Πέμπτη ήταν θαρρώ... Πρωταπριλιά του 2004... Μαύρη μέρα, μιας και οι σκρόφες μοίρες που λένε πως γνέθουν, ξετυλίγουν και άκαρδες καθώς είναι, κόβουν τον νήμα της ζωής των ανθρώπων, ήταν άδικες... Ναι, άδικες.
Γράφει ο Γιώργος Σπανομανώλης
Την Παρασκευή, στις 2 Απριλίου του 2004, τα πρωτοσέλιδα των αθλητικών εφημερίδων, έμοιαζαν με ψυχρά κηδειόχαρτα.
Σαν εκείνα που τα βλέπεις τοιχοκολλημένα σε ντουβάρια και κολώνες της ΔΕΗ και στην θωριά τους σου κόβονται τα πόδια, γιατί τα ρημάδια σου ανακοινώνουν το τέλος εκείνων που στο νου σου, μοιάζουν αθάνατοι και άτρωτοι.
Και ήταν όντως... Ήταν αγγελτήριο θανάτου. Ενός θανάτου πικρού, ενός ανθρώπου που είχε φύγει με προορισμό την «γειτονιά των αγγέλων», μόλις μια μέρα πριν.
Η είδηση του θανάτου του Γιάννη Κυράστα, σαν σήμερα πριν από 12 χρόνια, δυστυχώς δεν ήταν πρωταπριλιάτικο ψέμα. Ήταν μια αλήθεια. Πικρή μεν... αλλά αλήθεια.
Ένας από τους κορυφαίους ανθρώπους του ελληνικού ποδοσφαίρου, που ανάγκαζε φίλους και «εχθρούς» να τον σέβονται για τη δουλειά του, μα πάνω απ’ όλα για το ήθος του και το καθαρό του πρόσωπο, θα έφευγε από τη ζωή στις 17.30 το απόγευμα της 1ης Απριλίου του 2004, νικημένος από τη νόσο «Φουρνιέ», βυθίζοντας στη θλίψη την αγαπημένη του Ρούλα, τις κόρες του και φυσικά, όλη τη φίλαθλη Ελλάδα.
Είδηση σαν... ψέμα
Η είδηση του θανάτου του Γιάννη Κυράστα σε ηλικία μόλις 52 ετών που είχε ανακοινωθεί μόλις λίγες ώρες πριν μέσω του ανακοινωθέντος της Ευρωκλινικής Αθηνών, έμοιαζε με ψέμα που κανείς δεν ήθελε να πιστέψει.
«Ψέμα. Ο Γιάννης Κυράστας δεν έφυγε» θα γράψει το «Sportime», ενώ ο «Φίλαθλος» θα γράψει για το καλό κατευόδιο προς την αιωνιότητα: «Έφυγε ένας μαχητής. Γιάννη Κυράστα καλό ταξίδι εκεί που πας...».
Ρίγος προκαλεί και το «αντίο» της εφημερίδας «Goal».
«Στη γειτονιά των αγγέλων... Στο καλό. Σε αυτή τη ζωή είμαστε απλώς περαστικοί. Ενοικιαστές για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα του αέρα, της γης και της θάλασσας» θα γράψει στο πρωτοσέλιδο της, την επόμενη του θανάτου του Γιάννη Κυράστα η εφημερίδα.
Μομφή στον... άσεβο χάροντα, θα κάνει και η εφημερίδα «ΦΩΣ» που έγραψε: «Το άδικο ταξίδι του Γιάννη. Ο ΑΣΕΒΟΣ χάρος άρπαξε την καρδιά του».
Σε αντίθεση με τις «μάχες» μέσα στα γήπεδα, εκείνες που ήξερε χίλιους δυο τρόπους να κερδίζει, ο Γιάννης Κυράστας δεν είχε λύση να σταματήσει το θάνατο, που του έπαιξε ένα περίεργο και άνανδρο παιχνίδι.
Προς το τέλος του Μάρτη εκείνης της χρονιάς, φαινόταν πως είχε λύσεις να πάρει το... «διπλό» στο παιχνίδι της ζωής, αφού είχε καταφέρει να «σκοράρει» μετά τη νέα φαρμακευτική αγωγή που λάμβανε εκείνο το διάστημα.
Όμως στις 29 του ίδιου μήνα, η κατάσταση της υγείας του Έλληνα τεχνικού θα χειροτερέψει.
Η «Αθλητική Ηχώ» εκείνης της περιόδου δημοσιεύει το χρονικό της ασθένειας του:
«Η μάχη του Γιάννη Κυράστα για τη ζωή του ξεκίνησε στις 28 Φεβρουαρίου, που εισήλθε στην Ευρωκλινική, με επεισόδιο προστατίτιδας και επιδιδυμίτιδας, για το οποίο έλαβε αντιβιοτική αγωγή. Λίγες μέρες μετά, στις 5 Μαρτίου, επανήλθε στην Ευρωκλινική με σημεία νεκρωτικής γάγγραινας του οσχέου (νόσος του Fournier), οπότε χειρουργήθηκε επειγόντως και εισήχθη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας όπου και παρέμεινε μέχρι το θάνατό του. Στις 15 Μαρτίου, η κατάσταση της υγείας του παρουσίασε βελτίωση, λόγω μιας νέας φαρμακευτικής αγωγής που έλαβε. Οι γιατροί σταμάτησαν να τον έχουν σε καταστολή, ενώ άρχισε να αναπνέει μόνος του. Μάλιστα, το ιατρικό ανακοινωθέν της 22ης Μαρτίου, μιλούσε για “περαιτέρω βελτίωση της υγείας του”, ενώ όπως τονιζόταν, “οι δείκτες της λοιμώξεως υποχωρούν”». Και ενώ όλοι πίστεψαν ότι ο Γιάννης Κυράστας θα κέρδιζε τη μάχη για τη ζωή του, τα δυσάρεστα ξεκίνησαν τη Δευτέρα 29 Μαρτίου, οπότε η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε ξαφνικά και υποβλήθηκε σε αφαίρεση χολής. Οι μεταγγίσεις αίματος ακολούθησαν η μία την άλλη, αλλά δυστυχώς ο οργανισμός του είχε πάψει να αντιδρά θετικά σε οτιδήποτε πια... ο 53χρονος Έλληνας τεχνικός κατέληξε χθες το απόγευμα και ο χαμός του βύθισε στο πένθος όλη την ποδοσφαιρική Ελλάδα»
Ένας ατόφιος ηγέτης
Ο Γιάννης Κυράστας ήταν γεννημένος ηγέτης, ατόφιος, σαν εκείνους που βλέπουν οι πιτσιρικάδες και λένε «θέλω να του μοιάσω» και κατάφερε να δημιουργήσει τη δική του σχολή... τη «σχολή Κυράστα».
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 θα βρεθεί στα «τσικό» του Ολυμπιακού, ενώ σε ηλικία 20 ετών, στις 10 Δεκεμβρίου του 1972 θα πραγματοποιήσει το ντεμπούτο του με την «ερυθρόλευκη» φανέλα στην Α’ Εθνική σε ένα ματς κόντρα στην Καβάλα.
Από τότε και μετά, δεν βγήκε σχεδόν ποτέ από την 11άδα του Ολυμπιακού για τα επόμενα εννιά χρόνια, αποτελώντας ακρογωνιαίο λίθο των «ερυθρολεύκων» καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, μετρώντας 223 συμμετοχές και κατακτώντας 5 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα Ελλάδας.
Το 1981 θα κάνει ένα βήμα που δεν είχε πισωγύρισμα.
Ο Κυράστας θα ρίξει πίσω του τη «λυδία λίθο» και μαζί με τον Μάικ Γαλάκο θα πάρουν την απόφαση να ντυθούν στα «πράσινα» και να γίνουν ταυτόχρονα «κόκκινο πανί» για τους οπαδούς του Ολυμπιακού, για την επιλογή τους να πάνε στον «αιώνιο» αντίπαλο.
Με τη φανέλα του Παναθηναϊκού όμως, ο Κυράστας θα δημιουργήσει σχολή, με τον Γκμοχ να του αλλάζει θέση και να τον κάνει σε ένα βράδυ... λίμπερο.
Ως το 1986 που σταμάτησε, είχε αγωνιστεί σε 131 παιχνίδια με τη φανέλα του Παναθηναϊκού, ενώ θα κατακτήσει δύο ακόμα πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα, ενώ σημαντική στιγμή στην καριέρα του θα αποτελέσει η συμμετοχή του στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1985, πριν αποσυρθεί από την ενεργό δράση, στο παιχνίδι κόντρα στον Άρη το Νοέμβριο του 1986.
Κορυφαία στιγμή του και η συμμετοχή του στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 με την εθνική ομάδα, με τη φανέλα της οποίας είχε 44 συμμετοχές.
Στις 19 Μαΐου του 1985 θα πραγματοποιήσει κόντρα στην Πολωνία σε ένα ματς προκριματικών για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986, την τελευταία συμμετοχή του με το εθνόσημο στο στήθος.
Προπονητής πολύ μπροστά από την εποχή του
«Αυτή η κούπα θα πάει στ’ άστρα, για τον Γιάννη τον Κυράστα» φωνάζουν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού τον Μάιο του 2004, με το γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας να τραντάζει από τις ιαχές των οπαδών του «τριφυλλιού» γιατί δεν έβγαιναν από τη φωνή, αλλά από την καρδιά τους.
Ο Γιάννης Κυράστας είχε φύγει σχεδόν δύο μήνες νωρίτερα και οι οπαδοί του Παναθηναϊκού του αφιέρωναν το νταμπλ εκείνης της χρονιάς.
Γιατί; Γιατί επί των ημερών του ο Παναθηναϊκός είχε παίξει το ομορφότερο ποδόσφαιρο κατά κοινή ομολογία και αυτό δεν μπορούσε να λησμονηθεί.
Μιλώντας στο sportfm.gr ο Γιώργος Καραγκούνης τόνισε ότι ήταν ένας από τους καλύτερους προπονητές με τους οποίους έχει συνεργαστεί, ενώ εκτός από τον «Τυπάρα», σπουδαίο προπονητή τον χαρακτήρισε και ο Αντώνης Νικοπολίδης, ενώ ο Τάκης Φύσσας, τόνισε στο sportfm.gr ενθυμούμενος το διάστημα που ήταν μαζί, ότι ήταν ένας τεχνικός... πολύ μπροστά από την εποχή του.
Και η αλήθεια είναι πως και οι δύο θητείες του στο τιμόνι των «πρασίνων» ήταν εξαιρετικές.
Προπονητικά, ο Γιάννης Κυράστας ξεκίνησε από τον Εθνικό Ελληνορώσσων, το 1987, μόλις ένα χρόνο μετά το «κρέμασμα των παπουτσιών» του, για να συνεχίσει το «αγροτικό» του στη Β’ Εθνική σε Μεσολλόγγι, Προοδευτική, Εθνικό και Πανιώνιο, πριν αναλάβει τον Εθνικό στη πρώτη του απόπειρα στην Α’ Εθνική το 1995.
Τη σεζόν 1999-2000, ο Κυράστας θα χάσει το πρωτάθλημα, αλλά θα καταφέρει να κερδίσει τον σεβασμό και την εκτίμηση όλων, που αναγνώριζαν ότι ο Παναθηναϊκός εκείνης της περιόδου έπαιζε μακράν το καλύτερο ποδόσφαιρο.
Μετά από ένα μικρό πέρασμα από την Ηρακλή, επέστρεψε και πάλι στον Παναθηναϊκό, βάζοντας τη σεζόν 2001-2002 τις βάσεις για την σπουδαία πορεία του «τριφυλλιού» στους «8» του Τσάμπιονς Λιγκ.
Όλα αυτά μέχρι το ποδοσφαιρικό «αντίο» του τον Δεκέμβρη του 2001, όταν πήρε την απόφαση μετά από την ήττα με 2-1 από τον ΠΑΟΚ στη Λεωφόρο, να αφήσει το ποδόσφαιρο και να ασχοληθεί με την οικογένεια του και το ψάρεμα που τόσο αγαπούσε.
Τα «παιδιά» του μιλούν στο sportfm.gr
Λένε πως «οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχάσεις» και αν είναι έτσι ο Γιάννης Κυράστας, δεν έφυγε ποτέ. Ζει, αφού η ποδοσφαιρική οικουμένη δεν πρόκειται να τον ξεχάσει ποτέ.
Όπως δεν θα το ξεχάσουν και ορισμένοι από τους κορυφαίους Έλληνες ποδοσφαιριστές, που του οφείλουν ένα σημαντικό μέρος της καριέρας τους.
Ο Γιώργος Καραγκούνης, ο Αντώνης Νικοπολίδης, ο Άγγελος Μπασινάς, ο Τάκης Φύσσας και ο Γιάννης Γκούμας, μίλησαν στο sportfm.gr για τους μεγάλο προπονητή και σπουδαίο άνθρωπο Γιάννη Κυράστα, με τα λόγια τους να προκαλούν συγκίνηση.
Καραγκούνης: «Από τους καλύτερους προπονητές που είχα»
Ο Γιώργος Καραγκούνης δεν θα ξεχάσει ποτέ εκείνο το παιχνίδι της 16ης Οκτωβρίου του 2001 με την Άρσεναλ στο Χάιμπουρι και την αγωνία του Κυράστα, όλη τη βδομάδα πριν από το παιχνίδι, εξαιτίας του τραυματισμού του Σεϊταρίδη.
«Ήταν αρκετά οργανωτικός και είχε ξεκάθαρη εικόνα για το πως ήθελε να παίζει η ομάδα. Ήταν ένας από τους καλύτερους προπονητές που είχα στην καριέρα μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το εκτός έδρας παιχνίδι με την Άρσεναλ. Είχε τραυματιστεί ο Γιούρκας και έπρεπε να αλλάξει το σύστημα και να παίξουμε με τρεις στην άμυνα. Είχε τόσο άγχος, που όλη τη βδομάδα μας φώναζε έναν – έναν στο γραφειάκι του στη Λεωφόρο για να σιγουρευτεί ότι είχαμε καταλάβει τον τρόπο που θα παίξουμε. Ποτέ δεν θα ξεχάσω το πως ζούσε το ματς με την Άρσεναλ στο Λονδίνο και τις κουβέντες που αντάλλασσε με τον Βενγκέρ»
Νικοπολίδης: «Είχε ένα καλό λόγο για όλους στο τέλος της ημέρας»
Μεγάλο προπονητή χαρακτήρισε τον αείμνηστο Γιάννη Κυράστα και ο Αντώνης Νικοπολίδης, ο οποίος τόνισε πως ήταν ένας απαιτητικός προπονητής που όμως στο τέλος της ημέρας είχε να πει μια καλή κουβέντα για όλους.
«Ο Γιάννης Κυράστας ήταν ένας αξιόλογος άνθρωπος και ένας μεγάλος προπονητής. Ήταν αγαπητός σε όλη την ομάδα για τη δουλειά και όσα πρόσφερε και τα δύο διαστήματα που ήταν μαζί μας. Πίστευε στο ελληνικό ταλέντο και το ελληνικό στοιχείο. Ήταν απαιτητικός προπονητής, σκληρός αλλά δίκαιος. Στο τέλος της ημέρας όμως είχε ένα καλό λόγο να πει για όλους. Εκείνο που δεν ξεχάσει κανείς από εκείνη την ομάδα, είναι οι ευρωπαϊκές βραδιές που είχαμε ζήσει».
Μπασινάς: «Χαραγμένες στο μυαλό μου οι μεγάλες ευρωπαϊκές βραδιές»
Οι μεγάλες ευρωπαϊκές βραδιές με τον Κυράστα στο τιμόνι, είναι χαραγμένες στο μυαλό του Άγγελου Μπασινά.
Μιλώντας στο sportfm.gr ο Μπασινάς χαρακτήρισε τον Κυράστα ως τον καλύτερο προπονητή που είχε ποτέ, ενώ στάθηκε στον χαρακτήρα του Έλληνα τεχνικού τονίζοντας πως ήταν ένας σπουδαίος άνθρωπος.
«Ο Γιάννης Κυράστας ήταν ένας μοναδικός ποδοσφαιριστής, ένας μοναδικός προπονητής, μα πάνω απ’ όλα ένας σπουδαίος άνθρωπος. Τον θεωρώ τον καλύτερο προπονητή που είχα ποτέ και αυτό φαίνεται από τις μεγάλες ευρωπαϊκές βραδιές και τις πορείες που κάναμε με τον Παναθηναϊκό. Δυστυχώς μας άφησε νωρίς. Είχε να δώσει ακόμα πολλά. Εκείνο που θυμάμαι είναι η επαφή που είχε με τους ποδοσφαιριστές. Ποτέ δεν θα φύγουν από τη μνήμη μου οι μεγάλες ευρωπαϊκές βραδιές που ζήσαμε μαζί. Για πάντα εκείνες οι στιγμές με τον Γιάννη Κυράστα θα είναι χαραγμένες στο μυαλό μου»
Γκούμας: «Ο Γιάννης μας ενέπνεε»
Στην ενέργεια που μετέδιδε στους παίκτες του και τον τρόπο με τον οποίο μπορούσε να πάρει το μέγιστο των δυνατοτήτων τους, στάθηκε ο Γιάννης Γκούμας που τόνισε πως ο Γιάννης Κυράστας ήταν έμπνευση για τους παίκτες του.
«Ο Γιάννης ήταν ένας από τους καλύτερους Έλληνες προπονητές. Καταφέραμε σπουδαία πράγματα με εκείνον στο τιμόνι και χάσαμε το πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό για ένα πόντο. Θεωρώ ότι με τον Κυράστα παίξαμε μακράν το καλύτερο ποδόσφαιρο, κάτι που είναι κοινή παραδοχή. Ήταν ένας άνθρωπος που σου μετέδιδε τρομερή ενέργεια και ήξερε πως να παίρνει το 100% που μπορεί να δώσει ένας ποδοσφαιριστής. Ο Γιάννης μας ενέπνεε. Κάθε ποδοσφαιριστής χαίρεται να έχει προπονητή σαν τον Γιάννη Κυράστα. Είναι αλησμόνητες εκείνες οι βραδιές του Τσάμπιονς Λιγκ. Απλά μοναδικές»
Φύσσας: «Ακόμα νομίζω ότι είναι ψέμα»
Μόνο καλά λόγια είχε να πει ο Τάκης Φύσσας, που τόνισε πως στον Γιάννη Κυράστα χρωστάει ένα μεγάλο μέρος της καριέρας του.
Για τον Φύσσα ο Κυράστας ήταν ένας προπονητής μπροστά από την εποχή του, ενώ εμφανώς συγκινημένος ανέφερε πως ακόμα νομίζει πως είναι ψέμα το ότι ο Κυράτσας δεν βρίσκεται πια κοντά μας.
«Ήταν εκείνος που με ανέδειξε και με έκανε από ερασιτέχνη επαγγελματία. Ήταν ένας άνθρωπος που σεβόμουν και εκτιμούσα απίστευτα. Ήταν ένας εξαιρετικός προπονητής και μπροστά για την εποχή του. Πάντα προσπαθούσε να ενημερώνεται, να μαθαίνει και να μας μεταφέρει τις γνώσεις του. Όλοι μας, κερδίσαμε από εκείνων και του χρωστάμε ένα κομμάτι από την καριέρα μας. Ήταν σωστός, αλλά αυστηρός εκεί που έπρεπε. Είχε το πακέτο που πρέπει να έχει ένας προπονητής. Πέρασαν 12 χρόνια από το χαμό του και ακόμα νομίζω ότι είναι ψέμα».