Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το FINALE της 2ης σεζόν…
Ωραία μέρα για να πεθάνεις
Όλα θα τελειώσουν. Σύντομα. Όπως τελειώνει ο πρώτος καφές. Γρήγορα και με τη γεύση του να σε συνοδεύει για το υπόλοιπο της ημέρας.
Ο Jesse James καθόταν στο ράφι του σιωπηλός. Ο νεαρός συνάδελφος ήταν κουλουριασμένος σε μία γωνιά του γραφείου. Ήταν και αυτός σιωπηλός. Για τρεις ολόκληρες ημέρες είχαμε χωριστεί. Εγώ είχα γυρίσει σπίτι , το ίδιο είχε κάνει και ο νεαρός συνάδελφος, ο μόνος που είχε μείνει στο γραφείο ήταν ο Jesse James. Δεν είχε έτσι κι αλλιώς που αλλού να πάει. Αυτό ήταν το σπίτι του.
-1-
Άνοιξε το παντζούρι και βγήκε στο μπαλκόνι. Αν και είχε να γυρίσει πολλές μέρες στο σπίτι, το δωμάτιο του δεν μύριζε κλεισούρα. Η μητέρα του φρόντιζε κάθε πρωί να ανοίγει τις πόρτες και να αερίζει το δωμάτιο, σαν να ήταν ο γιός της μόνιμος κάτοικος αυτού του σπιτιού. Τον τελευταίο καιρό όμως δεν ήταν, και αυτή δεν έκανε πολλές ερωτήσεις. Τον πρώτο καιρό νόμιζε ότι ο γιός της επιτέλους είχε βρει ένα καλό κορίτσι και έκανε ότι κάνουν όλα τα αγόρια της ηλικίας του. Όταν όμως τον έβλεπε, δεν αντίκριζε το ανέμελο πρόσωπο της ευχαρίστησης που περίμενε, αλλά κάτι άλλο, πιο σκυθρωπό. Ειδικά τους δύο τελευταίους μήνες θα έπαιρνε όρκο ότι το πρόσωπο του δεν ήταν μόνο σκυθρωπό, αλλά και σκοτεινό μαζί. Έμοιαζε να έχει τις σκοτούρες που δεν θα έπρεπε να βαραίνουν ένα παιδί της ηλικίας του. Γιατί παρά το γεγονός ότι ήταν ενήλικος εδώ και μερικά χρόνια, αυτή εξακολουθούσε να τον βλέπει σαν παιδί. Ακόμα και τότε όμως δεν μίλησε και περίμενε. Περίμενε ότι όλη αυτή η συμπεριφορά θα έκανε απλά τον κύκλο της και θα χανόταν έτσι όπως ακριβώς ήρθε. Δεν ήταν γυναίκα που έπαιρνε τις καταστάσεις στα χέρια της, είχε απλά πολύ και καλή πίστη.
Ο νεαρός συνάδελφος βγήκε στο μπαλκόνι του δεύτερου ορόφου και κοίταξε κάτω στον δρόμο. Ήταν πλέον περασμένα μεσάνυχτα και έπρεπε να περάσουν πάνω από δύο λεπτά για να δεις αμάξι. Αυτό το χρονικό διάστημα ήταν μεγάλο για το συγκεκριμένο δρόμο γιατί αν και μονής κατεύθυνσης, η κίνηση ήταν τέτοια που το μεσημεράκι νανουριζόσουν από τις κόρνες των αυτοκινήτων και τις μηχανές που πέρναγαν ασταμάτητα. Ο νεαρός συνάδελφος ευχήθηκε να μπορούσε να αντέξει το κάπνισμα γιατί σίγουρα αυτές τις μέρες το χρειαζόταν. Δεν το άντεχε όμως. Οι λιγοστές του προσπάθειες να κατεβάσει τον καπνό είχαν τραγικά αποτελέσματα και τώρα πλέον κάθε φορά που πλησίαζε σε τσιγάρο, οι αισθήσεις του εξέπεμπαν σήμα κινδύνου.
Ήταν μία ακόμα από τις πολλές μελαγχολικές νύχτες που περνούσε τελευταία. Αυτή όμως είχε κάτι το ιδιαίτερο. Η αίσθηση της προσμονής για κάτι σημαντικό και καθοριστικό για τη συνέχεια της ζωής του, δημιουργούσε ένα κόμπο στον λαιμό, που δεν έλεγε να τον αφήσει σε ησυχία. Άγχος. Μόνιμο άγχος. Ήξερε βαθιά μέσα του ότι σύντομα με τον έναν ή το άλλο τρόπο θα ερχόταν η λύτρωση, αλλά αυτή η προσμονή… Αυτή η καταραμένη η προσμονή. Σπάνια του έβγαινε σε καλό. Ότι καλύτερο του είχε συμβεί στη ζωή του ερχόταν πάντα αναπάντεχα. Ποτέ όταν το περίμενε. Τώρα όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Δεν περίμενε κάτι καλό, αλλά κάτι κακό. Το πόσο κακό θα ήταν δεν μπορούσε ακόμα να το υπολογίσει, ήταν σίγουρος όμως ότι το αποτέλεσμα που θα έφερνε θα ήταν τέτοιο, που θα άλλαζε τον τρόπο ζωής του έτσι όπως τον είχε φτιάξει μέχρι τότε. Τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο και είναι η πικρή αλήθεια ότι σιχαινόταν τις αλλαγές.
Ο νεαρός συνάδελφος «τρεφόταν» ψυχολογικά από την ασφάλεια που του δημιουργούσαν οι παγιωμένες καταστάσεις. Και μπορεί οι τελευταίοι μήνες να ήταν γεμάτοι κινδύνους, όμως τους θεωρούσε μέρος της καθημερινότητας του. Ποτέ δεν πίστεψε ότι κινδυνεύει πραγματικά και ίσως αυτό να τον είχε σώσει. Ένα αμάξι πέρασε κάτω από το μπαλκόνι. Το ακολούθησε με το βλέμμα του μέχρι να χαθεί πίσω από την μεγάλη ανηφόρα που σηκωνόταν στα αριστερά του. Έριξε μία τελευταία ματιά προς την άλλη μεριά του δρόμου και προσπάθησε να γυρίσει τη σκέψη του δύο χρόνια πριν. Σε εκείνο το νεκρό διάστημα. Σε εκείνες τις μέρες που είχαν σβηστεί από τη μνήμη του. Όσο και να προσπαθούσε όμως δεν μπορούσε να θυμηθεί. Λίγο καιρό μετά έπιασε δουλειά. Λίγο καιρό μετά γνωρίστηκε με τους άλλους δύο στο υπόγειο γραφείο. Και από τότε αυτή ήταν η ζωή του. Όλα έμοιαζαν να έχουν γίνει για ένα λόγο. Για ένα συγκεκριμένο λόγο, αφού δεν πίστευε ότι όλα ήταν συμπτώσεις. Αυτό το λόγο όμως δεν μπορούσε να τον θυμηθεί. Γύρισε μέσα στο δωμάτιο του. Έκλεισε τα μάτια και πήρε μια βαθιά ανάσα. Όταν τα άνοιξε και πάλι είδε έναν άντρα να στέκεται μπροστά του. «Δεν υπάρχει λόγος να φωνάξεις» είπε ο Μακαρίτης…
-2-
Είχα σταματήσει να νιώθω εκείνο το μέρος σπίτι μου εδώ και πολύ καιρό. Ήταν απλά ο χώρος με όλα μου τα πράγματα. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Κάθε φορά που γύριζα «σπίτι» ένιωθα σαν φιλοξενούμενος. Βέβαια δεν υπήρχε οικοδεσπότης, αλλά και πάλι τίποτα δεν έμοιαζε πλέον δικό μου. Σαν ένα δωμάτιο ξενοδοχείου που απλά έχουν ξεχάσει να το επισκεφθούν οι καμαριέρες. Γύρισα λοιπόν, αλλά τώρα ήμουν και πάλι έτοιμος να φύγω. Τίποτα δεν με κρατούσε πίσω αν και το προσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις. Το σπίτι μου ήταν πλέον εκείνο το υπόγειο γραφείο και οι άλλοι δύο ότι κοντινότερο είχα σε οικογένεια. Προσπάθησα απλά να κάνω ένα τελευταίο μάζεμα. Έβαλα μερικά πράγματα στη θέση τους, έκανα ένα επιφανειακό εντελώς ξεσκόνισμα και μετά απλά σταμάτησα. Ποτέ δεν με ενθουσίαζαν οι δουλειές του σπιτιού και ειδικά τώρα δεν θα έμπαινα σε αυτή τη διαδικασία, αφού πολύ απλά δεν είχα σκοπό να επιστρέψω. Το που θα με έφερνε η επόμενη μέρα δεν μπορούσα να το ξέρω, ότι και να γινόταν όμως ένιωθα ότι αυτό το κεφάλαιο είχε κλείσει οριστικά. Ο νεαρός συνάδελφος είχε επιστρέψει και αυτός στο σπίτι του. Είπε ότι χρειαζόταν μία αλλαγή παραστάσεων και τον είχα καταλάβει απόλυτα. Ήμουν σίγουρος όμως ότι και αυτός τώρα θα ένιωθε το ίδιο με εμένα και θα ήθελε να επιστρέψει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στο γραφείο.
Ο Jesse James μας είχε αποχαιρετήσει λίγο διαφορετικά από ότι συνήθιζε. Ενώ ήμουν σίγουρος ότι θα μας διαολόστελνε λέγοντας ατάκες του στυλ «δεν σας έχω ανάγκη να μην γυρίσετε ποτέ», αυτός αντίθετα αφού προσπάθησε αρχικά να μας πείσει να μείνουμε, στη συνέχεια μας είπε να γυρίσουμε γρήγορα. Και αυτό θα κάναμε. Απλά ήταν καλό για όλους μας να μέναμε λίγες ημέρες μακριά.
Αυτό ήταν το τρίτο και τελευταίο βράδυ της σύντομης όπως αποδείχθηκε επιστροφής μου στο μέρος που κάποτε αποκαλούσα σπίτι μου. Και θα το πέρναγα όπως και τα υπόλοιπα. Έβαλα σε ένα ποτήρι ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα κόλα και έκατσα στην πολυθρόνα μου. Πάτησα το play στο στερεοφωνικό και άφησα τη μουσική να ταξιδέψει τη σκέψη μου μακριά από αυτό το μέρος. Έστω και για λίγο.
Έκλεισα τα μάτια και προσπάθησα να φανταστώ μία ζωή μακριά από όλα αυτά που με ταλαιπωρούσαν. Μια ζωή μακριά από τις σκοτούρες, τους κινδύνους, τα μυστήρια και όλα αυτά τα παράξενα πράγματα. Μπορεί η έκρηξη αδρεναλίνης που μου προκαλούσαν να με κράταγε συνέχεια σε εγρήγορση αλλά είχα αρχίσει να σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να ζήσω και χωρίς αυτά. Άνοιξα τα μάτια και είδα έναν άντρα να στέκεται μπροστά μου. «Πλησιάζουμε προς το τέλος» είπε ο πιλότος Καραγιάννης…
-3-
Ο Jesse James είχε βαρεθεί. Και όταν βαριόταν έπεφτε σε βαριάς μορφής κατάθλιψη που μεταφραζόταν σε ατελείωτες ώρες ύπνου, που αυτές με τη σειρά τους οδηγούσαν σε πολλά νεύρα, που στο τέλος τον οδηγούσαν και πάλι στον ύπνο. Ο Jesse James κοιμήθηκε πολύ αυτές τις τρείς μέρες. Στο διάστημα που ήταν ξύπνιος πρόλαβε να κάνει το γύρο του γραφείου πάνω 150 φορές, ενώ οι φορές που περπάταγε μπρος πίσω πάνω στο ράφι του δεν μπορούν μετρηθούν με κάποια γνωστή στον πολιτισμένο κόσμο μονάδα μέτρησης. Αν κάποιος επιχειρούσε να μετατρέψει σε τηλεοπτικό σίριαλ τις δραστηριότητες του Jesse αυτό το τριήμερο το πολύ πολύ να κατάφερνε να προβάλλει ένα επεισόδιο πριν η σειρά κοπεί. Επίσης πολύ πιθανό θα ήταν, η σειρά να διακοπεί κατά τη διάρκεια προβολής του πρώτου επεισοδίου, κάτι που σαφώς θα αποτελούσε ένα ρεκόρ που δύσκολα θα μπορούσε να καταρριφθεί στο πέρασμα των χρόνων.
Εκτός όμως από τον ατελείωτο ύπνο και το ατελείωτο περπάτημα μέσα στα είκοσι τετραγωνικά του γραφείου, ο Jesse James είχε και πολλές στιγμές μονολόγου, από αυτούς που όλοι μας έχουμε επιχειρήσει κατά καιρούς όταν νομίζουμε ότι δεν μας βλέπει κανένας. Ειδικά εσείς που μένετε στους τελευταίους ορόφους των πολυκατοικιών σας, καλύτερα να κλείνετε τις κουρτίνες σας που και πού, γιατί το ύψος δεν παρέχει πάντα ασφάλεια από τα αδιάκριτα μάτια. Πάντα θα υπάρχει ένας τύπος με τηλεσκόπιο σε κάποιο το σημείο της γειτονιάς που θα περιμένει να περάσει λίγες στιγμές ως ο μεγαλύτερος ηδονοβλεψίας στην ιστορία των μεγαλύτερων ηδονοβλεψιών.
Ο Jesse James λοιπόν επιχείρησε αρκετούς μονολόγους, ειδικά μπροστά στον μοναδικό καθρέφτη του γραφείου. Και επειδή ποτέ δεν του άρεσαν τα κλισέ δεν προσπάθησε καν να μιμηθεί τον Ντε Νίρο αρχίζοντας τα “are u talkin to me”. Αντίθετα προτίμησε εναλλακτικές παρουσιάσεις. Πήρε λοιπόν το σοβαρό του ύφος και με ένα ταυτόχρονο βλέμμα συγκαταβατικότητας είπε: «Το πολύ πολύ να μη μου μιλήσει… να με πει τρελή και να μου το κλείσει». Αυτή η απόπειρας μεταφοράς του στίχου της Άννας Βίσση σε θεατρικό μονόπρακτο τον ικανοποίησε αφάνταστα, έτσι προσπάθησε να συνεχίσει με κάτι ανάλογο.
Πήρε λοιπόν το οργισμένο του ύφος και φώναξε στον καθρέφτη… «Μην με τρυπάς… Σαν το τριαντάφυλλο… Δεν σε αφήνω διψασμένο και άφυλλο..» ενώ ταυτόχρονα ύψωσε το χέρι του στον αέρα τονίζοντας τις δύο τελευταίες λέξεις περισσότερο από τις υπόλοιπες. Έσκυψε το κεφάλι και ολοκλήρωσε την εμφάνιση του λέγοντας… «Γύρνα πίσω ή έστω τηλεφώνα… Πες μου πως υπάρχει ελπίδα ακόμα». Σήκωσε το κεφάλι περιμένοντας το φανταστικό χειροκρότημα του φανταστικού κοινού που τον παρακολουθούσε αλλά τίποτα. Έτσι συνέχισε να περπατάει μέχρι που κουράστηκε. Ανέβηκε στο ράφι του έκανε και εκεί δύο βόλτες και στη συνέχεια έκατσε κάτω έτοιμος και πάλι για ύπνο. Έκλεισε τα μάτια του. Ήταν το τρίτο βράδυ που πέρναγε μόνος του. Ήλπιζε βαθιά μέσα του να ήταν και το τελευταίο. Το παράξενο ήταν ότι δεν αποκοιμήθηκε κατευθείαν όπως συνήθιζε. Στριφογύρισε για λίγο αλλά τίποτα. Άνοιξε τα μάτια. Μπροστά του στεκόταν μία τόσο γνώριμη αλλά όχι και τόσο ζωντανή φιγούρα. «Ήρθε ή ώρα» είπε το παιδί από το site…
-4-
Ο νεαρός συνάδελφος προσπάθησε να κρατήσει την κραυγή που ήταν έτοιμη να βγει από το στόμα του. Τα κατάφερε, όμως ο ήχος που εγκλωβίστηκε μετατράπηκε σε ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να σκάσει μέσα στο κεφάλι του. Το θέαμα του Μακαρίτη ήταν αποκρουστικό. Στεκόταν εκεί μπροστά του. Με τα κάτι λιγότερο από δύο μέτρα σε ύψος, τις τεράστιες πλάτες του και αυτό το εξωπραγματικό κεφάλι με τα μεγάλα κατάμαυρα μάτια να τον κοιτούν. Ήταν μια στιγμή που δεν περίμενε να ζήσει αλλά ακόμα κι έτσι νόμιζε -λανθασμένα όπως αποδείχθηκε- ότι αν ερχόταν ποτέ δεν θα ήταν μόνος του. Να όμως που τώρα ήταν μόνος του και το μόνο που απέμενε ήταν να μπει ένα τέρμα στη μίζερη ζωή του. Ο Μακαρίτης θα φρόντιζε γι αυτό, ο νεαρός συνάδελφος ήταν σίγουρος. Αντί όμως να τον πιάσει από τον λαιμό και να τον ρίξει από το μπαλκόνι του δευτέρου ορόφου, ο Μακαρίτης του είπε να καθίσει. Και ο νεαρός συνάδελφος έκατσε στον διθέσιο καναπέ που είχε στο δωμάτιο του.
Ο Μακαρίτης περπάτησε για λίγο μέσα στο χώρο κοιτάζοντας τους τοίχους. Το μόνο που είδε ήταν αφίσες του Βέρτη και μία της Madonna. «Εγώ στην ηλικία σου είχα μόνο γυμνές γκόμενες στον τοίχο» είπε με τη μπάσα και ταλαιπωρημένη από τον καπνό φωνή του. Ταυτόχρονα έβγαλε από την εσωτερική θήκη του σακακιού του ένα πούρο και το άναψε. Υπό άλλες συνθήκες ο νεαρός συνάδελφος θα είχε απαντήσει και στα δύο. Και για τις γυμνές γκόμενες στον τοίχο και για το πούρο. Δεν επέτρεπε σε κανέναν να καπνίζει στο δωμάτιο του αλλά δεν ήταν η ώρα να το παίξει ήρωας για τόσο ασήμαντους λόγους. Το μυαλό του πήγε κατευθείαν στη μητέρα του. Την είχε αφήσει να κοιμάται. Ήλπιζε να μην είχε αντιληφθεί ο Μακαρίτης την παρουσία δεύτερου προσώπου στο σπίτι.
«Μην φοβάσαι. Όλα θα πάνε όπως τα είχατε συμφωνήσει» είπε ο τεράστιος άντρας στον νεαρό συνάδελφο. Το δεύτερο σκέλος της πρότασης τον προβλημάτισε όμως. Τι είχε συμφωνήσει και με ποιον; Μήπως τελικά ήταν όλα μία τεράστια παρεξήγηση; O Μακαρίτης σταμάτησε να περιφέρεται μέσα στο δωμάτιο και έκατσε στην άκρη του κρεβατιού που σχεδόν βούλιαξε από το βάρος. Έβαλε και πάλι το πούρο στο στόμα και τράβηξε με μεγάλη ρουφηξιά. Ο καπνός που βγήκε θόλωσε, το οπτικό πεδίο του νεαρού συνάδελφου.
«Κλείσε τα μάτια» είπε ο Μακαρίτης ενώ ο νεαρός συνάδελφος θα έπαιρνε όρκο ότι ο καπνός είχε γεμίσει το δωμάτιο αν και αυτό δεν ήταν δυνατό. Παρόλα αυτά δεν έβλεπε τίποτα. «Πάρε μια βαθιά ανάσα και συγκεντρώσου στην αναπνοή σου». Ο νεαρός συνάδελφος είχε δει αρκετές ταινίες για να καταλάβει ότι ο Μακαρίτης προσπαθούσε να τον υπνωτίσει. Και το κατάφερνε πολύ καλά. «Φαντάσου ένα δυνατό άσπρο φως ακριβώς από πάνω σου. Συγκεντρώσου στο φως και αστό να διαπεράσει ολόκληρο το σώμα σου»
Ο νεαρός συνάδελφος ένιωσε να σηκώνεται στον αέρα. «Μην προσπαθείς να αντισταθείς στο φως και άσε το μυαλό σου να ταξιδέψει. Θα μετρήσω αντίστροφά από το 10 έως το 1 και θα νιώσεις κατευθείαν πιο ήρεμος. Όλες σου οι απορίες θα λυθούν. 10. 9. 8. 7. 6. Θα μεταφερθείς σε ένα ασφαλές μέρος όπου τίποτα δεν μπορεί να σε βλάψει. 5. 4. 3. 2. Όταν έρθει η ώρα να ανοίξεις πραγματικά τα μάτια σου τότε όλα θα έχουν αλλάξει. 1… »
Ο νεαρός συνάδελφος νιώθει ασφαλής. Δεν είναι πλέον στο δωμάτιο του. Έχει μεταφερθεί δύο χρόνια πριν. Στην περίοδο που έχει σβηστεί από το μυαλό του. Το έντονο λευκό φως δεν τον αφήνει να δει τίποτα μπροστά του, παρόλα αυτά περπατάει. Το μυαλό του αρχίζει να ταξιδεύει στο χρόνο και συναντά το παρελθόν του. Λίγα μέτρα μπροστά αρχίζει να σχηματίζεται μια σιλουέτα. Είναι γυναίκα, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Όσο πλησιάζει η σκηνή γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη. Μοιάζει σαν να παρακολουθεί τη ζωή του σε μία τεράστια οθόνη. Η γυναίκα φαίνεται καλύτερα τώρα. Την αναγνωρίζει. Αυτή του χαμογελάει.
«Γεια σου Βικτόρια» λέει ο νεαρός συνάδελφος.
«Χαίρομαι που σε βλέπω φίλε μου» του απαντάει αυτή…
-5-
«Άνοιξε τα μάτια σου». Η φωνή του Μακαρίτη ακούγεται μέσα στο κεφάλι του. Ανοίγει τα μάτια, αλλά δεν τον βλέπει μπροστά του. Είναι μόνος του μέσα στο δωμάτιο. Είναι πολύ χαλαρός. Το άγχος και η πίεση τον έχουν εγκαταλείψει. Ξέρει τι πρέπει να κάνει. Δεν ξέρει αν είναι σωστό ή λάθος αλλά αυτό θα κάνει. Ο νεαρός συνάδελφος μπορεί να έχει ανοίξει τα μάτια του και να συμπεριφέρεται φυσιολογικά, αλλά το στάδιο της ύπνωσης δεν έχει περάσει. Τα μάτια του δεν έχουν ανοίξει πραγματικά. Ότι κάνει δεν θα είναι δίκη του απόφαση. Πλέον είναι κατευθυνόμενος. Η αποστολή του Μακαρίτη ήταν απλή. Να ενεργοποιήσει την θολή ανάμνηση του νεαρού συνάδελφου. Όλα όσα έκανε στη ζωή του τα δύο χρόνια που πέρασαν εξυπηρετούσαν έναν και μοναδικό σκοπό. Να φτάσει σε αυτή τη μέρα. Αν είχαμε μπροστά μας μία σκακιέρα αυτός θα ήταν ένα απλό πιόνι.
Ο νεαρός συνάδελφος ανοίγει την πόρτα του δωματίου του και προχωράει στο διάδρομο που οδηγεί στο σαλόνι. Δεν ανάβει τα φώτα, ξέρει πολύ καλά το δρόμο του. Περνάει έξω από το δωμάτιο της μητέρας του. Τη βλέπει ξαπλωμένη έτσι ακριβώς όπως την είχε αφήσει μπαίνοντας. Την πλησιάζει. Ακουμπά το χέρι του πάνω στον ώμο της. Συνήθως τον καταλάβαινε αμέσως και άνοιγε τα μάτια της. Τώρα όμως δεν το κάνει. Ο νεαρός συνάδελφος δεν έχει συναίσθηση της πραγματικότητας. Με το χέρι του πάνω στον ώμο της την σπρώχνει ελαφρά. Τίποτα.
Λίγη ώρα πριν ο Μακαρίτης έχει βάλει ένα μαξιλάρι στο κεφάλι της και της έχει αφαιρέσει τη ζωή. Την ώρα που κοιμόταν. Ο νεαρός συνάδελφος δεν συνειδητοποιεί ότι η μητέρα του είναι νεκρή. Απλά στέκεται εκεί και την κοιτάει. Έχουν περάσει πέντε λεπτά όταν αποφασίζει να γυρίσει την πλάτη του και να βγει από το δωμάτιο. Φεύγει από το σπίτι χωρίς να ανάψει κανένα φως. Βάζει το χέρι του στην πλαϊνή τσέπη της βερμούδας του και πιάνει το όπλο.
Ξέρει πολύ καλά τι πρέπει να κάνει και θα το κάνει. Όλα θα τελειώσουν απόψε. Στην καλύβα στην κορυφή του λόφου…
-6-
Είχα πολύ καιρό να τον δω. Πρέπει να είχαν περάσει πάνω από τέσσερις μήνες. Όμως αν και το χρονικό διάστημα ήταν πολύ μικρό για τέτοιου είδους αλλαγές, παρόλα αυτά έμοιαζε αρκετά μεγαλύτερος. Καμία σχέση με τον καλοστεκούμενο σαραντάρη που είχα πρωτοδεί. Μπροστά μου βρισκόταν τώρα ένας άντρας με φανερό το πέρασμα του χρόνου στο πρόσωπο του. Και αυτός ο χρόνος δεν ήταν με τίποτα σαράντα χρόνια, αλλά πολλά περισσότερα. «Ξέρεις ότι δεν σωστό να εμφανίζεσαι έτσι απότομα στα ξένα σπίτια. Θα μπορούσα να σε έχω διαλύσει πριν καταλάβω ποιος είσαι. Σου έχω πει ότι είμαι νίντζα έτσι;».
«Δεν το έχεις βαρεθεί αυτό το αμφιβόλου ποιότητας χιούμορ;» είπε ο πιλότος Καραγιάννης. Η αλήθεια είναι ότι δεν το είχα βαρεθεί όχι. Αλλά και να το είχα βαρεθεί ήταν πολύ δύσκολο να το αποβάλω από το σύστημα μου πλέον. Στεκόταν ακόμα όρθιος μπροστά μου κρατώντας μία μεταλλική βαλίτσα στο χέρι. Η μακριά καπαρντίνα του έφτανε σχεδόν μέχρι τον αστράγαλο. «Καλά δεν σκας με την καπαρντίνα με τέτοια ζέστη; Και μη στέκεσαι έτσι από πάνω μου σκιάζομαι».
«Το τελευταίο σου πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι το αν σκιάζεσαι ή όχι και πίστεψε με εκεί από όπου έρχομαι χρειάζεται η καπαρντίνα». Θα μπορούσα να συνεχίσω αυτή την κουβέντα για πολύ ώρα. Το πρώτο πράγμα που μου ήρθε να πω, ήταν ένα παλιό ανέκδοτο με επιδειξίες αλλά δεν το έκανα. «Άκουσε με. Ο χρόνος λιγοστεύει» είπε ο πιλότος. Αυτό με τον χρόνο που λιγοστεύει το είχα ακούσει ένα εκατομμύριο φορές τον τελευταίο χρόνο. Μάλλον είχαμε διαφορετική αίσθηση του χρόνου που περνάει, το ύφος του όμως αυτή τη φορά ήταν πολύ σοβαρό. «Έχετε επικεντρώσει την προσοχή σας στον Μακαρίτη. Δεν πρέπει. Ο ρόλος του έχει τελειώσει, ο κίνδυνος βρίσκεται πλέον ανάμεσα σας».
Ο ρόλος του Μακαρίτη είχε τελειώσει; Πότε είχε προλάβει να ξεκινήσει; Μόνο σαν όνομα μας είχε ενοχλήσει μέχρι τώρα. Εντάξει μπορεί να είχε σκοτώσει και τον τύπο στην εγκαταλελειμμένη οικοδομή αλλά ποτέ δεν είχαμε έρθει σε άμεση επαφή. Αν ήταν τόσο επικίνδυνος όσο μας είχαν πει τι είχε αλλάξει και δεν μας κυνηγούσε πλέον. «Τι εννοείς ότι ο κίνδυνος βρίσκεται ανάμεσα μας; Τρεις είμαστε όλοι κι όλοι. Ποιος είναι;».
«Αυτό δεν μπορώ να στο πω. Η δουλειά μου δεν είναι να σου ανοίγω την πόρτα αλλά να σου δείχνω που είναι. Εσύ θα πρέπει να την ανοίξεις». «Ποια πόρτα;». «Θεωρητικά ρε παιδί μου».
Η συζήτηση με τις θεωρητικές πόρτες είχε αρχίσει να με κουράζει. Αν ο πιλότος Καραγιάννης δεν είχε να μου δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις τότε θα ήταν καλύτερο για όλους μας να μην μπλεχτεί ξανά. Δεν χρειαζόμουν καθοδηγητές, μπορούσα και μόνος μου να πάρω τη λάθος απόφαση. Το είχα κάνει πολλές φορές στο παρελθόν και θα το έκανα και τώρα. Γιατί τη σωστή για όλους απόφαση αποκλείεται να την έπαιρνα. Ο σωστός δρόμος δεν ήταν καταγεγραμμένος στο DNA μου. «Νομίζω ότι είναι καλύτερα να φύγεις» είπα. «Θα επιστρέψω στο γραφείο. Εκεί θα συναντήσω τους άλλους και θα δούμε τι θα κάνουμε με τον Μακαρίτη. Δεν χρειάζομαι τις συμβουλές σου». Ο πιλότος Καραγιάννης δεν έδειξε να αντιλαμβάνεται αυτό που του είπα. Αντίθετα έκατσε στην απέναντι πολυθρόνα και έφερε πάνω στα πόδια του τη μεταλλική βαλίτσα. Έβαλε το μικρό κλειδί στην υποδοχή και αφού ακούστηκε ένα μικρό «κλικ» η βαλίτσα άνοιξε. «Εδώ μέσα υπάρχουν όλα» είπε. «Όλες οι απαντήσεις, όλα όσα έγιναν και όλα όσα θα γίνουν».
Σηκώθηκα από την πολυθρόνα μου και πήγα προς το μέρος του. Αυτός γύρισε τη βαλίτσα και μου έδειξε το περιεχόμενο της. «Τώρα δηλαδή θέλεις να πιστέψω, ότι ένα σκονισμένο παμπάλαιο βιβλίο ξέρει τι θα γίνει στη δική μου ζωή; Τι είναι καζαμίας; Δώσε μου να το διαβάσω».
Ο πιλότος Καραγιάννης έκλεισε αμέσως τη βαλίτσα. «Αυτό δεν γίνεται. Δεν μπορείς να το διαβάσεις. Για αυτό είμαι εδώ για να σας προειδοποιώ και να σας μεταφέρω τα μελλούμενα».
«Η σχέση μου τα μέντιουμ δεν ήταν ποτέ καλή. Αν εξαιρέσεις εκείνη την 22χρονη ρωσίδα. Αλλά δεν είχε να κάνει με το ότι ήταν μέντιουμ. Φύγε». Ο πιλότος σηκώθηκε από την πολυθρόνα και με κοίταξε στα μάτια. «Δεν μπορώ να σε κάνω να με πιστέψεις. Απλά σου ζητάω να με εμπιστευτείς. Ο κίνδυνος βρίσκεται πλέον ανάμεσα σας».
«Φύγε».
«Εντάξει λοιπόν. Σκέψου όμως αυτά που σου είπα αλλιώς την επόμενη φορά που θα συναντηθούμε εσύ θα είσαι ξαπλωμένος με τα μάτια κλειστά. Και μάλλον δεν θα τα ανοίξεις ποτέ ξανά».
Είχα σταματήσει να τον ακούω, είχα ανοίξει την πόρτα και του έδειχνα την έξοδο. Σήκωσα το κεφάλι μόνο όταν είχε φύγει και κατέβαινε τα σκαλιά. Περίμενα να περάσουν πέντε λεπτά πήρα τα κλειδιά μου και έφυγα με προορισμό το γραφείο. Άκου εκεί. Βιβλία που τα ξέρουν όλα και μαλακίες…
-7-
«Πίσω μου σε έχω σατανά» μουρμούρισε ο Jesse James. Δεν του τύχαινε συχνά να βλέπει φαντάσματα αν και αυτό το γεγονός δεν θα έπρεπε να τον τρομάζει, αφού και ο ίδιος ήταν ένας λούτρινος σκύλος που κάποτε ήταν άνθρωπος. Όπως και να χει, η στιγμιαία εμφάνιση του παιδιού από το site τον τρομοκράτησε. Είχε έρθει η ώρα λοιπόν. Ποια απ’ όλες; Ως συνήθως τα ερωτήματα ήταν περισσότερα από τις απαντήσεις και το νόημα που έβγαινε μηδαμινό. Αλλά τώρα είχε ένα μεγαλύτερο πρόβλημα. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί με τίποτα. Και επίσης βαριόταν απίστευτα να κατέβει από το ράφι του. Θα έμενε εκεί σαν την κουκουβάγια όλο το βράδυ. Με τα μάτια ανοιχτά μην τυχόν και κάνει πάλι την εμφάνιση του το παιδί από το site. Άλλαξε γρήγορα γνώμη και αποφάσισε να προετοιμαστεί σε περίπτωση που γίνει εισβολή στο γραφείο. «Ήρθε η ώρα» του είχε πει το φάντασμα. Αυτός λοιπόν θα ήταν έτοιμος. Όποιος ήθελε να κάνει επίθεση στο γραφείο θα πέρναγε πρώτα πάνω από το πτώμα του.
-8-
Έφτασα στο γραφείο μισή ώρα μετά. Κατέβηκα σιγά σιγά τις σκάλες και άνοιξα την πόρτα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα για να μην ξυπνήσω τον Jesse James. Στο πρώτο βήμα που έκανα μέσα, είδα μία μικροσκοπική φιγούρα να έρχεται καταπάνω μου κρατώντας ένα σκοινί, φωνάζοντας «θα σε γαμηηηηηηηηηηηησω». Δεν πρόλαβα να τον αποφύγω και ο Jesse James έπεσε πάνω μου. Για την ακρίβεια πέσαμε και οι δύο κάτω. «Τι κάνεις μωρέ» είπα. «Σιωπή. Μπορώ να σε σκοτώσω χωρίς να χρησιμοποιήσω καν τα χέρια μου».
Το σκοτάδι δεν τον είχε αφήσει να δει ότι ήμουν εγώ, έτσι συνέχιζε την παράσταση του. «Εγώ είμαι ρε ηλίθιε». «Δεν είσαι ο Μακαρίτης;». Αφού καταλήξαμε ότι δεν είμαι ο Μακαρίτης τον έβγαλα από πάνω μου, σηκώθηκα και άναψα το φως. «Είδες όμως. Αν ήσουν ο Μακαρίτης θα σε είχα τσακίσει». «Καλά ναι. Η επίθεση σου θα τσάκιζε όλους τους πληρωμένους δολοφόνους του κόσμου».
«Καλά, κορόιδευε εσύ. Αν ήθελα θα μπορούσα να σε κάνω να πεις τη λέξη πόνος σε όλες τις γλώσσες του κόσμου. Αλλά για να χουμε καλό ερώτημα πως και μας θυμήθηκες εσύ και γύρισες;». Είχε πάρει το ύφος του απατημένου συζύγου.
Του εξήγησα ότι δεν είχα σκοπό να ξαναφύγω και του διηγήθηκα όλα όσα είπε ο πιλότος Καραγιάννης. «Αυτός ο μαλάκας. Αυτός ο γαμημένος ο μαλάκας. Αυτός φταίει για όλα» είπε ο Jesse James. «Δηλαδή ούτε εσύ τον πιστεύεις έτσι;». Ήμουν σίγουρος ότι και ο Jesse θα είχε την ίδια άποψη με εμένα. Ήταν πιο πιθανό έτσι όπως είχαν έρθει τα πράγματα, ο στόχος του πιλότου να ήταν να μας αποπροσανατολίσει και να μας οδηγήσει κατευθείαν στον Μακαρίτη.
Η πόρτα χτύπησε δύο φορές. Ο Jesse James πετάχτηκε και έτρεξε να ξαναπιάσει το σκοινί. «Άσε κάτω τη μαλακία μωρέ. Κάτσε να δω πρώτα ποιος είναι». «Και αν είναι ο Μακαρίτης τι θα πεις ‘περάστε να κεράσουμε τσάι’; Άσε που μας τελείωσε και το τσάι». Δεν θυμόμουν να είχαμε ποτέ τσάι στο γραφείο. Πήγα προς την πόρτα. Προσπάθησα να πάρω όσο πιο αγριεμένο ύφος μπορούσα. «Ποιος είναι» είπα με βροντερή και τρομακτική -ή τουλάχιστον έτσι ήθελα να ελπίζω- φωνή. «Εγώ». Ήταν ο νεαρός συνάδελφος. Άνοιξα την πόρτα και μπήκε γρήγορα μέσα. Δεν τον είχα συνηθίσει σε τόσο γρήγορες κινήσεις. «Πρέπει να φύγουμε γρήγορα» είπε. Κάτι όμως δεν μου πήγαινε καλά. Κάτι στο βλέμμα του, κάτι στις κινήσεις του. «Τι έγινε;» είπε ο Jesse James. «Ο Μακαρίτης. Έρχεται εδώ».
«Και εσύ που το ξέρεις;» του είπα. «Μου το είπε ο ίδιος, με πήρε τηλέφωνο. Είπε ότι πρώτα σκοτώσει εσάς και μετά εμένα. Θέλει όμως να ξέρουμε ότι θα πεθάνουμε. Παίζει μας δεν το καταλαβαίνετε». Το πρόσωπο του ήταν αναψοκοκκινισμένο τώρα. «Ωραία και που θα πάμε;» είπε ο Jesse James. «Ξέρω ένα ασφαλές μέρος».
-9-
Κάποιες φορές μετράει το γιατί. Κάποιες φορές μετράει το πώς. Κάποιες άλλες φορές αυτό που μετράει περισσότερο είναι το χθες και το αύριο. Αυτό που μετράει περισσότερο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το τώρα. Τώρα οι τρείς πρωταγωνιστές είναι σε ένα αμάξι και κατευθύνονται στο «ασφαλές μέρος» που τους υπέδειξε ο νεαρός συνάδελφος. Ο νεαρός συνάδελφος όμως δεν ακούει τη συνείδηση του. Δεν μπορεί να την ακούσει. Μέσα στο κεφάλι του μιλάει συνεχώς η Βικτόρια. Αυτή είναι που τον κατευθύνει. Αυτή είναι που του έχει πει ακριβώς το τι θα κάνει. Αυτό που μετράει λοιπόν είναι το τώρα. Όλα θα γίνουν τώρα. Μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου θα έχεις και μπει και εσύ στο αμάξι που κατευθύνεται στην καλύβα στην κορυφή του λόφου. Κάνε μαζί τους αυτό το μικρό ταξίδι. Δες τα πρόσωπα τους. Δες και προσπάθησε να καταλάβεις αν στη θέση τους εσύ θα είχες κάνει κάτι διαφορετικά. Το αυτοκίνητο συνεχίζει τη διαδρομή του και κανένας δεν μιλάει. Ούτε εσύ φυσικά μπορείς να μιλήσεις. Απλά παρακολουθείς ξέροντας ότι αυτή η διαδρομή δεν είναι διασκεδαστική σαν τις υπόλοιπες. Ξέρεις ότι κάτι άσχημο θα συμβεί. Το έχεις συνειδητοποιήσει εδώ και καιρό. Το μόνο που έχεις να κάνεις λοιπόν είναι να κοιτάξεις. Τώρα. Γιατί μόνο αυτό μετράει. Τώρα.
-10-
Ο δρόμος που οδηγεί στην κορυφή του λόφου απλώνεται μπροστά μας. Δεν έχω έρθει ξανά σε αυτό το μέρος. Ο Jesse James και ο νεαρός συνάδελφος όμως το γνωρίζουν καλά. Μου δίνουν οδηγίες σε ολόκληρη τη διαδρομή για το που θα στρίψω και το που θα πάω ακριβώς. Δεν έχω καμία απολύτως ιδέα για το που βρισκόμαστε. Οι μόνες κουβέντες που έχουμε ανταλλάξει αφορούν τη διαδρομή. Τίποτα περισσότερο. Εμπιστευτήκαμε τον νεαρό συνάδελφο και ακολουθήσαμε πιστά τα όσα μας είπε. Τουλάχιστον φαίνεται ότι γλυτώνουμε προς το παρόν από τον Μακαρίτη. «Συνέχισε ευθεία και σε ένα λεπτό φτάνουμε» λέει ο νεαρός συνάδελφος. Κινούμαστε πλέον πάνω σε χωματόδρομο. Ο Jesse James κάθεται στη θέση του συνοδηγού. Είναι αστείο θέαμα να τον βλέπεις έτσι μικροσκοπικός που είναι, να φοράει τη ζώνη ασφαλείας. Έχει σκύψει το κεφάλι και είναι βυθισμένος στις σκέψεις του.
«Άσε το αυτοκίνητο εδώ. Θα περπατήσουμε λίγο» λέει ο νεαρός συνάδελφος. Πλέον μπορώ να δω την καλύβα. Το μοναδικό φως στην περιοχή προέρχεται από εκεί. «Είναι κανένας μέσα;» ρωτάω. «Όχι μην ανησυχείς». «Είναι σίγουρο ότι εδώ δεν θα μας βρει ο Μακαρίτης;» λέει ο Jesse James. Ο νεαρός συνάδελφος δεν απαντάει. Απλά κουνάει καταφατικά το κεφάλι. Περπατάμε για περίπου πέντε λεπτά και στο τέλος της διαδρομής βρισκόμαστε πλέον στο κατώφλι της καλύβας.
-11-
Ο νεαρός συνάδελφος παλεύει. Παλεύει μέσα στο κεφάλι του. Δεν μπορεί να κάνει τίποτα όμως. Σκέφτεται άλλα πράγματα και βλέπει τον εαυτό του να κάνει άλλα πράγματα. Σαν να παρακολουθεί μία ταινία στο σινεμά. Όπως και εκεί έτσι και εδώ δεν μπορεί να παρέμβει για να αλλάξει την πλοκή. Η Βικτόρια μιλάει στη θέση του. Βλέπει τον εαυτό του να προχωράει προς την καλύβα. Ουρλιάζει αλλά οι κραυγές του ακούγονται μόνο μέσα στο κεφάλι του. Περνάει μαζί με τους άλλους δύο το κατώφλι. Τους βλέπει να επεξεργάζονται το χώρο και να κάθονται στις δύο πολυθρόνες. Είσαι και εσύ μαζί τους. Τους βλέπεις. Τους βλέπεις να χαμογελάνε αμήχανα νομίζοντας ότι όντως τελικά έχουν ξεφύγει. Σκέφτονται ότι αύριο θα κλείσουν εισιτήρια για το πρώτο αεροπλάνο που θα αναχωρεί και θα φύγουν. Θα φύγουν μακριά από όλα αυτά. Το αύριο όμως αργεί. Το αύριο δεν μετράει. ΤΩΡΑ.
-12-
«Ελπίζω να έχουν φυλάξει τίποτα μπύρες για καιρό πολέμου εδώ;» λέει ο Jesse James. «Δύσκολο το βλέπω. Μπορεί όμως να έχουν κανά μπουκάλι ουίσκι. Αυτό είναι πιο πιθανό» λέω. «Ο πεινασμένος ουίσκια ονειρεύεται» λέει ο Jesse. Έχω κάτσει στην αναπαυτική όπως αποδείχθηκε πολυθρόνα και σκέφτομαι ότι ίσως τελικά να την έχουμε γλυτώσει. Δεν μπορώ να κρατήσω ένα μικρό χαμόγελο που σχηματίζεται στα χείλη μου. Ο Jesse James με βλέπει και χαμογελά και αυτός. Έχουμε και οι δύο το βλέμμα της ανακούφισης. Ο νεαρός συνάδελφος στέκεται ακόμα στην άκρη του μοναδικού δωματίου. «Έλα να κάτσεις κι εσύ ρε» του λέει ο Jesse James. Δεν κουνιέται όμως. Έχει σκύψει το κεφάλι του και τα χέρια του κρέμονται από τους ώμους του. «Δεν περίμενα ότι θα έρθει ποτέ η μέρα που θα κουραστεί και δεν θα έχει τίποτα να πει» λέω στον Jesse James.
Ο Jesse παίρνει πάνω από το τραπεζάκι ένα από τα μικρά ξύλινα σουβέρ και του το πετάει.
Ο νεαρός συνάδελφος σηκώνει απότομα το κεφάλι. Χαμογελάει. Κάτι δεν πάει καλά με αυτό το χαμόγελο όμως. Τα χέρια του κρέμονται ακόμα από τους ώμους του. Κοιτάζω τα μάτια του. Για ένα δευτερόλεπτο μου δημιουργούν την εντύπωση ότι δεν είναι δικά του. Τον κοιτάω πιο έντονα. Αυτό δεν είναι το βλέμμα του. Κάπου τα έχω ξαναδεί αυτά τα μάτια. Κάπου… «Βικτόρια» ψιθυρίζω…
Ο Jesse James πετάγεται από τη θέση του. Η «Βικτόρια» βάζει το χέρι στην τσέπη του νεαρού συνάδελφου και βγάζει το όπλο. Ο Jesse ορμάει πάνω του. Ο νεαρός συνάδελφος σηκώνει το όπλο… «ΤΕΛΟΣ» φωνάζει με μία φωνή που δεν είναι δική του και πυροβολεί τον Jesse James.Η σφαίρα στέλνει τον Jesse στην άλλη άκρη του δωματίου. «ΤΕΛΟΣ» φωνάζει και πάλι ο νεαρός συνάδελφος με την ξένη φωνή και στρέφει το όπλο πάνω μου. Ένας θόρυβος. Πόνος… τίποτα άλλο. Πόνος…
-13-
Στέκεσαι έξω από την καλύβα ε; Δεν μπορούσες να κάτσεις μέσα. Άκουσες όμως τις φωνές και τους πυροβολισμούς. Πάμε μαζί μέσα. Κοίτα και τους δύο. Είναι στο πάτωμα. Μέσα σε μία λίμνη από αίμα που θα «ποτίσει» το ξύλινο πάτωμα. Κοίτα τον νεαρό συνάδελφο που στέκεται όρθιος με το όπλο στα χέρια. Δεν σαλεύει καν. Κοίτα τα μάτια του. Τι βλέπεις; Η Βικτόρια έχει φύγει από το κεφάλι του. Ο νεαρός συνάδελφος αρχίζει και επανέρχεται. Ανοιγοκλείνει πολλές φορές τα μάτια του. Κοίτα εκεί στην άκρη. Το παιδί από το site κοιτά τον Jesse James στο πάτωμα και χαμογελά. Σε λίγο θα έχει απελευθερωθεί και αυτός. Κοίτα τους όλους καλά. Ο νεαρός συνάδελφος ανοιγοκλείνει τα μάτια για τελευταία φορά.
Αντιλαμβάνεται τι έχει κάνει. Θυμάται. Τώρα θυμάται τα πάντα. Ξεσπάει σε λυγμούς. Τα χέρια του τρέμουν. Κοιτάει για τελευταία φορά τους άλλους δύο στο πάτωμα. Στρέφει το όπλο πάνω του.
Πάμε, δεν έχουμε άλλη δουλειά εδώ…
ΤΕΛΟΣ
YΓ. Ραντεβού στα τέλη του μήνα με ένα special καλοκαιρινό επεισόδιο και στις αρχές του Σεπτέμβρη με το πρώτο επεισόδιο της νέας σεζόν. Λεπτομέρειες και update στη σελίδα του Blood and the city στο Facebook. Cheers!
ΥΓ.2 Blood and the city: Archives. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.
*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…
Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Blood_and_the_city@hotmail.gr