Είναι σαφές και προφανές εδώ και καιρό πως ο Ντέγιαν Ράντονιτς δεν είναι ο άνθρωπος που μπορεί να κάνει ομάδα τον Παναθηναϊκό. Οι λόγοι έχουν εξηγηθεί κι αναλυθεί κατ’ επανάληψη και εκτενώς ΚΑΙ από αυτή εδώ τη στήλη και είναι απορίας άξιο πώς ο συγκεκριμένος άνθρωπος παραμένει στον πάγκο στα μέσα πλέον του Φλεβάρη, ενώ η διοίκηση δεν είχε δείξει τόση υπομονή απέναντι σε προπονητές που είχαν πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος και είχαν παρουσιάσει πολύ λιγότερο προβληματικό έργο.
Το αποκορύφωμα της θολούρας που διακατέχει τον Μαυροβούνιο προπονητή ήταν το πώς διαχειρίστηκε την τελευταία φάση του αγώνα με τη Βαλένθια. Δεν χρειάζεται να σταθούμε στα προηγούμενα λεπτά του αγώνα, αφού δεν είδαμε κάτι διαφορετικό από μια ομάδα που βασίζεται αποκλειστικά στο ταλέντο των παικτών της, που δεν έχει συνέπεια σε απλές μπασκετικές αρχές (13 ασίστ στο πρώτο ημίχρονο αλλά μετά… ένας εναντίον ενός) και που αιμορραγεί αμυντικά. Αρκεί να δούμε τι έκανε και... δεν έκανε ο Ράντονιτς στην τελευταία κατοχή, με την ομάδα του στο 91-89 και 17’’ να απομένουν.
-Κακώς δεν έκανε φάουλ
Σε τέτοιες περιπτώσεις λέμε ότι δεν υπάρχει κανόνας για σωστό και λάθος, αφού συνήθως οι προπονητές κρίνονται από το αν η ομάδα τους κέρδισε ή όχι. Όχι όμως στην προκειμένη περίπτωση. Η απόφαση του Ράντονιτς να μην κάνει φάουλ κρίνεται λανθασμένη με βάση τα δεδομένα του αγώνα. Ο Παναθηναϊκός επέλεξε να βασιστεί στην άμυνά του, που για 39:43 είχε δεχτεί 89 πόντους, 47 εκ των οποίων στο δεύτερο ημίχρονο. Και όχι στην επίθεσή του, που με όλα της τα κουσούρια είχε καταφέρει να πετύχει 91 και είχε απέναντί της την τέταρτη χειρότερη άμυνα της Ευρωλίγκας. Κάνοντας ένα γρήγορο φάουλ σε μια ομάδα που είχε 73,9% στο ματς και ει δυνατόν σε κάποιον παίκτη με χαμηλότερο ποσοστό, θα είχε 14-15 δευτερόλεπτα για να επιτεθεί, στη χειρότερη περίπτωση έχοντας ισοφαριστεί από 2/2 βολές.
Για να θυμηθούμε ένα διαφορετικό παράδειγμα, η επιλογή του Μπαρτζώκα να ΜΗΝ κάνει φάουλ στην Εφές στην τελευταία επίθεση του ημιτελικού του Final 4 του Βελιγραδίου ήταν ορθή (ανεξάρτητα από την έκβαση του ματς), καθώς, πρώτον, το ματς ήταν στην ισοπαλία, και δεύτερον επέλεξε να ποντάρει σε μια άμυνα του Ολυμπιακού που είχε κρατήσει έναν αντίπαλο με φοβερή ποιότητα στους 74 πόντους κι όχι στη δική του επίθεση που ήταν αρκετά άστοχη εκείνη τη μέρα.
-Λάθος επιλογή πεντάδας
Βλέποντας τον Παναθηναϊκό να επιστρέφει από το τάιμ άουτ με πεντάδα τους Λι, Τόμας, Γ. Καλαϊτζάκη, Μπέικον και Γουίλιαμς, όλοι πίστεψαν πως ο Παναθηναϊκός θα έκανε γρήγορο φάουλ για να πάρει την τελευταία επίθεση. Κι όμως, ο Ράντονιτς επέλεξε να αμυνθεί έχοντας στο παρκέ όχι τους καλύτερους αμυντικούς του, αλλά τρεις από τους χειρότερους: τον Τόμας τον λιγοστών προπονήσεων και τη φήμη του μέτριου αμυντικού, τον Μπέικον που χάνεται στις περιστροφές και συχνά εκθέτει τους συμπαίκτες του και τον Γουίλιαμς που είναι ίσως ο χειρότερος σε προσωπική άμυνα παίκτης του ρόστερ. Ο Αγραβάνης και ο Π. Καλαϊτζάκης θα έπρεπε να βρίσκονται στο παρκέ, εφόσον η επιλογή ήταν άμυνα. Τελικά ο Ράντονιτς ήταν σαν να αποφάσισε πως ήταν προτιμότερο να αμυνθεί με Τόμας, Μπέικον και Γουίλιαμς, παρά να επιτεθεί με αυτούς (συν τους εξαιρετικούς εκείνη τη μέρα στην επίθεση Λι και Γκουντάιτις). Καμία λογική…
-Άφησαν την μπάλα στον Τζόουνς
Ας… ξεπεράσουμε τα δύο παραπάνω λάθη και ας δούμε το τρίτο και φαρμακερό για τον Παναθηναϊκό. Ήξεραν και οι… πέτρες πως η Βαλένθια θα έδινε την τελευταία επίθεση στον Κρις Τζόουνς, ο οποίος πριν την τελευταία κατοχή είχε ήδη 8 σερί πόντους από το 2:49 πριν το φινάλε σκοράροντας με όλους τους τρόπους και σημαδεύοντας μονίμως μέχρι τότε τα αργά πόδια του Γκουντάιτις με μια απλή αλλαγή στα σκριν (πόσο έλειψε χθες σε αυτό ο Παπαγιάννης!). Ο Ράντονιτς αυτό που είχε να κάνει ήταν να… διώξει την μπάλα από τα δικά του χέρια και να τη στείλει σε παίκτες με λιγότερη αυτοπεποίθηση, ενδεχομένως και «κρύους» στα τελευταία λεπτά του one man show του Αμερικανού γκαρντ. Με κάποια παγίδα, με κάποιο hedge out, με κάποιον τρόπο τέλος πάντων, έπρεπε η μπάλα να φύγει από τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο…
Η μπάλα πήγε, όντως, για λίγο στα χέρια του Κάιλ Αλεξάντερ του 70,6% στις βολές αλλά ουδείς είχε το καθαρό μυαλό να του κάνει φάουλ. Αντ’ αυτού, η μπάλα επέστρεψε εύκολα στον Τζόουνς, που με ένα σκριν που γίνεται στο εφηβικό ξεμονάχιασε τον Γουίλιαμς, τον έστειλε στον ουρανό με μια απλή προσποίηση και έκρινε ανενόχλητος το ματς. Ενώ, λοιπόν, ο Άλεξ Μουμπρού σχεδίασε μια επίθεση στα μέτρα του πιο «καυτού» του παίκτη, με στόχο να βρει απέναντί του (με μια απλή ή διπλή αλλαγή στα μαρκαρίσματα) έναν αδύναμο αμυντικό από τους πολλούς που υπήρχαν στην άλλη πλευρά, ο Ράντονιτς όχι απλώς δεν ήταν προετοιμασμένος γι’ αυτό, αλλά «πρόσφερε» στον αντίπαλο τρεις «στόχους» για να χτυπήσει στην άμυνα και τον πιο εύκολο αυτών τελικά να εκτίθεται ανεπανόρθωτα.
ΥΓ: Ο Τόμας μπορεί να δώσει μια διαφορετική διάσταση στο επιθετικό παιχνίδι του Παναθηναϊκού κι ο Αγραβάνης να προσφέρει λύσεις, ειδικά στο κομμάτι της άμυνας και της ισορροπίας στις θέσεις 4-5. Όμως φαίνεται πως δεν υπάρχει προκοπή όσο δεν υπάρχει ο κατάλληλος άνθρωπος στον πάγκο για να αξιοποιήσει τις αρετές και να κρύψει τις αδυναμίες τους.
*Την Κυριακή τα λέμε στον bwinΣΠΟΡ FM 94,6, 12:00-14:00, παρέα με τον Παναγιώτη Κεφαλά. Κουβέντα με πολύ μπάσκετ, ρεπορτάζ, ενδιαφέροντες καλεσμένους, κουιζάκια. Όσοι πιστοί, κοπιάστε στην παρέα μας.
Follow @ChristosRobolis
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.