Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το 9ο επεισόδιο της 2ης σεζόν…
Ξέρεις τι κάνουν σε τύπους σαν και σένα στη φυλακή;
Για κάθε χριστουγεννιάτικο λαμπάκι που ανάβει σε κάποιο σημείο του κόσμου, υπάρχει ένας άνθρωπος που προσπαθεί να λύσει ένα σταυρόλεξο. Υπάρχει απόδειξη γι αυτό το συμπέρασμα; Όχι. Μπορούμε με κάποιο τρόπο να διαπιστώσουμε αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα; Όχι δεν μπορούμε, είναι η απάντηση.
Από αυτή τη διαπίστωση και μετά μπορούμε να ακολουθήσουμε δύο δρόμους. Αυτόν της άρνησης ή αυτόν της αποδοχής. Και οι δύο έχουν τις δυσκολίες τους. Και οι δύο δρόμοι είναι δύσβατοι και γεμάτοι κινδύνους (ένας χαμογελαστός κλόουν θα μπορούσε να είναι ένας από αυτούς), αφού και η άρνηση και η αποδοχή θέλουν κόπο. Όποιον δρόμο και αν διαλέξετε να έχετε πάντα στο μυαλό σας ότι μπορεί να κάνετε λάθος και αυτό γιατί τα χριστουγεννιάτικα λαμπάκια είναι πιο ύπουλα από σας έχουν κάνει να πιστεύετε.
«Θα στολίσουμε φέτος δέντρο;» είπε από το ράφι του ο Jesse James διακόπτοντας τον ευχάριστο και γεμάτο συνομωσίες συλλογισμό μου.
Χρειαζόμουν λίγο χρόνο για να σκεφτώ την απάντηση μου. Από τη μια πλευρά βαριόμουν υπερβολικά τη διαδικασία του στολίσματος, από την άλλη όμως αν το έκανε κάποιος για μένα, δεν θα είχα κανένα πρόβλημα να μπαίνω στο γραφείο μου και να το βλέπω γιορτινό και χαρούμενο. Αυτή η ψευδαίσθηση της ευτυχίας, που δημιουργούν τα λαμπάκια και οι γιρλάντες, είναι αρκετά χρήσιμη όταν θέλεις να κρυφτείς από τα πραγματικά σου προβλήματα.
Τα καταραμένα τα πραγματικά προβλήματα όμως έχουν πάντα τον τρόπο να σε ξετρυπώνουν, με τον ίδιο τρόπο που σε ξετρυπώνει ένας πληρωμένος δολοφόνος που έχει στα χέρια του ένα συμβόλαιο με το όνομα σου γραμμένο πάνω του.
«Καιρό έχεις να κάνεις τέτοιο παραλήρημα…πλάκα έχει» είπε ο Jesse James.
Είχε δίκιο καιρό είχε να με πιάσει τέτοιο παραλήρημα, αφού συνήθως ο μονόλογος στην έναρξη δεν διαρκεί πάνω από 4-5 σειρές. Ίσως να έφταιγε η ζέστη που δεν μου επέτρεπε να φορέσω το καινούργιο μου μπουφάν που το είχα χρυσοπληρώσει στο ίντερνετ. Ίσως να έφταιγαν οι τηλεοπτικές σειρές του ΑΝΤ1 που με ενοχλούν αφάνταστά. Ίσως να έφταιγε το γεγονός ότι άργησαν αλλά κατάλαβαν ότι οι απειλές για βόμβα στο X-FACTOR ήταν φάρσα.
Ίσως τελικά να φταίνε τα κορν φλείκς. Τα μισώ τα καταραμένα τα κορν φλείκς, αλλά τιμώ και σέβομαι αυτούς που τα θεωρούν ιδανικό πρωινό. Μου μοιάζει με βίτσιο και μ’ αρέσουν τα βίτσια.
«Είσαι έτοιμος; Μπορούμε να αρχίσουμε;» ρώτησε ο Jesse James που για κάποιο λόγο ήταν υπερβολικά ψύχραιμος και δεν μου είχε πετάξει ακόμα τίποτα. Συνήθιζε να μου πετάει αντικείμενα όταν χανόμουν στις σκέψεις μου και αυτό με επανέφερε στην πραγματικότητα.
Ίσως να ήταν μεθυσμένος. Δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που τον είδα χωρίς ποτό στο χέρι. Αμέσως τον φαντάστηκα σε μια συνάντηση Ανώνυμων Αλκοολικών. Ανέβαινε πάνω στο καρέκλα του (γιατί αν κατέβαινε κάτω δεν θα φαινόταν), χάιδευε τη μουσούδα του και έλεγε « Είμαι ο Jesse James και είμαι καλά». Αν συνέχιζε να πίνει με αυτούς τους ρυθμούς δεν θα αργούσε η μέρα που η εικόνα της φαντασίας μου θα γινόταν πραγματικότητα.
Όλα τα πράγματα έχουν μια αρχή και ένα τέλος. Αν θεωρήσουμε αρχή της παράνοιας την κορυφή του κειμένου τότε το τέλος της ήρθε με την είσοδο του νεαρού συνάδελφου στο γραφείου.
«Πες τι θέλεις και γρήγορα» είπε ο Jesse James.
«Πέθανε ο Πετράκης»
«Όχι ρε γαμώτο… κρίμα…Ποιος είναι ο Πετράκης;» του απάντησα, αφού πρώτον το όνομα δεν μου έλεγε τίποτα και δεύτερον…δεν είχε δεύτερον. Η μόνη μου απορία ήταν το ποιος ήταν ο Πετράκης.
«Αυτό ο παππούλης με την καμπούρα που κυκλοφορούσε στα γειτονία και έψαχνε τα σκουπίδια»
«Και θρηνούμε για την απώλεια του… για ποιον ακριβώς λόγο;» ήταν η απόλυτη λογική απορία του Jesse James. Από ότι είχα καταλάβει από την έκφραση του ούτε αυτός είχε ιδέα ποιος στο διάολο ήταν ο Πετράκης.
«Εγώ τον ήξερα με είχε χαιρετήσει πολλές φορές στο δρόμο…» είπε ο νεαρός συνάδελφος αλλά είχα την εντύπωση ότι δεν μας έλεγε όλη την αλήθεια. Κάτι ο κόμπος στη φωνή του, κάτι το νευρικό χτύπημα του ποδιού στο πάτωμα και τέλος η φωτεινή ταμπέλα που είχε εμφανιστεί πάνω από το κεφάλι του και έγραφε… ΛΕΕΙ ΨΕΜΜΑΤΑ!
«Νομίζω ότι πρέπει να μας εξηγήσεις γιατί η ταμπέλα γράφει ότι λες ψέματα» του είπα.
«Ποια ταμπέλα;». Σωστά. Παραλίγο να καρφωθώ. Μόνο εγώ έβλεπα την ταμπέλα και ήταν εντελώς ηλίθιο από μέρους μου που παραλίγο να προδώσω ένα από τα κρυφά μου όπλα. Μήπως είχα γίνει και εγώ εντελώς ηλίθιος; Μήπως είχα αρχίσει να γερνάω; Ή μήπως είχα ξεχάσει πάλι ανοιχτό τον θερμοσίφωνα; Αυτός ο τελευταίος προβληματισμός ήταν ο σημαντικότερος αφού μου είχε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με τη ΔΕΗ.
«Έχω την εντύπωση ότι έχεις καταπιεί κάτι ληγμένο σήμερα» είπε ο Jesse James.
«Πες του τα. Και εμένα έτσι μου φαίνεται» απάντησα.
«Σε σένα μιλάω» είπε ο Jesse James. «Σύνελθε». Είχε δίκιο. Για να φτάσουμε στη λύση του μυστήριου που ξεδιπλωνόταν μπροστά μας, έπρεπε να έρθω στα συγκαλά μου και να αρχίσω να σκέφτομαι λογικά. Έπρεπε να σκεφτώ μια ευθεία γραμμή και να προσπαθήσω να περπατήσω νοητά πάνω της. Μια λύση θα ήταν επίσης ένας καφές ακόμα αν και οι έξι καφέδες ίσως να αποτελούσαν τη ρίζα του προβλήματος.
Ο ήχος της κούπας που προσγειώθηκε στο κεφάλι πρέπει να ακούστηκε δύο ορόφους πάνω. Ο Jesse James δεν άντεξε τελικά και μου την πέταξε. Αυτή ήταν και η πιο σωστή κίνηση αφού ως δια μαγείας το μυαλό μου καθάρισε.
«Μου φαίνεται ότι θα πρέπει να σου πετάω πράγματα πιο συχνά». Ο νεαρός συνάδελφος στεκόταν νευρικός στο κέντρο του γραφείου.
«Λοιπόν τι λέγαμε;»
«Για τον Πετράκη… Πέθανε ο Πετράκης» είπε και άρχισε να κλαψουρίζει.
«Ε γαμώ τον Πετράκη. Και λοιπόν. Τι σε νοιάζει εσένα;»
«Νομίζω ότι τον εγώ τον σκοτωσααααααααααααααά……»
Σιγή επικράτησε για περίπου πέντε λεπτά στο υπόγειο γραφείο της οδού Δαβάκη 58 στην Καλλιθέα. Ο νεαρός συνάδελφος συνέχιζε να κλαψουρίζει. Η πόρτα χτύπησε δύο φόρες.
«Οποίος και αν είσαι φύγε» είπε ο Jesse James. Η πόρτα άνοιξε και ξεπρόβαλλε το κεφάλι του Μιαούλη.
«Μήπως έχει μείνει καμία κερασόπιτα;» είπε.
«Όχι Κώστα. Έχω να δω κερασόπιτα από τον Ιούλιο» του απάντησα.
«Καλά αν δείτε καμία φωνάξτε με» είπε και έκλεισε την πόρτα.
Η προσοχή μου επέστρεψε στον νεαρό συνάδελφο. «Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι σκότωσες τον Πετράκη;»
«Να σας πω ένα ανέκδοτο;» είπε από το ράφι του ο Jesse James με εμφανή τα πρώτα σημάδια μέθης. Αυτή η χαοτική κατάσταση είχε αρχίσει να με εκνευρίζει. Από τη μια ο νεαρός συνάδελφος που κλαψούριζε και από την άλλη ο Jesse James και τα καταραμένα κοκτέιλ του.
«Επαναλαμβάνω την ερώτηση μου.. τι σε κάνει να πιστεύεις ότι τον σκότωσες;»
«Νομίζω το ότι τον χτύπησα με το αμάξι και άκουσα την πονεμένη κραυγή είναι αρκετό»
«Να σας πω ένα ανέκδοτο;» είπε ο Jesse James.
«Ορκίζομαι ότι αν δεν έρθεις στα συγκαλά σου θα φέρω μέσα τη γάτα» του είπα.
«Οπα…οπα…οπα..Άλλο σου λέω εγώ…ανέκδοτο..ανέκδοτο..» είπε και αφού έφερε δυο στροφές πάνω στο ράφι λιποθύμησε. Σε δυο λεπτά θα ξυπνούσε και θα ήταν περδίκι. Αυτό ήταν το καλό με τους λούτρινους σκύλους. Το μεθύσι ερχόταν γρήγορα και έφευγε γρήγορα.
«Που είναι τώρα ο Πετράκης;» ρώτησα τον νεαρό συνάδελφο.
«Στο αμάξι στο πίσω κάθισμα τυλιγμένος μουσαμά»
Τι στο διάολο είχε συμβεί στο εύθραυστο ψυχικό κόσμο του νεαρού συνάδελφου και ενώ χτυπούσε έναν πεζό, αντί να καλέσει ασθενοφόρο, τον τύλιγε με μουσαμά και τον έβαζε στο πίσω κάθισμα του αμαξιού, δεν θα το μάθω ποτέ.
«Ε και τι καθόμαστε πάμε να δούμε αν ζει» του είπα. Βγήκαμε από το κτίριο και είδα ότι ο νεαρός συνάδελφος είχε διπλοπαρκάρει το αμάξι και είχε αφήσει ανοιχτά τα αλάρμ. Όχι και ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να καλύψεις ένα έγκλημα. Ευτυχώς ήταν περασμένα μεσάνυχτα και δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Ακόμα και από την εφημερίδα πρέπει να είχαν φύγει εκτός και αν περίμενε ο κακομοίρης ο Βανός για να κάνει το σποτ για το φύλλο της επόμενης ημέρας.
«Θεέ μου τι θα κάνω. Θα πάω φυλακή» είπε ο νεαρός συνάδελφος.
«Μην ανησυχείς, δεν θα το επιτρέψω. Ξέρεις τι κάνουν σε τύπους σαν και σένα στη φυλακή;»
«Όχι! Τι κάνουν;»
«Αν και έχω τις αμφιβολίες μου ακόμα για το αν θα σου άρεσε η όχι, καλύτερα να μη μάθεις με αυτό τρόπο». Δυο μεγάλοι σκουπιδοντενεκέδες κάλυπταν το αμάξι. Όταν τους προσπεράσαμε, είδαμε με έκπληξη την πίσω πόρτα του αυτοκινήτου ανοιχτή και τον Πετράκη να σέρνεται στο δρόμο.
«Ουφ…είναι ζωντανός» είπε ο νεαρός συνάδελφος.
«Εχθροοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοος» φώναξε ο Jesse James που πετάχτηκε έξω από το κτίριο με ένα μπαστούνι του μπέιζμπολ στα χέρια. Όρμησε πάνω στον Πετράκη και δεν σταμάτησε να τον χτυπάει μέχρι που πιάστηκαν τα χέρια του από το βάρος. Στη συνέχεια λιποθύμησε και πάλι.
Σε όλη τη διάρκεια της έκρηξης του Jesse James εγώ και ο νεαρός συνάδελφος τον παρατηρούσαμε έκπληκτοι. Όπως μας εξομολογήθηκε αργότερα πέρασε τον Πετράκη για αφεντικό της γάτας που τον τρομοκρατούσε. Βέβαια καθοριστικό ρόλο έπαιξε και το μεθύσι του αλλά τώρα ήταν αργά. Έπρεπε να ξεφορτωθούμε το πτώμα πριν μας δει κανείς.
«Εμπρός φέρε τον μουσαμά…» είπα στον νεαρό συνάδελφο. Τυλίξαμε τον Πετράκη και τον βάλαμε στο πορτ-παγκάζ. Έβαλα τον Jesse James στο πίσω κάθισμα ενώ ο νεαρός συνάδελφος πήγε κατευθείαν στο τιμόνι. «Στο γνωστό σημείο» του είπα και άρχισε να οδηγεί…
Φτάσαμε λίγο μετά στο λόφο δίπλα από την εκκλησία. Το φως ήταν λιγοστό αλλά δεν χρειαζόμασταν περισσότερο. «Που στην ευχή του διαόλου είμαστε» είπε ο Jesse James από το πίσω κάθισμα. «Ήρθαμε να καθαρίσουμε τα χάλια σου» του απάντησα.
Ο νεαρός συνάδελφος έσκαψε την τρύπα ενώ ο Jesse James τον σκούνταγε στο πόδι. «Σταμάτα να κλωτσάς μου φεύγει το φτυάρι».
Είχα κάτσει κάτω από ένα δέντρο και τους παρακολουθούσα. Είχα ανάψει ένα τσιγάρο και περίμενα απλά πότε θα τελειώσει όλη η διαδικασία για να γυρίσουμε στο γραφείο. Ήταν καθυστερημένοι και οι δύο αλλά ήταν φίλοι μου. Δεν μπορούσα να βγάλω τον εαυτό μου από την κατηγορία των καθυστερημένων έτσι εύκολα.
Ήπια μια γουλιά από το ουίσκι που είχα μέσα στο φλασκί μου και σκέφτηκα πως θα ήταν μια ήρεμη ζωή. Σκέφτηκα ήσυχες παραλίες με το κύμα να σκάει στα πόδια μου. Χωρίς καμία ανησυχία να κατατρώει το κεφάλι μου. Ήταν η σκέψη μια ζωής που δεν θα ερχόταν ποτέ.
«Τελειώσαμε» είπε ο νεαρός συνάδελφος χαμογελαστά.
«Είσαι καλά;» του είπα.
«Ναι ναι κανένα πρόβλημα. Πάμε να πάρουμε ένα milk shake;» είπε. Η φωτεινή ταμπέλα αναβόσβησε και πάλι πάνω από το κεφάλι του. ΛΕΕΙ ΨΕΜΑΤΑ.
«Εσύ θέλεις τίποτα Jesse». Έδειξε να το σκέφτεται λίγο αλλά στο τέλος απάντησε αρνητικά. ΘΕΛΩ ΑΠΕΓΝΩΣΜΕΝΑ ΕΝΑ ΠΟΤΟ, έγραφε η φωτεινή ταμπέλα από πάνω του.
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής και σταματήσαμε και για milk shake και για μια εξάδα μπύρες. Σε όλη τη διαδρομή μιλήσαμε αρκετά. Είχαμε καιρό να το κάνουμε. Μπορεί ο Πετράκης να είχε πεθάνει αλλά τα είχε φάει τα ψωμιά του έτσι κι αλλιώς.
Για κάθε χριστουγεννιάτικο λαμπάκι που ανάβει λοιπόν σε κάποιο σημείο του κόσμου, υπάρχει ένας άνθρωπος που πίνει μια μπύρα. Υπάρχει απόδειξη γι αυτό το συμπέρασμα; Όχι. Μπορούμε με κάποιο τρόπο να διαπιστώσουμε αν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα; Όχι δεν μπορούμε, αλλά και μόνο η σκέψη ότι κάτι που κάνουμε μπορεί να επηρεάζει θετικά ή αρνητικά κάποιον άλλον είναι αρκετή…
Η ζωή είναι ένα όνειρο για τους νεκρούς έλεγε το τραγούδι που έπαιζε στο αμάξι… Δεν μπορούσα παρά να συμφωνήσω…
Υ.Γ. Το Blood and the city γιορτάζει τα πρώτα του γενέθλια στις 27 Νοεμβρίου. Καμία τούρτα δεν θα κοπεί και κανένα πάρτι δεν θα πραγματοποιηθεί. Αυτό που θα γίνει είναι ένα εορταστικό επεισόδιο την Παρασκευή που μας έρχεται…
Υ.Γ.2 Το Blood and the city: Archives άνοιξε τις πύλες του και σας περιμένει. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.
*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…
Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.