Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το 7ο επεισόδιο της 2ης σεζόν…

Η ζωή και ο θάνατος του Δημήτρη Πενταράκη

Υπάρχουν πολλές εκδοχές για το τι γίνεται όταν δεν σε σκοτώνει κάτι. Υπάρχει η κλισέ εκδοχή, που μας λέει ότι σε κάνει πιο δυνατό, αλλά σίγουρα η αγαπημένη μου είναι αυτή που λέει ότι σου αφήνει σημάδια.

«Θα σταματήσεις τις αμπελοφιλοσοφίες» μου είπε από το ράφι του ο Jesse James που με άκουγε να μονολογώ για αρκετή ώρα. Είχα μια τάση να μιλάω μόνος μου τελευταία και αυτό θα ήταν κάτι που έπρεπε να το κοιτάξω άμεσα. Ως συνήθως όμως θα απέφευγα να δεχθώ κάθε είδους βοήθεια, όπως κάνω εδώ και ένα χρόνο αντικαθιστώντας τον οδοντίατρο (που θα έπρεπε να κάνει κάτι για τον πονόδοντο που με πιάνει κατά καιρούς) με δυο ποτηράκια ούζο. Βέβαια αυτό έχει ως αποτέλεσμα κάθε φορά που πίνω ούζο λόγω πονόδοντού να με πιάνει μια όρεξη για μαρίδες. Το πρόβλημα είναι ότι τις απεχθάνομαι τις καταραμένες τις μαρίδες.

«Θα σταματήσεις ρε παιδάκι μου τις παπαριές» είπε αυτή τη φορά ο Jesse James, γιατί από ότι φαίνεται συνέχιζα το παραμιλητό.

Η λέξη τσουπακάμπρα με έβγαλε από το λαβύρινθο των σκέψεων. Την είπε ο νεαρός συνάδελφος που καθόταν σε μια γωνία του γραφείου και μασουλούσε μια σοκολάτα.

«Τι θα κάνουμε τελικά με το τσουπακάμπρα;» ήταν τα λόγια του. Αμέσως ήρθε στο μυαλό μου η συζήτηση με τη μυστηριώδη γυναίκα στον ηλεκτρικό της Καλλιθέας. Μας είχε προειδοποιήσει ότι το τσουπακάμπρα θα μας βρει από μόνο του.

«Αυτό θα έρθει να σε βρει…» ήταν τα λόγια της όμως είχαν περάσει δύο μέρες και κανένας δεν είχε έρθει να μας βρει. Αν εξαιρέσεις τις τράπεζες οι οποίες ποτέ δεν ξεχνάνε να σου υπενθυμίσουν ότι χρωστάς 20 ευρώ στη μία κάρτα και 65 στην άλλη και σε παίρνουν τηλέφωνο από το πρωί μέχρι το βράδυ και πάντα από απόκρυψη αριθμού, κανένας άλλος δεν μας είχε ενοχλήσει στο υπόγειο.

Έτσι συνεχίσαμε να κάνουμε αυτό που κάναμε τον τελευταίο καιρό. Να σκοτώνουμε την ώρα μας δηλαδή, με ανούσιες συζητήσεις του τύπου «υπάρχει καλύτερη ταινία από τον Μεγάλο Λεμπόφσκι;» ή «θα βγει επιτέλους ο Μεγάλος Λεμπόφσκι νούμερο 2;».

«Τι θα κάνουμε τελικά με το τσουπακάμπρα;» επανέλαβε ο νεαρός συνάδελφος και με έβγαλε από το βυθό της σκέψης που είχα μπει.

«Θα περιμένουμε» του απάντησα και το εννοούσα. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι από μόνοι μας. Δεν είχαμε το παραμικρό στοιχείο, αλλά ακόμη και αν είχαμε δύσκολα θα μπορούσαμε να αφοσιωθούμε στην αξιοποίηση του.

Ο νεαρός συνάδελφος αποφάσισε να αναλάβει τη διασκέδαση μας, αφού μας είπε ότι έχει άλλη μια πολύ μεγάλη αποκάλυψη να μας κάνει. «Έφτιαξα άλλο ένα γκρουπ στο Facebook με μεγάλη επιτυχία» είπε γεμάτος χαρά.

«Είναι τόσο ηλίθιο όσο το "Κρύο, ζεστή σοκολάτα, αναμμένο τζάκι και sex μέχρι το πρωί";» ήταν η απόλυτα δικαιολογημένη ερώτηση του Jesse James.

«Νομίζω ότι είναι ακόμα καλύτερο» είπε.

«Άσε να το κρίνουμε εμείς αυτό» απάντησε ο Jesse.

«Λοιπόν… το όνομα του γκρουπ είναι…“thelw k egw na er8oun ta Xristougenna oso nwritera ginetaiiii”»

«Μόλις μίλησες με greeklish ή μου φάνηκε;» τον ρώτησα αφού είχε καταφέρει να μεταφέρει το γραπτό στον προφορικό λόγο με έναν τρόπο που πιθανότατα δεν θα αντιλαμβανόμουν ποτέ.

«Δεν σου φάνηκε. Έχω τελειοποιήσει κάποιες τεχνικές τελευταία»

«Και για ποιο λόγο θες να έρθουν τα Χριστούγεννα όσο πιο γρήγορα γίνετε; Καλά δεν είμαστε κι έτσι;» είπε ο Jesse James.

«Θέλω τα δώρα μου. Να γιατί. Δεν θα ανταλλάξουμε δώρα φέτος;» είπε γεμάτος προσμονή για μια θετική απάντηση.

«Τα οικονομικά μου αυτό τον καιρό μου επιτρέπουν να χαλάσω για δώρα το αστρονομικό ποσό των επτά ευρώ» του είπα. «Εκτός λοιπόν αν θέλεις δυο σακουλάκια πατατάκια και μια σοκολάτα δεν έχει δώρο φέτος». Γύρισε στην καρέκλα του σαν μουτρωμένο παιδάκι που ο μπαμπάς του είχε τάξει για δώρο transformers και του έφερε τελικά ένα βιβλίο του Μενέλαου Λουντέμη.

Δεν λέω καλός ο Μενέλαος Λουντέμης, αλλά μπροστά στην καταστρεπτική μανία του Megatron ήταν χαμένος πολύ πριν ο διαιτητής σφυρίξει την έναρξη του ματς.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή συνέβη κάτι που κανείς μας δεν το περίμενε, αφού ήμασταν και οι τρείς μέσα στο γραφείο. Χτύπησε η πόρτα… Ξαφνιαστήκαμε αλλά κανένας δεν αντέδρασε. Η πόρτα χτύπησε ξανά. «Είναι κανείς μέσα;» είπε μια φωνή.

«Ναι είναι. Και ενοχλείς. Ποιος είσαι και τι θες;» είπα με τόσο επιβλητικό τόνο που αν υπήρχε τζαμαρία στο δωμάτιο στην καλύτερη περίπτωση θα ράγιζε.

«Είμαι κυνηγός τσουπακάμπρα. Έμαθα ότι απειλήστε. Ήρθα να βοηθήσω»

Είπα στον νεαρός συνάδελφο να ανοίξει την πόρτα, δεν σηκώθηκα όμως από το γραφείο. Εξακολουθούσα να κάθομαι στην καρέκλα μου με τα πόδια πάνω στο τραπέζι. Ήθελα να φανεί ότι έχω το έλεγχο και δεν αγχώνομαι με το παραμικρό.

Ο νεαρός συνάδελφος άνοιξε την πόρτα και την εμφάνιση του έκανε ένας ψηλός σαρανταπεντάρης με γκρίζα μαλλιά, μια μπεζ καπαρντίνα και μια βαλίτσα στο χέρι. Μας συστήθηκε και επίσημα ως «Δημήτρης Πενταράκης επαγγελματίας κυνηγός τσουπακάμπρα» και αμέσως αναρωτήθηκα από που βγάζει λεφτά αφού η δουλειά δεν έμοιαζε και πολύ επικερδής.

«Βέβαια τα πρωινά δουλεύω στη ΔΕΗ» είπε και αμέσως έλυσε την απορία μου.

«Αφού σε βρήκα εύκαιρο μήπως μπορείς να μου πεις πως γίνεται να πρέπει να πληρώσω 170 ευρώ για 30 τετραγωνικά σπίτι χωρίς κουζίνα και πλυντήριο» τον ρώτησα.

«Μήπως θα πρέπει να σκεφτείς ότι θα πρέπει να πάρεις κουζίνα και να αρχίσεις να μαγειρεύεις αντί να παραγγέλνεις όλη την ώρα» μου απάντησε ο Δημήτρης Πενταράκης και κάτι μου έλεγε ότι δεν θα είχαμε καλά ξεμπερδέματα. Δεν είχα συνηθίσει να μου αντιμιλάνε και αυτός το έκανε.

«Και να σου πω Μιχάλη. Μπορώ να σε λέω Μιχάλη έτσι;» είπε ο Jesse James.

«Δημήτρη με λένε. Εσείς να με φωνάζετε κύριo Πενταράκη»

«Εμένα μ’ αρέσει να σε φωνάζω Μιχάλη. Μην ανησυχείς θα μπορούσε να είναι χειρότερα. Θα μπορούσα να σε λέω Χουάνα» είπε ο Jesse και ο νεαρός συνάδελφος έσκασε αυθόρμητα στα γέλια.

«Μη γελάς μικρέ» είπε με έντονο ύφος ο Δημήτρης Πενταράκης. Ένα βελάκι έσκασε στον τοίχο ακριβώς δίπλα του και του τράβηξε αμέσως την προσοχή.

«Την επόμενη φορά δεν θα αστοχήσω» του είπα. «Πρόσεξε τα λόγια σου και πες μας τι ήρθες να κάνεις στο ήσυχο τσαρδί μας».

Κόμπιασε λίγο στην αρχή. «Έχω πληροφορίες ότι το τσουπακάμπρα θα έρθει απόψε. Θα στήσω παγίδα, θα το πιάσω και θα το σκοτώσω»

«Γιατί να το σκοτώσουμε; Πλασματάκι του θεού δεν είναι και αυτό;»

«Δεν είναι του θεού είναι του διαβόλου!» είπε δυνατά ο επαγγελματίας κυνηγός τσουπακάμπρα.

«Και τι σε πειράζει ο διάολος Μιχάλη;» του είπε ο Jesse James.

« Δεν θα συνεννοηθούμε» απάντησε ο Πενταράκης που είχε αρχίσει να κλονίζεται ψυχολογικά. Κρατούσε ακόμα την μεγάλη βαλίτσα. Δεν την είχε αφήσει ούτε λεπτό κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας.

«Λοιπόν. Άκου να δεις τι θα κάνουμε γιατί έχω αρχίσει να σε βαριέμαι» είπε ο Jesse James. «Στήσε την παγίδα σου και έχεις δυο ώρες. Αν δεν εμφανιστεί τα μαζεύεις και φεύγεις»

«Δεκτό» απάντησε ο Πενταράκης και άρχισε να βγάζει τα σύνεργά του από την βαλίτσα. «Θέλω λίγη βοήθεια» είπε και ο νεαρός συνάδελφος έτρεξε αμέσως να βοηθήσει, αφού είχε ακόμα μυαλό προσκόπου που πιστεύει ότι θα κάνει κι άλλους κόμπους στο μαντήλι του. Φυσικά τα προσκοπικά χρόνια του νεαρού συναδέλφου είχαν περάσει προ πολλού.

«Πως είσαι τόσο σίγουρος ότι θα εμφανιστεί;» τον ρώτησα.

«Ξέρω σε τι δεν μπορεί να αντισταθεί. Στις τηγανιτές μαρίδες» είπε και έβγαλε μια σακούλα από αυτές από την τσάντα του.
«Καταραμένες μαρίδες» φώναξα. Τις σιχαινόμουν.

Με τη βοήθεια του νεαρού συναδέλφου έστησε την παγίδα. Έβγαλε από την καπαρντίνα του έναν ασύρματο και του τον έδωσε. «Θα φυλάς τσίλιες» του είπε «μόλις καταλάβεις την παραμικρή κίνηση θα φωνάξεις ΟΚ» . «Εντάξει» είπε ο νεαρός συνάδελφος. «Όχι εντάξει. ΟΚ» είπε ο εκνευριστικός Πενταράκης. «Εντάξει», απάντησε ο νεαρός συνάδελφος και έβγαλε από την τσέπη του όση σοκολάτα είχε απομείνει.

Η παγίδα δεν ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη. Ήταν μια παραλλαγή της Σιδηράς Παρθένου με τα καρφιά της και όλα τα κομφόρ. Σύμφωνα με το σχέδιο του Πενταράκη θα έβαζε μέσα τις μαρίδες και μόλις το τσουπακάμπρα πήγαινε να τις φάει, θα έκλεινε την πόρτα και θα το οδηγούσε σε βέβαιο και μαρτυρικό θάνατο.

Ο νεαρός συνάδελφος είχε πάρει θέση έξω από το γραφείο σε ένα σημείο που όποιος κατέβαινε τις σκάλες δεν θα μπορούσε να τον δει. Εγώ με τον Jesse James μπήκαμε στην ντουλάπα ενώ ο Πενταράκης κρύφτηκε πίσω από το γραφείο. Ακόμα και μέσα από την ντουλάπα μπορούσα να ακούσω το χριτς χριτς που έκανε ο ασύρματος του Πενταρακή.

Ήταν ηλίθιος δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Και οι ηλίθιοι σπάνια είχαν καλό τέλος. Εκτός από αυτούς που λόγω θέσης και οικονομικής κατάσταση μπορούν να αγοράσουν λίγο σεβασμό. Και πάλι όμως το τέλος τους απλά καθυστερούσε, αλλά στο τέλος θα ερχόταν με την χειρουργική ακρίβεια που έχει το νυστέρι.

Πέρασε μια ώρα και τίποτα δεν συνέβη. Έξω είχε νυχτώσει. Μέσα στη ντουλάπα μαζί με τον Jesse James, προσπαθούσαμε να θυμηθούμε μια καλή ταινία που είχε παίξει ο Νίκολας Κέιτζ την τελευταία δεκαετία… αλλά δεν μας ερχόταν τίποτα.

«Περιμένω το ΟΚ μικρέ» είπε ο Πενταράκης στον νεαρό συνάδελφο μέσω του ασυρμάτου. Δεν ήμουν και τόσο σίγουρος ότι ο νεαρός συνάδελφος ήταν συγκεντρωμένος στη δουλειά που του είχε ανατεθεί.

Το λαμπάκι στην ειδική συσκευή εντοπισμού τσουπάκαμπρα που είχε ο Πενταράκης (και είχε «ξεχάσει» να αναφέρει ότι κατέχει) άρχισε να αναβοσβήνει σαν τρελό.

«Περιμένω το ΟΚ μικρέ, περιμένω το ΟΚ μικρε!» είπε με αγωνία στη φωνή του. Καμία απάντηση από τον νεαρό συνάδελφο. Ξαφνικά το λαμπάκι σταμάτησε να αναβοσβήνει. Ο Πενταράκης έκανε το μοιραίο λάθος και βγήκε από τη θέση του. Πήγε προς την Σιδηρά Παρθένο να τσεκάρει τις μαρίδες. Οι μαρίδες όμως είχαν κάνει φτερά…

Πάνω στον πανικό του ο Πενταράκης σκόνταψε… έκανε δυο στροφές στον αέρα και έπεσε μέσα στην Σιδηρά Παρθένο. Η μακριά καμπαρντίνα του πιάστηκε στο χερούλι και έκλεισε την πόρτα της. Τα καρφιά τον τρύπησαν παντού. Έβγαλε μερικές κραυγές και υπέκυψε λίγο μετά.

Βγήκαμε διστακτικά από την ντουλάπα μαζί με τον Jesse James. Σταθήκαμε πάνω από την Σιδηρά Παρθένο και αντικρίσαμε την καπαρντίνα να εξέχει.

«Τι μαλάκας!» είπε o Jesse James. «Πρέπει να είναι ο πιο ηλίθιος θάνατος της τελευταίας δεκαετίας».

Αυτή ήταν η αναλαμπή που χρειαζόμουν… «Το Adaptation» φώναξα.

«Adaptation;»

«Καλή ταινία που έχει παίξει ο Νίκολας Κέιτζ την τελευταία δεκαετία. Το Adaptation»

«Όντως έχεις δίκιο. Αλλά τι θα κάνουμε με το πτώμα του μαλάκα;»

«Πάρε την Ειρήνη τηλέφωνο, θα στείλει τα παιδιά να καθαρίσουν»

«Δεν έχει πάει Beyonce;»

«Α ναι το ξέχασα. Ας το βάλουμε στην άκρη και βλέπουμε…»

Μέσα από τη Σιδηρά Παρθένο ακούστηκε το χριτς χριτς του ασυρμάτου του μακαρίτη πλέον Πενταράκη. Και μετά η φωνή του νεαρού συνάδελφου. Να φωνάζει απεγνωσμένα «ΟΚ,ΟΚ,ΟΚ,ΟΚ».

Γυρίσαμε προς την πόρτα και είδαμε το τσουπακάμπρα να μας κοιτάει με τα φλογερά κόκκινα μάτια του. Δεν ξεπέρναγε το ένα μέτρο σε ύψος ενώ μασούλαγε τις μαρίδες που υποτίθεται θα ήταν η παγίδα για να το πιάσει ο Πενταράκης. Όπως αποδείχθηκε, την πρώτη φορά που πέρασε το τσουπακάμπρα από τις σκάλες, ο νεαρός συνάδελφος δεν το παρατήρησε γιατί μασουλούσε τη σοκολάτα του.

Το τσουπακάμπρα συνέχισε να μας κοιτάει… Άνοιξε το στόμα του σαν να προσπαθεί να πει κάτι. «Έχετε κι άλλες από αυτές τις ωραίες μαριδούλες;» ρώτησε τελικά με μια σιγανή φωνούλα…

«Παναγία μου! Το τσουπακάμπρα μιλάει» φώναξε ο Jesse James.

«Και σου φαίνεται περίεργο λούτρινε σκύλε;» του είπα.

«Έχεις ένα δίκιο» μου απάντησε.

Ο νεαρός συνάδελφος μπήκε μέσα και ξέσπασε σε πανηγυρισμούς. «Τι γλυκό που είναι. Μπορώ να το κρατήσω; Αυτό θέλω να είναι το δώρο μου για τα Χριστούγεννα» είπε.

«Θα ήθελα να μείνω, αλλά έχω μια δουλίτσα στα Πευκάκια και δεν νομίζω ότι έχετε άλλες από αυτές τις ωραίες μαρίδούλες» είπε το τσουπακάμπρα.

«Τις σιχαίνομαι τις καταραμένες» φώναξα.

«Κακώς. Κάνουν καλό στα μάτια»

«Πάντως φαίνεσαι εντάξει τύπος. Όποτε θέλεις μπορείς να μας επισκεφθείς» είπε ο Jesse James και με αυτό τον τρόπο αποχαιρετήσαμε το τσουπακάμπρα.

Λίγες ώρες μετά οι άνθρωποι της Ειρήνης είχαν έρθει και είχαν καθαρίσει το γραφείο. Έβαλα σε ένα ποτήρι ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα κόλα.

Αν η Σιδηρά Παρθένος δεν είχε σκοτώσει τον Δημήτρη Πενταράκη αποκλείεται να τον είχε κάνει πιο δυνατό, αλλά σίγουρα θα του είχε αφήσει πολλά σημάδια. Έτσι επιβεβαίωσα το αρχικό μου συμπέρασμα.

«Θα σταματήσεις να λες παπαριές» είπε ο Jesse James και είχε δίκιο. Πάλι μονολογούσα.

Σήκωσα το ποτήρι μου ψηλά… «Στη μνήμη του Δημήτρη Πενταράκη» είπα.

«Στη μνήμη του ναι… αλλά ήταν μαλάκας» απάντησε ο Jesse James.

«Ήταν ο κακομοίρης» απάντησα και ήπια μια γουλιά από το ουίσκι μου…

Αποφάσισα να βάλω λίγη μουσική δωματίου και πάτησα το play στο στερεοφωνικό.



Υ.Γ.Σταθερό ραντεβού από εδώ και πέρα. Κάθε Δευτέρα λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

Υ.Γ.2 Το Blood and the city: Archives άνοιξε τις πύλες του και σας περιμένει. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.

*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…



Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com

ON DEMAND: Όλα τα ρεπορτάζ στο επίσημο κανάλι του bwinΣΠΟΡ FM στο youtube