Επέστρεψα... Με αρκετά κενά για να είμαι ειλικρινής. Κι αυτό γιατί στο 20ήμερο των διακοπών μου απαγορεύω σε οποιονδήποτε που με συναντά, με όση καλή πρόθεση και αν τον διακρίνει, να μου μιλάει για μπάλα κι άλλα σχετικά. Ούτε εφημερίδες διαβάζω. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει κάτι το εξαιρετικά σοβαρό στον αθλητικό χώρο που δεν μπορεί να περιμένει 20 μέρες. Εκεί στο Ρέθυμνο μόνο με τον κόουτς Βαγγέλη -τώρα team manager– συζητήσαμε λίγο για μπάσκετ. Ευτυχώς, ο άνθρωπος έχει κι άλλα ενδιαφέροντα κι γι' αυτό τον εκτιμώ ιδιαίτερα. Ο,τι μάθαινα, λοιπόν, το μάθαινα από τον μπάρμαν –κι όχι μόνο– τον Τάσο στη «Figaro», που κάθε λίγο και λιγάκι ερχόταν να με ρωτήσει αν έμαθα για εκείνο και για τ' άλλο.
Στον Νότο ο ήλιος έκαιγε σαν πυρωμένο σίδερο κι ο βοριάς έκανε τη θάλασσα να ανατριχιάζει. Ξαπλωμένος στην άμμο μπέρδευα τις σκέψεις με τα όνειρα. Την ηρεμία μου διέκοψε μια ριπή αέρα που τη συνόδευαν φωνές. Ανασηκώθηκα και κοίταξα γύρω μου.
Η παρέα δίπλα μου ούρλιαζε στη θέα μια εφημερίδας που στροβίλιζε στον αέρα. Ξυπνώντας από τον λήθαργο, προθυμοποιήθηκα να τους βοηθήσω. Ο άνεμος που για λίγα δευτερόλεπτα κόπασε την προσγείωσε λίγα μέτρα από εκεί που ήμουν ξαπλωμένος. Ετρεξα προς το μέρος της ανώμαλης προσγείωσης πριν ο άνεμος φουντώσει και πάλι. Πρόλαβα και άρπαξα τα δύο φύλλα που σπαρταρούσαν μπροστά μου, τα τύλιξα γρήγορα γρήγορα και επιτάχυνα το βήμα μου μήπως και έτσι καταφέρω να μαζέψω το τελευταίο κομμάτι που εκτεθειμένο πάλευε να σωθεί. Η φύση όμως έχει τους δικούς της νόμους. Ενα μέτρο πριν από την τελική προσπάθεια ο βοριάς φούσκωσε και πάλι! Εκατοστά από τα δάχτυλά μου είδα τα φύλλα της εφημερίδας να σηκώνονται ψηλά χορεύοντας ανέμελα. Εμεινα να την κοιτάζω. Η τρελή της πτήση στο πουθενά είχε μόλις αρχίσει. Ακουσα πίσω μου τη γυναίκα μου να φωνάζει: “Τι περιμένεις; Να προσγειωθεί; Χαιρέτα την”.
Με τα πόδια βουτηγμένα στην καυτή άμμο την παρατηρούσα να ψηλώνει όλο και περισσότερο στο ταξίδι της στους ουρανούς και τότε σκέφτηκα πως ό,τι και αν γράφουμε όλοι εμείς στις σελίδες μιας εφημερίδας, σοβαρό ή αστείο, αλήθεια ή ψέμα, αυτό δεν μπορεί να είναι βαρύτερο από το φύσημα ενός ανέμου. Μόνο η ματαιοδοξία κάποιων συναδέλφων μπορεί να αποδειχθεί βαρύτερη. Και, μοιραία, ίσως κάποτε τους πλακώσει. Αυτά γιατί ακόμη είναι αρχή…
Πρόχειρο ΤΕΤΡΑΔΙΟ
Ο σπασίκλας Μίσα!
«Ο Σαακασβίλι είναι για τη Γεωργία ό,τι ο Γέλτσιν για τη Ρωσία: μια φιλοδυτική μαριονέτα που βυθίζει τη χώρα του στο χάος και την εξαθλίωση και θα 'χει άσχημο τέλος, το πιθανότερο ίδιο μ' εκείνο του Γκαμσαχούρντια», μου λέει η 60χρονη Ταμάρα Ασλανμπέκοβνα, διευθύντρια μικρού τηλεοπτικού δικτύου στη Β. Οσετία. Και μου θυμίζει τον εθνικιστή Γεωργιανό πρόεδρο, με τη σύντομη θητεία, από τον Μάιο του 1991 έως τον Ιανουάριο του 1992, που έφυγε κυνηγημένος από την Τιφλίδα, για να δολοφονηθεί στα βουνά της Γεωργίας στα τέλη του 1993.
Προσπαθώ να της αντικρούσω ότι οι Γεωργιανοί είναι ένας προικισμένος, ταλαντούχος λαός και δεν μπορεί να πέφτουν τόσο έξω στην επιλογή του ηγέτη τους, αν και κατά βάθος κοροϊδεύω τον εαυτό μου για να κρατήσω τα προσχήματα της αντικειμενικότητας. Από τότε που πρωτοσυναντήθηκα και μίλησα με τον Σαακασβίλι από κοντά, τις ημέρες της “Επανάστασης των Ρόδων” τον Νοέμβριο του 2003, δεν θα ξεχάσω την περίεργη γυαλάδα στα μάτια του και τον αφρίζοντα λόγο του, που σου άφηναν την αίσθηση μιας ψυχικής ανισορροπίας και μιας εσωτερικής έντασης ασυμβίβαστης με τις ευθύνες ενός εθνικού ηγέτη.
Η Ταμάρα με προσγειώνει απότομα: “Γιατί, μήπως οι Ρώσοι είναι λιγότερο προικισμένος λαός, με φτωχότερη ιστορία και κουλτούρα; Λοιπόν, γιατί κυβερνήθηκαν από έναν άνθρωπο όπως ο Γέλτσιν;”. Και συνεχίζει ακάθεκτη: “Εσείς που έρχεστε να μας "παρατηρήσετε" γνωρίζετε ελάχιστα πράγματα για εμάς. Πού να ξέρετε ότι οι Γεωργιανοί, για παράδειγμα, συνήθισαν στα χρόνια της Σοβιετικής Ενωσης, βοηθούντος και του Στάλιν, να αισθάνονται και να ζουν ως προνομιούχος λαός. Είχαν εισοδήματα πολύ ανώτερα του μέσου σοβιετικού όρου και ήταν καμάρι να παντρευτείς Γεωργιανό, κάτι σαν να παντρεύτηκες ξένο, Δυτικό. Πολλοί, λοιπόν, συνήθισαν να απολαμβάνουν χωρίς να δουλεύουν και να φέρονται στους υπόλοιπους ως "ανώτεροι". Αυτή η αίσθηση τροφοδοτεί τον αρρωστημένο γεωργιανό εθνικισμό, που ικανοποιείται από την πρόθεση του Σαακασβίλι να αναζητήσει και να "πουληθεί" σε άλλους προστάτες –πέραν της Ρωσίας. Ο Μίσα (σ.σ.: το χαϊδευτικό του Μιχάλης) πάσχει από το σύνδρομο του "σπασίκλα" από καλή οικογένεια, γι' αυτό και είναι ικανός για το μεγαλύτερο έγκλημα, όπως ήταν η εξαφάνιση του Τσχινβάλι από τον χάρτη, επειδή τολμούσαν οι κάτοικοί του να μη θέλουν να τον αποδεχθούν ως ηγέτη τους”».
Του Θανάση Αυγερινού από την «Ελευθεροτυπία»
ΑΟΡΑΤΕΣ ΠΑΡΕΕΣ
ΚΡΗΤΗ – ΛΟΝΔΙΝΟ
Στον δρόμο για την Παλαιόχωρα στο νοτιοδυτικότερο μέρος της Κρήτης περνάς από ένα μικρό χωριουδάκι που ονομάζεται Δρομόνερο.
Εκεί το παλιό ελαιουργείο του Αγροτικού Συνεταιρισμού έχει ανακαινισθεί από τη μη κερδοσκοπική εταιρεία πολιτισμού ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΟΝ και φιλοξενεί εκθεση έργων τριών σημαντικών Ελληνίδων φωτογράφων, που γεννήθηκαν στα Χανιά αλλά ζουν και εργάζονται στη Βρετανία. Της Νάντιας Γιακουμάκη (Τα αντικείμενα πάντοτε ανήκουν), της Κατερίνας Καλογεράκη (Η γη του πατέρα μου) και της Ζωής Χατζηγιαννάκη (Ιστορίες ανάπλασης).
Η «ψυχή» της εταιρείας, ο Ιωάννης Αρχοντάκης, κατόρθωσε να αναστήσει τον χώρο ακυρώνοντας τις ορέξεις νεόπλουτων Νεοελλήνων για δημιουργία καταστήματος ή πολυτελών κατοικιών. Τριγυρίζοντας στην αίθουσα αναρωτιέσαι αν οι φωτογραφίες είναι τα εκθέματα ή οι παλιές μηχανές του ελαιουργείου. Στην Ελλάδα του σήμερα, με σημαία το «εμπρός εμείς και δεν γαμείς», οι προσπάθειες αυτές μου προξενούν συγκίνηση και θαυμασμό. Εκπέμπουν, δε, ό,τι έχουμε περισσότερο ανάγκη. Μνήμες και πολιτισμό.
Η φωτό της Κατερίνας Καλογεράκη που δημοσιεύω αποτελεί έργο της έκθεσης και έχει τον τίτλο «Το παλιό σχολείο στα Ζυμπραγού».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.