Το Blood and the City είναι μια φανταστική ιστορία σε συνέχειες, που έκανε πρεμιέρα στο sport-fm.gr, το 2009. Δημοσιευόταν κάθε Δευτέρα λίγο μετά τα μεσάνυχτα και η δεύτερη σεζόν ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2010 με σκοπό να συνεχιστεί από τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Επειδή όμως ο τύπος που την σκέφτεται και την παρουσιάζει δεν φημίζεται για την συνέπεια του η συνέχεια έρχεται τελικά με μία μικρή καθυστέρηση, μόλις δύο χρόνων.

Επειδή είναι απόλυτα λογικό πολλοί αναγνώστες να μην έχουν ιδέα για τι πράγμα μιλάμε, όσοι έχετε όρεξη και διάθεση για διάβασμα, εδώ μπορείτε να βρείτε όλες τις περιπέτειες του αθλητικού συντάκτη με τα νεκρά εγκεφαλικά κύτταρα, του Jesse James (του λούτρινου σκύλου που μιλάει) και του νεαρού συνάδελφου.

Χωρίς πολλά λόγια πάμε κατευθείαν στο ζουμί. Αυτό είναι το Blood and the City. Αυτό είναι το δεύτερο επεισόδιο της τρίτης σεζόν.

Ιούλιος 2012

Ας πάμε μια βόλτα. Δεν θα χρειαστεί να περπατήσετε, ούτε να μπείτε σε συγκοινωνία μην ανησυχείτε. Για την ακρίβεια θα πρέπει μόνο να κοιτάξετε και στη συνέχεια να θυμηθείτε. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο μπορεί να ακούγεται. Κάποια πράγματα ίσως να είναι καλύτερα να μένουν θαμμένα στο πίσω μέρος του μυαλού μας , αλλά αυτή η περίπτωση είναι διαφορετική. Για να συνεχίσουμε πρέπει να έχουμε εικόνα.

Ανοίγουμε την πόρτα, κάνουμε μερικά βήματα μπροστά και στη συνέχεια κατεβαίνουμε τη σκάλα που οδηγεί στο υπόγειο.

Μια ακόμη πόρτα είναι μπροστά μας, αλλά αυτή δεν ανοίγει τόσο εύκολα. Αν έρθει κάποιος ξένος, κάποιος που δεν το έχει επισκεφθεί ξανά, θα νομίζει ότι το μέρος είναι άδειο. Εμείς όμως ξέρουμε καλύτερα έτσι δεν είναι; Και αν με την πρώτη ματιά το μέρος μοιάζει άδειο, αν συγκεντρωθούμε λίγο περισσότερο θα ακούσουμε έναν ανεπαίσθητο, επαναλαμβανόμενο ήχο. Σαν κάτι να χτυπάει πάνω σε έναν τοίχο. Κάτι ελαφρύ όμως. Πλαστικό δεν είναι σίγουρα.

Μπροστά μας είναι το γραφείο στο υπόγειο. Πίσω από την πόρτα τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ από τότε που ήμασταν εδώ για τελευταία φορά. Η καρέκλα είναι στη θέση της, το γραφείο είναι στη θέση του, ο πίνακας στον απέναντι τοίχο γέρνει λίγο ως συνήθως, το μικρό ψυγείο λειτουργεί κανονικά, άρα όλα είναι οκ.

Για μισό λεπτό όμως. Γιατί το ψυγείο λειτουργεί κανονικά; Αφού κανένας δεν έχει μπει στο γραφείο εδώ και ενάμιση χρόνο. Από τότε που η αστυνομία έκανε έναν τυπικό έλεγχο.

Αυτός ο καταραμένος λούτρινος σκύλος!

Ο Jesse James κάθεται στο ράφι του με την πλάτη ακουμπισμένη στον τοίχο. Κρατάει ένα από αυτά τα μπαλάκια που τα ζουπάς. Αυτός όμως δεν το ζουπάει, το πετάει και αυτό επιστρέφει στα χέρια του. Ώστε από εδώ ερχόταν ο ήχος του καουτσούκ.

Και το ψυγείο φυσικά είναι σε λειτουργία γιατί έχει μέσα μπύρες! Μπορεί κανείς να το καταλάβει από ένα ρομπότ που είναι φτιαγμένο από άδεια κουτάκια και στέκεται στη μία γωνία σαν φύλακας του δωματίου.

O Jesse James δεν έχει μιλήσει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Το περιστατικό με την ηλικιωμένη κυρία που γύριζε με το καλάθι της από την λαϊκή και τον πήρε στο κυνήγι με μια ομπρέλα το εξαιρούμε. Τότε ήταν αναγκασμένος να μιλήσει ή για να το θέσουμε καλύτερα να φωνάξει «βοήθεια με σκοτώνει η παλιόγρια».

Η μία και μοναδική φορά που τον πέτυχε με την ομπρέλα, τον έκανε να παραπατήσει. Και τι ήθελε ο κακομοίρης; Να πάρει ένα αγγουράκι μέσα από τη σακούλα! Ήταν το καλύτερο συνοδευτικό για τη μπύρα όπως είχε διαπιστώσει, αλλά δεν ήταν ακριβώς εύκολο να πάει στον μανάβη και να πάρει μόνος του. Γι αυτό και είχε αναγκαστεί να επιχειρήσει να το κλέψει.

Εντάξει ήταν άλλη μία η φορά που είχε μιλήσει. Σερφάροντας στο internet είχε δει μια αγγελία που του είχε κινήσει την περιέργεια. Ζητούσαν άτομα με εξαιρετικές και υπερφυσικές ικανότητες. Ήταν αρκετά μεθυσμένος για να την πάρει στα σοβαρά και θεωρούσε τον εαυτό του άτομο με εξαιρετικές και υπερφυσικές ικανότητες. Και ήταν εδώ που τα λέμε αλλά αυτή είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Το θέμα είναι ότι συνήθως τέτοιες αγγελίες αποσκοπούν στο να σου πάρουν το νεφρό χωρίς τη θέληση σου. Και δεν ξέρω για εσάς αλλά εγώ το θέλω το νεφρό μου.

Δεν ήταν δύσκολο να βρει τον δρόμο που του είχαν πει στο τηλέφωνο. Οδός Λαιμητόμου 42. Ποιος έδωσε αυτό το, ευφάνταστο είναι η αλήθεια, όνομα στην οδό δεν ξέρω. Όποιος και αν ήταν σίγουρα θα του έσφιγγα το χέρι ή θα έπινα μία κούπα τσάι μαζί του, για να μου πει τις ιδέες του, τους προβληματισμούς του και να ακούσω, βρε αδερφέ, τα όνειρα του. Ο Jesse James χτύπησε το κουδούνι μία φορά, αλλά διαπίστωσε ότι η εξώπορτα ήταν ήδη ανοιχτή. Ανέβηκε την ξύλινη σκάλα, όσο πιο αθόρυβα μπορούσε.

Το σάπιο ξύλο όμως μαρτυρούσε την παρουσία του σε ολόκληρο το κτίριο. Έφτασε στον δεύτερο και τελευταίο όροφο και έψαξε για το διαμέρισμα. Δεν δυσκολεύτηκε να το βρει.

«Θα πρέπει να είσαι τρελός για να έρχεσαι σε αυτή την περιοχή, σε οδό με το όνομα ΛΑΙΜΗΤΟΜΟΥ, σε κτίριο με παλιές ξύλινες σκάλες και να ψάχνεις να βρεις αυτό το διαμέρισμα» έγραφε με μαύρο μαρκαδόρο, ένα παλιό κιτρινισμένο χαρτί που ήταν πρόχειρα καρφιτσωμένο πάνω στην πόρτα του τρίτου διαμερίσματος από τα αριστερά.

Το σκέφτηκε λίγο και αποφάσισε ότι θα πρέπει να είναι τρελός για να έρχεται σε αυτή την περιοχή, σε οδό με το όνομα ΛΑΙΜΗΤΟΜΟΥ, σε κτίριο με παλιές ξύλινες σκάλες και να ψάχνει να βρει αυτό το διαμέρισμα. Το βρήκε όμως και τώρα δεν έπρεπε να διστάσει. Δεν είχε να χάσει τίποτα έτσι κι αλλιώς.

Είχε προβάρει πολλές φορές τα λόγια που του είχαν δώσει ως συνθηματικό. Tο αγαπημένο του χρώμα είναι το βιολετί, ο αγαπημένος του συγγραφέας είναι ο Φώσκολος, έχει αδυναμία στα μακαρόνια με κιμά, ενώ στο τσακίρ κέφι χορεύει ζεϊμπέκικο τέσσερα τραγούδια του Βοσκόπουλου στη σειρά. Φυσικά τίποτα από αυτά δεν ήταν αλήθεια ή και να ήταν δεν θα το μαθαίνατε ποτέ. Δεν χρειάστηκε να χτυπήσει την πόρτα . Ήταν και αυτή ανοιχτή.

Στο βάθος του άδειου κεντρικού δωματίου, ήταν ένα παλιό γραφείο. Το μοναδικό φως προερχόταν από μια λάμπα που κρεμόταν από τη μέση του ταβανιού αλλά και αυτή τρεμόπαιζε.«Σε περίμενα» είπε η φωνή της σκοτεινής φιγούρας, που ήταν γυρισμένη και κοιτούσε προς τον τοίχο.

«Προφανώς και με περίμενες, αφού εσύ μου είπες, να έρθω σκοτεινή φιγούρα που κοιτάς τον τοίχο» απάντησε ο Jesse James.

«Είσαι εξυπνάκιας ε;. Για να δούμε αν είσαι συμβατός και με τις υπόλοιπες απαιτήσεις μας. Πριν προχωρήσουμε όμως πες μου το συνθηματικό». Αυτό ήταν το εύκολο σημείο. Πήρε μια βαθιά ανάσα.

«Το αγαπημένο μου χρώμα είναι τα μακαρόνια με κιμά, ο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο Βοσκόπουλος, έχω αδυναμία στο βιολετί, ενώ στο τσακίρ κέφι χορεύω ζεϊμπέκικο τέσσερα τραγούδια του Φώσκολου στη σειρά».

«ΛΑΘΟΣ». Αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που άκουσε πριν δεχτεί ένα πισώπλατο χτύπημα στο κεφάλι.

Ξύπνησε αρκετές ώρες μετά σε μια αλάνα. Είχε ξημερώσει. Βρήκε ένα σημείωμα δίπλα του, γραμμένο επίσης με μαύρο μαρκαδόρο πάνω σε ένα κιτρινισμένο χαρτί.

«Ο μόνος λόγος που σε αφήνουμε να ζήσεις είναι για να μας φέρεις κάποιον γνωστό σου που θα θέλει να του πάρουμε το νεφρό παρά τη θέληση του».

Ήταν προφανές ότι για μία ακόμη φορά είχε μπλέξει με βλαμμένους. Και αυτή τη φορά δεν είχε κανέναν για να το συζητήσει. Του έλειπαν οι φίλοι του. Οι πρώτες ψιχάλες έπεσαν πάνω στη μουσούδα του. Το προηγούμενο βράδυ είχε ζέστη, αλλά ο καιρός είχε χαλάσει απότομα.

Θυμάστε το χτύπημα της παλιόγριας με την ομπρέλα που σας έλεγα στην αρχή; Ε λοιπόν όποτε άλλαζε ο καιρός το χτύπημα από την ομπρέλα… δεν τον επηρέαζε καθόλου.

Οι λούτρινοι σκύλοι δεν έχουν τις δικές μας αδυναμίες. Δεν πονάνε όπως εμείς. Δεν ματώνουν όπως εμείς. Και το κυριότερο δεν πεθαίνουν έτσι εύκολα όπως εμείς, ούτε πέφτουν σε κώμα για ενάμιση χρόνο.

Γι αυτό και όταν τους πυροβολήσουν αυτοί που θεωρούσαν φίλους, πέφτουν στο έδαφος χάνουν για λίγο τις αισθήσεις αλλά όταν ακουστούν από μακριά οι σειρήνες, συνέρχονται, σηκώνονται, φεύγουν τρέχοντας από την καλύβα στην κορυφή του λόφου και παρακολουθούν τα όσα διαδραματίζονται κρυμμένοι σε έναν θάμνο.

Όταν όλα τελειώσουν παίρνουν τον δρόμο του γυρισμού, αλλά δεν επιστρέφουν στο γραφείο μέχρι να ηρεμήσουν και εκεί τα πράγματα. Περνάνε 6 μήνες για να γυρίσει στη γνώριμη του θέση πάνω στο ράφι. Και περνάει άλλος ένας χρόνος μέχρι τη στιγμή που μιλάμε.

Ο Jesse James πέταξε άλλη μια φορά το μπαλάκι στον τοίχο. Κάτι έπρεπε να κάνει και γρήγορα. Έπρεπε να διαλέξει όμως που θα πάει πρώτα. Στο νοσοκομείο ή στη φυλακή;

Το μπαλάκι έπεσε από τα χέρια για πρώτη φορά μετά από μία ώρα που το πετούσε με επιτυχία. «Από όπου και να ξεκινήσω, τη γαμήσαμε...» σκέφτηκε.

(Η συνέχεια την επόμενη εβδομάδα)

Για όλες τις λεπτομέρειες κάντε like στη σελίδα μας στο Facebook.





*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube