Η Μάριον Τζόουνς, Ολυμπιονίκης στους Αγώνες του Σίδνεϊ, επέστρεψε το χρυσό μετάλλιο ζητώντας δημόσια συγγνώμη. Δεν υπάρχει καμία ηθική στάση πίσω από την ενέργεια της αθλήτριας. Οσο σκληρή και αν θεωρηθεί αυτή η κριτική στο πρόσωπό της, δεν μπορεί παρά να είναι αληθινή. Δεν μετανιώνει η Μάριον, ούτε έχει ηθικές αναστολές. Γνώριζε τα πάντα και είχε πάρει τις αποφάσεις της. Τώρα απλά σκύβει το κεφάλι, ζητώντας συγχώρεση, γιατί αφενός δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά τυλιγμένη σε μια κόλλα χαρτί από τη δικαιοσύνη των ΗΠΑ και αφετέρου γιατί το επικοινωνιακό παιχνίδι αυτούς τους κανόνες επιβάλλει. Δάκρυα μετάνοιας και μεταμέλειας.
Και δυστυχώς δεν είναι η Μάριον Τζόουνς η μόνη αθλήτρια παγκόσμιας ακτινοβολίας που πιάνεται «φαρμακωμένη», ούτε φυσικά η μόνη που αγωνίζεται χαπακωμένη. Η ρεαλιστική δήλωση του «Ντόπερμαν» -του ειδικού στις ντόπες Βίκτορ Κόντε- ότι η Τζόουνς οφείλει να κρατήσει τα μετάλλια γιατί και αυτές που τη συναγωνίστηκαν ήταν επίσης ντοπαρισμένες αντικατοπτρίζει με τον πλέον εύγλωττο αλλά και ρεαλιστικό τρόπο την κατάντια και τον εξευτελισμό στον οποίο έχουν οδηγηθεί τα περισσότερα αθλήματα του στίβου.
Πίσω όμως από αυτό το περιστατικό της Αμερικανίδας αθλήτριας υπάρχουν τουλάχιστον δύο τραγικές ειρωνείες.
Η πρώτη έχει να κάνει με την αντίδραση του κόσμου. Καμία έκπληξη, κανένα σοκ. Αυτό και αν είναι ήττα του κλασικού αθλητισμού, που μόνο με κλασικά πρότυπα δεν διεξάγεται πλέον. Εκτός αν κλασικά θεωρούνται πλέον οι μέθοδοι ντοπαρίσματος. Ο κόσμος γνωρίζει την κατάσταση και δυστυχώς αρκετοί αποδέχονται, χωρίς ηθικές αναστολές (σημάδια των καιρών) το γεγονός ότι οι αθλητές που παρακολουθούν στα διάφορα μίτινγκ είναι σχεδόν... ανθρωποειδή. Γυναίκες με υπερφυσικούς μυς, χωρίς ίχνος θηλυκότητας, άνδρες με κορμιά που παραπέμπουν σε ήρωες κόμικς, παρά σε αθλητές. Κουράστηκαν πολλοί και για πολλά χρόνια ώστε να δημιουργήσουν αυτά τα πρότυπα από τη μια, και από την άλλη να πείσουν τον μέσο θεατή ότι παγκόσμια ρεκόρ με μπριζόλες δεν πετυχαίνεις. Λες και τα είχαμε ανάγκη αυτά τα ρεκόρ. Λες και μαζί τους η ζωή μας θα γινόταν καλύτερη, ποιοτικότερη και τα προβλήματά μας ως διά μαγείας θα εξαφανιζόταν. Λες και το ζητούμενο ήταν τα ρεκόρ. Ισως για τις πολυεθνικές, που παίζουν τα δικά τους ανταγωνιστικά παιχνίδια εκατομμυρίων. Αλλά για τους θεατές, χωρίς διαστροφές, αυτό που μετράει είναι η συμμετοχή και το θέαμα. Η αγορά και ο καταναλωτισμός σίγουρα έχουν άλλες ανάγκες και προτεραιότητες και αυτές κάποιοι επιτήδειοι φρόντισαν να τις πλασάρουν ως τρόπο ζωής, μέσα από ένα προϊόν σκέτο φαρμάκι. Ειλικρινά, τα τελευταία χρόνια δεν μου κάνει αίσθηση να δω αγώνες στίβου και τολμώ να πω ότι δεν είναι λίγοι οι αθλητές που μου προξενούν θλίψη. Στα μάτια μου φαντάζουν σαν αιχμάλωτοι πολέμου. Ενός πολέμου στον οποίο μπλέχθηκαν και τώρα αδυνατούν να ξεφύγουν.
Η δεύτερη τραγική ειρωνεία είναι ότι η Μάριον Τζόουνς, αλλά και ο κάθε αθλητής στον κόσμο που κάνει πρωταθλητισμό, μπήκε στον στίβο για να ζήσει υγιεινά και, όπως διατείνονται οι διάφοροι ηθικολόγοι, για να γλιτώσει από τη μάστιγα των ημερών μας, τα ναρκωτικά. Και πού κατέληξε; Να «εθιστεί» στην ντόπα, διότι χωρίς αυτήν προκοπή δεν έχει.