Εάν υπάρχουν ποδοσφαιρικές βραδιές που τα χιλιοειπωμένα δημοσιογραφικά κλισέ παύουν να είναι βαρετά και καταφέρνουν επακριβώς να περιγράψουν όλα όσα εκτυλίσσονται στο τερέν, τότε σίγουρα μία από αυτές είναι εκείνη του ποδοσφαιρικού Clasico.
Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης μπορούν να καυχιούνται πως οι μεταξύ τους μονομαχίες αποτελούν πολλά παραπάνω από σύγκρουση δύο κόσμων, πολλά παραπάνω από δύο ποδοσφαιρικούς γίγαντες που ανταλλάσσουν χτυπήματα για να γεμίσουν ακόμα περισσότερο την ήδη πλούσια τροπαιοθήκη τους.
Ο Φιλ Μπολ στο βιβλίο του «Ιστορία του Ισπανικού ποδοσφαίρου» κατάφερε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο να μεταδώσει μέσα σε μερικές λέξεις όλα όσα πρεσβεύει η ισπανική τιτανομαχία: «Ο ένας μισεί τον άλλο με τόσο μεγάλο μένος, που αναμφίβολα σοκάρει κάθε ουδέτερο».
Αν προσπαθήσεις άδικα να συγκεντρώσεις όλες εκείνες τις αναμνήσεις που κάνουν το clasico τόσο μοναδικό αναμφίβολα θα παρασυρθείς και θα μετράς για ώρες. Και πάλι χωρίς αντίκρισμα. Σίγουρα κάτι θα παραλείψεις, σίγουρα κάτι στιγμιαία θα σου διαφύγει.
Αυτό ακριβώς είναι που κάνει αυτά τα παιχνίδια τόσο ιδιαίτερα, ικανά να σε μαγνητίσουν μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα. Επιδιώκουν και πετυχαίνουν με τρόπο μαγικό να ξεφύγουν από τα στενά όρια των ποδοσφαιρικών στιγμών και αναμνήσεων και να υιοθετήσουν χαρακτηριστικά απόλυτης σύγκρουσης.
Από τις πρώτες μάχες στο Copa del Rey και την εκτέλεση του Τζουζέπ Σουνιόλ, μέχρι τη σκοτεινή βραδιά της 13ης Ιουνίου 1943. Από το «λευκό μπαλέτο» των Αλφρέντο Ντι Στέφανο, Φέρεντς Πούσκας και Ρεϊμόντ Κοπά, μέχρι την ευρωπαϊκή εκδίκηση των «μπλαουγκράνα» το 1960.
Από τον ιπτάμενο Γιόχαν Κρόιφ, τον Ντιέγκο Μαραντόνα , την «Quinta del Buitre» και το Total Football στις βραδιές που το «Καμπ Νόου» πετούσε γουρουνοκεφαλές στον προδότη Λουίς Φίγκο και το «Μπερναμπέου» σηκωνόταν στο πόδι για να χειροκροτήσει τον Ροναλντίνιο.
Από το εκκωφαντικό γιουχάρισμα των Καταλανών στον ισπανικό εθνικό ύμνο και το masterclass τακτικής του Ζοσέ Μουρίνιο στο «Μεστάγια» το 2011, μέχρι το «on air» παραλήρημα του Πίτερ Νντράρι στο σόλο του Λιονέλ Μέσι μέσα στη Μαδρίτη και το πρώτο «κάλμα» του Κριστιάνο στη Βαρκελώνη.
Όσο και εάν τα δισεκατομμύρια ευρώ και η οικονομική εξέλιξη επιχειρούν να αλλοιώσουν το ανάγλυφο μιας τέτοιας μονομαχίας, το clasico θα παραμένει καταδικασμένο να διχάζει την Ισπανία.
Όταν η «Quinta del Buitre» έντυσε το συντριβάνι της Κυβέλης στα χρώματα της Ρεάλ Μαδρίτης
Αμφιβάλλω εάν οι Βεντούρα Ροντρίγκεζ και Φρανσίσκο Γκουτιέρεζ όταν οραματίζονταν και δημιουργούσαν αντίστοιχα το άγαλμα της Κυβέλης μπορούσαν να φανταστούν πως το δημιούργημα τους θα γίνει συνώνυμο μιας βασίλισσας. Μάλιστα όχι μιας οποιαδήποτε αλλά εκείνης με το πιο λαμπερό στέμμα σε όλη την Ευρώπη.
14 φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης, 35 φορές πρωταθλήτρια Ισπανίας και δεκάδες ακόμα τίτλοι και διακρίσεις, η Ρεάλ Μαδρίτης θεωρείται από πολλούς και όχι άδικα ο σπουδαιότερος ποδοσφαιρικός σύλλογος στον κόσμο και στην «Plaza de Cibeles» έχουν χαραχθεί με τραγούδια και πανηγυρισμούς μερικές από τις πιο ένδοξες νύχτες του.
Εκεί, αγκαλιά με το άγαλμα της θεάς της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας το οποίο ως είθισται ο αρχηγός της ομάδας ντύνει με ένα λευκό κασκόλ, οι Μαδριλένοι έχουν βιώσει και πανηγυρίσει τους μεγαλύτερους θριάμβους της σύγχρονης ιστορίας τους.
Ήταν τα τρελά μωρά της «Quinta del Buitre», όπως αποκάλεσε ο Ισπανός δημοσιογράφος Θέσαρ Ιγκλέσιας τη χρυσή φουρνιά της Ρεάλ Μαδρίτης από το 1985 μέχρι το 1990, η οποία με μπροστάρηδες τον Εμίλ Μποτραγκένιο και τον Μίτσελ θα κατακτήσει 5 συνεχόμενα πρωταθλήματα Ισπανίας και δύο κύπελλα UEFA που θα μετατρέψει το σιντριβάνι της Κυβέλης σε συνώνυμο των «μερένγκες» αναγκάζοντας τους οπαδούς της συμπολίτισσας Ατλέτικο Μαδρίτης να μετακομίσουν μερικές εκατοντάδες μέτρα παρακάτω.
Τι και αν τα πανηγύρια μετά από κάθε κατάκτηση τίτλου είναι τόσο ξέφρενα που έχουν κοστίσει στην Κυβέλη δύο χέρια, για τους Μαδριλένους θα παραμένει παντοτινά ένα ζωντανό σύμβολο των αμέτρητων επιτυχιών και της ανωτερότητας τους , μία συνεχής υπενθύμιση για εκείνα τα βράδια που γιγαντώνουν τον μύθο μιας Βασίλισσας.
Hala Madrid y nada mas!
Από τη ξύλινη κερκίδα και τον 15χρονο Παουλίνο Αλκάνταρα στη γέννηση των «Cules»
Είναι 25 Φεβρουαρίου του 1912 και στο «Camp de la Ιndustria» το πρώτο γήπεδο της Μπαρτσελόνα, ο 15χρονος τότε Παουλίνο Αλκάνταρα θα γίνει ο νεότερος ποδοσφαιριστής που αγωνίζεται στην ιστορία της ομάδας. Θα ακολουθήσουν 395 γκολ και μία θέση στο πάνθεον των κορυφαίων του συλλόγου της Βαρκελώνης.
Οι μόλις 1500 θέσεις της ξύλινης κερκίδας είναι ελάχιστες για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του πλήθους που σπεύδει για να παρακολουθήσει τον Αλκάνταρα και την πρώτη χρυσή γενιά των «μπλαουγκράνα».
Έξι χιλιάδες νέα καθίσματα θα τοποθετηθούν το 1916 με το κοινό να συρρέει μαζικά και να συνωστίζεται. Η θέα από τη σημερινή «industry street» θα είναι σε κάθε παιχνίδι εντυπωσιακή.
Εκατοντάδες πλάτες στριμωγμένες στην κορυφή της εξέδρας με το μισό κορμί τους να αιωρείται, παρακολουθούν το χορτάρι. Η Μπάρτσα θα μετακομίσει το «Camp de le Corts» και αργότερα στο επιβλητικό «Καμπ Νόου». Στις επόμενες δεκαετίες το καμάρι της Βαρκελώνης θα αποτελέσει σύμβολο της μάχης για την αυτονομία της Καταλονίας, θα πανηγυρίσει την κατάκτηση 98 τίτλων και θα κερδίσει κάθε δικαίωμα να περηφανεύεται πως αποτελεί κάτι παραπάνω από ένα σύλλογο.
Τα 13 χρόνια παραμονής στο φτωχό «Camp de la Industria» ακούγονται λίγα μπροστά στα συνολικά 124 χρόνια ζωής, όμως ήταν αρκετά και ικανά για να χτίσουν τον μύθο γύρω από ένα από τα πιο περίεργα προσωνύμια οπαδών στον παγκόσμιο αθλητισμό.
Οι «Culers» ή «Cules», σε ελεύθερη μετάφραση εκείνοι που δείχνουν τις πλάτες τους, από την καταλανική λέξη «Cul» που σημαίνει οπίσθια, θα γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι της Μπαρτσελόνα, μέρος της τεράστιας ιστορίας της. Παρών στο «Καμπ Νόου», παρών στα πιο μακρινά ταξίδια, παρών σε κάθε μάχη για την αυτονομία της Καταλονίας.
Visca el Barca, Visca i Catalunya!
Επιμέλεια: Μπάμπης Λέσσης
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.