Η Αθήνα ετοιμάζεται για τον Κλασικό -ή Αυθεντικό, ό,τι προτιμάτε- Μαραθώνιο και το sport-fm.gr βγάζει τα βιβλία της ιστορίας από τη βιβλιοθήκη, τα… ξεσκονίζει και σας θυμίζει πώς ξεκίνησαν όλα -απαντώντας και σε μια σειρά από ερωτήματα-απορίες!
Στην αρχαιότητα καταρχήν ο Μαραθώνιος δεν υπήρχε ως άθλημα. Ούτε κάποιο αντίστοιχο άθλημα.
Ο Μαραθώνιος έγινε αγώνισμα μεγάλης αποστάσεως (42.195 χλμ.) και συμπεριλαμβάνεται, μάλιστα, στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων από την πρώτη διοργάνωση, το 1896, στην Αθήνα, στα τέλη ακριβώς του 19ου αιώνα. Και ήταν και αυτός -όπως η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων- ιδέα ενός Γάλλου.
Μισέλ Μπρεάλ
Ο φιλόλογος και ελληνιστής Μισέλ Μπρεάλ (1832-1915), λοιπόν, ένας λάτρης της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, ήταν εκείνος, που έπεισε τον καλό του φίλο, Πιερ ντε Κουμπερτέν, να «μπει» στους πρώτους σύγχρονους Αγώνες ο Μαραθώνιος ως άθλημα, σε ανάμνηση της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών στον Μαραθώνα (490 π.Χ.).
Συγκεκριμένα, το 1894 ο Μπρεάλ πρότεινε στο Διεθνές Αθλητικό Συνέδριο, που πραγματοποιήθηκε στη Σορβόννη του Παρισιού, την καθιέρωση του Μαραθωνίου ως Ολυμπιακό αγώνισμα, πρόταση η οποία έγινε δεκτή.
Το Κύπελλο Μπρεάλ, εξάλλου, ήταν ένα ειδικό έπαθλο, που απονεμήθηκε στον Σπύρο Λούη, τον μεγάλο νικητή του 1896. Φέρει και την επιγραφή στα ελληνικά: «ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ, 1896, ΜΑΡΑΘΩΝΙΟΝ ΑΘΛΟΝ, ΕΔΩΚΕ ΜΙΧΑΗΛ ΜΠΡΕΑΛ». Για την ιστορία, τα ίχνη του κυπέλλου είχαν χαθεί μέχρι το 1989, οπότε ερευνητές ανακάλυψαν ότι η κυριότητά του ανήκει στη νύφη του μαραθωνοδρόμου, Ευτυχία Λούη.
Ο πρώτος Μαραθώνιος ήταν… προκριματικός!
Ο πρώτος Μαραθώνιος δρόμος, ωστόσο, δεν έγινε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αλλά στις 10 Μαρτίου 1896, κατά τη διάρκεια των Α' Πανελληνίων Αγώνων Στίβου και ήταν αγώνας πρόκρισης για τους Αγώνες της Αθήνας.
Νικητής αναδείχθηκε ο Χαρίλαος Βασιλάκος με 3 ώρες και 18 λεπτά, ενώ ο μετέπειτα νικητής των Ολυμπιακών Αγώνων, ο θρυλικός Σπύρος Λούης, τερμάτισε πέμπτος.
Ο 23χρονος νερουλάς από το Μαρούσι πήρε τη ρεβάνς λίγες ημέρες αργότερα, στις 29 Μαρτίου, όταν κέρδισε τον πρώτο Μαραθώνιο των Ολυμπιακών Αγώνων με επίδοση 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δευτερόλεπτα.
42.195 μέτρα
Από τότε, ο Μαραθώνιος άρχισε να να κερδίζει συνεχώς σε δημοτικότητα και έφτασε να γίνει μετά το «κατοστάρι» το πιο δημοφιλές αγώνισμα στον στίβο!
Πρέπει να σημειωθεί το εξής: Η διαδρομή του Μαραθωνίου δεν ήταν από την αρχή σταθερή. Για τους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες η απόσταση καθορίστηκε στα 40,2 χλμ. και μετά στα 42,75 χλμ. για τους Αγώνες του 1920. Το 1924, όμως, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή καθιέρωσε την απόσταση των 42.195 μέτρων, δηλαδή τη διαδρομή, που διέτρεξαν οι δρομείς από τη βασιλική εξέδρα μέχρι το στάδιο κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 1908. Η απόσταση καθορίστηκε, βέβαια, λαμβάνοντας οι διοργανωτές υπόψη και την καλύτερη θέση για τη… βασιλική οικογένεια!
Στον αγώνα, ο Dorando Pietri μπήκε πρώτος στο Στάδιο για τον τελευταίο γύρο, αλλά παραπαίοντας, έπεσε επτά φορές και τελικά υποβοηθήθηκε από τους διαιτητές, προκειμένου να περάσει τη γραμμή του τερματισμού πριν τον Αμερικανό Johnny Hayes, ο οποίος πλησίασε στα λίγα μέτρα. Τελικά, ο Pietri αποκλείστηκε, αλλά η κούρσα πήρε το όνομα η «Κούρσα του Αιώνα» και ο Pietri κέρδισε ένα αναμνηστικό κύπελλο από την Βασίλισσα Αλεξάνδρα της Δανίας.
Επομένως, καταλαβαίνει κανείς πως τα 42.195 μέτρα δεν… προέκυψαν ακριβώς στην αρχαιότητα.
Φειδιππίδης
Το βέβαιο ιστορικά είναι πως κανείς ποτέ δεν θα μάθει τον αυθεντικό δρόμο, που έτρεξε ο αγγελιοφόρος, ο οποίος μετέφερε από τον Μαραθώνα στην Αθήνα το μήνυμα της νίκης των Ελλήνων στη μάχη κατά των Περσών με το περίφημο «νενικήκαμεν». Μιλάμε, σαφώς, για τον Φειδιππίδη, όπως τον αποκαλεί ο Ηρόδοτος -ή Φιλιππίδη σύμφωνα με τους Παυσανία και Λουκιανό.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει τον Φειδιππίδη ως τον αγγελιοφόρο, που έτρεξε από την Αθήνα στη Σπάρτη ζητώντας βοήθεια, και έτρεξε έπειτα πίσω, μια απόσταση άνω των 240 χιλιομέτρων! Σύμφωνα με τον «πατέρα της Ιστορίας», η απάντηση των Σπαρτιατών υπήρξε αποκαρδιωτική, καθώς, επικαλούμενοι θρησκευτικούς λόγους, είπαν ότι θα στείλουν στρατό μετά την πανσέληνο. Σε μερικά χειρόγραφα, επίσης, το όνομα του δρομέα μεταξύ της Αθήνας και Σπάρτης δίνεται ως Φειλιππίδης.
Αλλά, ενώ περιγράφει με λεπτομέρειες και αντικειμενικότητα όσα διαδραματίστηκαν στη Μάχη του Μαραθώνα, ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει το περιστατικό του αγγέλου της νίκης, ενώ σε μεταγενέστερους συγγραφείς είναι διάχυτη η πληροφορία ότι αυτό υπήρξε πράγματι. Σύμφωνα με τον ιστορικό του Αθλητισμού Θ. Γιαννάκη, η ιστορική αυτή παράλειψη του γεγονότος του αγγελιοφόρου δεν προσβάλλει την αξιοπιστία του συγγραφέα, αντίθετα τη δυναμώνει, γιατί το περιστατικό δεν είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο στην αρχαία ιστορία.
Θέμα… ρουτίνας
Στα χρόνια του, η αποστολή αγγελιοφόρου μετά την όποια μάχη ήταν θέμα ρουτίνας, εξού και αναφέρεται μόνο στο κατόρθωμα του ημεροδρόμου Φειδιππίδη, που διέτρεξε την απόσταση μέσα σε δύο ημέρες, ενώ μετά τη μάχη την ίδια απόσταση έτρεξαν 2.000 οπλίτες Σπαρτιάτες σε τρεις ημέρες. «Τέτοια δρομικά κατορθώματα, θαυμαστά και συγχρόνως αμφιλεγόμενα για την εποχή μας, ήταν φαινόμενα ασήμαντα και συνηθισμένα κατά την αρχαιότητα», τονίζει.
Σύμφωνα με μαρτυρία του Φιλόστρατου, εξάλλου, τις ειδήσεις και τα αποτελέσματα των πολεμικών αναμετρήσεων αναλάμβαναν να μεταφέρουν ειδικά εκπαιδευμένοι δρομείς μεγάλων αποστάσεων.
Οι ημεροδρόμοι, όπως λέγονταν, ήταν επαγγελματίες δρομείς πολύ μεγάλων αποστάσεων, που μετέφεραν μηνύματα και αναφέρονται από διάφορους συγγράφεις, όπως ο Αριστοτέλης και ο Διόδωρος. Δεν έχουν καμία σχέση με τους τους λεγόμενους «βηματιστές», η δουλειά των οποίων ήταν να μετρούν τις αποστάσεις «διά των βημάτων». Τέτοιους χρησιμοποιούσε, για παράδειγμα, ο Μ. Αλέξανδρος κατά την εκστρατεία του στην Ασία, προκείμενου να μετρούν τις αποστάσεις μεταξύ των πόλεων και των δρόμων επικοινωνίας.
Όποιο και να ήταν το όνομα του ημερόδρομου, από τις ιστορικές αναφορές καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το μήνυμα της ελληνικής νίκης στον Μαραθώνα μεταφέρθηκε πράγματι στην Αθήνα από κάποιον αγγελιοφόρο και σε αυτόν οφείλεται η «γέννηση» του Μαραθωνίου ως άθλημα. Από την άλλη, το ποια ακριβώς διαδρομή ακολούθησε ο αγγελιοφόρος, για να φέρει στους Αθηναίους ευχάριστα νέα, είναι ένα άλλο θέμα και μόνο κατά προσέγγιση μπορούμε να το γνωρίζουμε.
Η διαδρομή
Μεταξύ του Μαραθώνα και της Αθήνας -αναφέρει χαρακτηριστικά η wikipedia- υπάρχει η Πεντέλη, επομένως αυτό σημαίνει ότι, εάν ο Φειδιππίδης έκανε πραγματικά το διάσημο τρέξιμό του μετά από τη μάχη, έπρεπε να τρέξει γύρω από το βουνό. Η προφανέστερη διαδρομή ταιριάζει σχεδόν ακριβώς με τη σύγχρονη εθνική οδό Μαραθώνα-Αθήνας, που ακολουθεί την εθνική οδό προς τα νότια από τον κόλπο Μαραθώνα και κατά μήκος της ακτής, κατόπιν ένας ομαλός, αλλά παρατεταμένος ανήφορος δυτικά προς την ανατολική προσέγγιση στην Αθήνα, μεταξύ Υμηττού και Πεντέλης, και έπειτα κατηφορικά προς την Αθήνα.
Αυτή η διαδρομή είναι περίπου 42 χιλιόμετρα και καθορίζει τα πρότυπα για την απόσταση. Εντούτοις υπάρχει μια άλλη θεωρία, ότι ο Φειδιππίδης είχε ακολουθήσει μια άλλη διαδρομή: Mια δυτική ανάβαση κατά μήκος των ανατολικών και βόρειων προπόδων της Πεντέλης, στο πέρασμα Διόνυσος, και έπειτα μια ευθεία νότια πορεία προς τα κάτω στην Αθήνα. Αυτή η διαδρομή είναι αρκετά μικρότερη, περίπου 35 χιλιόμετρα, αλλά είναι πολύ απότομη.
Ο Ηρόδοτος, άλλωστε, μας «λέει» πως η θέση του ελληνικού στρατεύματος το 490 π.Χ. είχε ως ορμητήριο το τέμενος του Ηρακλή κοντά στους πρόποδες, όπως υποθέτουμε, του υψώματος Βρανά και Αφορισμού. Η θέση των τύμβων Αθηναίων και Πλαταιέων δηλώνουν το επίκεντρο της περιοχής της μάχης. Γύρω από το σημείο αυτό θα πρέπει να εντοπισθεί το ιερό του Ηρακλή και η αφετηρία του αγγελιοφόρου της νίκης.
Κάπως έτσι προκύπτει η δεύτερη θεωρία, πως ο αγγελιοφόρος της νίκης χρησιμοποίησε τον πλέον σύντομο δρόμο, περίπου 34 χιλιόμετρα και όχι τον κατά 25 αιώνες μεταγενέστερο (περίπου 42 χιλιόμετρα), ο οποίος ήταν άγνωστος και ανύπαρκτος. Κατά πάσα πιθανότητα, λιπόν, ανηφόρισε προς τη χαράδρα, που σχηματίζουν τα υψώματα Βρανάς, Αγριλίκι, Αφορισμός και Κοτρώνι με προοπτική το ιερό του Διόνυσου και από εκεί προς την Εκάλη…
Ο ιστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», αλλά και ο Αντ. Κατσουρός στη μελέτη του «Ο πεζοδρόμος του Μαραθώνα», θεωρούν πιθανότερη την εκδοχή να διέτρεξε ο αγγελιοφόρος τη δίοδο που περνά ανάμεσα από τα υψώματα Αφορισμός και Κοτρώνι, δηλαδή το μονοπάτι της διπλανής χαράδρας που οδηγεί στο χωριό Σταμάτα.
Όποιο διαδρομή και αν ακολούθησε, όποιος και να ήταν εκείνος -πιθανότατα ένας ανώνυμος στρατιώτης- που ξεψύχησε, αναφωνώντας «Χαίρετε! Νενικήκαμεν», το ιστορικό αυτό γεγονός «γέννησε» τον Μαραθώνιο.