Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα ευτυχισμένα. Υπάρχει βέβαια ένα μικρό πρόβλημα σε αυτό τον στίχο. Αν η περίοδος που προηγείται των Χριστουγέννων δεν είναι και η καλύτερη δυνατή, τότε μάλλον είναι κομματάκι δύσκολο να αλλάξουν όλα μόνο και μόνο επειδή ήρθαν οι γιορτές. Εκτός κι αν υπάρχει κάποιο μεγαλύτερο σχέδιο συνομωσίας. Ένα σχέδιο συνομωσίας που περιλαμβάνει: χάπια ευτυχίας λιωμένα μέσα στα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες.
Αλλά τότε θα πρέπει να είναι στο κόλπο πολύς κόσμος. Όλοι όσοι έχουν φούρνο για παράδειγμα. Και οι συγγενείς τους. Και οι φίλοι τους. Και αυτοί που τους βάφουν τους τοίχους. Και τα πλυντήρια με κάδο χωρητικότητας άνω των 17 κιλών. Όλοι αυτοί μας ρίχνουν κάτι μέσα στα γλυκά και νιώθουμε αγαλλίαση.
Δεν ξέρω πόσο πιθανό είναι αυτό σενάριο, για να σας πω τη μαύρη μου αλήθεια πιο πιθανό μου μοιάζει, να υπάρχει ένας φτερωτός ρινόκερος που πετάει φωτιά από τα ρουθούνια του.
Χριστούγεννα, Χριστούγεννα, Χριστούγεννα ευτυχισμένα και μαλακίες. Αυτό είναι το Blood and the City.
Jingle Balls part 2
Η μονοκατοικία στεκόταν σε εκείνη τη γωνία για πάνω από 50 χρόνια. Έμοιαζε πλέον παρείσακτη ανάμεσα στις πανύψηλες πολυκατοικίες. Λες και κάποιος είχε ξεχάσει να την γκρεμίσει για να σηκώσει στη θέση της ένα επταώροφο κτίριο με πάρκινγκ για όλους και ισόγεια καταστήματα.
Ο κύριος Γκρίζος ήταν ο μοναδικός της κάτοικος. Έτσι τον φώναζαν στη γειτονιά και κάποιο ρόλο θα πρέπει να είχε παίξει το φθαρμένο γκρίζο κοστούμι που φόραγε πάντα. Κάποιο ρόλο θα είχε παίξει επίσης, το γεγονός ότι το επίθετο του ήταν όντως «Γκρίζος». Τι επίθετο είναι αυτό μη ρωτήσετε και μένα άθλιο μου φαίνετε. Τα τελευταία χρόνια όμως δεν εμφανιζόταν στη γειτονία. Και σίγουρα δεν είχε πεθάνει, αφού ο ταχυδρόμος, του πήγαινε καθημερινά την αλληλογραφία. Ο κύριος Γκρίζος έβγαινε μέσα στη νύχτα και μάζευε τα γράμματα του. Ποτέ όμως δεν άναβε ένα φώς. Έτσι η παρουσία του παρέμεινε μυστηριώδης και οι αναφορές σε αυτόν ήταν θολές, συγκεχυμένες και πολλές φορές εντελώς εξωφρενικές. Θα πόνταρα όλα μου τα λεφτά, στο ότι δεν έχει φάει ποτέ τέσσερα μωρά και γι αυτό ήταν έτσι παράξενα φουσκωμένη η κοιλιά του.
«Την τελευταία φορά που πόνταρες όλα τα λεφτά σου σε κάτι, δεν είχαμε να φάμε για δύο μήνες» είπε ο Jesse James. Είχε δίκιο. Τι μου είχε έρθει να ποντάρω στη Βίσση για νικήτρια της Eurovision δεν θα το καταλάβω ποτέ. Και εγώ έμεινα χωρίς λεφτά και η Βίσση με μία μπαλάντα, που αμφιβάλλω αν θυμάται και η ίδια έναν στίχο από ολόκληρο αυτό το τραγούδι ή έστω ρε πούστη τον τίτλο του.
Είχαμε μπροστά μας τουλάχιστον πέντε λεπτά περπάτημα μέχρι να φτάσουμε στον όχι και τόσο μακρινό προορισμό μας. Πάντα μου άρεσαν οι μικρές διαδρομές. Αυτές που ήξερες ότι ακόμα κι αν όλα πάνε κατά διαόλου, θα μπορείς εύκολα να επιστρέψεις στη βάση σου σε όσο χρόνο χρειάζεται για να κάνεις ένα τσιγάρο. Ο νεαρός συνάδελφος προχωρούσε μπροστά με σταθερό και γρήγορο βήμα, ενώ εγώ με τον Jesse James σέρναμε τα πόδια μας με ταχύτητα χελώνας που σπριντάρει.
«Άντε ελάτε γρήγορα» φώναξε λες και μας κυνηγούσε κανένας, λες και αν όντως ο κύριος Γκρίζος ετοιμαζόταν να καταστρέψει τα Χριστούγεννα, θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι αν φτάναμε νωρίτερα. Ο μόνος τρόπος να τον σταματήσουμε, αν όντως ίσχυαν αυτές οι παλαβομάρες, θα ήταν να χρησιμοποιήσουμε λίγο εμπλουτισμένο ουράνιο, αλλά και πάλι είχα την αμυδρή εντύπωση ότι το εμπλουτισμένο ουράνιο θα προκαλούσε μεγαλύτερη καταστροφή.
«Πως πάει το hangover;» ρώτησε ο Jesse James. Τώρα δηλαδή έπρεπε να του απαντήσω σοβαρά; Αφού ήξερα ότι με ειρωνευόταν.
Ήταν τέτοια η ώρα που ο περισσότερος κόσμος ή θα ήταν ήδη στρωμένος σε ένα τραπέζι έτοιμος να καταβροχθίσει ότι εμφανιζόταν μπροστά του, ακόμα και τις χαρτοπετσέτες, ή θα κοίταγε τα λαμπάκια του χριστουγεννιάτικού δέντρου σε μία προσπάθεια να προκαλέσει επιληψία στον εαυτό του. Η δεύτερη κατηγορία ανθρώπων ήταν σαφώς μικρότερη, αλλά μη γελιέστε ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Υπάρχει και είναι ανάμεσα μας.
Έτσι στον δρόμο δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Ήμασταν πολύ κοντά τώρα. Με το που θα στρίβαμε θα βλέπαμε μπροστά μας την παλιά μονοκατοικία.
«Come quickly. Soft and quick as shadows we must be» είπε ο νεαρός συνάδελφος. «Εντάξει Gollum. Πες μας πως θα περάσουμε μέσα από τους βάλτους των νεκρών» απάντησε ο Jesse James και είναι αλήθεια ότι παρατήρησα αυτή τη στιχομυθία με ...πώς να το πω, πώς να το πω. Θα το πω όπως θα το έλεγε ο Woody Allen. Παρατήρησα αυτή τη στιχομυθία …«με ένα μείγμα οίκτου και φόβου, τα συστατικά της αριστοτελικής συνταγής για την τραγωδία».
Η παλιά μονοκατοικία υψώθηκε μπροστά μας με το που στρίψαμε. «Είδατε σας το πα! Έχει φως» είπε χαμηλόφωνα μεν, θριαμβευτικά δε ο νεαρός συνάδελφος. «Παπάρια φως. Τηλεόραση βλέπει ο τύπος. Δεν βλέπεις αυτό το τρέμουλο στην κουρτίνα;». Δεν είχε άδικο ο Jesse James. Το φως προερχόταν όντως από τηλεόραση, εκτός και αν ήταν μαζεμένες πυγολαμπίδες που πετούσαν σε στρατιωτική διάταξη.
«Ναι αλλά έχει φως. Άρα είχα δίκιο. Άρα θέλει να καταστρέψει τα Χριστούγεννα. Άρα πρέπει να κάνουμε κάτι». Ο νεαρός συνάδελφος επιβεβαίωνε με τον καλύτερο τρόπο κάτι που μου άρεσε να λέω συχνά πυκνά. Ότι τα συμπεράσματα δηλαδή είναι για τα κορόιδα. Από το τρεμουλιαστό φως της τηλεόρασης, είχε συμπεράνει ότι ο κύριος Γκρίζος θέλει να καταστρέψει τα Χριστούγεννα.
«Μαλακίες. Πάμε να φύγουμε» είπε ο Jesse James και δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο. Στρίψαμε κατευθείαν και αρχίσαμε να περπατάμε προς το γραφείο. «Τουλάχιστον πήραμε λίγο αέρα. Πάμε τώρα να πιούμε κανά ποτό έχει στεγνώσει η γλώσσα μου».
«Ναι πάμε να πιούμε μπας και θυμηθείς τίποτα. Ευτυχώς θα είναι και ο μικρός μαζί να πει καμιά μαλακία να γελάσουμε λίγο. Πες ρε για τα κάλαντα που πήγες να πεις πριν δυο χρόνια, είναι ωραία ιστορία την απολαμβάνω». Κανονικά, εκείνη ακριβώς τη στιγμή θα έπρεπε να αρχίσει να μιλάει ο νεαρός συνάδελφος αλλά…
«Που πήγε αυτός; Γιατί δεν προχωράει πίσω μας;» είπε ο Jesse James. Έτρεξα κατευθείαν πίσω και έστριψα πάλι στη γωνία που οδηγούσε στην παλιά μονοκατοικία. Είδα τον νεαρό συνάδελφο να κρέμεται στη μάντρα και να προσπαθεί να μπει μέσα.
«ΨΙΤ». Προσπαθούσα να είμαι όσο πιο αθόρυβος γινόταν. Δεν ήθελε και πολύ να μας πάρει κάποιος χαμπάρι και να φωνάξει την αστυνομία.
«ΨΙΤ». Ο νεαρός συνάδελφος γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος μου και με το ένα χέρι μου έκανε νόημα να πάω και ‘γω προς τα κει.
«Έλα εδώ ρε. Γύρνα πίσω». Η φωνή μου ήταν ταυτόχρονα ψιθυριστή και έντονη.
«ΚΑΤΕΒΑ ΚΑΤΩ ΡΕ ΜΑΛΑΚΑ» φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε ο Jesse James και όχι μόνο τρόμαξε εμένα αλλά και τον νεαρό συνάδελφο που έπεσε. Το καλύτερο σενάριο θα ήταν να έπεφτε από την έξω μεριά, να τον μαζεύαμε και να φεύγαμε. Αλλά σιγά μη γινόταν πραγματικότητα το καλύτερο σενάριο. Ο νεαρός συνάδελφος έπεσε από τη μέσα μεριά και για κακή μας τύχη, επίσης, η μάντρα ήταν πέτρινη και δεν βλέπαμε τι γίνεται μέσα.
«Έπεσε μέσα ο μαλάκας» είπε ο Jesse James.
«Λες να μην το είδα, τι σε έχω εδώ για να βάζεις υπότιτλους;»
«Νευράκια, νευράκια; Άντε πάμε να φύγουμε. Θα βρει το δρόμο να γυρίσει».
«Έχεις χαζέψει τελείως; Αυτός θα έχει κουλουριαστεί τώρα σε μια γωνία και θα κλαψουρίζει»
«Πέτα του ένα πακέτο χαρτομάντιλα και πάμε να φύγουμε τότε».
Δεν έφτανε το μεθύσι μου, δεν έφτανε που δεν θυμόμουν γιατί μεθάω, είχα και τους δύο καθυστερημένους. Τον έναν που είχε πέσει πίσω από μία μάντρα, γιατί νόμιζε ότι ο τύπος που μένει στη μονοκατοικία ήθελε να καταστρέψει τα Χριστούγεννα και έναν κυνικό λούτρινο σκύλο που δεν τον ένοιαζε τίποτα, παρά μόνο το σταυρόλεξο του. Έπρεπε να καταστρώσω ένα σχέδιο για να τη βγάλουμε καθαρή, χωρίς απώλειες και το κυριότερο γρήγορα. Αν μου βρείτε ένα σχέδιο που εκπονήθηκε τόσο γρήγορα και κάτω από τέτοιες συνθήκες και πέτυχε, τότε το μόνο που μπορώ να πάω είναι ότι λέτε ψέματα και θα πρέπει να καείτε στην κόλαση, μαζί με όλους τους υπόλοιπους που λένε ψέματα. Θα είμαστε καλή παρέα μην ανησυχείτε. Έχω ακούσει ότι έχουν καταπληκτικό μπουφέ.
Άρπαξα τον Jesse James από το σβέρκο και τον έφερα μπροστά μου. «Αν με ξαναγραπώσεις θα σε καταστρέψω».
«Υπάρχουν μερικά μικρά αρκουδάκια στη Ροδόπη που τρομοκρατήθηκαν. Λοιπόν άκου. Εσύ που είσαι μικροσκοπικός, θα βρεις μια τρύπα και θα μπεις μέσα»
«Δεν βρίσκεις εσύ καλύτερα μια τρύπα, να πας να χωθείς μέσα μπας και σκάσεις και ησυχάσουμε;».
Το σχέδιο μου ήταν απλό. Ο Jesse James θα έβρισκε μια τρύπα στη μάντρα, θα χωνόταν, θα έβρισκε τον νεαρό συνάδελφο, θα άνοιγε την κεντρική πόρτα και θα έβγαιναν και οι δύο έξω. Αν ήμασταν τυχεροί όλα θα τελείωναν πολύ γρήγορα.
«Πάω μέσα. Αλλά να ξέρεις ότι αυτό θα το πληρώσεις πολύ ακριβά. Θα μου κάνεις 50 χάρες στη σειρά».
«60 θα σου κάνω».
«35»
«70»
«25 χάρες στη σειρά θα μου κάνεις»
«Έκλεισε». Οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν το φόρτε του Jesse James, αφού για να μην περάσει το δικό μου, προτίμησε 25 λιγότερες χάρες.
Τον είδα να γυρνάει γύρω γύρω από τη μάντρα και τελικά να βρίσκει μία μικρή τρύπα και να χώνεται μέσα και να περνάνε 10 δευτερόλεπτα και μετά να τρέχει προς τα έξω και να κουνάει τα μικροσκοπικά του χέρια φωνάζοντας «ΒΟΗΘΕΙΑ» και να έρχεται προς το μέρος μου και να σταματάει απότομα μπροστά μου λαχανιασμένος.
«Όλα υπό έλεγχο» είπε τελικά.
«Τότε γιατί κούναγες τα χέρια σου και φώναζες βοήθεια;»
«Α τίποτα. Απλά με το που μπήκα μέσα με περίμενε ένα ροτβάιλερ».
«Χμμμ… Άρα έχουμε να κάνουμε με τον αντίχριστο» είπα. Από μικρός είχα μάθει βλέποντας την προφητεία, ότι αυτά τα σκυλιά ήταν του αντίχριστου. Δεν θα άλλαζα γνώμη τώρα στα γεράματα. «Και τι έγινε; Πήγε να σε δαγκώσει;»
«Όχι όχι. Το χάιδευε ο νεαρός συνάδελφος και καθόταν ήσυχο»
«Και γιατί βγήκες έξω τρέχοντας;»
«Αντανακλαστικά».
«Πήγαινε τότε πάλι μέσα και άνοιξε την καταραμένη πόρτα»
«Καλά. Να ξέρεις όμως ότι θα μου χρωστάς τουλάχιστον 20 χάρες».
«30»
«15 χάρες»
«Κλείσαμε». Τον είδα να κάνει την ίδια διαδρομή γύρω γύρω από τη μάντρα, να μπαίνει στη μικρή τρύπα και να χώνεται μέσα. Πέρασαν δέκα δευτερόλεπτα, πέρασαν είκοσι. Τίποτα. Κάποιο τρόπο θα είχε βρει τελικά και θα απέφυγε το ροτβάιλερ. Έκανα και εγώ το γύρω της μάντρας και πήγα δίπλα στην πόρτα. Αν κάποιος με έβλεπε τόση ώρα, σίγουρα θα είχε σκεφτεί ότι αποκλείεται να είμαι κλέφτης, αλλά κάποιος βλαμμένος που δεν έχει τίποτα καλύτερο να κάνει. Και δεν απείχα και πολύ από αυτή την περιγραφή. Εκείνη τη στιγμή, ήμουν απλά ένας βλαμμένος που δεν είχε τίποτα καλύτερο να κάνει.
Λίγες στιγμές μετά… η πόρτα ξαφνικά άνοιξε. Κόλλησα το κεφάλι μου περιμένοντας να δω τον Jesse James και τον νεαρό συνάδελφο να βγαίνουν. Τίποτα. Πήγα ολόκληρος στο μικρό άνοιγμα και τους είδα να τρέχουν στην αυλή και να πηγαίνουν προς την είσοδο της μονοκατοικίας. Δεν ήμουν ο μόνος βλαμμένος τελικά. Δεν είχα χρόνο να σκεφτώ, έτσι σε μία στιγμή που ίσως μετά να μετάνιωνα, έτρεξα και εγώ προς τα μέσα. Με την άκρη του ματιού μου είδα το ροτβάιλερ να σέρνεται στο χώμα και να χαριεντίζεται μόνο του.
«Εκπληκτικός φύλακας» σκέφτηκα.
«Γυρίστε πίσω» ψιθύρισα. «Γυρίστε πίσω τώρα». Τελικά αντί να γυρίσουν αυτοί πίσω τους έφτασα εγώ στην πόρτα.
«Έχετε χαζέψει τελείως; Τι στο διάολο πάτε να κάνετε;»
«Δεν θα αφήσω αυτό τον παλιόγερο να καταστρέψει τα Χριστούγεννα» φώναξε ο νεαρός συνάδελφος και σήκωσε το χέρι για να χτυπήσει την πόρτα. Του το άρπαξα και γύρισα προς τον Jesse James. «Και καλά αυτός δεν μπορεί να ξεχωρίσει την αληθινή γυναίκα από τη φουσκωτή, εσύ;»
«Εγώ μπορώ να την ξεχωρίσω μια χαρά. Φέρε μου μία εδώ μπροστά μου τώρα να της δείξω εγώ».
«Ρε δεν λέω για την φουσκωτή κούκλα. Για το τι σας έπιασε και τρέχετε μέσα στο ξένο σπίτι λέω».
«Α! Το διασκεδάζω. Έτσι κι αλλιώς εμένα δεν πρόκειται να με πιάσει κανένας. Ξεγλιστράω εύκολα»
Αυτό που μου είχε κάνει μεγαλύτερη εντύπωση μέχρι στιγμής ήταν ότι παρά τη βαβούρα που κάνουμε ο κύριος Γκρίζος δεν είχε ενοχληθεί. «ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑΑΑΑΑΑΑ» ούρλιαξε ο νεαρός συνάδελφος και άρχισε ένα κουνιέται πέρα δώθε για να μου ξεφύγει. Πήγαμε από τη μία πήγαμε από την άλλη και τελικά σκοντάψαμε και οι δύο μαζί και πέσαμε πάνω στην πόρτα που άνοιξε κατευθείαν.
Ένα εκατομμύριο πράγματα πέρασαν από το μυαλό μου. Το πιο πιθανό ήταν ότι την είχαμε γαμήσει. Θα μας πήγαιναν μέσα για διάρρηξη και άντε να τους εξηγήσεις μετά τα ανεξήγητα.
Κανένα φως δεν ήταν αναμμένο και βλέπαμε μπροστά μας μόνο από την τρεμουλιαστή λάμψη που έβγαζε σε κάποιο άλλο δωμάτιο η τηλεόραση.
«Χμμμμμ. Παράξενο. Κανένας δεν ήρθε ακόμα» είπε ο Jesse James. Ο νεαρός συνάδελφος πετάχτηκε πάνω σαν ελατήριο.
«Βγες έξω μπάσταρδε, που θες να καταστρέψεις τα Χριστούγεννα» φώναξε.
«Χμμμμ. Παράξενο. Κανένας δεν ήρθε ακόμα» είπα.
«Βρες επιτέλους δικές σου ατάκες και μην επαναλαμβάνεις τις δικές σου». Ο νεαρός συνάδελφος αρχίσει να τρέχει προς το δωμάτιο από όπου ερχόταν το φως. Ο πονοκέφαλος από το αλκοόλ είχε ξαφνικά επιστρέψει δυνατότερος από πριν. Δεν είχα κουράγιο να ασχοληθώ άλλο. Ας γινόταν ότι ήτανε να γίνει.
«Νομίζω ότι πρέπει να έρθετε εδώ». Ο νεαρός συνάδελφος ακούστηκε υπερβολικά ψύχραιμός σε σχέση με τον υστερικό εαυτό του, που είχε εμφανιστεί λίγο πριν. Ο Jesse James σκαρφάλωσε στον ώμο μου και κατευθυνθήκαμε προς το δωμάτιο.
Ο νεαρός συνάδελφος στεκόταν μπροστά από μία οθόνη που έδειχνε μια παγωμένη εικόνα. Γύρω γύρω υπήρχαν μηχανήματα και υπολογιστές. Κοίταξα προς την οθόνη και είδα στην κάτω μεριά, την ώρα και την ημερομηνία.
«Είναι αυτό που νομίζω;» είπε ο νεαρός συνάδελφος. Πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα μέχρι να συνειδητοποιήσω τι έβλεπα και να απαντήσω. Με πρόλαβε τελικά ο Jesse James.
«Εκτός κι αν κάποιος, κάπου, έχει ακριβώς το ίδιο γραφείο με εμάς που δεν το νομίζω…. Τότε ναι. Κάποιος μας παρακολουθεί. Αυτό είναι το γραφείο μας. Είναι ζωντανή άραγε η εικόνα;»
«Ζωντανή είναι. Τα μπουκάλια είναι ακριβώς στη θέση που τα άφησα πριν έρθουμε».
«Να που ο αλκοολισμός σου μας βοήθησε. Μήπως θυμήθηκες τώρα γιατί μεθάς;»
«Όχι… Αλλά τι σκατά έχει να κάνει αυτό; Εδώ μας παρακολουθούν. Πάμε γρήγορα πίσω στο γραφείο» είπα και άρχισα να τρέχω προς την έξοδο. Οι επιδόσεις μου στα σπριντ ποτέ δεν ήταν, καλές έτσι λίγο πριν σκοντάψω σε μία πέτρα στην αυλή και χτυπήσω το κεφάλι μου στο έδαφος (κάτι που με έκανε να λιποθυμήσω) το τελευταίο πράγμα που σκέφτηκα ήταν…
«πάλι θα πέσω ρε πούστη».
Στην ακριβώς διπλανή πολυκατοικία
«Ναι. Είδαν και την οθόνη και τους υπολογιστές. Τώρα θα το έχουν καταλάβει. Δεν πειράζει όμως, θα ενεργοποιήσω τις άλλες κάμερες, δεν υπάρχει περίπτωση να τις και τις δέκα. Οκ, οκ, δεν κάνω τίποτα μέχρι να μου πεις» είπε ο Μακαρίτης και έκλεισε το τηλέφωνο.
Πίσω στο γραφείο
Πόση ώρα ήμουν λιπόθυμος; Άνοιξα τα μάτια μου και βρισκόμουν καθισμένος στην καρέκλα μου.
«Πρέπει να αδυνατίσεις λίγο. Μας έφυγε η μέση μέχρι να σε σύρουμε εδώ»
«Με τις κάμερες τι έγινε; Τις βρήκατε;»
«Όλες» είπε γεμάτος καμάρι ο νεαρός συνάδελφος …«και τις εννιά»!
«Και τώρα μπορείς να μου πεις τι στο διάολο σε έπιασε; Ποιος σου είπε για τη μονοκατοικία;»
«Προαίσθημα» είπε ο νεαρός συνάδελφος. Το βλέμμα του φανέρωνε ότι έλεγε την αλήθεια.
«Όπως και να χει. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί από εδώ και πέρα. Πρέπει να μάθουμε ποιος μας παρακολουθούσε» είπε ο Jesse James, που καθόταν στο ράφι του κοιτώντας επίμονα ένα περιοδικό.
«Είσαι σίγουρος ότι δεν είναι φανουρόπιτα το εφτά κάθετα;»
«Απόλυτα»
«Και τι είναι;»
«Δεν θα μάθουμε ποτέ. Εσύ θυμήθηκες γιατί μεθάς;»
Το χτύπημα στο κεφάλι με είχε επαναφέρει για τα καλά στην πραγματικότητα. Και όντως άρχισα να θυμάμαι.
«Θυμάμαι ναι» είπα. Ο Jesse James σήκωσε έκπληκτος τα μάτια του από το περιοδικό και με κοίταξε. Περίμενα να με ρωτήσει το λόγο που το είχα ρίξει στο αλκοόλ. Δεν το έκανε όμως.
«Αξίζει τον κόπο;»
Το σκέφτηκα για λίγο. «Μέχρι και την τελευταία σταγόνα από το ουίσκι μου» είπα τελικά.
Υ.Γ. Blood and the city: Archives. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.
*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.