Φτάνει να κλείσεις τα μάτια και να περάσεις, πετώντας, από το βασίλειο της μνήμης σε αυτό της θύμησης. Ασπρόμαυρες εικόνες στην αρχή, έγχρωμες στη συνέχεια, θα περάσουν από μπροστά σου, απαλά, κρατώντας από το χέρι εσένα τον ίδιο, και θα σε παραδώσουν ακριβώς στο σημείο από το οποίο σε παρέλαβαν. Αναφέρομαι στο βιβλίο του Χρήστου Σωτηρακόπουλου «50 Χρόνια Κύπελλο Πρωταθλητριών», το οποίο, πριν ακόμα το διαβάσω, αγάπησα από τον τίτλο. Θα μπορούσε, όχι μόνο για λόγους εμπορικούς, αλλά επειδή ιστορικά αναφέρεται στο Τσάμπιονς Λιγκ, να στριμώξει κάπου κι αυτό. Όμως δεν το έκανε, και αυτό ήταν κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα. Διότι αυτή η διαδρομή, που έχει αφετηρία τη χρονιά του '56, κύλησε στον χρόνο γρηγορότερα από ό,τι κυλάει η μπάλα στο γρασίδι. Ηταν το πάλαι πότε Κύπελλο Πρωταθλητριών, χωρίς ομίλους, χωρίς αναρίθμητους αγώνες, πολύωρες τηλεοπτικές καλύψεις και χορηγούς, που είχε ένα κύρος που δύσκολα θα υπερκεράσει το κύρος του σημερινού Τσάμπιονς Λιγκ, για όσους έχουν ζήσει από την αρχή τα γεγονότα. Δύο αδελφάκια δίδυμα, αλλά τόσο διαφορετικά. Τουλάχιστον στον χαρακτήρα. Στο ξεφύλλισμα των σελίδων, εκτός του ότι συνειδητοποιείς πόσο γρήγορα περνάει ο χρόνος, σαν να κοιτάς από το παράθυρο ενός τρένου που ταξιδεύει με ταχύτητα, συγχρόνως ανατέμνεις την ιστορία του σύγχρονου ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Έχεις πλέον συγκρίσιμα στοιχεία. Τι άλλαξε προς το καλύτερο και τι προς το χειρότερο. Είναι και ο τρόπος που γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος. Επιτρέψτε μου να πω, με κίνδυνο να αυθαιρετήσω, ότι γράφει σαν να μεταδίδει και πάλι αυτούς τους αγώνες. Σαν να ανακεφαλαιώνει, σαν μια σύντομη εκφώνηση λίγο πριν περάσουμε στο τελευταίο διαφημιστικό μπρέικ ή στους τίτλους τέλους. Είναι η περιγραφή που χρωστούσε στον εαυτό του όταν έκλειναν οι κάμερες και τα μικρόφωνα. Αυτά που θα ήθελε να διηγηθεί, αλλά θα έμοιαζαν φλύαρα και κουραστικά απέναντι στους αυστηρούς τηλεοπτικούς κανόνες. Τα πρώτα βήματα στα μέσα της δεκαετίας του '50, με πρωταγωνιστή τον «καλπάζοντα συνταγματάρχη» Πούσκας και τη μεγάλη Ρεάλ, το πέρασμα στα χρόνια του '60, με τον Εουσέμπιο και την Μπενφίκα σε πρώτο ρόλο, τη Μίλαν του Ρόκο, που ακόμα και στις μέρες μας θυμούνται με νοσταλγία στην πρωτεύουσα της Λομβαρδίας. Ύστερα, τον καταστροφέα Ερέρα με το κατενάτσιο των «νερατζούρι» της Ιντερ, που τόσο δίχασε εκείνα τα χρόνια τους ποδοσφαιρόφιλους στη γηραιά ήπειρο, την ιδιοφυΐα του Χάπελ και την πρώτη πρωταθλήτρια Ευρώπης από την Ολλανδία, τη Φέγενορντ. Δύο σελίδες δρόμος και περνάς σε αυτά που, ευτυχώς, ζήσαμε και είδαμε με τα μάτια μας τη δεκαετία του '70. Ο φιναλίστ Παναθηναϊκός, που το κατόρθωμά του δεν το πλησίασε άλλη ελληνική ομάδα και, κυρίως, ο αξεπέραστος ακόμα και στις μέρες μας για το ποδόσφαιρο-τέχνη που δίδαξε Αγιαξ, με προπονητή τον Μίχελς και ερμηνευτές τον Κάιζερ, τον Κρόιφ, τον Νέεσκενς, τον Μιούρεν, τον Σουρμπίρ. Για να έρθουν μετά η Γερμαναράδες της Μπάγερν, η ωραιότερη Λίβερπουλ όλων των εποχών, το «τρελοκομείο» Μπράιαν Κλαφ με την ολότελα δική του Νότιγχαμ, ο Πέισλι, η Αστον Βίλα, ο Ντουκαντάμ, ο Ράικαρντ, ο Γκούλιτ, ο Φαν Μπάστεν, που βάζουν ξανά φωτιά στο Μιλάνο, ο Κούμαν με την Μπαρτσελόνα, ο Λιτμάνεν, ο Ροναλντίνιο, ο Ζιντάν. Τα φώτα σβήνουν, φτάνει όμως ένα βιβλίο με φωνή, που αρχίζει πάλι να σου ψιθυρίζει στο αυτί αξέχαστες ποδοσφαιρικές ιστορίες…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.