Blood and the City

Η καλύβα στην κορυφή του λόφου

www.sport-fm.gr




Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το 17ο επεισόδιο της 2ης σεζόν…

Η καλύβα στην κορυφή του λόφου

Το παιδί από το site ήταν μοναχικό. Δεν μιλούσε πολύ, δεν έκανε εύκολα φιλίες και αυτό το γεγονός τον έκανε αόρατο στους υπόλοιπους. Για τους περισσότερους δεν είχε όνομα, ήταν απλά το παιδί από το site. Περνούσε τη μέρα του μεταφέροντας fax από το ένα γραφείο στο άλλο, ενώ η πιο συνηθισμένη του απασχόληση ήταν να φέρνει καφέδες στους παλαιότερους που δεν είχαν καμία διάθεση να σηκωθούν από το γραφείο τους και να ανέβουν έναν όροφο, μέχρι το κυλικείο.

Το παιδί από το site λοιπόν, απλά περιφερόταν ψάχνοντας λόγο για την ύπαρξη του σε αυτή τη δουλειά, που ήταν έτοιμη να καταπιεί όποιον δεν είχε τις αντοχές και το στομάχι για να ανταπεξέλθει. Το παιδί από το site ήταν έτοιμο να αποτύχει και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γι ‘αυτό. Μπορούσε απλά να είναι ευγενικός με τους συναδέλφους του και πρόθυμος σε ότι του ζητήσουν, με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή, κάποιος θα τον βοηθήσει.

Το παιδί από το site άθελα του, μπλέχτηκε σε μια υπόθεση πολύ μεγαλύτερη από αυτόν. Και ίσως στο τέλος να το πλήρωνε ακριβά…

Τρίτη μεσημέρι

«Έχω ένα γνωστό που μπορεί να μας βγάλει κινέζικα διαβατήρια» είπε ο Jesse James, που καθόταν στο ράφι του διαβάζοντας το καινούργιο τεύχος του «Κυνήγι και ψάρεμα». Δεν μπορούσα να καταλάβω σε τι θα του χρησίμευαν οι πληροφορίες για το ψάρεμα του ροφού, αλλά ίσως αυτό να δικαιολογούσε το ολοκαίνουργιο και πανάκριβο όπως φαινόταν καλάμι ψαρέματος που είχε δίπλα του τις τελευταίες ημέρες. Πάντα έλεγε ότι θέλει να πάει να ζήσει στη φύση και να απολαμβάνει τις μικρές χαρές της ζωής, αλλά επειδή τον ήξερα καλά, αυτό που θα έκανε στο τέλος θα ήταν να χρησιμοποιήσει το καλάμι για να ασκήσει βία πάνω στον άτυχο νεαρό συνάδελφο.

«Τι τα θέλουμε τα κινέζικα διαβατήρια; Σκοπεύουμε να φύγουμε από τη χώρα;» ρώτησα αφού το μόνο που μου έλειπε ήταν να μπλέξω με την κινεζική πρεσβεία και να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου κλεισμένος σε μια υπόγεια φυλακή στη Σαγκάη τρώγοντας ρύζι χωρίς πιρούνι. Η εκδοχή μου για την κινεζική πραγματικότητα μπορεί να ήταν υπερβολικά κλισαρισμένη (όπως ο Έλληνας με τον μουσακά) αλλά δυστυχώς δεν διέθετα καμία άλλη.

«Δεν νομίζω ότι θα μας χρειαστούν, αλλά καλό δεν είναι να κλείνουμε μία μία τις τρύπες;» απάντησε ο Jesse James. Με αυτή τη λογική θα έπρεπε να λέμε ναι σε όποια προοπτική μας παρουσιαζόταν, όσο τρελή και παλαβή κι αν ακουγόταν. Να μάθουμε πώς να κάνουμε τζετ σκι, πώς να κουρεύουμε πρόβατα, πώς να τρέχουμε ξυπόλυτοι πάνω σε κάρβουνα, ακόμα και πώς να τραγουδάμε χωρίς να ανοίγουμε το στόμα μας. Στην ίδια κατηγορία μπαίνουν και τα κινέζικα διαβατήρια. Το σκέφτηκα για λίγο και απάντησα αρνητικά, δεν ήθελα κινέζικο διαβατήριο. «Είσαι άνθρωπος χωρίς φαντασία και διάθεση για περιπέτεια» είπε ο Jesse James. «Και εσύ ένας λούτρινος σκύλος που του αρέσει το ψάρεμα και ξέρει όλα τα τραγούδια του Οικονομόπουλου απ’ έξω».

Δίστασε για λίγο, αλλά στο τέλος παραδέχθηκε ότι όντως ήξερε όλα τα τραγούδια του Οικονομόπουλου απ’ έξω. Δεν μπορούσε να το αρνηθεί γιατί τον είχα βιντεοσκοπήσει μια μέρα που ήταν μεθυσμένος και τραγούδαγε μέχρι το πρωί. «Αν δει κανείς αυτό το βίντεο θα υποφέρεις όπως ο Αθάνασιος Διάκος στη Σαλαμάνα» μου είπε.

«Αλαμάνα» τον διόρθωσα. «Γαμώ την τρέλα μου. Σταμάτα να διορθώνεις» μου είπε και κάπως έτσι ολοκληρώθηκε αυτό το μέρος της συζήτησης.

Η πόρτα χτύπησε αλλά ο ήχος ήταν τόσο αδύναμος που δεν δώσαμε καμία σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να ήταν καμία γάτα με αυτοκτονικές τάσεις που κουτούλαγε το κεφάλι της στην πόρτα. Το αναιμικό τοκ-τοκ όμως συνεχίστηκε. Τα ενδεχόμενα ήταν δύο. Η Γάτα ήθελε όντως να αυτοκτονήσει ή κάποιος ήταν στην πόρτα.

«Δεν αγοράζουμε εγκυκλοπαίδειες» φώναξε ο Jesse James. Το γεγονός ότι οι πλασιέ που πουλούσαν εγκυκλοπαίδειες είχαν εξαφανιστεί τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια δεν έμοιαζε να τον ενοχλεί καθόλου.

«Δεν πουλάω εγκυκλοπαίδειες. Το παιδί από το site είμαι». Κάτι μου θύμισε το όνομα. Κάτι… Ήμουν σίγουρος όμως ότι δεν υπήρχε περίπτωση να θυμηθώ. «Έλα μέσα παιδί από το site. Να έχεις όμως τα χέρια σου στον αέρα» φώναξα. «Γιατί;». «Για να βεβαιωθούμε ότι δεν οπλοφορείς».

«Γιατί να οπλοφορώ;»

«Γιατί να μην οπλοφορείς;»

Το παιδί από το site άφησε ελεύθερο έναν ήχο απογοήτευσης και μπήκε στο γραφείο με τα χέρια ψηλά.

«Jesse ψάξτον» είπα και ο Jesse James βρέθηκε με αστραπιαίες κινήσεις μπροστά από το παιδί από το site. Τον έψαξε από πάνω μέχρι κάτω. «Είναι καθαρός» φώναξε. «Ωραία μπορείς να κατεβάσεις τα χέρια τώρα» είπα. Ήταν λίγο βάρβαρο να παίζουμε με την ψυχοσύνθεση του, αλλά η φύση μας ήταν τέτοια που δεν μας επέτρεπε να κάνουμε αλλιώς. Πιθανότατα θα καιγόμασταν αιώνια στις φλόγες της κολάσεως για κάτι τέτοιες συμπεριφορές, όμως αυτή η προοπτική δεν μου φαινόταν και τόσο κακή.

Το παιδί από το site καθόταν στο κέντρο της αίθουσας με σκυμμένο το κεφάλι και την αμηχανία του τόσο φανερή, όσο η Σαλαμίνα από το Πέραμα. Ότι και να είχε στο μυαλό του πριν μας επισκεφθεί τώρα ήταν σίγουρο ότι είχε γίνει μια θολή ανάμνηση. Έμοιαζε και ήταν μελαγχολικός. Τι να κάναμε όμως εμείς; Δεν ήμασταν και η καλύτερη παρέα για ανθρώπους που θέλουν να ξεχάσουν τα προβλήματα τους.

«Μπορείς να είσαι σύντομος; Είχαμε μια σοβαρή κουβέντα και μας διέκοψες» είπα. «Δηλαδή θα συνεχίσουμε να συζητάμε για τα κινέζικα διαβατήρια;» είπε γεμάτος χαρά ο Jesse James. «Πάψε μωρέ, με τa κωλοδιαβατήρια. Λέγε παιδί από το site. Ποια κακιά μοίρα σε έφερε στην πόρτα μας;».

Πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να σκέφτεται. Άρχισε να σκέφτεται τον καιρό που είχε περάσει στο κτίριο. Τα όνειρα του, που είχαν ποδοπατηθεί επειδή δεν είχε αρκετή πυγμή και αρκετό θάρρος για να επιβιώσει. «Θα μιλήσεις ή να αρχίσω να διαβάζω τον ονειροκρίτη;» είπε ο Jesse James. «Γιατί να διαβάσεις τον ονειροκρίτη;» είπα.

«Χθες βράδυ είδα στον ύπνο μου ότι ένας τεράστιος αετός μου άρπαξε από το χέρι ένα σάντουιτς. Θέλω να δω αν είναι γούρι». Μπορεί να είναι περίεργο, αλλά κατά καιρούς κι εγώ είχα δει στον ύπνο μου διάφορα ζώα να μου αρπάζουν το σάντουιτς. Είχα ρωτήσει όμως μία γριά μάγισσα (δεν είμαι βέβαιος 100% ότι ήταν μάγισσα, πάντως ήταν σίγουρα γριά) και μου είχε πει ότι σημαίνει μακροζωία γερά μαλλιά χωρίς πιτυρίδα. Της έδωσα 10 ευρώ και συνέχισε αυτή την πορεία της κι εγώ τη δική μου.

«Να… Θα ήθελα να σας ρωτήσω αν θέλετε να κάνουμε παρέα» είπε το παιδί από το site χωρίς να σηκώσει το βλέμμα του από το πάτωμα. «Παρέα; Πως γίνεται αυτό;» είπε ο Jesse James με ένα ύφος γεμάτο απορία.

Να λοιπόν που είχαμε φτάσει σε ένα ακόμα μονοπάτι. Ένας νέος είχε έρθει στο κατώφλι μας ζητώντας να γίνει μέλος στη μυστική ομάδα μας. Αν όμως το παιδί από το site ήταν κάτι παραπάνω; Αν ήταν κατάσκοπος; Πράκτορας του FBI; Μυστικός αστυνομικός; Ένα ζόμπι μεταμφιεσμένο σε άνθρωπο; Ήταν πολύ δύσκολο να πάρουμε μια απόφαση άμεσα. Τόσα πολλά ερωτηματικά κι όμως καμία απάντηση.

Ο νεαρός συνάδελφος είδε την ανοιχτή πόρτα και μπήκε τρέχοντας στο γραφείο. «Τι κάνει αυτός εδώ;» είπε ρίχνοντας μία υποτιμητική ματιά στο παιδί από το site. «Θέλει να κάνει παρέα μαζί μας» του απάντησα.

«Αποκλείεται, δεν είναι αρκετά σκληρός» είπε ο νεαρός συνάδελφος κάνοντας τον Jesse James να ξεσπάσει σε ένα παραλήρημα γέλιου που κράτησε για περισσότερη ώρα από όση μπορούσα να υπολογίσω...

Τρίτη απόγευμα

Ήταν από τις λίγες φορές που στο υπόγειο γραφείο βρίσκονταν τέσσερα άτομα μαζεμένα. Είχα σταματήσει να ακούω εδώ και πολύ ώρα τους διαξιφισμούς του Jesse James με τον νεαρό συνάδελφο, ενώ το παιδί από το site στεκόταν στο ίδιο σημείο από την ώρα που μπήκε. Δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου κι αυτό μόνο κακό δεν ήταν. Οι άλλοι δύο προσπαθούσαν να βρουν τρόπους για να κάνουν το παιδί από το site να αποδείξει ότι μπορούμε να τον εμπιστευτούμε. Εγώ στο μεταξύ έφτιαχνα μια φανταστική ιστορία στο μυαλό μου, με πρωταγωνιστή έναν καλόγερο που του αρέσουν τα δαμάσκηνα. Δεν μπορώ να πω ότι ήταν και τόσο ενδιαφέρουσα, αλλά τουλάχιστον με κρατούσε απασχολημένο. Είχα φτάσει στο τελευταίο μέρος της ιστορίας, όπου ο καλόγερος απογοητευμένος από την αποτυχία του να βρίσκει δαμάσκηνα σε λογικές τιμές, αποφασίζει να πετάξει τα ράσα του και να βγει στο δρόμο τρέχοντας φωνάζοντας συνθήματα κατά της περιθωριοποίησης των Εσκιμώων.

Ήταν τόσο μεγάλη η απορρόφηση μου στο σενάριο που έφτιαχνα, που δεν είδα καν τον Jesse James να αρπάζει το καλάμι ψαρέματος και να επιτίθεται στον νεαρό συνάδελφο. Κατάλαβα τι συμβαίνει μόνο όταν τον άκουσα να φωνάζει «παραδίνομαι, είμαι ένα μικρό κοριτσάκι που κάνει σκοινάκι στον ελεύθερο χρόνο του». Αυτό τον είχε αναγκάσει να πει ο Jesse James για να τον αφήσει ελεύθερο από την θανατηφόρα λαβή που του είχε κάνει. Δεν ήμουν και τόσο σίγουρος βέβαια ότι η συγκεκριμένη λαβή μπορούσε να σε σκοτώσει, αφού το μόνο που έκανες ήταν να στρίβεις το μικρό δαχτυλάκι του χεριού, αλλά αφού ο Jesse ήθελε να την αποκαλεί έτσι δεν μπορούσα να του χαλάσω χατίρι.

«Καλά για να γλυτώσεις ένα μικρό πόνο στο δαχτυλάκι φωνάζεις ότι είσαι ένα μικρό κοριτσάκι;» είπα στον νεαρό συνάδελφο. «Δεν γνωρίζεις τι σημαίνει πόνος γι αυτό μιλάς» μου απάντησε.

Τότε μου ήρθε η αναλαμπή. «Βρήκα τι θα κάνεις για να μας αποδείξεις ότι αξίζεις να κάνεις παρέα μαζί μας» είπα στο παιδί από το site. «Να πάρω συνέντευξη από τον Καραγκούνη;» είπε γεμάτος χαρά και με μια λάμψη στο πρόσωπο που δεν είχα ξαναδεί. «Ή μάλλον όχι από τον Καραγκούνη. Από τον Ζαγοράκη; Από τον Στολτίδη; Τον Σισέ; Τον Σκόκο; Από όποιον θέλετε».

«Ποιοι είναι όλοι αυτοί;» είπε ψιθυριστά ο νεαρός συνάδελφος στον Jesse James. «Καλά τι δουλειά κάνεις εσύ στον ΣΠΟΡ FM τόσα χρόνια;» του απάντησε. «Α! Και που να ξέρω τι είναι εδώ. Όταν έπιασα δουλειά δεν είχε ταμπέλα απ’ έξω».

Προσπάθησα να μην δώσω σημασία στην στιχομυθία για να μην χάσω τον ειρμό μου. «Όχι, δεν χρειάζεται να πάρεις συνέντευξη από κανέναν. Έχουμε ανθρώπους γι αυτές τις δουλειές». Το παιδί από το site φάνηκε να προβληματίζεται αφού σίγουρα αυτή δεν ήταν η απάντηση που περίμενε. «Αυτό που θα κάνεις είναι απλό. Θα πρέπει να βρεις το σπίτι στην κορυφή του λόφου. Πιο πολύ μοιάζει με καλύβα. Μόλις φτάσεις εκεί θα καταλάβεις τι πρέπει να κάνεις…».

«Σε ποιο λόφο; Ποια καλύβα;»

«Δεν θα σου πω τίποτε άλλο. Θα πρέπει να τα βρεις μόνος σου. Τώρα πήγαινε και γρήγορα» είπα. «Αμέσως» φώναξε αποφασιστικά και έφυγε τρέχοντας από το γραφείο. «Σε ποια καλύβα τον έστειλες;» είπε ο νεαρός συνάδελφος. «Δεν υπάρχει καμία καλύβα και κανένας λόφος, απλά ήθελα να δω την αντίδραση και τα αντανακλαστικά του».

«Ντροπή! Γιατί ταλαιπωρείς έτσι το παιδί;» είπε ο νεαρός συνάδελφος.

Σταμάτησα και πάλι να ακούω την ώρα που άρχισαν να τσακώνονται για το αν θα δουν ειδήσεις στο Star ή στο Alter. Έβαλα σε ένα ποτήρι ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα-κόλα και άρχισα να φτιάχνω άλλη μία φανταστική ιστορία στο μυαλό μου, με πρωταγωνιστή έναν φούρναρη που του αρέσει να ζυμώνει ψωμί πάνω σε πάγκο από ανθρώπινο δέρμα. Είχα φτάσει στο τελευταίο μέρος της ιστορίας, όπου ο αιμοδιψής φούρναρης επιτίθεται σε ένα σχολικό λεωφορείο, όταν είδα τον Jesse James να πετάει προς τον νεαρό συνάδελφο μια σακούλα γεμάτη ζαχαρωτά που είχαμε πάρει από το σινεμά την μέρα που πήγαμε να δούμε το Avatar. Είχα χάσει και πάλι εντελώς την αυτοσυγκέντρωση μου και το πιο πιθανό ήταν να μην μάθαινα ποτέ τι έγινε με τον φούρναρη και τα παιδάκια.

Τρίτη βράδυ…

Το παιδί από το site έφτασε στην αρχή του λόφου. Πυκνό σκοτάδι κάλυπτε τη διαδρομή μέχρι την κορυφή, αφού δεν υπήρχε φως σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου. Το μοναδικό φώς, ερχόταν από την κορυφή. Εκεί που έστεκε αγέρωχη η μικρή καλύβα… Το παιδί από το site μάζεψε όσο κουράγιο του είχε απομείνει και άρχισε να περπατάει προς την κορυφή. Όχι όμως από τον κεντρικό δρόμο αλλά μέσα από τα δέντρα. Προσπαθούσε να κάνει όσο λιγότερο θόρυβο γινόταν, το παραμικρό λάθος μπορεί να του κόστιζε ακριβά. Αλλά ήταν αποφασισμένος. Θα έφτανε στην καλύβα και θα έλυνε το μυστήριο.

Ένα περίεργο συναίσθημα τον κατέκλυσε. Ήταν σίγουρος ότι κάποιος ή κάτι… τον παρακολουθούσε. Διάφοροι περίεργοι θόρυβοι άρχισαν να ακούγονται από πίσω του αλλά αυτός δεν σταμάτησε, αντίθετα άρχισε να περπατάει με όλο και πιο γρήγορο βήμα. Σχεδόν έτρεχε τώρα, ήταν όμως κοντά στην κορυφή.

Ο θόρυβος πίσω του σταμάτησε αλλά η έντονη ανησυχία δεν είχε περάσει. Είχε φτάσει σε απόσταση αναπνοής από την καλύβα.

Κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο και άρχισε να σκέφτεται την επόμενη κίνηση του, ρίχνοντας ταυτόχρονα κλεφτές ματιές προς το περίεργο σπίτι. Καπνός έβγαινε από μια μικρή καμινάδα στη σκεπή. Πέρασε πολύ ώρα χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα. Δεν είχε βρεθεί ξανά σε τέτοια κατάσταση και δεν ήξερε πώς να τη χειριστεί. Η λύση του προβλήματος ήρθε εκείνη τη στιγμή. Το φως στην καλύβα έσβησε. Το παιδί από το site γέμισε με αυτοπεποίθηση, βγήκε προσεκτικά από την κρυψώνα του και άρχισε να περπατάει προς το σπίτι.

Το σκοτάδι τον διευκόλυνε αυτή τη φορά στις κινήσεις του, το φως του φεγγαριού ήταν το μόνο που χρειαζόταν. Έφτασε μέχρι την είσοδο της καλύβας. Τι έπρεπε να κάνει όμως; Ξαφνικά κατάλαβε.

Ήταν πια απελπισμένος, όλα ήταν μια φάρσα. Τον είχαν κοροϊδέψει και τον είχα στείλει σε μια υποτιθέμενη αποστολή, απλά και μόνο για να το διασκεδάσουν. Δεν ήταν διαφορετικοί από τους υπόλοιπους όπως ήθελε να πιστεύει, ήθελαν και αυτοί να τον κοροϊδέψουν. «Κάπου εδώ τελειώνει η ιστορία μου… θα εξαφανιστώ» σκέφτηκε… την ώρα που άκουσε έναν περίεργο θόρυβο από την πίσω μεριά της καλύβας.

Τινάχτηκε αμέσως και ψάχνοντας τα βήματα του στο σκοτάδι κινήθηκε προς το μέρος που άκουσε τον θόρυβο. Ένα δυνατό φύσημα του ανέμου πάγωσε το πρόσωπο του. Το φεγγάρι είχε κρυφτεί πίσω από τα σύννεφα αφαιρώντας του το μοναδικό φώς.

Περπατούσε στα τυφλά με τα χέρια μπροστά, προσπαθώντας να ακουμπήσει οπουδήποτε, όταν σκόνταψε πάνω σε κάτι… Κάτι πέτρινο. Έπεσε με τα μούτρα στο χώμα. Ζαλίστηκε. Με τα χέρια του άρχισε να ψηλαφίζει την πέτρα. Ήταν σκαλισμένη. Κατάλαβε αμέσως τι ήταν και πετάχτηκε πάνω έντρομος. Είχε σκοντάψει πάνω σε μια ταφόπλακα. Τα σύννεφα απομακρύνθηκαν και το φεγγάρι έκανε και πάλι την εμφάνιση του. Πλησίασε προς τον τάφο για να διακρίνει τα γράμματα. Αυτό που αντίκρισε τον ανάγκασε να βγάλει μια πνιχτή κραυγή. Άρχισε να τρέχει και δεν κοίταξε ξανά πίσω. Έτρεχε σαν να τον κυνηγούσε ο διάβολος ο ίδιος.

Η ταφόπλακα παρέμεινε στη θέση της. Εκεί που βρισκόταν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια… Με περίτεχνη σκαλισμένη γραμματοσειρά έγραφε πάνω...

Jesse James
1977-1995

Υ.Γ. Κάθε Δευτέρα λίγο μετά τα μεσάνυχτα.

Υ.Γ 2 Το Blood and the city: Archives άνοιξε τις πύλες του και σας περιμένει. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.

*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…

Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x