Σαν βόμβα έσκασε την Παρασκευή (4/11) η είδηση του θανάτου του Ιγκόρ Σιπνιέφσκι. Ο «τρελός» Πολωνός, με το πηγαίο ποδοσφαιρικό ταλέντο, έχασε τον σπουδαιότερο αγώνα της ζωής του, αυτόν που έδινε για χρόνια με την υγεία του. Πρώτα ψυχική και μετά σωματική...
Ο «Σίπεκ», όπως αποκαλούνταν, μια εβδομάδα πριν γίνει 48, «έφυγε» αιφνίδια, καθώς νοσηλευόταν για προβλήματα υγείας τα οποία δεν είχαν γίνει γνωστά. Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε πρόβλημα με την κατάθλιψη, ενώ το ποτό αποτελούσε τον καλύτερο του φίλο. Αν και σπουδαίος ντριμπλαδόρος, δεν κατάφερε ποτέ να προσπεράσει το αλκόολ στην 1 vs 1 μονομαχία τους. Όπως ακριβώς και ένα από τα μεγαλύτερα είδωλά του, ο Τζορτζ Μπεστ. «Ο Ιγκόρ ήταν ακόμη μεγαλύτερο ταλέντο από τον Μπόνιεκ και τον Λουμπάνσκι», είχε πει γι' αυτόν ο φίλος και ατζέντης του, Μπόγκνταν Μασλάνκα.
Τα προβλήματα ξεκίνησαν στην εφηβεία. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η αναφορά των πρώτων του προπονητών: «Eίναι καλύτερα να έχουμε έναν μεθυσμένο Σίπεκ παρά δύο διαυγείς ποδοσφαιριστές», έλεγε ένας εξ αυτών δείχνοντας τον θαυμασμό για το ταλέντο του αλλά και τον προβληματισμό για τις κακές συνήθειες που είχε υιοθετήσει από νωρίς. Αν κάποιος επεσήμανε την σοβαρότητα των προβλημάτων τότε, ίσως, τώρα, τα πράγματα να είχαν πάρει διαφορετική τροχιά. Ο «Σίπεκ», όπως λίγα χρόνια μετά αποκάλυψε ο ίδιος, έφτασε στο σημείο να πρέπει να πιει τουλάχιστον μία μπύρα για να τον πάρει ο ύπνος, ενώ τους καλύτερους του αγώνες, τους έκανε μεθυσμένος.
Γεννημένος στο Ουούτς της Πολωνίας, μία πόλη 135 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Βαρσοβίας, που το όνομα της σημαίνει «βάρκα». Η μοίρα του επιφύλασσε να μην ενστερνιστεί ποτέ την γνωστή ελληνική παροιμία «ίσα βάρκα ίσα νερά», καθώς ο Ίγκορ, εδώ και αρκετά χρόνια, είχε χάσει το «μέτρο» από την καθημερινότητα του και «θαλασσόδερνε» σε κακά νερά. Τα προβλήματα στο σπίτι και στη «γκρίζα» γειτονιά του στοίχισαν πολύ στον αδύναμο χαρακτήρα του, ενώ στα πρώτα του επαγγελματικά χρόνια, άκουσε πολλές φορές από παίκτες μεγαλύτερης ηλικίας τη φράση «Δεν πίνεις, δεν παίζεις. Πίνεις, ίσως παίξεις». Αυτή όχι απλά την ενστερνίστηκε, αλλά την έκανε το «μότο» του για πάντα.
Από μικρός ξεχώρισε για την ικανότητα του να κλωτσάει την «ποδοσφαιρική θεά» και από πολύ μικρή ηλικία αποτελούσε μέλος της ομάδας της περιοχής του. Παρότι θεωρήθηκε ένας παίκτης με σπουδαίες προοπτικές, το πολωνικό πρωτάθλημα δεν τον κράτησε καιρό κοντά του και το καλοκαίρι του 1997 θα βρεθεί στα μέρη μας για να φορέσει τα χρώματα της Καβάλας.
Με τους «Αργονάυτες» σκόραρε εφτά τέρματα σε 18 αγώνες, νούμερο αρκετό για να του δώσει τη μεγάλη μεταγραφή στον Παναθηναϊκό. Με τους «πράσινους» θα ζήσει τα καλύτερα ποδοσφαιρικά χρόνια της καριέρας του, αγωνιζόμενος στον σύλλογο για τρεις χρονιές και βρίσκοντας 18 φορές δίχτυα, σε συνολικά 83 παιχνίδια. Στην συνέχεια πήρε μεταγραφή για τον ΟΦΗ και την Κρήτη (10 παιχνίδια, 1 γκολ) και τελευταίο πέρασμα του από την χώρα μας, η Καλλιθέα, με μόλις τρεις συμμετοχές και αυτές όλες στον πρώτο του μήνα στην ομάδα.
Τι άλλαξε ξαφνικά στη ζωή του Πολωνού που έκανε ντρίμπλες σαν Βραζιλιάνος και από ο άνθρωπος που έκανε χατ-τρικ μέσα σε εφτά λεπτά ( νίκη του Παναθηναϊκού με 5-0 κόντρα στον Απόλλωνα Σμύρνης) και από αυτός που χρίστηκε ο διάδοχος του Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς στη Μάλμε, έφτασε σε απόπειρες αυτοκτονιών και φυλακές; Η βότκα κέρδισε το ταλέντο και έγινε η πιστή του σύντροφος, ενώ η μάχη με τους δαίμονες του έκανε την εμφάνιση της και του μετέτρεψε τη ζωή σε «Γολγοθά».
«Ήταν στην Κρακοβία που πήγα για πρώτη φορά στο καζίνο. Παθιάστηκα παίζοντας. Έμενα όλη τη νύχτα και έφευγα το πρωί, συνήθως με άδειες τσέπες. Ο γιατρός της Βίσλα, με πήγε στο γραφείο ενός καλού ψυχιάτρου. Περιμένοντας στον προθάλαμο, κοίταξα τους ασθενείς, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα έμενα εδώ μαζί τους» αναφέρει ο Σιπνιέφσκι στην αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε το 2014 με χαρακτηριστικό τίτλο «Θαμμένος», ενώ πολλά χρόνια χρόνια αργότερα δήλωσε: «Το αλκοόλ με κατέστρεψε. Κομμάτιασε τις δύο πιο σημαντικές σχέσεις στη ζωή μου, με τους γονείς μου και το ποδόσφαιρο».
Στις 21 Νοεμβρίου του 2000 για τους ομίλους των «16» στο Champions League, ο Παναθηναϊκός ηττήθηκε 3-1 από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο «Ολντ Τράφορντ». Ο Βρετανικός Τύπος αποθέωσε τον «Σίπεκ» για εμφάνιση του εναντίον των Γκάρι Νέιβιλ και Ντέιβιντ Μπέκαμ, αλλά... το 2014, ο ίδιος θα δηλώσει για την βραδιά που εντυπωσίασε «μεθυσμένος» το «θέατρο των ονείρων»: «Ο Μπέκαμ έχει τρελά εκατομμύρια, είναι αστέρι, είδωλο και εγώ ένας γ@@ος αλκοολικός που ζει σε διαμέρισμα 40 τ.μ. με τη μητέρα του. Ξυπνάω σε ένα μεγάλο κρεβάτι. Καθώς κοιτάζω γύρω, είμαι έκπληκτος που δεν είμαι σε ένα τεράστιο σπίτι. Το τραπέζι είναι γεμάτο από κενά δοχεία μπύρας και τασάκι γεμάτα τσιγάρα. Αισθάνομαι άσχημα και ξέρω ποιο είναι το μόνο φάρμακο, η μπύρα».
Κατέληξε σε ψυχιατρικό ίδρυμα, από το οποίο δραπέτευσε το 2003, έχοντας ως μοναδικό στόχο, να βάλει τη ζωή του σε τάξη. Πήγε στη Σουηδία για να κάνει αυτό που ήξερε πολύ καλά, να παίζει ποδόσφαιρο. Η εντυπωσιακή αρχή στη Χάλμσταντ, τον έστειλε μετά από έξι μήνες στη Μάλμε, που παρότι υπέγραψε μαζί του τριετές συμβόλαιο, του έδειξε πολύ νωρίτερα τον δρόμο της εξόδου. Αιτία, ένα τροχαίο ατύχημα που προκάλεσε οδηγώντας-τι άλλο;-μεθυσμένος. Ένα σύντομο πέρασμα από την Τρέλεμποργκ και επιστροφή στα πάτρια εδάφη για τη Λοτζ ολοκλήρωσαν την καριέρα του.
Από εκεί και πέρα η καθημερινότητα του έγινε ένα τρελό roller-coaster συναισθημάτων. Στο γήπεδο σκόραρε κατά ριπάς, αλλά η εξωγηπεδική του ζωή, αποτελούταν από συλλήψεις, μέθη, τζόγο, επεισόδια... To 2008 ήρθε η ώρα της φυλακής για επίθεση στη μητέρα του και σε αστυνομικό. Η κατηγορία της μητέρας αποσύρθηκε, αφού ο δικός της ώμος, αποτέλεσε το μοναδικό μαξιλάρι που μπορούσε να ξαπλώσει και να νιώσει ζεστασιά ο «Σίπεκ», με την ποινή του να μειώνεται σε ενάμιση χρόνο. Το 2014 το «στήριγμά» του, έφυγε από τη ζωή και τέσσερα χρόνια αργότερα ο πατέρας του Στέφαν. Το «δηλητήριό» για τον Ιγκόρ επέστρεψε για μία τελευταία και μη ανατρέψιμη φορά.
Εκείνη την περίοδο υπέστη ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο έπειτα από απόπειρα αυτοκτονίας με αλκοόλ και χάπια. Αυτό του άφησε ζημιές στον εγκέφαλό του. Μια μικρή σύνταξη και λίγα χρήματα από την αυτοβιογραφία του τον κρατούσαν στη ζωή. Θεωρήθηκε ανίκανος να εργαστεί και να συντηρήσει τη γυναίκα του, την κόρη του αλλά και το γιο του: «Κατάπια τα χάπια και έπεσα για ύπνο. Είχα περίπου 50, πήρα νομίζω τα 30 από αυτά κατευθείαν. Ένιωσα ελεύθερος για λίγο, γιατί γνώριζα ότι δεν υπήρχε λόγος να φοβάμαι πλέον. Ήθελα απλά να τελειώσει όλο αυτό. Με βρήκαν και όταν ξύπνησα και είδα τα σκορπισμένα χάπια που δεν μπόρεσα να πάρω, κατάλαβα αμέσως τι έκανα. Όταν ο ατζέντης μου έμαθε τι έκανα, ήρθε αμέσως σπίτι μου. Κάλεσε ασθενοφόρο και με πήγαν στην εντατική. Πέρασα τρεις ή τέσσερις μέρες εκεί και μετά δεν άντεχα να επιστρέψω σπίτι μου ούτε να πάω για προπόνηση».
Πριν λίγες ώρες γράφτηκε ο επίλογος για μια βασανισμένη ψυχή. Για ένα ατόφιο ποδοσφαιρικό ταλέντο, που πρόσφερε ελάχιστες εκλάμψεις του μεγαλείου του και τελικά είδε τους «δαίμονές» του να καταστρέφουν πρώτα την καριέρα και μετά ολόκληρη τη ζωή. Έστω κι έτσι, όμως, οι φίλοι του ποδοσφαίρου δεν θα τον ξεχάσουν ποτέ...
Επιμέλεια: Ανδρέας Παπαγιαννόπουλος
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.