Oρισμένες διαπιστώσεις είναι τόσο οφθαλμοφανείς που δεν χρειάζεται να έχει κανείς την επαγγελματική εμπειρία του προπονητή Γιώργου Δώνη για να τις κάνει.
Στη φετινή ΑΕΚ, εκτός από τον Νάτσο Σκόκο, δεν υπάρχει παίκτης από τη μέση και μπροστά που να μπορεί να παίξει «ένας εναντίον ενός». Ισως το καταφέρει με την πάροδο του χρόνου ο Ραφίκ Τζεμπούρ. Ολοι οι υπόλοιποι παίκτες της ΑΕΚ έχουν διάφορα ποδοσφαιρικά χαρίσματα, στα οποία, όμως, δεν συμπεριλαμβάνεται το προηγούμενο. Αρα, περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα η ΑΕΚ χρειάζεται αυτοματισμούς που να επιτρέπουν στους παίκτες της να απειλήσουν τον αντίπαλο τερματοφύλακα. Στη χθεσινή ΑΕΚ τέτοια πράγματα δεν υπήρξαν. Οπως δεν υπάρχουν γενικά φέτος. Ο Γιώργος Δώνης έχει την υποχρέωση να φτιάξει ομάδα με αυτοματισμούς, για να μπορεί να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και να μπαίνει στο γήπεδο διεκδικώντας πρωταγωνιστικό ρόλο.
Επειδή όλα αυτά δεν υπάρχουν, και στο ντέρμπι της πρεμιέρας με τον Παναθηναϊκό και χθες το βράδυ, η ΑΕΚ προτίμησε να παίξει κλειστά, έχοντας ως βασική προτεραιότητα να κρατήσει στην άμυνα και να ψάξει το γκολ είτε στις αντεπιθέσεις είτε στα στημένα. Με αυτόν τον τρόπο μπορείς να πάρεις κάποιο ντέρμπι, αλλά δεν μπορείς να πάρεις πρωτάθλημα.
Ο Ολυμπιακός μπορεί να μην υπερτερεί τρανταχτά της ΑΕΚ σε αυτοματισμούς, υπερτερεί, όμως, σε ποιότητα παικτών από τη μέση και μπροστά, σε σημείο που να του αρκεί μια προσωπική ενέργεια κάποιου παίκτη για να πάρει το παιχνίδι. Χθες, όμως, ο Ολυμπιακός επικράτησε επειδή οι ταλαντούχοι ποδοσφαιριστές του βρήκαν τρόπο να συνεργαστούν μεταξύ τους και να νικήσουν την άμυνα των αντιπάλων τους. Και η πάσα του Τζόρτζεβιτς στον Κοβάσεβιτς και η σέντρα-ξυραφιά του Ντομί στον Ντιόγο αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Και έτσι να μη γινόταν, κάποια στιγμή ένα μπουκάρισμα του Γκαλέτι, του Τοροσίδη, του Ντιόγο, του Λέτο ή του Τζόρτζεβιτς θα μπορούσε να δώσει τη λύση. Με καλύτερους παίκτες τον Κυργιάκο και τον Πελετιέρι, οι «κιτρινόμαυροι» θα μπορούσαν να φθάσουν μέχρι την ισοπαλία. Ο Ολυμπιακός νίκησε δίκαια διότι από την αρχή του ματς αυτό επιδίωκε και επειδή σε γενικές γραμμές επέβαλλε τον ρυθμό του. Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι καλύτερα γι’ αυτόν, αν δεν έχανε τόσο νωρίς τον Ντουντού. Ομως, το ρίσκο που πήρε ο Βαλβέρδε με τον Γιάννη Παπαδόπουλο όχι μόνο δεν στοίχισε, αλλά έβγαλε στον αφρό τον νεαρό αμυντικό χαφ. Γενικά, ο Βαλβέρδε πάλεψε πιο πολύ το ματς κάνοντας νωρίς τις αλλαγές και δείχνοντας ότι το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν η νίκη. Βέβαια, είναι άλλο πράγμα να φέρνεις από τον πάγκο τον Ντάρκο Κοβάσεβιτς και τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς και άλλο να φέρνεις τον Εντίνιο και τον Παντελή Καφέ. Με λίγα λόγια, η δουλειά του Βαλβέρδε είναι πιο εύκολη από τη δουλειά του Γιώργου Δώνη. Σημειωτέον ότι ο Ολυμπιακός έβαλε δύο γκολ χωρίς να έχει σε αυτά συμμετοχή ο κατά γενική ομολογία πιο ποιοτικός παίκτης του, ο Λουτσιάνο Γκαλέτι. Σημειώστε επίσης ότι ο Ντιόγο, που στην ουσία χάνει όλες τις προσωπικές μονομαχίες από τον Σωτήρη Κυργιάκο, είναι αυτός που κλέβει την μπάλα από τον Αγουστίν Πελετιέρι στη φάση του πρώτου γκολ, είναι αυτός που ξεραίνει με την κίνησή του τους κεντρικούς αμυντικούς της ΑΕΚ για να βρεθεί μόνος του απέναντι στον Σάχα και να κάνει το 2-0.
Με το κουτάλι...
Η υπόθεσης της μιας πάσας δεν είναι ζήτημα νιάτων ή καλής φυσικής κατάστασης. Είναι ζήτημα εμπειρίας, καθαρού μυαλού και ικανότητας. Αυτά τα στοιχεία τα διέθετε στα 25 του, τα διαθέτει στα 35 και θα τα διαθέτει μάλλον και στα 40. Ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, χωρίς να έχει πια τη δύναμη και την ταχύτητα του Λέτο, έχει καλύτερη αίσθηση του χώρου και ξέρει ανά πάσα στιγμή πού κινούνται όσοι βρίσκονται μπροστά του. Ο Κοβάσεβιτς δέχθηκε το «θείο δώρο» του αρχηγού και έστειλε την ΑΕΚ στο καναβάτσο. Με λιγότερο τρέξιμο, λιγότερες ντρίμπλες, ο μπαρμπα-Τζόρτζεβιτς βρίσκει τρόπους να τονίζει τη χρησιμότητά του ακόμη και σε τόσο προχωρημένη ποδοσφαιρικά ηλικία.
Κρατάει χρόνια
Υποψιάζομαι ότι το βρισίδι που έριξε στη μητρική του γλώσσα αμέσως μετά το γκολ είχε αποδέκτες στον πάγκο του Ολυμπιακού. Περισσότερο, όμως, συγκρατώ το πλατύ χαμόγελο και το κλείσιμο του ματιού που διαδέχτηκε το βρισίδι. Του Ντάρκο Κοβάσεβιτς, ακόμη και αν σταματούσε αύριο το πρωί την καριέρα του και έφευγε από τον Πειραιά, η ανάμνηση θα έμενε για χρόνια χαραγμένη στις καρδιές των οπαδών της ομάδας. Κάτι σαν τον Σίνισα Γκόγκιτς, δηλαδή, και λίγο παραπάνω. Γιατί ο Σέρβος φορ παίζει σαν να άρχισε την καριέρα του από τις ακαδημίες του Ολυμπιακού και σκοπεύει να γίνει η «σημαία» της ομάδας. Η σπουδαία κλάση του φάνηκε πάλι με το πρώτο άγγιγμα της μπάλας. Εξαιρετικό κοντρόλ και το δεύτερο απαλό άγγιγμα με προορισμό τα δίχτυα. Ο Ντάρκο, εφόσον χρησιμοποιείται καταλλήλως, μπορεί και φέτος, μπορεί και του χρόνου.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.