Θα μπορούσε να είχε «τελειώσει» το παιχνίδι από το πρώτο ημίχρονο, με «καθαρή» νίκη και στο τέλος αναγκάστηκε να κάνει καθυστερήσεις για να κλειδώσει το «διπλό» και να αποφύγει την ισοφάριση.

Ήταν ευγενικός, ήταν... καθώσπρέπει, απολαμβάνοντας τη φιλοξενία μια ομάδας που εφάρμοσε σύστημα πλημμύρα και καθοδηγήθηκε από έναν... άγνωστο κύριο, ο οποίος δεν είναι τελικά ο νέος προπονητής του Άρη.

Του Γιώργου Ζαχαριάδη
zahariadis@sday.gr


Δεν είχε να αντιμετωπίσει κάποιον σοβαρή ομάδα ο Ολυμπιακός και όσα κατάφερε μέχρι τα μέσα του δεύτερου μέρους ήταν απόλυτα φυσιολογικό. Σκόραρε απέναντι σε άμυνα που δεν υπήρχε και κάποιος θα πρέπει να μιλήσει στον Σανγκαρέ γιατί λείπει μόνιμα από το κέντρο της περιοχής και είχε έναν τερματοφύλακα που ξαφνικά, χωρίς λόγο και αιτία, πήρε τη θέση του μοναδικού διακριθέντα των τελευταίων αγώνων, του άλλου τερματοφύλακα του Άρη, του Βελλίδη.

Αφήστε που αυτός ο νέος... άγνωστος, ο Πρόμπιαρζ, είχε όνειρο και έβαλε τον Βράνιες στο παιχνίδι νομίζοντας ότι κάτι θα του προσφέρει μετά από 18 μήνες απουσίας από τους αγωνιστικούς χώρους. Και επέλεξε το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό, στο οποίο οι απαιτήσεις είναι υψηλές και είναι σίγουρο ότι παίζεις με την πλάτη στο τοίχο. Δεν υπάρχει ακόμη νίκη. Το σκορ είναι δύσκολη υπόθεση και ο Βράνιες είναι ο... παράξενος ταξιδιώτης για τον Άρη, δεν ανήκει στην ομάδα, δεν παίζει εναρμονισμένα με τους υπόλοιπους, ψάχνεται και μαζί ψάχνεται η άμυνα, το κέντρο και η επίθεση της ομάδας του.

Πάντως, αυτός ο προκάτοχός του, ο Τσιώλης, του άφησε δυό επιθετικούς, τον Σολτάνι και τον Καστίγιο που όχι απλά δεν τρέχουν έστω και για λίγο προς την πλευρά της άμυνας για να βοηθήσουν, αλλά, το θεωρούν μεγάλο αμάρτημα να συνεισφέρουν έστω πιέζοντας τον αντίπαλο ψηλά, εκεί που ξεκινά το παιχνίδι του. Τεμπέληδες επιθετικοί. Παλιάς κοπής που δεν έχουν θέση στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.

Ο Ολυμπιακός έκανε το λάθος να τραβήξει χειρόφρενο μετά το 2-0 και να μην δώσει μεγάη σημασία στον αντίπαλο που του ετοίμαζε τελικά δυσάρεστες εκπλήξεις, πολύ αργότερα, όταν μείωσε με τον Τόχα, σε μια ανακατωσούρα μπροστά στην εστία, περίπου όπως άνοιξε το σκορ ο Τζεμπούρ. Εδώ που τα λέμε, με τον Άρη να μην έχει κάνει ούτε σουτ από μακριά, οποιοσδήποτε θα ένοιωθε ασφαλής με δυό γκολ διαφορά. Ο Μόνχε πέταξε στα σπουπίδια μια ευκαιρία που τέλειωνε οριστικά το παιχνίδι και ο Άρης έγινε ξαφνικά κάτι σαν ομάδα όταν σκόραρε, βρίσκοντας τον Ολυμπιακό στημένο πιο πίσω και χωρίς τις αντοχές του πρώτου μέρους.

Με γιόμες, αφού δεν είχε πλεονέκτημα στο κάθετο παιχνίδι ή με μια δύο σέντρες όταν υπήρχε χώρος από τις πτέρυγες, δημιούργησε την αίσθηση ότι μπαίνει δυναμικά πλέον στη διεκδίκηση του αγώνα, αλλά, η εικόνα του δεν προκαλεί δα και τον πανικό που θα ζόριζε μια ομάδα σαν τον Ολυμπιακό. Σε στιγμές που ο αντίπαλος, στην προκειμένη περίπτωση ο Άρης, φτάνει στο 2-3, σκέφτεσαι ότι μπορεί να γίνει μια... στραβή και δεχθείς γκολ ισοφάρισης. Λίγα έχουν συμβεί. Μόνο με αυτή τη λογική προσέγγιση εξετάζεις κάθε ενδεχόμενο και προσπαθείς να οχυρωθείς.

Έτσι έκανε κι ο Ολυμπιακός που, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σχεδόν όποτε ήθελε, μπορούσε να σκοράρει, στο μεγαλύτερο κομμάτι του αγώνα. Όποτε εργαζόταν μεθοδικά μέσα στον αγωνιστικό χώρο, είχε τις λύσεις, ήταν μάλιστα πολλές και έφτανε προ του Γιακούποβιτς. Κι αυτό προφανώς έχει να κάνει τόσο με την ικανότητα των παικτών του, όσο και με τις αδυναμίες του Άρη που ήταν για ένα ακόμη παιχνίδι προκλητικά μεγάλες.

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube
ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ