Blood and the City

Μια τρομακτική ιστορία

www.sport-fm.gr



Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το 20ο επεισόδιο της 2ης σεζόν…

Στα προηγούμενα επεισόδια:

Ένιωσα για πρώτη φορά στη ζωή μου έτοιμος να φύγω. Έτοιμος να πάω να συναντήσω το πεπρωμένο μου όταν…. «Η πτήση 631 της British Airways με προορισμό το Λονδίνο αναβάλλεται. Σας ευχαριστούμε για την κατανόηση» είπε η φωνή από τα ηχεία.Είχα μόλις συνειδητοποιήσει ότι έχανα το πεπρωμένο μου. Και δεν είχα μάθει ούτε το όνομα της. «Δεν πειράζει. Πάμε στο γραφείο να παίξουμε πόκερ. Δεν πάει πουθενά το Λονδίνο. Στη θέση του θα μείνει» είπε ο Jesse James.

----

«Λέω να πάω σπίτι νωρίς σήμερα» είπε. «Και πως θα γυρίσεις;». «Με τα πόδια, είμαι κοντά έτσι κι αλλιώς». Έξω είχε νυχτώσει, πήρα ένα ταξί και γύρισα στο γραφείο. Δεν ξαναείδα τον νεαρό συνάδελφο για αρκετό καιρό…


Μια τρομακτική ιστορία-Part 1

Δευτέρα βράδυ

«Πήρε τηλέφωνο αυτός ο αχρείος; Θα τον σκοτώσω όταν γυρίσει». Ο νεαρός συνάδελφος με είχε φτάσει στα όρια μου. Έλειπε κοντά δύο εβδομάδες τώρα και η μόνη πειστική εξήγηση που μας είχε δώσει η μάνα του ήταν ότι …«το παιδί ήταν άρρωστο». Είχε χρησιμοποιήσει ολόκληρη σχεδόν την αναρρωτική του άδεια, αλλά ο ίδιος δεν είχε κάνει τον κόπο να πάρει ούτε ένα τηλέφωνο. Το είχα αποφασίσει λοιπόν. Θα τον έκανα να βιώσει έναν αργό και βασανιστικό θάνατο μόλις επέστρεφε στο γραφείο. Πρώτα όμως θα τον έβαζα να τραγουδήσει το «Μαγκάβα Τουτ» χορεύοντας ταυτόχρονα κλακέτες. Στο μυαλό μου αυτή ήταν η ιδανική ιδέα για βασανιστήριο, αλλά με μια δεύτερη σκέψη ίσως να του άρεσε κιόλας. Παρόλα αυτά δεν θα έχανα αυτό το θέαμα με τίποτα.

«Αφού τον ξέρεις. Κάνει σαν μικρό παιδί με το παραμικρό. Δεν θυμάσαι την προηγούμενη φορά που φτερνίστηκε και νόμιζε ότι έχει γάγγραινα στο πόδι και θα χρειαστεί να του το κόψουν;» είπε από το ράφι του ο Jesse James που τις τελευταίες ημέρες είχε φάει ένα απίστευτο κόλλημα με μια φάρμα στο facebook. Κάθε λίγο και λιγάκι φώναζε ότι χρειάζεται ένα καρφί και ένα πέταλο, για τα άλογα του. Είχε πάρει την όλη υπόθεση λίγο πιο σοβαρά από ότι θα περίμενε κανείς, αφού έπαιζε μπροστά στο pc φορώντας μια μικροσκοπική στολή καουμπόι. Η εξάρτηση του ήταν τέτοια που όταν του φώναζα να κλείσει λίγο αυτή την αηδία γύρναγε και με κοίταγε σαν υπνωτισμένος, με ένα βλέμμα που σε ελεύθερη μετάφραση έλεγε … «αν με ξαναενοχλήσεις θα σε φάω ζωντανό και θα φτύσω τα κόκκαλα».

Έτσι κι εγώ δεν τον ενοχλούσα και τον άφηνα να βυθίζεται όλο και πιο πολύ στην εξάρτηση του. Δεν ξέρω αν θα έφτασε στο σημείο μετά από λίγο να βλέπει μωρά να περπατάνε ανάποδα στο ταβάνι, αλλά τουλάχιστον δεν μιλούσε και είχα βρει την ησυχία μου. Αυτή η ησυχία σε συνδυασμό με την απουσία του νεαρού συνάδελφου είχε αρχίσει να γίνεται ενοχλητική, γιατί μπορεί ανάμεσα στις διακηρύξεις της ζωής μου να ήταν και το «αφήστε με όλοι ήσυχο δεν θέλω να μιλάω σε κανέναν», αλλά ορισμένες φορές χρειαζόμουν λίγο απρόκλητο πανικό τριγύρω μου, έτσι για αλλαγή.

Η περίοδος της ησυχίας όμως θα ολοκληρωνόταν πάρα πολύ σύντομα. Και αυτό γιατί την επόμενη μέρα πετάγαμε για Λονδίνο. Το ταξίδι που είχε αναβληθεί πριν ένα μήνα λόγω κακοκαιρίας θα γινόταν τελικά την Τρίτη. Αυτή τη φορά όμως δεν ήμασταν τριάδα αφού ο νεαρός συνάδελφος δεν θα ερχόταν. «Το παιδί είναι άρρωστο» είπε η μάνα του όταν τη ρωτήσαμε αν μπορεί να έρθει. Είχα αρχίσει να έχω την εντύπωση ότι η απάντηση που θα παίρναμε ό,τι κι αν την ρωτάγαμε θα ήταν η ίδια.

«Μήπως έχετε ένα ταψί μηλόπιτα;», «το παιδί είναι άρρωστο», «μήπως ξέρετε που μπορώ να βρω μισό κιλό καθαρό ουράνιο;», «το παιδί είναι άρρωστο». Πάντα διασκέδαζα με τέτοιου τύπου συζητήσεις αλλά αυτή τη φορά θα προσπερνούσα και θα ετοιμαζόμουν για αναχώρηση. Η πικρή εμπειρία της προηγούμενης φοράς στριφογύριζε στο μυαλό μου. Η συνάντηση με το πεπρωμένο μου στο αεροδρόμιο τον προηγούμενο μήνα δεν είχε φύγει από την σκέψη μου. Δεν ήξερα αν θα την ξαναδώ αλλά τουλάχιστον θα είχα τα μάτια μου ανοιχτά.

«Καρφί και πέταλο» φώναξε ο Jesse James που συνέχιζε να παίζει με τη φάρμα του στο facebook. Ας έκανε ότι ήθελε. Εγώ είχα ετοιμάσει τα πράγματα μου από νωρίς. Το καλύτερο ήταν ότι πετάγαμε μεσημεράκι οπότε θα έριχνα και έναν δεκάωρο ύπνο. Αυτός θα έπαιζε μέχρι το πρωί, ήμουν σίγουρος. Όποτε μέχρι να μπούμε στο αεροπλάνο θα ήταν πτώμα από την κούραση. Στο μυαλό μου όλα έμοιαζαν ιδανικά. Με πήρε ο ύπνος λίγο μετά στη συνηθισμένη μου στάση. Τα πόδια πάνω στο γραφείο και ένα ποτήρι ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα κόλα στο χέρι. Η μοναδική φορά που ξύπνησα ήταν λίγο πριν το ξημέρωμα από τις φωνές του Jesse James …«Γαμώ τα καρφιά μου και τα πέταλα» έλεγε και ξαναέλεγε. Δεν έδωσα σημασία και συνέχισα τον υπνάκο μου.

Τρίτη πρωί-Αεροδρόμιο

«Δεν μπαίνω μέσα, αφού δεν επιτρέπεται το κάπνισμα». Είχαμε φτάσει στο αεροδρόμιο δύο ώρες πριν την πτήση. Είχα μπαστακωθεί σε μια καρέκλα του «ΓΡΗΓΟΡΗ» και δεν σηκωνόμουν με τίποτα. Θα κάπνιζα πρώτα όσα τσιγάρα δεν θα μπορούσα να κάνω κατά τη διάρκεια της πτήσης και μετά θα έμπαινα μέσα. «Πάμε ρε άνθρωπε να κάνουμε check in, και ερχόμαστε ξανά έξω» είπε ο Jesse James που πάντα είχε ένα άγχος με το check in. «Πρώτα θα πάρω καφέ». Προσπάθησα αρκετά να παραμείνω ψύχραιμος όταν με χρέωσαν 2,30 για ένα μικρό ποτήρι νες, αλλά δεν τα κατάφερα. Άρχισα να φωνάζω ότι θέλω να δω τον προϊστάμενο αλλά όταν εμφανίστηκε μπροστά μου ένας τύπος με γυαλάκια, τα πρώτα σημάδια καράφλας απολύτως εμφανή και ένα ταμπελάκι στη μπλούζα που έγραφε με μεγάλα γράμματα «ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ», θυμήθηκα αμέσως την προτροπή της γιαγιάς μου. «Ποτέ μην μπαίνεις σε μια μάχη με έναν καραφλό γυαλάκια». Της άρεσε πάντα να μιλάει με γρίφους, αλλά δεν ήταν τώρα η ώρα να διαπιστώσω τι εννοούσε όταν μου το είχε πρωτοπεί.

Αφού κάπνισα τρία τσιγάρα μαζεμένα και ήπια τον καφέ με τρείς γουλιές αποφάσισα να μπω μέσα για το check in. Ευτυχώς ο Jesse James περνούσε ως χειραποσκευή γιατί θα ήταν λίγο δύσκολο να βρούμε αστυνομικό τμήμα που θα έβγαζε ταυτότητα σε έναν λούτρινο σκύλο που μιλάει. Ακόμα όμως και να βρίσκαμε το ποιο σίγουρο ήταν ότι θα την έχανε. Δεν πρόσεχε ποτέ τα πράγματα του κι αν ήταν δέκα φορές δύσκολο να βγάλεις ταυτότητα σε έναν λούτρινο σκύλο που μιλάει θα ήταν εκατό φορές πιο δύσκολο να δηλώσει απώλεια ταυτότητας. Και το τελευταίο πράγμα που θα έκανα στη ζωή μου θα ήταν να καταλήξω στο ελληνικό προξενείο του Λονδίνου για να βγάλω ταυτότητα για ένα λούτρινο σκύλο που θέλει να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα.

Όλες αυτές οι σκέψεις ήταν αχρείαστες από τη στιγμή που όντως τον δήλωσα ως χειραποσκευή. Το δύσκολο κομμάτι ήρθε μετά, όταν έπρεπε να δηλώσω τη βαλίτσα του ως δικιά μου. Με είχε προειδοποιήσει ότι θα την ανοίξουν γιατί είχε φέρει μαζί του κάποια αντικείμενα που θα έπρεπε σίγουρα να δηλωθούν. Δεν μου είπε τι, αλλά ήμουν προετοιμασμένος για όλα.

Η υπάλληλος της Ολυμπιακής άνοιξε τη βαλίτσα και ταυτόχρονα στο πρόσωπο της σχηματίστηκε μια αγωνιώδης έκφραση. «Κύριε μπορώ να ρωτήσω τι δουλειά κάνετε;». «Θα σου πω αν μου πεις το ονοματάκι σου;» είπα και πήρα ένα λάγνο βλέμμα αφού ήμουν σίγουρος ότι μου την έπεφτε. «Θα ήταν καλύτερα για εσάς αν απαντούσατε στις ερωτήσεις μου».

Το πρόβλημα που παρουσιάστηκε θα έπρεπε να το έχω προβλέψει. Ο Jesse James είχε γεμίσει τη βαλίτσα με όλα τα είδη που απαγορεύονται στις πτήσεις, έτσι απλά για να δει αν θα κατάφερνε στο τέλος να περάσει κάτι. Ανάμεσα σε άλλα είχε ένα τσεκούρι, ένα γάντζο, ένα παγοκόφτη, ένα σπαθί, ένα δρεπανομάχαιρο και κάτι αστεράκια από αυτά που είχα δει μόνο σε ταινίες με νίντζα. «Εκτοξευόμενες αστεροειδείς λεπίδες» τις αποκάλεσε η κοπέλα.

Προσπάθησα να δικαιολογηθώ ότι αυτή δεν είναι βαλίτσα μου και ότι είχε γίνει κάποιο μπέρδεμα όταν ανακάλυψε ότι υπήρχαν κι άλλα. Μια βαλλίστρα, ένα ψαροντούφεκο, ένα όπλο αναισθητοποίησης, ένα πιστόλι σφαγείων και ένας εκτοξευτήρας φωτοβολίδων.
«Κύριε αυτά κατάσχονται. Δεν ξέρω αν είναι δικά σας ή όχι, πάντως έχουμε τα στοιχεία σας και να περιμένετε έναν έλεγχο στο άμεσο μέλλον».

«Όχι τον εκτοξευτήρα φωτοβολίδων» ψιθύρισε ο Jesse James. «Πάψε ρε, δεν λες πάλι καλά που τη γλυτώσαμε με τις μαλακίες σου και θα μας αφήσουν να πετάξουμε»

«Εγώ στο λέω ότι ο εκτοξευτήρας φωτοβολίδων θα μας χρειαστεί».

Κάναμε τις βόλτες μας στα duty free και ήμασταν στην πύλη αναχώρησης στην ώρα μας. Τίποτα παράξενο δεν συνέβη εκτός κι αν θεωρήσουμε παράξενο την κραυγή του Jesse James «Βόμβα, βόμβα» κατά τη διάρκεια του σωματικού ελέγχου. Δεν μπορώ να πω ότι με εξέπληξε αφού το περίμενα ότι κάτι θα σκάρωνε.

Τρίτη μεσημέρι-Μέσα στο αεροπλάνο

Ο Jesse James προσπάθησε να με πείσει ότι δεν φοβόταν τις απογειώσεις και ότι η κραυγή «μαμά βοήθεια» ήταν απλά για να γελάσουμε. Βέβαια φώναζε πριν καν ακόμα απογειωθεί το αεροπλάνο οπότε δεν με έπεισε ιδιαίτερα. Είχε βολευτεί στον ώμο μου γιατί και οι δύο διπλανές θέσεις ήταν πιασμένες. Η φωνή του πιλότου που μας συστήθηκε ως «Καραγιάννης» τον ηρέμησε. Από τη φωνή και μόνο έμοιαζε πολύ χαλαρός τύπος. Έδινε την εντύπωση ότι πιλοτάρει με το ένα χέρι, ενώ στο άλλο κρατάει την πίπα του και φυσάει τον καπνό έξω από το παράθυρο (γιατί στον κόσμο του πιλότου Καραγιάννη μπορείς να ανοίξεις το παράθυρο στο αεροπλάνο χωρίς συνέπειες). Μας ενημέρωσε ότι η πτήση θα διαρκέσει τρεις ώρες και τριάντα λεπτά και όλα αυτά με μεγάλες παύσεις ενδιάμεσα, που έδειχναν ότι ήταν πάρα πολύ άνετος ή απλά πολύ μαστουρωμένος.

Στη φωνή του πιλότου Καραγιάννη βρήκα έναν άνθρωπο που άξιζε να εμπιστευτείς και στις φορές που μας μίλησε, μέσα από το πιλοτήριο κατάλαβα τη βαθιά γνώση και τη σοφία που ήταν συμπυκνωμένες στο μυαλό του. «Βρισκόμαστε πάνω από την Αλβανία (παύση), σε λίγη ώρα θα περάσουμε την Κροατία (παύση)…Μετά θα το κόψουμε όλο ευθεία …και τσουπ φτάσαμε». Τα λόγια του σίγουρα δεν άρμοζαν σε άνθρωπο που είναι υπεύθυνος για τις ζωές των υπολοίπων και κάποιοι από τους επιβάτες άρχισαν να δυσανασχετούν. Όταν έφτασε η ώρα για το φαί όμως όλοι ηρέμησαν.

Ο Jesse James ξύπνησε αμέσως μόλις μύρισε τη μυρωδιά από το φαγητό που ήταν έτοιμο να σερβιριστεί. «Άνοιξε το κεσεδάκι να δούμε τι έχει μέσα» είπε. Αναγκαστικά έπρεπε να μοιραστούμε το φαγητό και το μικρό μπουκαλάκι λευκό κρασί που μας σέρβιραν. «Μμμμ…μπιφτέκια! Αλλά τι στο διάολο είναι αυτό;». Με το που είδε τα μικρά καροτάκια που συνόδευαν τα μπιφτέκια και τις πατάτες εξοργίστηκε. «Εγώ θα φάω τα μπιφτέκια και εσύ τα καροτάκια» μου είπε. «Μην ξεχνάς ποιος έχει ανάγκη για περισσότερη ενέργεια» του είπα αλλά την ίδια στιγμή είχε προλάβει να καταβροχθίσει με μια αστραπιαία κίνηση και τα δύο μπιφτέκια. «Μην ανησυχείς θα σου αφήσω το γλυκό, σιχαίνομαι το τσιζκέικ» είπε.

Συμβιβαστικά με τα βραστά καρότα και δυο-τρεις πατάτες που είχαν γλυτώσει από τον αχόρταγο λούτρινο σκύλο αλλά διαπίστωσα ότι είχε προλάβει να πιει όλο το κρασί. «Θα σε πετάξω από το παράθυρο» του είπα αλλά τον είχε πάρει πάλι ο ύπνος. Έφαγα τις τελευταίες μου μπουκιές και προσπάθησα να γεμίσω την ώρα μου διαβάζοντας ένα περιοδικό που ήταν σφηνωμένο στα καθίσματα. Βαρέθηκα γρήγορα και βυθίστηκα στις σκέψεις μου και πάλι.

Η φωνή του πιλότου Καραγιάννη με επανέφερε σε εγρήγορση. «Καραγιάννης… και πάλι. Μην ξαναλέμε τα ίδια (παύση)… Σε μια ωρίτσα θα είμαστε στο …Λονδίνο (παύση). Ο καιρός στο προορισμό μας είναι …καλός (παύση), αλλά έχει ένα κρύο… θα το δαγκώσετε (παύση)…το κρύο».

Δεν ξανάκουσα τη φωνή του πιλότου μέχρι την προσγείωση. Ο Jesse James κοιμόταν ακόμα και εγώ είχα αρχίσει να έχω στερητικό σύνδρομο από την έλλειψη τσιγάρου. Ο πιλότος Καραγιάννης επιβεβαίωσε τα προγνωστικά και έκανε μια φαντασμαγορική προσγείωση, αφού ακούμπησε τις ρόδες πραγματικά την τελευταία στιγμή και σαν να τράβηξε χειρόφρενο το αεροπλάνο ακινητοποιήθηκε 50 μέτρα μετά. Αν ταρακουνήθηκα; Ναι. Αν φοβήθηκα; Λιγάκι αλλά τουλάχιστον το διασκέδασα.

Ο αγουροξυπνημένος Jesse James κατέβηκε από το ώμο μου και άρχισε να τρέχει προς την έξοδο του αεροπλάνου. Δεν ανησύχησα ιδιαιτέρα, δεν θα πήγαινε μακριά και όντως λίγο μετά τον συνάντησα στην παραλαβή των αποσκευών.

«Άντε! Το Λονδίνο μας περιμένει» φώναξε.

Τρίτη απόγευμα- Λονδίνο, Αεροδρόμιο Χίθροου

Βγήκαμε έξω από το αεροδρόμιο και έβαλα κατευθείαν ένα τσιγάρο στο στόμα. Λίγο πριν το ανάψω άρχισα να βλέπω τις πινακίδες ότι το κάπνισμα επιτρέπεται μόνο στους εδικά διαμορφωμένους χώρους. Άρχισα να περπατάω μέχρι να βρω τον ειδικά διαμορφωμένο χώρο που δεν ήταν τίποτε άλλο από είκοσι τετραγωνικά με πενήντα άτομα μέσα να καπνίζουν σαν τρελοί. «Άντε τελείωνε» είπε ο Jesse James που ανυπομονούσε να φτάσουμε στο ξενοδοχείο και αρχίσουμε τις βόλτες. Ήμουν τόσο κουρασμένος που δεν πίστευα ότι θα καταφέρω να τον ακολουθήσω. Έσβησα το τσιγάρο και αρχίσαμε πάλι να περπατάμε προς την είσοδο που θα μας οδηγούσε στο μετρό. Μπορούσα να διακρίνω μια φιγούρα να στέκεται στην είσοδο. Πλησιάζαμε τώρα και η φιγούρα γινόταν σιλουέτα. Ένας τύπος με ένα καπέλο πιλότου και μια βαλίτσα στο χέρι έμοιαζε να περιμένει μόνο εμάς. Έφτασα σχεδόν δίπλα του και πήγα να μπω μέσα. «Όχι τόσο γρήγορα…» είπε. Κάτι μου θύμιζε αυτή η φωνή. «Έλληνας; Γεια σου πατριώτη» φώναξε ο Jesse James».

«Πριν φύγετε.. (παύση) πρέπει να διαπιστώσω κάτι…»

«Δεν ήταν δικό μου το πιστόλι φωτοβολίδων» είπε ο Jesse James και με έδειξε υπονοώντας ότι αν υπήρχε πιστόλι φωτοβολίδων είναι δικό μου. «Παλιοκουφάλα» του είπα.

«Τώρα πες μου…. (παύση). Έχει παίξει σε Παναθηναϊκό… ΠΑΟΚ (παύση)… και Αθηναϊκό. Ποιος είναι;».

Δεν ξέρω γιατί αλλά δεν έκανα πολλές ερωτήσεις. Τα πρόσωπο του αγνώστου αν και ήμουν σίγουρος ότι δεν το είχα ξαναδεί ποτέ παρόλα αυτά μου δημιουργούσε μια οικειότητα. Είπα μόνο το πρώτο όνομα που μου ήρθε στο μυαλό. «Κωνσταντινίδης;».
«Χμμμ…. (παύση) με είχαν προειδοποιήσει ότι θα το πείτε αυτό. Από δέλτα ξεκινάει».

«Δέλτα Κωνσταντινίδης;» είπα.

Το πρόσωπο του αγνώστου ηρέμησε κατευθείαν. Έμοιαζε αρκετά σφιγμένος όταν μας συνάντησε αλλά τώρα είχε πάρει το άνετο και χαλαρό ύφος που τον χαρακτήριζε.

«Περάσατε το τεστ… (παύση)… Καλώς ήλθατε στο Λονδίνο (παύση) είμαι ο πιλότος Καραγιάννης. Και είμαι εδώ για να σας βοηθήσω …(παύση). Βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Σας έχουν …επιλέξει» είπε και έβγαλε από το σακάκι του μία πίπα. Την άναψε και τράβηξε μια μεγάλη ρουφηξιά.

Συνεχίζεται…

Στο επόμενο: Ποιος είναι ο πιλότος Καραγιάννης. Τι θέλει; Ποιος είναι ο μεγάλος κίνδυνος; Η επανεμφάνιση της γυναίκας από το αεροδρόμιο. Τι καιρό έχει στο Λονδίνο και ένα ακόμα κομματάκι στο τεράστιο παζλ. Στο Blood and the city της επόμενης Δευτέρας. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

Υ.Γ Blood and the city: Archives. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.

*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…

Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x