Μακριά από την αθλητική επικαιρότητα και την ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, έρχεται η ιστορία τριών διαφορετικών ατόμων που περνάνε την μέρα τους σε ένα υπόγειο γραφείο κάπου στην Καλλιθέα. Ένας αθλητικός συντάκτης με «πειραγμένα» εγκεφαλικά κύτταρα, ένας λούτρινος σκύλος που για κάποιο περίεργο λόγο μιλάει και συμπεριφέρεται σαν άνθρωπος και ένας νεαρός συνάδελφος χωρίς όνομα αντιμετωπίζουν προβλήματα, εχθρούς και εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο τους. Αυτό είναι το Blood and the City και αυτό είναι το 8ο επεισόδιο της 2ης σεζόν…
Ψηλή, μελαχρινή, με κολλητό φόρεμα
Δύσκολο πράγμα η απόλυτη ευτυχία. Υπάρχουν όμως κάποιοι που πιστεύουν ότι κάποια στιγμή θα έρθει, οπότε καλύτερα να μην τους δυσαρεστήσουμε. Καλύτερα να τους αφήσουμε να ζουν στην ωραία τους την πλάνη. Εμείς όμως ξέρουμε την αλήθεια. Την μάθαμε άλλοι με σκληρό, και άλλοι με εύκολο τρόπο. Όπως και χει πάντως τη μάθαμε. Υπάρχει ένας καλός τρόπος για να διαπιστώσουμε πότε είναι οι καλές μέρες της ζωής μας και πότε οι άσχημές.
Ας θεωρήσουμε λοιπόν ότι η απόλυτη ευτυχία έρχεται με την εκπλήρωση δέκα βασικών σημείων. Δεν θα αναφερθούμε φυσικά και στα δέκα σημεία ξεχωριστά, γιατί διαφέρουν ανάλογα με τον άνθρωπο. Υπάρχει περίπτωση να είναι θετικά και τα δέκα την ίδια περίοδο; Πάρτε λίγο χρόνο για να σκεφτείτε… Το σκεφτήκατε; Ωραία… Η απάντηση είναι όχι. Ακόμα και τα εφτά σημεία ή και τα οχτώ να είναι καλυμμένα, πάντα θα υπάρχει ένα κρυφό μπαγκάζι ή μια αμαρτία του παρελθόντος που δεν θα αφήσει τα υπόλοιπα σε ησυχία. Πάρτο απόφαση λοιπόν και μην κυνηγάς ανέφικτους στόχους. Προσπάθησε να είσαι ικανοποιημένος με αυτό που έχεις, όταν το έχεις και κυρίως για όσο το έχεις.
«Γιατί μιλάς στον καθρέφτη;» μου είπε από το ράφι του o Jesse James που πάντα παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τους εναρκτήριους μονολόγους μου.
«Τώρα που σε κοιτάω λίγο καλύτερα… η ερώτηση δεν είναι γιατί μιλάς στον καθρέφτη. Είναι γιατί στολίστηκες έτσι. Για πού το βαλες;». Ο διαολεμένος ο λούτρινος σκύλος πάντα με μυριζόταν. Έπρεπε να βρω μια καλή δικαιολογία και έκανα αυτό που κάνω πάντα. Προσποιήθηκα ότι δεν άκουσα για να κερδίσω λίγο χρόνο μέχρι να βρω μια καλή απάντηση.
«….Εχω οδοντίατρο» ήταν το καλύτερο που πρόλαβα να σκεφτώ, αλλά αν αυτή ήταν καλή δικαιολογία τότε η γη είναι επίπεδη και τα αστέρια στον ουρανό είναι ο χριστουγεννιάτικος στολισμός του Δήμου Αθηναίων επί εποχής Αβραμόπουλου.
«Αν ντύνεσαι έτσι για να πας οδοντίατρο, τότε η γη είναι επίπεδη και τα αστέρια στον ουρανό είναι ο χριστουγεννιάτικος στολισμός του Δήμου Αθηναίων επί εποχής Αβραμόπουλου» είπε ο Jesse James. Αυτός ο διαλομένος λούτρινος σκύλος..ώρες ώρες νόμιζα ότι κατοικεί μόνιμα μέσα στο μυαλό μου και γι αυτό είναι πάντα ένα βήμα μπροστά στη σκέψη του.
«Θες να μάθεις που πάω ε; Λοιπόν …θα σου πω αλλά αν τολμήσεις και κοροϊδέψεις θα φέρω εδώ μέσα τη γάτα που περνάει έξω από το παράθυρο και κάθε φορά που τη βλέπεις κλαψουρίζεις» του είπα.
«Τώρα γιατί να το κάνεις αυτό; Γιατί απειλείς τον καλύτερο φίλο σου με τέτοιο απαράδεκτο τρόπο;». Ήξερα ότι την έτρεμε αυτή τη γάτα, οπότε αυτό ήταν ένα χαρτί που μπορούσα να παίξω άνετα. «Άντε λέγε..δεν θα κοροϊδέψω».
«Καλά λοιπόν. Δεν είναι τίποτα σπουδαίο..απλά έχω ραντεβού». Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω την πρόταση μου και ο νεαρός συνάδελφος που είχε μπει μέσα λίγα δευτερόλεπτα πριν άρχισε να πανηγυρίζει λες και είχε βάλει γκολ η Μπρόντμπι στο 93 και έπιανε τον άσο. «Ραντεβού! Ραντεβού! Γιούπι! Θα βγούμε έξω επιτέλους» είπε χοροπηδώντας.
«Σε ποια παράλληλη διάσταση είναι επιτρεπτό ένας άντρας να φωνάζει ΓΙΟΥΠΙ» του είπα.
«Σίγα το πράγμα. Και οι φίλοι μου το λένε»
«Μήπως οι φίλοι σου και εσύ έχετε φτιάξει τον σύλλογο, άντρες θαυμαστές του μπαλέτου» του απάντησα.
«Άφησε τον, μην τον πειράζεις, εσύ έχεις το ραντεβουδάκι» είπε ο Jesse James.
«Τώρα εσύ ποιον υποστηρίζεις; Μήπως θέλεις να φέρω τη γάτα μέσα;». Όπως καταλαβαίνετε αναστάτωση είχε δημιουργηθεί στο υπόγειο γραφείο της οδού Δαβάκη. Αποφάσισα λοιπόν να τους πω όλες τις λεπτομέρειες για το ραντεβού μου και έπρεπε να κάνω γρήγορα γιατί είχα μόνο μισή ώρα μπροστά μου.
«Τη λένε Νάντια»
«Νάντια; Όνομα με πολλές υποσχέσεις. Για πες μου και το επίθετο να δω αν θα με φτιάξει κι άλλο» είπε ο Jesse James.
«Ιωαννίδου. Νάντια Ιωαννίδου»
«Είχα μια δασκάλα που την έλεγαν Ιωαννίδου» είπε ο νεαρός συνάδελφος.
«ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ» του απαντήσαμε ταυτόχρονα.
Η συζήτηση έφτασε αναπόφευκτα στο πως γνώρισα τη Νάντια Ιωαννίδου. «Ήταν συμμαθήτρια μου στο Δημοτικό. Για την ακρίβεια ήταν ο παιδικός μου έρωτας. Περπατάγαμε χέρι χέρι στην παλιά ξύλινη γέφυρα και μοιραζόμασταν το μαλλί της γριάς. Έφυγε από το σχολείο στην Πέμπτη Δημοτικού γιατί ο πατέρας της πήρε μετάθεση στην Κρήτη. Θυμάμαι ότι έτρεχα πίσω από το αυτοκίνητο όταν έφευγε κλαίγοντας με μαύρο δάκρυ. Δεν την ξεπέρασα ποτέ
«Ξέρεις βέβαια ότι με κάτι τέτοιες ιστορίες φτιάχνονται φτηνές ερωτικές κομεντί με πρωταγωνιστή τον Χιου Γκραντ» είπε ο Jesse James.
«Αυτό ήταν φέρνω μέσα τη γάτα»
«Εγώ σε καταλαβαίνω είναι πολύ γλυκιά η ιστορία σου» είπε ο νεαρός συνάδελφος. Κοίταξα έντρομος τον Jesse James που είχε πάρει ένα ύφος «στα ‘λεγα εγώ». Για να συμφωνεί μαζί μου ο νεαρός συνάδελφος πάει να πει ότι κάτι έκανα λάθος.
«Τέλος πάντων για να τελειώνουμε. Με βρήκε στο Facebook, μιλήσαμε δυο τρεις φορές και κανονίσαμε να βγούμε. Αυτό είναι..τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο»
«Είναι καλό γκομενάκι;» είπε ο Jesse James.
«Τι είναι αυτά που λες μωρέ. Έτσι για να θυμηθούμε τα παλιά θα βγούμε»
«Ναι ναι καλά… είναι ωραίο γκομενάκι;»
«ΑΑΑΑ…. Δεν ξέρω!». «Τι πάει να πει δεν ξέρεις;» ρώτησε ο Jesse.
«Δεν ξέρω. Δεν έχει φωτογραφία. Έχει ένα σκίτσο μια νεράιδας μόνο στο προφίλ της»
«Καααααλά. Ακύρωσε το είναι χοντρή»
«Και που το ξέρεις εσύ ότι είναι χοντρή;»
«Δεν έχει φωτογραφία στο προφίλ της. Αααααααρά είναι χοντρή. Αν έχω άδικο φέρε μέσα τη γάτα. Αλλά εγώ θα σου πρότεινα να μην πας καθόλου»
«Και τι έγινε αν είναι χοντρή; Μπορεί να έχει ευγενικά αισθήματα» πετάχτηκε ο νεαρός συνάδελφος.
«Εκατό κιλά αισθήματα μπορεί» απάντησε ο Jesse James.
Ήξερα ότι δεν έπρεπε να τους πω τίποτα. Μου είχαν τσακίσει την ψυχολογία και τώρα είχα μπροστά μου ένα τέταρτο μέχρι να συναντηθώ με τη Νάντια. Ευτυχώς είχαμε δώσει ραντεβού σε μια καφετέρια στην Καλλιθέα όποτε δεν ήθελα πολύ ώρα για να φτάσω.
«Λοιπόν έχω τη λύση» είπε ο Jesse James
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα για να θέλουμε λύση» του απάντησα.
«Υπάρχει πρόβλημα. Δεν την έχεις δει και μπορεί να χρειάζεσαι τρόπο διαφυγής. Θα πάμε λοιπόν με τον νεαρό συνάδελφο και θα εποπτεύσουμε τον χώρο»
«Γιούπι! Βόλτα-Βόλτα-Βόλτα» φώναξε ο νεαρός συνάδελφος όπως τα παιδιά του γυμνασίου φωνάζουν εκδρομή στο σχολείο όταν η θερμοκρασία ξεπερνάει τους είκοσι βαθμούς.
«ΠΑΨΕ» του είπαμε με μια φωνή.
«Λοιπόν εγώ φεύγω..δεν θα εποπτεύσετε τίποτα» είπα και έκλεισα την πόρτα πίσω μου. Σταμάτησα για λίγο και κόλλησα το αυτί μου πάνω στην πόρτα. Άκουσα ψιθύρους και τον νεαρό συνάδελφο να χασκογελάει. Κάτι ετοίμαζαν αλλά δεν θα με έβρισκαν, δεν τους είχα πει που πάω.
Έφτασα στην Πλατεία Κύπρου πέντε λεπτά μετά. Είχα να πάω εκεί για καφέ χρόνια και με τις ηλικίες που έβλεπα μπροστά μου θυμήθηκα το λόγο. Μπήκα φουριόζος στην καφετέρια. Η ένταση και η αδρεναλίνη με πλημμύριζαν. Θα συναντούσα ξανά την Νάντια μετά από τόσα χρόνια.
Μου είχε πει ότι θα έρθει αυτή να με βρει και να μου μιλήσει. Ήταν απόλυτα λογικό, αφού είχε δει φωτογραφία μου. Πέρασαν δέκα λεπτά αλλά τίποτα. Τα πρώτα φίδια είχαν αρχίσει να με ζώνουν. Μια ξανθιά με κολλητό τζιν και απρόσμενα μεγάλο στήθος για τη λεπτοκαμωμένη φιγούρα της, με πλησίασε. Ήμουν σίγουρος πλέον ότι ήταν αυτή. Το όνειρο μου είχε γίνει πραγματικότητα.
«Θα παραγγείλετε ή περιμένετε παρέα» μου είπε καταστρέφοντας τη φαντασίωση μου σαν πύργο από τραπουλόχαρτα.
«Εμ..περιμένω παρέα» είπα και ταυτόχρονα παρατήρησα μια ύποπτη κίνηση στη γωνία του μαγαζιού. Ένας τύπος είχε κάτσει ξεδιπλώνοντας μπροστά του το ΦΩΣ. Υποτίθεται διάβαζε εφημερίδα, του είχε ξεφύγει όμως μια λεπτομέρεια. Την κράταγε ανάποδα. Μου έκανε εντύπωση ότι φορούσε ένα αρκετά ψηλό καπέλο που κουνιόταν από μόνο του πέρα δώθε, δεν μπορούσα όμως να δω το πρόσωπο του. Εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε μπροστά μου η Νάντια. Έχασα τον κόσμο κάτω από τα πόδια μου. Ήταν αρκετά ψηλή (ήμουν σίγουρος ότι με τα τακούνια θα ήταν πιο ψηλή από μένα) φορούσε ένα μαύρο εφαρμοστό φόρεμα και τα μαύρα της μαλλιά ήταν ολόισια και έφταναν λίγο κάτω από τους ώμους.
«Καλησπέρα» μου είπε «Είμαι η Νάντια».
Προσπάθησα να πω κάτι που έμοιαζε με καλησπέρα αλλά αυτό που ακούστηκε πρέπει να ήταν κάτι σαν φθόγγοι μαζεμένοι σε συνδυασμό με ένα πνιχτό χαμόγελο. «γκμπντχαχα». Σε καμία χώρα του κόσμου αυτό δεν ήταν λέξη. Παρόλα αυτά η Νάντια δεν πτοήθηκε και μου χάρισε ένα καταπληκτικό χαμόγελο. «Μπορώ να κάτσω;» μου είπε.
«Μπορώ, μπορώ» ήταν η απάντηση μου, που θα έπρεπε φυσικά να είναι «Μπορείς, μπορείς». Έκατσε στο τραπέζι και έκανε μια κίνηση με το χέρι της μέσα από τα μαλλιά της που έφερε τάσεις λιποθυμίας. Ο παράξενος τύπος με την αναποδογυρισμένη εφημερίδα και το ψηλό καπέλο, συνέχιζε να κινείται νευρικά στην καρέκλα του στην άλλη άκρη του μαγαζιού.
«Λοιπόν νομίζω ότι πρέπει να ξεκινήσουμε από την αρχή» είπα μαζεύοντας όλο το θάρρος που μου είχε απομείνει. Μου χαμογέλασε και πάλι δίνοντας ακόμη περισσότερη αυτοπεποίθηση. Μου την πήρε αμέσως πίσω με την επόμενη κουβέντα της. «Καλύτερα έτσι ναι. Γιατί η πρώτη μου εντύπωση να σου πω την αλήθεια, ήταν ότι είσαι ένας βαρετός μαλάκας».
Έκανα μια απόπειρα να γελάσω αλλά όσο το σκεφτόμουν, σε καμία εγκυκλοπαίδεια αυτή η ατάκα δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί χιούμορ πρώτης γνωριμίας.
Πήγα να μιλήσω αλλά οι λέξεις δεν έβγαιναν. «Είσαι λίγο χαζούλης, μ’ αρέσει αυτό» είπε η Νάντια Ιωαννίδου. Ο τύπος με την αναποδογυρισμένη εφημερίδα και το ψηλό καπέλο πήγε να γκρεμιστεί από τη θέση του ενώ ταυτόχρονα ακούστηκε και το γέλιο του.
«Είσαι λίγο απότομη στα λόγια σου ε;» της είπα κρατώντας πάντα το ψεύτικο χαμόγελο στα χείλη.
«Έχεις δίκιο. Απλά βαριέμαι αφόρητα τους ξενέρωτους τύπους. Δεν πιστεύω να είσαι ένας από αυτούς;»
«Εγώ; Όχι! Ποτέ» της είπα. «Βέβαια τώρα που το ξανασκέφτομαι αν θεωρείς ξενέρωμα ότι μετά τις τρείς νυστάζω και θέλω να κοιμηθώ, τότε ναι είμαι ξενέρωτος»
«Τι; Δηλαδή δεν σ’ αρέσει το πάρτυ μέχρι το πρωί;»
«Μια φορά το χρόνο καλά είναι»
«Εγώ θέλω έναν άντρα που να το αντέχει κάθε μέρα»
«Και πώς θα πάω στη δουλειά το πρωί;». Είχε αρχίσει να φαίνεται ξεκάθαρα ότι δύσκολα θα βγάζαμε άκρη. «Μου φαίνεται τελικά ότι η πρώτη μου εντύπωση ήταν και σωστή» είπε η Νάντια.
«Δηλαδή;»
«Ότι είσαι ένα βαρετός μαλάκας»
«Μάλλον πρέπει να αρχίσεις να προσέχεις τα λόγια σου..έχω κάνει ανθρώπους να υποφέρουν για πιο ασήμαντους λόγους» της είπα.
«Κάτσε τότε να το θέσω καλύτερα. Υπερφίαλος βαρετός μαλάκας σου κάνει;». Ο τύπος στη γωνία ξεκαρδίστηκε ενώ το καπέλο ήταν έτοιμο να του φύγει από το κεφάλι. «Να σου πω» της είπα… «Δεν το διαλύουμε για να ξεμπερδεύουμε;».
«Φυσικά! Έτσι και αλλιώς το πιο πιθανό είναι να την έχεις μικρή». Έχασα τον κόσμο κάτω από τα πόδια μου. Δεν είχα δεχτεί ξανά τέτοια λεκτική επίθεση στη ζωή μου. «Τουλάχιστον δυο γυναίκες έχουν διαφορετική άποψη από εσένα» φώναξα. «Άλλες δέκα και κλείνεις δωδεκάδα» μου είπε και σηκώθηκε να φύγει.
Δεν έκανα τον κόπο να πω κάτι άλλο. Η γυναίκα ήταν ηλίθια. Πανέμορφη. Αλλά ηλίθια. Σηκώθηκα και πήγα προς την έξοδο όταν το χαχανητό του τύπου από την άλλη μεριά του μαγαζιού με αφύπνισε. Πήγα προς το μέρος του για να ξεσπάσω την οργή μου. Του τράβηξα την εφημερίδα έτοιμος για ένα γύρο ατόφιας μάχης του δρόμου.
Πίσω από την εφημερίδα ήταν ο νεαρός συνάδελφος που είχε κοκκινίσει από τα γέλια. Του κούνησα το καπέλο και από μέσα έπεσε ο Jesse James. Προσγειώθηκε πάνω στο τραπέζι. «Ωπ! Και εσύ εδώ; Πως πήγε το ραντεβού σου;» μου είπε και ξέσπασε σε γέλια.
«Καλαααααά» και έφυγα με γρήγορο βήμα. Έτρεξαν από πίσω μου. «Έλα ηρέμησε» είπε ο Jesse James. «Δεν ήξερε τι έλεγε η γκόμενα. Ήταν ηλίθια».
«Αυτό λέω κι εγώ, ήταν ηλίθια» του είπα και ένιωσα να δικαιώνομαι. Δεν υπήρχε άλλη εξήγηση. Ή έπαιρνε ναρκωτικά ή είχε υποστεί βαριά εγκεφαλική βλάβη. Αυτή ήταν η άποψη μου για τις περισσότερες γυναίκες που δεν με ήθελαν και δεν θα την άλλαζα τώρα στα γεράματα, έστω και αν σαν άποψη είχε τα ψεγάδια της.
Προχωρήσαμε προς το γραφείο με τον νεαρό συνάδελφο να ζητάει συνέχεια να σταματήσουμε για να φάει κρέπα. Μας έπεισε τελικά και γυρίσαμε πίσω με μια κρέπα σοκολάτα μπανάνα ο καθένας στο χέρι…
Λίγη ώρα μετά
«Άκου εκεί βαρετός μαλάκας» μουρμούρισα.
«Θα σταματήσεις; Ξεπέρασε το» είπε ο Jesse James.
Έβαλα σε ένα ποτήρι, ουίσκι με λίγο πάγο και κόκα κόλα. «Υπάρχει τελικά ένας καλός τρόπος για να διαπιστώσουμε πότε είναι οι καλές μέρες της ζωής μας και πότε οι άσχημές. Αν εξαιρέσουμε το περιστατικό με την Νάντια Ιωαννίδου, αυτή δεν ήταν μια κακή μέρα. Το αντίθετο. Σίγουρα στο μέλλον θα γελάγαμε με όσα έγιναν» είπα.
«Ξέρεις ότι αυτά που λες θα έφτιαχναν μια φτηνή ρομαντική κομεντί με τον Χιου Γκραντ για πρωταγωνιστή» είπε ο Jesse James.
«Μάλλον με τον Adam Sadler» είπα και ήπια μια γουλιά από το ουίσκι μου την ώρα που οι Tenacious D, τραγουδούσαν συμβουλές που θα έπρεπε να μουν φανούν χρήσιμες σε αντίστοιχες περιπτώσεις....
Υ.Γ.Σταθερό ραντεβού από εδώ και πέρα. Κάθε Δευτέρα λίγο μετά τα μεσάνυχτα.
Υ.Γ.2 Το Blood and the city: Archives άνοιξε τις πύλες του και σας περιμένει. Όλα τα κείμενα της πρώτης αλλά και της δεύτερης σεζόν βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ.
*H πραγματικότητα είναι μια διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας…
Προσευχές, μετάνοιες, λιτανείες και εξομολογήσεις στο: Deepthoughts2008@hotmail.com
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.