Να φέρει κανείς τον ποδοσφαιριστή Κατσουράνη στο νου δεν είναι δύσκολο. Μέχρι χθες που λέει ο λόγος φορούσε τα μπλε του Ατρομήτου, τα ασπρόμαυρα του ΠΑΟΚ, τα πράσινα του Παναθηναϊκού, τα κόκκινα της Μπενφίκα, τα κιτρινόμαυρα της ΑΕΚ, τα κοκκινόμαυρα της Παναχαϊκής. Και τα γαλανόλευκα της Εθνικής. Άσε την περιπέτεια στην Ινδία και το φινάλε στην Αυστραλία. Μιλάμε για ποδόσφαιρο στο υψηλό επίπεδο. Αυτό που ταίριαζε στο σπάνιο ταλέντο του.
Δύσκολο δεν είναι να φέρεις στο νου και τον άνθρωπο Κατσουράνη. Ακόμα και για όσους δεν τον ξέρουμε καλά μοιάζει ανοικτό βιβλίο. Δεν τον λες και εύκολο παιδί. Έχει «συλληφθεί» άπειρες φορές να βρίζει συμπαίκτες, αντιπάλους, διαιτητές. Συχνά – πυκνά τα έβαζε και με την εξέδρα αν προηγουμένως τον είχε πικάρει. Είτε φόραγε τη φανέλα του συλλόγου του, είτε αυτή της Εθνικής. Στις συνεντεύξεις Τύπου σε κοιτούσε με βλέμμα που ταίριαζε περισσότερο σε μάγκα της γειτονιάς και λιγότερο σε παίκτη του δικού του επιπέδου.
Τώρα που πήρε την απόφαση να ολοκληρώσει την ποδοσφαιρική του καριέρα μπορείς να το πεις: ο Κατσουράνης δεν περνούσε σε καμία περίπτωση απαρατήρητος. Είτε εντός είτε εκτός γηπέδου. Είτε ανήκεις στους λάτρεις του ταλέντου του είτε σε αυτούς που μισούν το προφίλ που λάνσαρε τον προσέχεις. Τον παρατηρείς.
Αλήθεια και τούτη: τα ποδοσφαιρικά του χαρακτηριστικά είναι σπάνια. Εξαιρετική μεταβίβαση, άριστο διάβασμα των φάσεων, απίστευτη οξυδέρκεια. Αυτό το κοφτερό του μυαλό ήταν και το πιο μεγάλο όπλο σε μια σπουδαία καριέρα. Κατά κοινή ομολογία ο Κατσουράνης είναι ένας από τους εξυπνότερους ποδοσφαιριστές της σύγχρονης εποχής στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Δεν λάτρευε τα τάκλιν και την αυτοθυσία αλλά έστελνε την μπάλα όπου σημάδευε και βρισκόταν όπου χρειαζόταν. Αυτό το άτιμο το κοφτερό μυαλό.
Μία από τις σημαντικότερες διακρίσεις του σε ατομικό επίπεδο η «διείσδυσή» του το 2003 στην Εθνική ομάδα. Για όσους δεν θυμούνται τότε η Εθνική έμοιαζε με κλειστό κλαμπ. Κλαμπ στο οποίο δεν κατάφεραν να μπουν σπουδαίοι παίκτες του ελληνικού ποδοσφαίρου όπως ο Άκης Ζήκος και ο Ιεροκλής Στολτίδης. Ο Κατσουράνης όχι μόνο μπήκε στο κλαμπ αυτό αλλά και «διαμόρφωσε» το ποδοσφαιρικό του στυλ παίζοντας σε μια θέση που αδόκιμα μπορεί να χαρακτηριστεί ως λίμπερο εμπρός από τα στόπερ. Πολλά – λέγαμε ότι – δεν έβλεπε ο Ρεχάγκελ. Το σπάνιο ταλέντο του 24χρονου τότε Κατσουράνη, όμως, δεν μπορούσε να μην το δει.
Όλα όσα πρόχειρα γράφτηκαν εδώ δεν γράφτηκαν με τη λογική ενός αποχαιρετισμού. Αλλά με την ελπίδα της επιστροφής (του) στον χώρο που πρέπει να συνεχίσει να υπηρετεί.
Σε μια συνέντευξή του, τον περασμένο Φεβρουάριο, τόνισε πως δύσκολα θα γίνει προπονητής μετά το φινάλε της καριέρας του. Ένιωθε και ίσως ακόμα νιώθει μεγάλη την ανάγκη να περάσει πολύ και ποιοτικό χρόνο με την οικογένειά του. Το έχουν αυτό οι ποδοσφαιριστές. Τα συνεχή ταξίδια και ο αθλητικός τρόπος ζωής δεν τους αφήνουν να ζήσουν σαν καθημερινοί άνθρωποι. Και αυτό τους δημιουργεί κενά.
Κενό, όμως, θα δημιουργηθεί και στο ποδόσφαιρό μας αν ο Κώστας Κατσουράνης μείνει πιστός σε αυτό και μακριά από το άθλημα που υπηρετούσε μέχρι χθες. Δεν υπάρχουν βιασύνες. Κάτσε, ρε αδερφέ, πάρε τις ανάσες σου, ζήσε με την οικογένειά σου και ξεκίνα πάλι. Γύρνα εσύ και άσε εμάς να σε βρίζουμε…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.