Του έθεσα την πρώτη ερώτηση κοιτώντας τον στα μάτια. «Έχεις φορέσει βαριές φανέλες στην ποδοσφαιρική σου καριέρα. Αυτή της Σάντος, της Μπαρτσελόνα και εδώ στην Ελλάδα του Ολυμπιακού. Ποια βαραίνει περισσότερο στην καρδιά σου;». Μου απάντησε κοιτώντας με κι αυτός στα μάτια. «Όσο κι αν φανεί σε κάποιους περίεργο, αυτή του Ολυμπιακού. Στον Ολυμπιακό ήταν η καλύτερη περίοδος της ζωής μου και όχι μόνο της ποδοσφαιρικής». Πρόσεξα ότι στην προσπάθειά του να απαντήσει, ο «μάγος Ζιοβάνι» προσπαθούσε να κρύψει τη συγκίνησή του. Ο Μπάμπης πήρε τον λόγο για να τον ρωτήσει αν θέλει να γυρίσει στον Ολυμπιακό όχι μόνο ως παίκτης, αλλά από οποιοδήποτε πόστο κρίνει αυτός κατάλληλο.
Ο «Ζιο» άρχισε να νιώθει αμήχανα. Αγκάλιασε με τα πελώρια χέρια του το κορμί του και απάντησε σαν να μιλάει στο πουθενά. «Θέλω όσο τίποτα να γυρίσω. Οι στιγμές στην Ελλάδα μου έχουν μείνει αξέχαστες και δεν μπορώ ακόμα να τις ξεπεράσω. Αλλά ειλικρινά δεν θέλω να φανεί ότι βάζω μπροστά τον κόσμο για να με φέρει πίσω. Αν θέλει η διοίκηση του Ολυμπιακού, εγώ είμαι έτοιμος να κλείσω την καριέρα μου στην ομάδα που αγαπώ. Δεν θέλω να δημιουργήσω κανένα πρόβλημα».
Οι τελευταίες λέξεις έβγαιναν με κόπο. Η φωνή του άρχισε να τρέμει. Ίσως ήθελε να πει ότι δεν είναι διατεθειμένος να παρακαλέσει κανέναν, αλλά η περηφάνια του δεν τον άφησε να το πει. Μπορεί να μην ήθελε να δημιουργήσει και κλίμα. Ποιος ξέρει; Ίσως και τα δύο μαζί. Με μια κίνηση του χεριού του, πολύ διακριτική, προσπάθησε να κρύψει τα υγρά του μάτια. Ένιωσα αμήχανα και ανέλαβα την πρωτοβουλία να του διαβάσω ένα από τα πολλά μηνύματα που έρχονταν στο στούντιο. «Αυτό που θα σου διαβάσω δεν είναι από οπαδό του Ολυμπιακού», του είπα. «Το έστειλε κάποιος Βασίλης και είναι φίλαθλος της ΑΕΚ. Σε ευχαριστεί για το θέαμα που του πρόσφερες τόσα χρόνια και για όλες τις ωραίες ποδοσφαιρικές στιγμές που απόλαυσε βλέποντάς σε στο γήπεδο. Παρ’ όλο που γι' αυτόν ήταν πικρές». Αυτό ήταν! Στο άκουσμα του μηνύματος ο «Ζιο» λύγισε. Έπεσε μπροστά στο μικρόφωνο και άρχισε να κλαίει. Σκέπασε το πρόσωπό του και έμεινε εκεί με το κορμί του να τραντάζεται από το κλάμα. Με τον Μπάμπη τα χάσαμε. Μείναμε βουβοί να κοιτάζει ο ένας τον άλλον, χωρίς να ξέρουμε τι να κάνουμε και πολύ περισσότερο τι να πούμε. Ο μεταφραστής του, ο Μαρσέλο, δεν πίστευε κι αυτός στα μάτια του. Για λίγα δευτερόλεπτα στο στούντιο ακούγονταν μόνο οι λυγμοί του «Ζιο». Ο Μπάμπης ευτυχώς αντέδρασε πρώτος, αλλά και αυτού η φωνή έτρεμε. «Πάμε σε ένα διάλειμμα γιατί ο Ζιοβάνι έχει συγκινηθεί και δεν μπορεί να μιλήσει». Κάτι τέτοιο, αν δεν κάνω λάθος, κατάφερε να πει. Σηκωθήκαμε από τις θέσεις μας και τον πλησιάσαμε. Ο Μαρσέλο του φώναζε, αλλά αυτός δεν άκουγε. Ο Μπάμπης τον αγκάλιασε, αλλά ο «μάγος» δεν σήκωνε το κεφάλι του. Ένιωθες ότι έβγαζε από μέσα του την πίκρα χρόνων, ότι αυτό το κλάμα τον συνόδευε χρόνια τώρα μέσα του βουβό, ώσπου να βρει επιτέλους τρόπο να ξεσπάσει. Με κόπο τον μεταφέραμε έξω από το στούντιο. Τα μάτια του κατακόκκινα δεν σταματούσαν να κατεβάζουν δάκρυα. Ντρεπόταν, αλλά δεν ήθελε να κρύψει το πρόσωπό του. Με δυσκολία κάθισε στον καναπέ. Φόρεσε γυαλιά ηλίου για να μη φαίνονται τα κλαμένα του μάτια. Τα μάτια εύκολα τα κρύβεις. Τα δάκρυα όμως; Τον κοίταζα που έπινε αργά το νερό που του πρόσφερα και τόλμησα να ρωτήσω τον εαυτό μου. «Πόσο έχουμε αδικήσει ορισμένους ανθρώπους; Πόσο έχουμε μπερδέψει την καρδιά με το πορτοφόλι; Ποιοι μας έχουν κάνει έτσι;».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.