό όρος. Πάνω από 45.000 στρέμματα φέρεται να διεκδικεί η Μονή Πεντέλης, πάνω από 11.000 στρέμματα οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί, αρκετές εκατοντάδες οι ιδιώτες, ενώ το σύνολο των διεκδικήσεων ξεπερνά κατά πολύ την έκταση ολόκληρου του βουνού. Τη μερίδα του λέοντος διεκδικεί η Μονή Πεντέλης που, δεκαετίες τώρα, οικοπεδοποιεί και ξεπουλά πευκοδάσος. Η "Κ" φέρνει στο φως τα σχέδια της Μονής για το Πεντελικό όρος όπως αυτά αποτυπώνονταν σε άγνωστη έρευνα του 1975. Το έγκλημα συνεχίζουν συνεταιρισμοί αλλά και ιδιώτες, που περιφράσσουν και καταπατούν ανεξέλεγκτα. Στόχος όλων δεν είναι βέβαια να κατέχουν δάσος αλλά να μετατρέψουν τις εκτάσεις σε οικόπεδα, το κόστος των οποίων σε πολλές περιπτώσεις ξεπερνά το 1.000.000 ευρώ ανά στρέμμα. Η καθυστέρηση στην κήρυξη αναδασωτέων των 9.400 στρεμμάτων που κάηκαν το καλοκαίρι (η προθεσμία που ορίζεται από τη νομοθεσία εκπνέει αυτήν την εβδομάδα) αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος. Αρκεί μια καθυστέρηση ή η εξαίρεση από την αναδάσωση για να γίνει αστραπιαία η Πεντέλη οικόπεδα…».
Τα τζιν πουκάμισα είναι πουκάμισα φυλακής!
«Χρόνια είχα να μου αφιερώσω τόσο καιρό. Ξεκουρδίστηκα τελείως. Τα βαρέθηκα λίγο τα καλοκαίρια. Θα αλωνίζω πλέον τους χειμώνες. Είμαι σε μια διαδικασία να βρω μικρούς επαρχιακούς χώρους ώστε να μπορώ να παίξω για τους ντόπιους. Τους καλοκαιρινούς μήνες οι άνθρωποι αφοσιώνονται στον τουρισμό κι έτσι αναγκαστικά έρχονται να με ακούσουν τουρίστες. Εγώ θέλω να απευθυνθώ σ' εκείνους που στερούνται το τραγούδι».
«Αθλια και ανύπαρκτη (σ.σ: η μουσική σκηνή στη Θεσσαλονίκη). Δυστυχώς όλα εκείνα τα παιδιά που έδιναν μουσική γεύση σε μια πόλη που πλέον βυθίζεται στα μπουζούκια αναγκάστηκαν να γίνουν Αθηναίοι. Οχι μόνο δεν τους κατηγορώ, αλλά τους συμπονώ κιόλας, διότι η τέχνη δεν είναι φιλανθρωπία. Αφενός πρέπει με κάποιον τρόπο να ζήσουν από το τραγούδι, αφετέρου έχουν ανάγκη από ενθάρρυνση. Στην Αθήνα, αν μη τι άλλο, υπάρχει βήμα για τις νέες προσπάθειες. Στη Θεσσαλονίκη με ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΕΝΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ εξόντωσαν όλα τα μικρά μαγαζιά που φιλοξενούσαν το μουσικό φυτώριο. Οπως φαίνεται, αυτά που δεν θα πάψουν ποτέ είναι τα μαγαζιά-παράγκες στα οποία στριμώχνονται 2.500 άνθρωποι για να δουν το βρακί της τραγουδίστριας. Στενοχωριέμαι πραγματικά βλέποντας όλους αυτούς τους χιλιάδες φοιτητές που έχουν μια μόνο λύση: να σκοτώνουν τις ώρες τους σε καφετέριες πίνοντας φραπέ. Και το χειρότερο; Ακούν ανυπόφορη μουσική, από αυτή που θα χρησιμοποιούσαν στον Ψυχρό Πόλεμο για να σε κάνουν βλάκα μέσα σε μια εβδομάδα».
«Μου αρέσουν τα προγράμματα που είναι ψυχαγωγικά αλλά και διασκεδαστικά. Οπως έχει πει και ο Ρασούλης: "Συγκίνηση μεν, συνείδηση δε". Γενικά είμαι των ακραίων διακυμάνσεων. (…) Το τραγούδι οφείλει να ισορροπεί ανάμεσα στο θυμικό και στη λογική. Θυμάμαι τη μητέρα μου που τραγουδούσε συνέχεια αλλά, λόγω αναμνήσεων, ό,τι είδος τραγουδιού κι αν έλεγε, έκλαιγε και διαλυόταν. Αλλά εκείνη δεν ήταν εκπαιδευμένη. Ο επαγγελματίας τραγουδιστής οφείλει να είναι εγκρατής και ψύχραιμος στη σκηνή. Δεν μπορώ να λέω ένα λυπημένο τραγούδι και να κλαίω πρώτος. Ούτε μπορώ να χορεύω μόνος πριν ξεσηκώσω το κοινό. Η ισορροπία είναι το παν, διότι όσο εύκολο είναι να τραγουδάς αποστειρωμένα, άλλο τόσο κινδυνεύεις να γείρεις στη συναισθηματική σου πλευρά».
«Τα τζιν πουκάμισα τα αγοράζω εκατό εκατό από την Αμερική. Δεν πωλούνται στο εμπόριο. Είναι πουκάμισα φυλακής και τα παραγγέλνω από τον εισαγωγέα που, υποθέτω, έχει με τα χρόνια πειστεί ότι διατηρώ κάποια επαρχιακή φυλακή κάπου στην Ελλάδα».
«Την εμμονή με το μαντίλι την έχω από τη μητέρα μου. Κάθε φορά που έβγαινα από το σπίτι με κυνηγούσε ως τα σκαλιά για να μην ξεχάσω να βάλω στην τσέπη μου ένα μαντίλι. Αφενός για να μην ντροπιαστώ πουθενά, αφετέρου για να μη χαλάμε τα μανίκια των σακακιών μας… Πολλά χρόνια μετά, μια Αμερικανίδα μου χάρισε μια κόκκινη μπαντάνα λέγοντας ότι πρόκειται για αξεσουάρ Αμερικανών σιδηροδρομικών. Συνδύασα τη φιλοσοφία με τις αναμνήσεις μου και έκτοτε δεν το αποχωρίστηκα ποτέ…».
Ο Νίκος Παπάζογλου πάντα με τη Λοξή Φάλαγγα στο πλάι του ξεκίνησε να παίζει στο ΖΟΟΜ της Πλάκας σε ένα πρόγραμμα όπου εκτός από τα δικά του τραγούδια ερμηνεύει κομμάτια των Χατζιδάκι, Πάνου και Μαμαγκάκη. Η συνέντευξη δόθηκε στο ένθετο της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» «7η, Η Τέχνη της Ζωής» στη Ματούλα Κουστένη.